Λίγες μέρες μετά το τέλος της φετινής επετείου του Πολυτεχνείου- μιας επετείου που συνοδεύτηκε από δεκάδες καταγγελίες περί αστυνομικών αυθαιρεσιών, αναίτιων συλλήψεων και υπέρμετρης βίας από τη μεριά της αστυνομίας χωρίς καν πρόκληση και όλα αυτά μόνο στο κέντρο της Αθήνας- ο Μπογδάνος βγήκε περιχαρής και συγκινημένος σε ένα τηλεοπτικό πάνελ και έκανε μια πανηγυρική δήλωση.
Απευθυνόμενος εναντίον ενός απροσδιόριστου εχθρού, ο Μπογδάνος μιλούσε σε πρώτο πληθυντικό για τα επιτεύγματα της αστυνομίας -«καταφέραμε το ένα, κάναμε το άλλο, πετύχαμε το τρίτο»- δείχνοντας ξεκάθαρα την ταύτισή του με την πολιτική της καταστολής που εφαρμόζει με χαρά η αστυνομία για λογαριασμό της κυβέρνησης.
«Ποιοι τα κάνατε όλα αυτά; Γιατί χρησιμοποιείτε πρώτο πληθυντικό;», τον ρώτησε κάποιος από το πάνελ. «Η ελληνική δημοκρατία», απάντησε με μια εσάνς περηφάνιας ο Μπογδάνος.
Το αληθινά παράδοξο της υπόθεσης είναι πως τόσο ο Μπογδάνος όσο και συνολικά οι κυβερνητικές φωνές που καλούνται να τεκμηριώσουν την αναγκαιότητα των αστυνομικών επιθέσεων τις τελευταίες μέρες, μιλάνε ελάχιστα πρακτικά και πολύ ιδεολογικά: αν εξαιρεθούν τα όσα αστεία ακούστηκαν για το υπόγειο της ΑΣΟΕΕ, κανείς δεν αναφέρει κάποια παράνομη πράξη ως αιτία καταστολής, αυτή περισσότερο νομιμοποιείται στο όνομα της «επαναφοράς στην κανονικότητα», στο όνομα -με άλλα λόγια- μιας ηθικής τάξης.
Όμως, η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει: ή η ίδια αποτελεί την «ελληνική δημοκρατία», όπως ο Μπογδάνος κορδώνεται, ή πρόκειται για μια κυβέρνηση, που τόσο ο στρατηγικός σχεδιασμός της όσο και το επικοινωνιακό προφίλ της είναι βασισμένα στην καταστολή. Όμως και τα δυο δε γίνονται: όταν η άσκηση κυβερνητικής βίας είναι αποτέλεσμα πολιτικής στρατηγικής, δημοκρατία δεν υφίσταται.
Αυτή η αντίφαση της κυβέρνησης εκφράστηκε και στην ανοικτή επιστολή του υπουργού Προστασίας του Πολίτη προς τις καταλήψεις, λίγες μέρες αργότερα. Το τελεσίγραφο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στις καταλήψεις, έχει ως βασικό του περιεχόμενο κάτι πολύ απλό: «Βγαίνετε σε 15 μέρες ή θα έχουμε άλλα».
Αλλά η διατύπωση διακατέχεται από μια αστική ευγένεια και έναν δημοκρατικό τόνο, που μπερδεύει λίγο τις προθέσεις. Σαν να λέει στους καταληψίες ο κύριος Χρυσοχοΐδης να μην το παίρνουν προσωπικά, άλλωστε στη δημοκρατία αδιέξοδα δεν υπάρχουν, είτε υπακούς στο καθεστώς είτε τις τρως.
Στο τελεσίγραφό του επίσης, ο υπουργός δίνει και οδηγίες στους πρόσφυγες που συνεχίζουν να μένουν στις καταλήψεις που δεν έχουν εκκενωθεί ακόμα: πώς θα έρθουν σε επαφή με την υπηρεσία ασύλου και λοιπές «ομορφιές». Φυσικά, αποφεύγει να τους ξεκαθαρίσει τι ακριβώς τους περιμένει σε περίπτωση που οι ίδιοι αρνηθούν να πάνε οικειοθελώς σε κάποιο στρατόπεδο και προτιμήσουν να μείνουν μέσα στα κτίρια που μένουν και τώρα.
Με δεδομένο πως μόνο ένας… ρομαντικός (κι όχι ένας τους πολύ έξυπνους) δεν μπορεί να καταλάβει πως η ανοιχτή επιστολή του Χρυσοχοΐδη υπονοεί ξύλο για όσους δεν υπακούσουν, ο ίδιος το λέει σχετικά ανοικτά και πάντα δημοκρατικά: θα τις φάνε οι πρόσφυγες σε περίπτωση που δεν πάνε στα στρατόπεδα.
Με την κατάσταση να μυρίζει μπαρούτι φυσικά, ο άνθρωπος που πρόσφατα επιχείρησε να κρατήσει αποστάσεις από μια σειρά πολιτικών επιλογών της ίδιας της κυβέρνησής του -μέσω της δηλώσεων του για τα ντου στις κινηματογραφικές αίθουσες όπου παιζόταν το «Joker αλλά και με το κριτικό απέναντι στην αστυνομία «κάποιοι θέλουν νέο Γρηγορόπουλο»- ίσως θα έπρεπε να ζυγίσει λίγο καλύτερα τις εξαγγελίες του.
Εκτός και αν κρύβεται κάτι άλλο πίσω από αυτές. Ίσως να του έβαλαν χέρι από το Μαξίμου και να πειθάρχησε…