Ο νούμερο ένα κανόνας της επικοινωνιακής επιστήμης συνοψίζεται σε μια φράση: «Η οικειότητα παράγει περιφρόνηση». Αυτό σημαίνει πως το κύρος δεν πάει πακέτο με την ρουτίνα: οι δημόσιες εμφανίσεις κάποιου που θέλει να πλασαριστεί ως ηγέτης, ως χαρισματικός, ως μεγάλος και τρανός οφείλουν να είναι μετρημένες και υπολογισμένες. Αν το κοινό στο οποίο απευθύνεται συνηθίσει την επαφή μαζί του τότε σύντομα έρχεται η απομυθοποίηση και -κατά τον προαναφερθέντα κανόνα- η περιφρόνηση.
Ο Αλέξης Τσίπρας τηρούσε ευλαβικά τον επικοινωνιακό κανόνα περί αποφυγής οικειότητας με το κοινό του για δυο χρόνια. Όσο πιο πολύ έλειπαν οι παρεμβάσεις του από τις συζητήσεις περί κεντροαριστεράς και δόμησης αντιπολιτευτικού πόλου στην Νέα Δημοκρατία, τόσο πιο πολύ η φιγούρα του εξιδανικευόταν. Όσο οι πληροφορίες περί επανενεργοποίησής του δημοσιοποιούνταν υπό μορφή διαρροών χωρίς ο ίδιος να επιβεβαιώνει ή να διαψεύδει αλλά παραμένοντας ερμητικά σιωπηλός, τόσο περισσότερο «έλαμπε» δια της απουσίας του. Πιο σοφή επικοινωνιακά στρατηγική δεν θα μπορούσε να είχε εισηγηθεί κανένας επικοινωνιολόγος.
Ωστόσο υπάρχει και ένας άλλος βασικός κανόνας αναφορικά με την επικοινωνία: αυτή μπορεί να είναι χρήσιμη στην πολιτική αλλά δεν μπορεί ποτέ να την υποκαταστήσει. Υπό αυτή την έννοια, η επικοινωνιακή αύξηση της αναμονής περί επιστροφής του Τσίπρα στα κοινά θα μπορούσε να κεφαλαιοποιηθεί πολιτικά μόνο εφόσον τη στιγμή που ο πρώην πρωθυπουργός επανερχόταν στα φώτα της δημοσιότητας θα το έκανε με έναν… «ταρακουνητικό» πολιτικό λόγο, αντάξιο της προσμονής. Δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς κάτι τέτοιο με σοβαρότητα για τον πολιτικό λόγο του Τσίπρα από τη στιγμή που «έσπασε τη σιωπή του».

Η πρόσφατη συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» στοιβάζεται σε μια σειρά πρόσφατων δηλώσεών του, οι οποίες αποτελούν ύμνο στην έννοια του πολιτικού κλισέ. Και μάλιστα όχι σε κάποια πολιτικά κλισέ ρητορική που τουλάχιστον μπορεί με σαφήνεια να κατηγοριοποιηθεί στον αντίποδα της κυβερνητικής πολιτικής. Το ακριβώς αντίθετο: αν το βασικό πρόβλημα της Κεντροαριστεράς τα τελευταία έξι χρόνια είναι πως αδυνατεί να διαχωριστεί με δομικούς όρους από τον παντοδύναμο λόγο της Νέας Δημοκρατίας, τότε τα λόγια του Τσίπρα που συνοδεύουν τη μεγάλη επιστροφή του δεν αποτελούν λύση αλλά συνέχιση του προβλήματος.
«Με παλιό διαβατήριο κανένας δεν πρόκειται να περάσει στη νέα εποχή», τόνισε ο Τσίπρας στην τελευταία συνέντευξή του αλλά ψάχνοντας την «ταμπακιέρα» στις εξαγγελείες του θα βρει κανείς φράσεις περί εναντίωσης στην διαφθορά, περί έλλειματος εντιμότητας, περί κακής δημοκρατικής λειτουργίας και άλλα τέτοια. Δεν είναι μακριά οι εποχές που όλα αυτά τα έλεγε ο Στέφανος Κασσελάκης ως νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και δεχόταν μαζικά πυρά κριτικής περί ανούσιου λόγου και έλλειψης ουσιαστικών προτάσεων.
Κρύβει άραγε η επαναφορά του Τσίπρα στα πράγματα όντως αυτό το νέο που ο ίδιος ευαγγελίζεται (αν και αρκετά παλιός και ο ίδιος ως πρόσωπο κατά τα άλλα) και ο λόγος που δεν το εκθέτει από τώρα είναι πως το φυλάει για μια άλλη, πιο κρίσιμη στιγμή; Είναι πιθανό αλλά -ας μην κοροϊδευόμαστε- μάλλον αδύνατο. Ας μην ξεχνάμε πως ο Τσίπρας δεν φθάρθηκε πολιτικά τόσο επειδή στα μάτια των αριστερών ψηφοφόρων συνδέθηκε με μια ιστορική συνθηκολόγηση αλλά κυρίως διότι στα μάτια των δεξιών ψηφοφόρων αυτή η συνθηκολόγηση δεν αναγνωρίστηκε ποτέ: παρέμεινε στις δεξιόστροφες αντιλήψεις ως ένας «καταστροφικός κομμουνιστής». Το rebranding που επιχειρεί σήμερα σε αυτή την αναγνώριση στοχεύει και αυτό όχι απλά δεν είναι κάτι νέο αλλά μια προσπάθεια που ο ίδιος επιχειρεί εδώ και δέκα χρόνια.
Όλα αυτά βέβαια αφορούν την πολιτική ουσία της επιστροφής του Τσίπρα. Το αν θα καταφέρει ή όχι να γίνει σε βάθος χρόνου το αντίβαρο στην ηγεμονία του Μητσοτάκη που ψάχνει διακαώς ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας (αλλά και ενός τμήματος του συστήματος που σήμερα μοιάζει να επενδύει σοβαρά πάνω του…), είναι μια άλλη συζήτηση. Αλλά σε κάθε περίπτωση, πολύ λιγότερο από τις συγκρίσεις με τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον αέρα «Αλλαγής» απέναντι στην «επάρατη Δεξιά» που τόσο θα ήθελε ο ίδιος ο Τσίπρας να γίνονται, η προσπάθεια του πρώην πρωθυπουργού και οι κενού περιεχομένου γενικολογίες του για την έλευση κάποιας νέας πρότασης, περισσότερο μια χιλιοειπωμένη πλέον ατάκα ενός ελληνικού σίριαλ θυμίζουν: σαν τον συντηρητικό δήμαρχο του «Καφέ της Χαράς» που ήθελε να δείξει πως μετασχηματίζεται σε προοδευτικό αλλά οι παλιές συνήθειες δεν τον αφήνουν, τα σημερινά λόγια του Τσίπρα θυμίζουν μια εκδοχή εκείνου του κλασικού πλέον «Εμπρός πίσω».
