Τα Πολυτεχνεία είναι τμήμα της κανονικότητας (και ας χαλιούνται οι θιασώτες της...)

Η πρωτόγνωρη μαζικότητα της φετινής πορείας του Πολυτεχνείου είναι η απόδειξη πως απόλυτα διαμορφωμένοι συσχετισμοί δύναμης μέσα στην ελληνική κοινωνία δεν υπάρχουν. Ευτυχώς...

Το κλίμα έντασης που επικρατούσε σε μια σειρά από σχολές ανάμεσα σε δυνάμεις των ΜΑΤ και φοιτητές, έκανε την φετινή πορεία για το Πολυτεχνείο να μυρίζει μπαρούτι πολλές μέρες πριν την διεξαγωγή της. Οι δυο βασικές εκτιμήσεις για την πορεία της Κυριακής υπήρξαν δυο: πρώτον, ότι θα καθοριστεί από συγκρούσεις ανάμεσα στους διαδηλωτές και τις αστυνομικές δυνάμεις και δεύτερον, ότι θα έχει πολύ, μα πάρα πολύ κόσμο.

Η πρώτη εκτίμηση όχι απλά δεν επιβεβαιώθηκε αλλά καταλήγει να ενισχύει ένα σχήμα που φλερτάρει με τη μεταφυσική: παραδοσιακά, όταν οι εκτιμήσεις για βίαια γεγονότα στον δρόμο είναι τόσο γιγαντωμένες, τις περισσότερες φορές δεν ανοίγει μύτη. Φαίνεται ότι μάλλον λειτουργεί ένα αντανακλαστικό από τις δυνάμεις που έχουν την δυνατότητα να δημιουργήσουν τέτοιες καταστάσεις στον δρόμο (κρατικές/αστυνομικές ή μη) που απορρέει από την εκτίμηση πως σε τόσο έντονα πολωμένες καταστάσεις δεν μπορούν να είναι διαχειρίσιμες οι άγριες καταστάσεις στον δρόμο με αποτέλεσμα ενώ όλοι περιμένουν επεισόδια, να μην γίνεται τίποτα. Η δεύτερη εκτίμηση ωστόσο επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά για τις πολιτικές δυνάμεις που αναφέρονται στην παράδοση του Πολυτεχνείου και εξαιρετικά αμήχανα για την κυβέρνηση.

Η φετινή μαζικότητά της πορείας της 17ης Νοέμβρη πρέπει να συναγωνίζεται στα ίσια την μαζικότητα που είχε η αντίστοιχη πορεία του 2009, η οποία υπήρξε με τη σειρά της, η μαζικότερη της Μεταπολίτευσης: έχουμε να κάνουμε δηλαδή με την πιο πολυπληθή πορεία 17ης Νοέμβρη τα τελευταία δέκα χρόνια. Βέβαια, σε αντίθεση με τη ψυχολογία που υπήρχε το 2009 (δηλαδή την πρώτη 17 Νοέμβρη μετά τον Δεκέμβρη του 2008…), η χθεσινή μαζικότητα έχει λιγάκι πιο «αμυντικά» στοιχεία. Δεν αναιρείται ωστόσο η αξία των βασικών πολιτικών συμπερασμάτων, που προκύπτουν από αυτή: αφενός, ο συμβολισμός του Πολυτεχνείου παραμένει τόσο στιβαρός που μπορεί ακόμα να λειτουργεί ως δυναμικό σημείο αναφοράς για έναν κόσμο που έχει πάψει να συσπειρώνεται εύκολα τα τελευταία χρόνια και αφετέρου (και αυτό είναι το πιο σημαντικό), οι συσχετισμοί δύναμης ανάμεσα στις ανταγωνίστριες δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας δεν είναι τόσο ξεκάθαρα διαμορφωμένοι όσο μεγάλο κομμάτι της πιστεύει, μάλλον το αντίθετο.

Εδώ και μερικούς μήνες, προωθείται επιμελώς και τσαμπουκαλεμένα το αφήγημα της «επαναφοράς στην κανονικότητα», ένα αφήγημα που -όπως άλλωστε και όλες οι αντιδραστικές αντιλήψεις- επιχειρεί να προσδιορίσει ως αντικειμενική αλήθεια μια υποκειμενική πεποίθηση: ότι κάθε εκτροπή από την κοινωνία του νεοφιλελευθερισμού είναι μια παρά φύσιν κίνηση, κάτι «μη κανονικό», μια μίνι διάρρηξη μιας εδραιωμένης κοινωνικής τάξης, που πρέπει να κατασταλθεί για να επιστρέψει η κοινωνία στα ίσια της.

Η χθεσινή πορεία υπενθυμίζει πως δεν ισχύει αυτό που οι αντιδραστικοί θιασώτες της «επαναφοράς στην κανονικότητα» παρουσιάζουν ως ακλόνητη αλήθεια: οι πολιτικές και κοινωνικές παραδόσεις στις οποίες ανήκουν οι άνθρωποι που κατέκλυσαν χθες το κέντρο της Αθήνας δεν είναι απομονωμένες και περιθωριακές, δεν είναι ασήμαντες συνιστώσες της κοινωνικής εξίσωσης, οι συλλογικοποιήσεις, οι παρέες, συνολικά εκείνοι και εκείνες που τις συναποτελούν συγκροτούν μια ζωντανή, φασαριόζικη, μαζική και ως εκ τούτου, επικίνδυνη κατάσταση.

Η «κανονικότητα» θα πρέπει να το αποδεχθεί: όσο και αν οι υπερασπιστές της γκαρίζουν για το αντίθετο, οι άνθρωποι που βρέθηκαν στον δρόμο χθες (αλλά και -υποψιάζομαι- περίπου άλλοι τόσοι που φοβήθηκαν να κατέβουν…) είναι τμήματα της «κανονικής» πραγματικότητας και αυτή η τελευταία δεν θα απαλλαχθεί ποτέ από αυτές τις φωνές, δεν θα την αφήσουν ποτέ να αποκτήσει ενιαία χαρακτηριστικά, η (κάθε) κανονικότητα θα εμπεριέχει πάντα φωνές αμφισβήτησης, δεν θα αποβληθεί ποτέ από το εσωτερικό της η κοινωνική δυναμική που τελικά, θα την αναποδογυρίσει: και ίσως τότε να βρούμε και πιο όμορφες λέξεις για να περιγράφουμε την κοινωνική πραγματικότητα.

Μέχρι το αναποδογύρισμα της κανονικότητας, τα πιο όμορφα τμήματά της θα είναι εκείνα που την αμφισβητούν. Έχουν να πουν πολλά μεταξύ τους, να βρουν νέες μεθόδους επικοινωνίας, να πετάξουν πολλά χρεοκοπημένα σχήματα που συνεχίζουν να χρησιμοποιούν, έχουν μπόλικη δουλειά γενικά. Αλλά είναι εδώ, υπάρχουν, κάνουν θόρυβο (και αυτό είναι γεγονός)…