Η Κουζίνα: Μια παράσταση με τρομερή αρμονία και μια δόση από STOMP

Η Κουζίνα: Μια παράσταση με τρομερή αρμονία και μια δόση από STOMP

Ο Γιώργος Νανούρης σκηνοθετεί μια παράσταση που αξίζει να εστιάσεις στην αφοσίωση της σε εξωλεκτικές μορφές έκφρασης.

Στην αυγή της θεατρικής σεζόν που ξεκίνησε την περασμένη Παρασκευή, μια από τις παραστάσεις που θα ακούσεις πολλούς να αναφέρουν είναι η Κουζίνα που άρχισε τη «λειτουργία» της στο Θέατρο Αποθήκη. Ο Γιώργος Νανούρης σκηνοθετεί μια ομάδα άπειρων και νέων ηθοποιών και με τις επιλογές του γίνεται ο πρωταγωνιστής του έργου, δίχως να παίζει.

Η Κουζίνα είναι ένα έργο που έγραψε ο Άρνολντ Γουέσκερ τη δεκαετία του ’50 και βασίστηκε στις εμπειρίες του από μια κουζίνα εστιατορίου που είχε δουλέψει. Αυτή του η εμπειρία ήταν μέρος μιας αναδυόμενης εργασιακής συνθήκης σε έναν μετα-Φορντικό κόσμο, όπου η μορφή του σημερινού καπιταλισμού πήρε το πρώτο της στέρεο σχήμα. Όπερ σημαίνει περισσότερη δουλειά, περισσότερη εξάντληση για ίδια ή και λιγότερα χρήματα.

Κάτω από αυτή την ψυχολογική πίεση που βιώνει από τότε μέχρι σήμερα ο άνθρωπος, ο Γουέσκερ αποτύπωσε συναισθήματα, όνειρα, φόβους, φιλοδοξίες και σχέσεις. Όλα αυτά όχι κεντρικά στο κάδρο. Στο κάδρο το επίκεντρο ήταν και είναι η δουλειά. Τα υπόλοιπα έμπαιναν από τις χαραμάδες, στριμώχνονταν στα ελάχιστα λεπτά ανάσας από την κοπιώδη προσπάθεια να ανταποκριθεί κανείς στις απαιτήσεις του αφεντικού.

Αυτές τις γκρίζες ζώνες της ανθρώπινης ύπαρξης επιχειρεί να αντικατοπτρίσει ο Γιώργος Νανούρης και επιλέγει να το κάνει με όσο το δυνατόν λιγότερα λόγια γίνεται. Επιλέγει να το κάνει παίρνοντας μια ομάδα νέων και στην ουσία άβγαλτων ηθοποιών, θέλοντας ίσως να απορροφήσει τα πραγματικά τους συναισθήματα.

Οι χαρακτήρες παίρνουν από τους ανθρώπους και τούμπαλιν. Εξάλλου τα ονόματα των ρόλων είναι τα πραγματικά ονόματα των ηθοποιών. Όσα λόγια ακούγονται έχουν μια σημαντικότητα μέσα τους. «Καιρό έχω να μιλήσω για όνειρα. Καιρό δεν έχω, όνειρα δεν έχω». Η συγκεκριμένη φράση είναι και η συναισθηματική εξάπλωση των ηθοποιών στην παράσταση.

Η Κουζίνα έχει ένα μεγάλο αφεντικό που ο Νανούρης τον τοποθετεί σε ρόλο παντεπόπτη. Ακόμα κι όταν δεν έχει παρουσία μέσα στην κουζίνα, ο φόβος στους εργαζομένους υπάρχει. Ένα πανοπτικό θα βρίσκεται πάντα στη ζωή μας. Σε κάθε μικρογραφία της που είμαστε μετέχοντες.

Η Κουζίνα είναι ένα μεγάλο ρομπότ. Λειτουργεί με σχέδιο, με κανόνες, πρέπει να βγάλει συγκεκριμένα πιάτα μέσα στην ημέρα αν θέλει να επιβιώσει. Και στα ρομπότ κάθε τους εξάρτημα λειτουργεί μηχανικά. Έτσι και οι 10 εργαζόμενοι της. Γρανάζια είναι. Δεν ανασαίνουν. Δεν σκέφτονται. Απλά πράττουν. Διεκπεραιώνουν. Όχι μόνο στη δουλειά τους. Αλλά κι όταν φεύγουν απ΄αυτήν. Άλλωστε, αυτά τα δύο είναι πλέον συγκοινωνούντα.

Οι στιγμές που τα εργαλεία της κουζίνας και οι κινήσεις γίνονται ήχοι είναι τα ζενίθ της παράστασης. Είναι τα σημεία που ενώνονται όλοι οι ηθοποιοί. Λες και βλέπεις μια παράσταση με τους STOMP. Κάθε τι που μπορεί να παράξει ήχο είναι μέρος της τελετουργίας.

Το ωραίο είναι ότι δεν ξεκινάνε μαζί. Υπάρχει μια σειρά, μια τάξη, κάτι συμβολιστικό για την έννοια της διαφορετικότητας των ανθρώπων που αναφέρει αρκετά στο έργο ο Νανούρης διά της στηλίτευσης όσων κατακρίνουν και σκυλεύουν τους ανθρώπους που φαίνονται παράξενοι, αλλά είναι απλώς διαφορετικοί.

Διαφορετικοί όπως διαφορετικός είναι ο καθένας από εμάς. Όλοι μας είμαστε διαφορετικοί και γι΄αυτό τελικά είμαστε ίδιοι. Έτσι εκλαμβάνω την διάθεση της παράστασης, κατευθύνεται προς τα εκεί.

Οι ήχοι περιπλέκονται και υποβοηθούνται από τον χαμηλό φωτισμό που πέφτει στη σκηνή, συνήθως με ένα σημείο να φωτίζεται περισσότερο από τα υπόλοιπα.

Η χοροθεατρικότητα και η αρμονική κινησιολογία των ηθοποιών είναι τόσο άρτια εκτελεσμένες που η διαφορά με τα διαλογικά σημεία είναι χαώδης. Εδώ βέβαια παίζει ρόλο ότι ορισμένα κομμάτια του σεναρίου μοιάζουν σαν να παρεμβαίνουν κι όχι σαν να συνδέονται, ενώ σίγουρα οι ηθοποιοί θέλουν αρκετή παραπάνω δουλειά σε αυτό το κομμάτι της εκφραστικότητας μέσα από τις λέξεις.

Αν δεν επέλεγε ο Νανούρης να δώσει μερικά ανεκδοτολογικά χαρακτηριστικά στον καθένα, θα ήταν ακόμη πιο εμφανής η αδυναμία των περισσότερων. Αν δηλαδή είσαι ένας άνθρωπος που παρακολουθεί γενικά θέατρο, θα το καταλάβεις.

Το γεγονός για παράδειγμα ότι σε αυτό το μπάχαλο της Κουζίνας εμφανίζεται ένας Άγγλος και πολύ γρήγορα φωνάζει, τρελαίνεται, παθιάζεται, είναι από τις μικρές λεπτομέρειες που αξίζουν σε αυτή την παράσταση.

Η Μοσχούλα είναι απότομη, άγρια προς τους άλλους και αυτός είναι ο τρόπος της να αμυνθεί για να μην πάει η κουβέντα στα παραπανίσια κιλά της. Ένας άλλος είναι Ρώσος με μουστάκα. Άλλος έχει μια εθνικιστική αντίληψη και δεν επιτρέπει άλλη γλώσσα από τα ελληνικά.

Για το τέλος μια σημείωση που δεν αφορά το έργο ως έργο, αλλά την παραγωγή του. Μια τέτοια παράσταση που απλώνεται τόσο πολύ στη σκηνή δεν γίνεται να παίζεται σε έναν χώρο όπου καρέκλες θεατών και σκηνή είναι στο ίδιο επίπεδο. Αν δηλαδή δεν κάθεσαι στις πρώτες 3-4 σειρές, το πιο πιθανό είναι να χάσεις κομμάτια ή να στραβολαιμιάσεις αναζητώντας τον ηθοποιό που ακούς αλλά δεν βλέπεις.

Είτε θα έπρεπε να υπάρχει μια υπερυψωμένη σκηνή είτε μια αμφιθεατρική δομή στις θέσεις των θεατών. Το συγκεκριμένο είναι κάτι που μπορεί ως και να σε εκνευρίσει γιατί από ένα σημείο και μετά δεν ευχαριστιέσαι την παράσταση.

Ταυτότητα Παράστασης: 

Μετάφραση-Διασκευή-Σκηνοθεσία: Γιώργος Νανούρης

Παίζουν: Μαρία Αθητάκη, Μοσχούλα Ατσιδαύτη, Παναγιώτης Γαβρέλας, Κωνσταντίνος Γιουρνάς, Απόστολος Καμιτσάκης, Φίλιους-Μιχαήλ Κανάκης, Χρήστος Καρνάκης, Τάσος Κορκός, Γρηγορία Μεθενίτη, Μάριος Ράμμος, Σταύρος Τσουμάνης

Κοστούμια: Λάζαρος Τζοβάρας
Σκηνικό-Φωτισμοί: Γιώργος Νανούρης
Κινησιολογία και Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Νανούρης και Θίασος
Παραγωγή : Αθηναϊκά Θέατρα

Info: Θέατρο Αποθήκη, Σαρρή 40, Ψυρρή, 2103253153 & 2111000365, Διάρκεια: 95′

Τετάρτη : 20:00
Πέμπτη, Παρασκευή : 21:00
Σάββατο : 18:00 & 21:00
Κυριακή : 20:00