Άφησε μερικές ματιές γύρω σου. Μάζεψε τες. Ρώτα τες να σου πουν τι κατέγραψαν. Με μια μόνο λέξη. Φόβος. Είναι ένας, αλλά έχει πολλές φορεσιές. Κάθε μέρα που περνάει αγοράζει κι ένα καινούργιο ρούχο. Παίρνει το σχήμα του. Γι΄αυτό δεν τον αναγνωρίζεις με την πρώτη. Όταν το κάνεις έχει πια κερδίσει. Την πρώτη μάχη. Είναι στο χέρι σου να βγεις νικητής στον τελικό πόλεμο. Όχι για να τον διώξεις εντελώς. Αλλά για να τον μεγεθύνεις εκεί που πρέπει και να τον ελαττώνεις πάλι εκεί που πρέπει. Το Sanctuary, το installation του Μπρετ Μπέιλι στο πλαίσιο του Fast Forward Festival που διοργανώνει η στέγη, θα σου μάθει το πως.
Πηγή έμπνευσης ένας Μινώταυρος. Ο γνωστός, της Κνωσού. Γι΄αυτό και ο λαβύρινθος. Σε συγκεκριμένα σημεία του λαβυρίνθου υπάρχουν δωμάτια-κουβούκλια. Στα 8 από τα 9 στέκονται άνθρωποι. Ένας στο καθένα. Κάθε ένας με την δική του εκδοχή του φόβου. Φόβου όχι δικού του, αλλά αυτού που γεννάται σε σένα. Γιατί σε αυτούς που στέκονται και σε κοιτάζουν δεν υπάρχει φόβος. Υπάρχει το «θέλω να ζήσω, θέλω ο άλλος να ζήσει και για να ζήσουμε πρέπει να πράττω, όχι να σκέφτομαι».
Πράξη είναι η αναζήτηση ενός καταφύγιου. Sanctuary. Τέτοιο είναι για εκείνους η Ευρώπη. Ένα Sanctuary. Για τους Ευρωπαίους ίσως όχι τόσο. Ένας πατέρας Σύριος αγκαλιά με το μωρό του, χωρίς τη γυναίκα. Την πρόλαβαν οι βόμβες, την πρόλαβαν οι τρομοκράτες-βιαστές-βασανιστές, την πήρε η θάλασσα; Κανείς δεν ξέρει. Και ούτε χρειάζεται. Τώρα πια είναι μόνος του.
Το μωρό δεν καταλαβαίνει το τώρα. Το σημειώνει στο μυαλό του και ίσως κάποια στιγμή η μνήμη του να τα φέρει όλα στο δωμάτιο της συνείδησης. Αυτή είναι η μοναξιά του. Μια μοναξιά που δεν τον γονατίζει, αλλά τον οπλίζει. Είναι η μόνη ελπίδα για το παιδί του. Ο μόνος που μπορεί να του βρει ένα έδαφος για να επιθυμεί όσα οι άνθρωποι της Δύσης, για να ονειρεύεται, δίχως να φοβάται. Του μιλάει υποσχόμενος ασφάλεια και προστασία. Δεν είναι μια υπόσχεση απλώς. Είναι και μια πίστη που θέλει να καταλαγιάσει στην καρδιά του. Το παιδί του μετατρέπεται από τον ίδιο σε ένα νοερό τείχος προστασίας. Σαν κι αυτό που σχηματίζουν τα αντικείμενα όσων ξέβρασε η θάλασσα χωρίς άλλη πνοή.
Ένας νεαρός στέκεται πίσω από τα χαλάσματα και ακούει τα περιστέρια. Πιάνει το κλαρίνο του και παίζει μερικές νότες. Το φύσημα βγαίνει τόσο αδύναμα που γίνεται γλυκό. Μια κοπέλα καθιστή στην καρέκλα φοράει ένα λευκό γάντι και ένα μαύρο. Το αριστερό της χέρι είναι το είναι της. Όσα θέλησε να γίνει στην πορεία της ζωής της. Το μαύρο αυτό που της πήραν. Την αξιοπρέπεια της. Το ίδιο της το σώμα.
Μια γυναίκα από την Ερυθραία πιέζει μια καρδιά. Την δική της ίσως. Που έχει βγει από το σώμα και δεν φαίνεται να έχει πολύ χρόνο. Όσο κι αν θέλει, δεν ξέρει για πόσο θα μπορεί να την πιέζει για να της δίνει αέρα. Κάποια στιγμή και οι καρδιές δεν αντέχουν. Υποτάσσονται στο καμπανάκι αδυναμίας που στέλνει ο εγκέφαλος. Η καρδιά πεθαίνει, αλλά εκείνος μπορεί να ζήσει για πολλές δεκαετίες αργότερα.
Καθώς το σώμα δίχως καρδιά ταρακουνιέται, βρίσκεσαι μπροστά σε έναν Γερμανό. Στη Γερμανία. Την περίφημη Νύχτα των Κρυστάλλων. Μετά ένας νεαρός από τη Συρία περικυκλωμένος από χαρτονένιες πινακίδες που αφορούν στα όσα έγιναν στον σταθμό του τρένου στην Ουγγαρία πριν από ένα χρόνο και κάτι, σε βγάζει φωτογραφία. Μια ηλικιωμένη στην Γαλλία παρακολουθεί τη Λεπέν στην τηλεόραση. Ο φόβος που λέγαμε την οδηγεί σε μια ταύτιση με την απλουστευμένη εκδοχή των πεποιθήσεων της σαφώς ρατσίστριας Λεπέν. Τέλος, ένας νεαρός από την Αφρική περιγράφει την κατάσταση του μόλις έχει βγει από το νερό. Δεν βρέθηκε εκεί για να κολυμπήσει. Βρέθηκε εκεί για να σωθεί.
Για όλους αυτούς υπάρχει ένα διαφορετικό Sanctuary. Ορισμένοι αποζητούν την βία για να επιβάλλουν την ασφάλεια τους και να κρύψουν τον δικό τους φόβο. Όλοι τους βρέθηκαν στα πιο βαθιά σημεία του φόβου. Εκείνου που επιτοκίζεται από το ψευδεπίγραφο μίσος.
Στην προετοιμασία για το Sanctuary, o Μπρετ Μπέιλυ, πέρασε χρόνο στον προσφυγικό καταυλισμό του Καλαί, την επονομαζόμενη «Ζούγκλα», και στον καταυλισμό της κοινότητας Grande-Synthe στη Δουνκέρκη της Γαλλίας, στη Λέσβο, καθώς και σε διάφορους καταυλισμούς στην Αθήνα, το Παλέρμο και το Αμβούργο. Εκεί, συνάντησε δεκάδες πρόσφυγες και εργαζόμενους στην ανθρωπιστική βοήθεια. Δικτυώθηκε επίσης με οργανώσεις προσφύγων και μετανάστευσης στο Αμβούργο, τη Μασσαλία και την Αθήνα, εξηγώντας τους το πρότζεκτ.
Από τις εμπειρίες αυτές, καθώς και από δύο χρόνια έρευνας, σχεδίασε οχτώ σκηνές [σκηνικά] για το Sanctuary. Μαζί με τον δραματουργό του, Eyad Houssami, πήραν συνεντεύξεις από περίπου 60 υποψήφιους περφόρμερ, στην Αθήνα, το Αμβούργο και τη Μασσαλία: ακτιβιστές, πρόσφυγες και διερμηνείς που εργάζονται μαζί τους. Από αυτούς τους ανθρώπους, επέλεξαν οχτώ περφόρμερ. Ανέθεσαν σε κάθε περφόρμερ από μία σκηνή και στη διάρκεια ενός επταήμερου εργαστηρίου στη Γαλλία το Μάρτιο, οι περφόρμερ ανέπτυξαν τους φανταστικούς χαρακτήρες που θα κατοικήσουν τις σκηνές.
Στο βίντεο που ετοίμασε η Στέγη παρουσιάζει κάθε έναν από τους περφόρμερς που συμβάλλουν στην εγκατάσταση του.
Περφόρμερ:
Karam Al Kafri: φοιτητής, ακτιβιστής
Magd Asaad: βοηθός προσφύγων, διερμηνέας
Sandrella Dakdouk: χορεύτρια, περφόρμερ
Françoise Hémy: ακτιβίστρια
Muna Mussie: καλλιτέχνης, περφόρμερ
Ian Robert: διερμηνέας, περφόρμερ
Nidal Sultan: ηθοποιός, περφόρμερ
Lionel Tomm: περφόρμερ, ακτιβιστής, μουσικός, φοιτητής, ηθοποιός, θεατροπαιδαγωγός