Δεν ξέρω πόσο συχνά σας συμβαίνει. Εμένα όχι τόσο. Δεν μπορώ να το προσδιορίσω σε συχνότητα, αλλά σίγουρα δεν το βιώνω κάθε μήνα ή κάθε τρίμηνο. Μιλάω για εκείνα τα πράγματα, τα άυλα, που δεν τα έβαλες ποτέ στο πρόγραμμά σου, που δεν πρόλαβες να σκεφτείς αν τα θες και τελικά όταν τα βίωσες, σε γέμισαν.
Κάτι τέτοιο συνέβη και με την παράσταση Μπλε. Μου πρότεινε ένας φίλος να πάω να την δω και μου ζήτησε να τον εμπιστευτώ. Έγινε ως και εκνευριστικός. Πήγα, την είδα και μετά ήμουν εγώ ο εκνευριστικός που του έλεγα κάθε φορά ευχαριστώ.
Το Μπλε είναι μια Ιστορία Προορισμού. Έτσι παρουσιάζεται. Εγώ θα έλεγα κι ότι είναι μια ιστορία αποπροσανατολισμού της κυνικής ψυχής μας με σκοπό να βρεθεί σε εκείνα τα μέρη που αιχμάλωτη στη σημερινή τύρβη αποφεύγει για καιρό να πάει.
Είναι πραγματικά αποστομωτικά εντυπωσιακό το πως καταφέρνει κάτι που δεν έχει ίχνος λέξης ή έστω άναρθρων κραυγών, να σε κάνει να νιώσεις ότι άκουσες τόσα πολλά. Δεν θέλω να μακρηγορήσω για το Μπλε. Η κουβέντα που κάναμε με τον δημιουργό Ντέιβιντ Νεγρίν θα σας καλύψει.
Εγώ θα αρκεστώ να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στα δύο παιδιά που πρωταγωνιστούν. Τον τρομερά εκφραστικό και πειστικό Παντελή Πάγκαλο και την Αναστασία Καπρέτσου που η γιαγιά μου θα έλεγε με μια χαριτωμενιά «σουρλουλού» και αφορά το ναζιάρικα αθώο μα και «διαόλου κάλτσα» παίξιμο της.
-Τι ακριβώς είναι το Μπλε και με ποια ανάγκη το προσέγγισες σκηνοθετικά;
To Mπλε είναι μια παράσταση για τον προορισμό μας σ’ αυτήν τη ζωή και για τη συντροφικότητα. Ήταν μια παράσταση, χρόνια σχεδιασμένη στο μυαλό μου που με το που ξεκίνησαν οι πρόβες, απέκτησα μια ψυχοθεραπευτική σχέση μαζί της. Με έκανε διαφορετικό χωρίς να το καταλάβω. Το κατάλαβα όταν ολοκληρώθηκε.
Τα μηνύματα ήταν διαφορετικά από ό,τι στην αρχή. Ο αυτοσχεδιασμός των ηθοποιών ήταν ένα μεγάλο όπλο μου και πάνω σε αυτόν κρατούσαμε τα στοιχεία που μας ενδιέφεραν ώστε το νόημα να μείνει το επιθυμητό. Αφού έχετε δει στην παράσταση την ικανότητα του Παντελή Πάγκαλου καταλαβαίνετε ότι χάρη στον αυτοσχεδιαστικό του οίστρο, η πρόβα κυλούσε με πόνους στην κοιλιά από τα γέλια.
-Γιατί το Μπλε και όχι κάποιο άλλο χρώμα;
Το ΜΠΛΕ είναι με… δικτατορικές μεθόδους το χρώμα των αγοριών. Αγοράκι μπλε, κοριτσάκι ροζ. Έτσι ήταν και για μένα το αγαπημένο χρώμα των παιδικών μου χρόνων (μέχρι που είδα τον Σαραβάκο να παίζει ποδόσφαιρο και άλλαξα σε πράσινο).
Πέρα από την παιδική μου ανάμνηση, ήθελα ένα βασικό χρώμα – ένα εκ των μπλε, κόκκινο, κίτρινο – και επέλεξα αυτό που δε συμβολίζει το αίμα και το πάθος. Το κίτρινο από την άλλη είναι πολύ αδύναμο δίπλα στο λευκό. Αφήστε που είχε και μια καλή προσφορά στο χρωματοπωλείο σε μπλε πλαστικό χρώμα…
– Επιλέγετε να πείτε μια ιστορία βουβή από λέξεις αλλά τρομερά ομιλητική από πλευράς εκφράσεων και ήχων. Τι σας ώθησε σε αυτή την επιλογή;
«Χωρίς λόγια πόσο όμορφα θα μιλούσαμε…Μέσα στα σώματά μας θα κλείναμε τους ήχους της γης. Δεν την ακούσαμε ποτέ πόσο όμορφα μας μιλά. Εμείς να αρθρώνουμε ξέρουμε μόνο.» Αυτό είναι ένα απόσπασμα από το 13ο ποίημα της τελευταίας συλλογής (Αίθρια αθέατος) ενός αγαπημένου μου καθηγητή από το σχολείο, του Γιώργου Αποστόλου.
Με αυτήν την επιλογή την οποία την επεξηγώ και με τα παραπάνω λόγια πέτυχα 3 πράγματα: 1ον να αφήσω το θεατή να αναλύσει την παράσταση με τον δικό του τρόπο, άρα και να συμμετέχει, 2ον να εκμεταλλευτώ τα εκφραστικά χαρίσματα του Παντελή και της Αναστασίας Καπρέτσου (που είναι το έτερον ήμισυ του Παντελή στην σκηνή) και, τρίτον, να αποφύγω να εκτεθώ σε κάτι που δεν ξέρω αν είμαι καλός.
Ξέρετε, η τέχνη πάσχει από ανθρώπους που επειδή ας πούμε θέλουν να είναι ηθοποιοί μας επιβάλλουν την παρουσία τους. Και βρίσκουν τρόπους να τους υπομένουμε. Εγώ θα ‘θελα πολύ να τραγουδώ και να κάνω συναυλίες. Ε δεν το κάνω! Ασχολήθηκα λοιπόν με κάτι που ναι μεν αγαπώ αλλά ξέρω ότι δε θα ταλαιπωρήσω και τον κοσμάκη…εύχομαι!
– Οι γκριμάτσες των ηθοποιών είναι αστείες, οι μελωδίες που ακούγονται δημιουργούν μια ηρεμία και ευχαρίστηση, όμως το Μπλε κρύβει μια ανάγνωση δύσκολη για να την αποδεχτεί κάποιος. Πραγματεύεται όρους αποξένωσης και φόβου επαφής, φόβου απτότητας. Είναι κάτι που θέλατε να το αποδώσετε ή είναι απλά δική μου ερμηνεία;
Η δική σας ερμηνεία με ενδιαφέρει πιο πολύ από τη δική μου ερμηνεία! Η δική μου πέταξε μαζί με την πρώτη παράσταση και δεν αφορά κανένα. Η δική σας έχει αξία και μ’ αυτή θα σας απαντήσω. Το κομμάτι της επαφής που το παρατηρήσατε, ομολογώ ότι ήταν μια τεχνική για να δείξει τον φόβο της επικοινωνίας δύο ανθρώπων που δε γνωρίζονται.
Αλλά αφού λείπει ο λόγος, με μεγάλο ενδιαφέρον παρακολουθώ αυτήν την εκδοχή σας. Δεν είναι όμως δύσκολο έργο να αναγνωσθεί γιατί όντως η εκφραστικότητα των ηθοποιών σε συνδυασμό με τη μουσική κατευθύνει συναισθηματικά το θεατή.
Η ερμηνεία των γεγονότων ενδεχομένως να αλλάζει αλλά η απλότητά τους κάνει κατανοητή την παράσταση στο σύνολό της.
– Στην παράσταση που βρέθηκα εγώ το κοινό ήταν κυρίως παιδιά, έφηβοι και «λίγοπρινενηλικιωθούν». Αν και πιστεύω ότι δεν υπάρχει ηλικιακό όριο γι΄αυτό το έργο, είχατε καθόλου στο μυαλό σας ότι απευθύνεστε σε ένα κοινό που, σε αντίθεση με τους μεγάλους, παρακολουθεί πραγματικά;
Αν έβαζα μια κάμερα να καταγράφει παιδικές φάτσες κατά τη διάρκεια του έργου, εκεί θα βλέπατε αληθινή και απολαυστική ταινία! Σας δηλώνω υπεύθυνα ότι εγώ πια παρακολουθώ την παράσταση πια για να παρακολουθώ τις αντιδράσεις τους! Την παράσταση παρόλα αυτά δεν την έφτιαξα για παιδιά. Η μεγάλη τους προσέλευση και η επιθυμία μου να καλέσω σχολεία προέκυψε από τη δική τους την κρίση.
Με παίρνουν φίλοι γονείς μετά την παράσταση και μου λένε ότι τα παιδιά τους την έχουν καταλάβει και τη συζητάνε ολόκληρη! Μάλλον τους είχα υποτιμήσει όπως συνήθως κάνουμε όλοι…
Πληροφορίες παράστασης: Θέατρο Olvio, Φαλαισίoυ 7, Βοτανικός, Σάββατο 16:00, Τιμή: 8-10 ευρώ