«Δεν το κουνώ απ΄επαέ, αν δε μου πέψουνε τ΄απολυτήριο από το τάγμα». Κάπως έτσι σκεφτόμουν να χαιρετήσω τον Ορφέα Αυγουστίδη όταν θα έμπαινε μέσα στο θέατρο, εκεί όπου είχαμε δώσει το ραντεβού μας. Δεν το έκανα ευτυχώς. Ευτυχώς γιατί θα φαινόμουν γελοίος, αλλά κυρίως γιατί ο Ορφέας είναι πια πολύ μακριά απ΄αυτό.
Όχι μόνο χρονικά, αλλά σε κάθε πιθανό επίπεδο της ζωής του. Προς έκπληξη μου και πιθανότατα αρκετών, προχώρησε, έσπασε τις δικές του αλυσίδες και αυτή τη στιγμή έχει καταφέρει να είναι ένας ατόφιος Ορφέας. Οπουδήποτε κι αν αγγίξει στο σώμα του, αγγίζει το είναι του. Δεν υπάρχει κάτι να παρεμβαίνει σε αυτό. Από καιρό. Απλώς τώρα εκτός από εκείνον, το νιώθει κι ο συνομιλητής του.
Συνειδητοποιώ ότι κάνω μία σύγκριση του τώρα με του πριν. Λες κι έχω ξαναδεί τον Ορφέα στη ζωή μου. Μα να, είναι τούτη η παραξενιά που έχουμε εμείς οι άνθρωποι, εμείς που στεκόμαστε στην απ΄έξω μεριά της πόρτας και κοιτάμε την κλειδαρότρυπα, να φτιάχνουμε προσδοκίες και μονοπάτια για ανθρώπους που δεν τους ξέρουμε και ποσώς νοιάζονται για το τι πιστεύουμε εμείς.
Φέτος ο Ορφέας κάνει κάτι που αναδεικνύει με τον πιο εναργή τρόπο το ταλέντο του. Το πόσο πολύ καλός ηθοποιός είναι. Στην Κωμωδία των Παρεξηγήσεων, που σκηνοθετεί η Κατερίνα Ευαγγελάτου και είναι σε παραγωγή της εταιρείας Λυκόφως, έχει διπλό ρόλο.
Δύο υπηρέτες, δίδυμοι, με το ίδιο όνομα. Δρόμιος και Δρόμιος. Σε μια παράσταση που κάθε της σημείο φωνάζει τέχνη, φωνάζει θέατρο, ο Ορφέας Αυγουστίδης είναι ένα από τα μεγάλα κομμάτια κι αυτό του αξίζει ολοκληρωτικά.
Αν κάτι μπορώ να πω με σιγουριά για τον Ορφέα από την συζήτηση μας είναι πως ήξερε να βάλει στις εκφράσεις του όσα πραγματικά αισθανόταν. Εκφράσεις του προσώπου, αλλά και λεξιλογικές.
Για τον τύπο που σκηνοθέτης ήθελε να γίνει κι ηθοποιός του έλαχε, η ζωή, ο κόσμος, το επάγγελμα του είναι όπως θα τα διαβάσεις στις γραμμές που ακολουθούν. Να ξέρεις όμως πως όσα λέει αφορούν μόνο την παρούσα περίοδο της ζωής του. Δεν είναι συμβόλαιο. Το εξηγεί κι ο ίδιος.
Πράξη 1η: Η Κωμωδία των Παρεξηγήσεων
«Μπορεί ένας σκηνοθέτης να κουνήσει κάτι σε έναν ηθοποιό και να φτάσει κάπου. Αλλά μπορεί να δημιουργηθεί κάτι αμοιβαίο, μια γενναιόδωρη δοσοληψία, όπως συνέβη με μένα και την Κατερίνα. Το χιούμορ μας είναι συγγενικό και ήταν στιγμή μεγάλης χαράς όταν είδα ότι αυτό που ήθελε η Κατερίνα ήταν να πάω προς κάτι πολύ οικείο και ταυτόχρονα πολύ μακρινό.
Ήθελε να φτάσουμε παρέα κάπου που ενώ είναι ακραίο και μεγαλωμένο, μας είναι πολύ γνώριμο. Υπήρχε εμπιστοσύνη γι΄αυτό και αυτή η εμπιστοσύνη είναι που δίνει δύναμη και άνοιγμα στον ηθοποιό. Όταν ένας σκηνοθέτης που εκτιμάς πολύ και θες να δεις που κατευθύνει τα πράγματα, σου δίνει κάτι τέτοιο, για μένα είναι από τις πιο ωραίες στιγμές στην πορεία ενός ηθοποιού στην φάση της ηλικίας που είμαι εγώ.
Γιατί ο ηθοποιός έχει πολλά στάδια που έχουν σχέση με την ηλικία. Στο ξεκίνημα του έχει τα ακατέργαστα κομμάτια που ενδεχομένως να εντυπωσιάζουν ή να γράφουν με ένα τρόπο που στην πορεία δεν είναι ίδια με έναν έμπειρο ηθοποιό, μετά φτάνει σε άλλη περίοδο της ζωής του που έχει κατακτήσει πράγματα και μετά σε μια τρίτη ή τέταρτη περίοδο που πάλι διαφοροποιούνται οι αναζητήσεις του».
«Η παράσταση είναι αποτέλεσμα ομαδικής δουλειάς και έρευνας. Είμαστε 12 άτομα θίασος κι η Κατερίνα, προς τιμήν της, δεν είναι άνθρωπος που απλά δίνει διαταγές και λέει “εσύ κάνε αυτό, εσύ εκείνο”. Γι΄αυτό κιόλας διαλέγει με πολλή προσοχή τους συντελεστές της. Σε προκαλεί να ψάξεις. Κι εσύ ψάχνεις. Στην πράξη. Όχι θεωρητικά. Δεν κάθεσαι σε ένα τραπέζι και λες μια ιδέα. Την αναπαριστάς.
Η Κωμωδία των Παρεξηγήσεων απαρτίζεται από ένα εμπνευσμένο σύνολο. Έμπειρους, μεγάλους, νέους. Νέους εννοώ παιδιά που αυτή είναι η πρώτη τους δουλειά και μόλις έχουν βγει απ΄τη σχολή. Είναι πολύ ωραίο αυτό. Να βλέπεις ανθρώπους με ταλέντο, με έμπνευση, με δίψα για δημιουργία.
Οι πρώτες ωραίες στιγμές στις πρόβες ήταν όταν αρχίσαμε να γελάμε και να αποκτά νόημα αυτό που κάνουμε. Γιατί στην αρχή είναι κάτι σκληρό. Θέλει δουλειά για να μαλακώσει και να αρχίσει να επικοινωνεί. Στην αρχή δεν έχεις κάτι απτό. Απλά κοιτάς το που πρέπει να φτάσεις. Είναι η σκληρή δουλειά από τον ηθοποιό που τον βοηθά να δει καθαρά μέσα απ΄αυτό. Δεν είναι καθόλου εύκολο να το κάνεις αυτό».
«Δεν είναι δύσκολο να κάνεις δύο διαφορετικές φωνές. Κι ένας μη ηθοποιός μπορεί να το κάνει. Για μένα η πρόκληση σε αυτό το κομμάτι είναι πως οι δύο χαρακτήρες μου είναι δύο διαφορετικοί άνθρωποι με την ίδια ιδιότητα, με κοινά χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα παίζονται από έναν ηθοποιό. Αυτό πρέπει να διαπερνά το έργο. Έχει δηλαδή μια λογική η επιλογή δύο ηθοποιών για τέσσερις ρόλους.
Το έργο εμποτίζεται απ΄αυτό το μεταδραματικό σχόλιο της φύσης του θεάτρου. Εμείς είμαστε. Δεν μπορείς να κοροϊδέψεις ότι είσαι κάποιος άλλος. Για μένα αυτή είναι η δυσκολία και το αν πετυχαίνει ή όχι εξαρτάται κι από την πρόσληψη του κάθε θεατή. Αυτό είναι κάτι το τέλειο για μένα.
Να η πρόκληση που με ρώτησες. Ότι κάθε βράδυ θα πρέπει να στερεώσω ξανά το μήνυμα μου. Όσο κι αν το πετύχω το ένα βράδυ, δεν μου εγγυάται κανείς ότι θα το πετύχω και το επόμενο. Πάμε λοιπόν ξανά από την αρχή».
Πράξη 2η: Η Υποκριτική και οι Ρόλοι του
Σκηνή 1η: Πώς Έγινε Ηθοποιός
«Τη δουλειά μου δεν την κυνήγησα. Μου προσφέρθηκε. Εγώ σπούδαζα σκηνοθεσία κινηματογράφου και με αυτό ήθελα να ασχοληθώ. Και τυχαία έψαχνε ο Περάκης για τις Σειρήνες έναν ηθοποιό, με είδε, έκανα δοκιμαστικό και μπήκα άθελα μου σχεδόν σε αυτόν το χώρο. Και τα πρώτα χρόνια δούλευα χωρίς να το πολυσκεφτώ.
Δοκίμαζα πράγματα, γνώριζα το χώρο στον οποίο θα έμπαινα αργότερα πιο συνειδητά. Να λοιπόν ένα αστείο παράδειγμα μιας τέτοιας συνθήκης για αυτά που κυνηγάμε τη ζωή κι αυτά που μας κυνηγάνε. Μιλάω για το πως ξεκίνησε όλο αυτό. Γιατί όλα αυτά τα χρόνια εννοείται πως κυνηγάω και το δουλεύω μέσα μου σαν σκύλος. Δουλεύω γιατί θέλω να έχω παρουσία σε αυτό.
Αλλά κάθε τι που κυνηγάω είναι επιθυμία της στιγμής. Όχι κάτι που το φανταζόμουν πολύ καιρό πριν. Αλλά δεν πειράζει. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δίνουμε λόγο που δεν κάναμε τα όνειρα μας πραγματικότητα, αλλά γίναμε μια πραγματικότητα ονείρων που δεν κάναμε ποτέ πριν εμφανιστούν».
Σκηνή 2η: Η Σχέση του με τους Ρόλους
«Εγώ για κάποιο λόγο, με λίγες εξαιρέσεις, μένω λίγο παραπάνω σε κάθε μου ρόλο. Ακόμα κι αν ετοιμάζομαι για έναν επόμενο. Ένα μέρος του χαρακτήρα το παίρνω πάντα μαζί μου. Και το κουβαλάω για πάντα. Βασικά εγώ είμαι ένα κομμάτι του ρόλου, όχι το ανάποδο. Μπαίνω στο σχήμα του και ξαναβγαίνω από κει. Ο ηθοποιός είναι πάντα, απλώς διαλέγει να φαίνονται διαφορετικές εκδοχές του, φωτίζει κάτι άλλο κάθε φορά.
Μερικές φορές, ακόμα κι όταν ξαφνιάζεις το ίδιο σου τον εαυτό, τον ξαφνιάζεις γιατί ανακαλύπτεις κάτι καινούργιο σε σένα και το εμφανίζεις στο κοινό. Κάθε φορά η δοσολογία είναι αλλιώτικη, μα τα συστατικά ποτέ δεν αλλάζουν. Είναι εσύ. Σε κάθε ρόλο. Κι αν μετά από κάποια χρόνια αποκτάς καινούργια συστατικά είναι γιατί πλέον περιέχεσαι σε αυτά.
Έχεις ανοίξει ως άνθρωπος κι έχεις εξελιχθεί και μπορείς να τα χρησιμοποιήσεις. Αναφέρομαι στα συναισθήματα και σε όλα αυτά που είπαμε στην αρχή. Οπότε δεν μπορώ να ξεχωρίσω έναν ή λίγους ρόλους μου Ισχύει σχεδόν για όλους κι ανεξάρτητα από την επιτυχία του κάθε ρόλου».
Σκηνή 3: Πώς Επιλέγει έναν Ρόλο
«Τα πάντα καθορίζονται από τη στιγμή και τους ανθρώπους που συνθέτουν έναν θίασο και μια καλλιτεχνική πρόταση. Εγώ προσπαθώ να είμαι πολύ συνδεδεμένος με τον εαυτό μου, με το εδώ και το τώρα μου. Ποια είναι η ψυχολογική μου κατάσταση στις πρόβες, η διαθεσιμότητα μου, οι προσωπικές μου αναφορές, πόσο έχω επιτρέψει στη φαντασία μου να διεγείρεται από τα ερεθίσματα που παίρνει.
Γιατί υπάρχει το ενδεχόμενο να λειτουργείς κλειστά, να είσαι ευάλωτος και να μην το επιτρέπεις. Αυτό καθορίζει τις επιλογές σου στη διάρκεια των προβών αλλά και τις επιλογές σου γενικά σχετικά με έναν άλλο ρόλο ή έργο. Όταν είναι κάποιος σε φάση που δεν έχει αγκαλιάσει ό,τι του συμβαίνει, θετικό ή αρνητικό, σημαίνει ότι δεν είναι έτοιμος να συνδεθεί βαθιά με κάτι.
Εγώ για να είμαι καλά με τη δουλειά, γιατί είναι δουλειά μας αυτό, θέλω όσο μπορώ να υπάρχει μια εσωτερική σύνδεση και να μπορώ να εκφραστώ. Οπότε μπορεί να υπάρξει περίοδος που να μην είμαι ανοιχτός.
Κι αν είναι ένας τόσο μεγάλος ρόλος που να πιστεύω ότι απαιτεί άνοιγμα, είτε θα πιεστώ και θα γίνει η σύνδεση από άλλο δρόμο, ίσως πιο ενδιαφέροντα από τη σύνδεση που θα κάνεις σε μια πιο “εύκολη περίοδο”, είτε δεν θα τον κάψω και θα πω “όχι, δεν θα πιεστώ, δεν είμαι έτοιμος να αντεπεξέλθω, είμαι διαλυμένος εσωτερικά, δεν έχω ψυχικό απόθεμα”.
Χρειάζεται απόθεμα. Και γι΄αυτό δε γίνεται κατά τη γνώμη μου ένας ηθοποιός να δουλεύει συνέχεια. Δε μπορεί να κάνει 6 παραστάσεις το χρόνο. Πρέπει, αλλά δε γίνεται».
Σκηνή 4η: Ο Ρομαντισμός που Μεγαλώνει Μέσα Του (κι ας αμφιβάλλει)
«Όλοι οι ηθοποιοί επιλέγουν αυτό που θεωρούν ότι είναι κοντά τους, ότι θα τους κάνει καλό ή απλά θα τους βιοπορίσει. Οι επιλογές για τον καθένα δεν είναι τόσο πολλές αν μείνει στα καλλιτεχνικά του κριτήρια. Υπάρχουν βέβαια τα Δευτερότριτα ή προτάσεις από άλλα μέσα πέραν του θεάτρου, αλλά αυτά δε μπορούν να σου εξασφαλίσουν τα πάγια έξοδα.
Οπότε ίσως να αναγκαστείς κάποιες φορές να κάνεις πέρα τις επιλογές που σου αρέσουν και να διαλέξεις άλλες που ίσως να μη σου αρέσουν, αλλά θα σε ζήσουν. Δεν είναι και λίγα τα χρόνια που κάνει κάποιος αυτή τη δουλειά. Όπως όλες τις δουλειές.
Αναρωτιέμαι με τον εαυτό μου αν μου έχει φύγει ο ρομαντισμός με τα χρόνια. Γιατί μιλάω για δουλειές και λέω “τώρα μιλάς για το οικονομικό ρε μαλάκα. Τι συμβαίνει;”. Γιατί έτσι κι αλλιώς πλούσιος δεν είμαι, δε βγάζω λεφτά. Απλώς ζω απ΄αυτή τη δουλειά κι είμαι περήφανος γι΄αυτό. Προς το παρόν. Αν μου καλύπτει τη ζωή μου αυτή η δουλειά είμαι δέκα φορές πιο ευχαριστημένος κι ικανοποιημένος».
Σκηνή 5η: Η Μανία του Ηθοποιού Να Ανακυκλώνεται
«Αυτή η δουλειά κάνει έντονους κύκλους. Το έζησα μες στο σπίτι μου. Γεννήθηκα σε σπίτι που υπήρχαν ηθοποιοί. Η δουλειά κάνει κύκλο και θες διαρκώς ξανά και ξανά. Και μετά ακόμα περισσότερο. Κάπως έτσι, όση δουλειά κι αν έχεις κάνει, όση προβολή, όσο κόπο, ό,τι κι αν έχεις φτιάξει στο παρελθόν, αυτό θα ολοκληρωθεί. Καταλαβαίνω αυτή την ανασφάλεια που μας πιάνει. Δε μπορεί να είναι για πάντα. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες διαδρομές μεγαλύτερης διάρκειας, αλλά που να μην είναι σπριντάκια. Υπάρχουν και μαραθώνιοι. Κι αυτό όμως τελειώνει».
Πράξη 3η: Η Απότομη Δημοσιότητα και το Κοινό
«Εγώ νομίζω ότι δεν πλησίασα πολύ στο να καώ ή να θαμπωθώ από το απότομο φως που μπορεί να μου έφερε τόσο η ιδιότητα που επέλεξα ως επάγγελμα όσο και ότι είμαι παιδί γνωστών γονιών. Πιστεύω όμως ότι με τοποθέτησε στα μυαλά πολλών ανθρώπων με κάποιο τρόπο, ώστε μετά, άσχετα με το αν εσύ είσαι 20 χρονών και όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με τη ζωή που θα τραβήξεις στη συνέχεια γιατί ακόμα κι εσύ δεν ξέρεις τι σκατά θες να κάνεις, δεν αλλάζει.
Κι εσύ μπορεί να κληθείς να αποδεικνύεις στο μυαλό κάποιων γιατί δεν είσαι αυτός που εκείνοι είχαν φανταστεί και πλάσει. Εμένα αυτό ευτυχώς δε με αφορά. Το δουλεύω βέβαια. Είναι δύσκολο να μη σε αφορά. Γιατί κάνεις μια δουλειά που απευθύνεται στους θεατές. Το θέατρο δεν υφίσταται χωρίς αυτούς».
«Μας είναι πολύ εύκολο να κάνουμε κριτική αμέσως. Το κουτσομπολιό, το πιστεύω ακράδαντα, είναι ένα κομμάτι της εξέλιξης της ύπαρξης του ανθρώπου. Ο άνθρωπος πρέπει να κουτσομπολεύει γιατί αυτός είναι ένας από τους λόγους που έμαθε να μιλάει. Γι΄αυτό κάνουμε παρέες με πολλά άτομα, για να μπορούμε να σχολιάζουμε ο ένας τον άλλον. Όχι με την έννοια του θαψίματος. Αλλά να μιλάμε γι΄αυτό.
Σκέψου πόσα από τα πράγματα που απασχολούν τις συζητήσεις του κάθε μέρα είναι κουτσομπολιό. Ελαφρύ ή βαρύ δεν έχει σημασία. Αυτό το κατανοώ. Δεν κατανοώ όμως την κριτική που θα κάνει κάποιος για κάποιον. Για την ανάγκη που νιώθει να τον τοποθετήσει στο μυαλό του σε ένα κουτάκι, να πει αυτός ο εξωτερικός παρατηρητής αν του αναλογεί αυτό που έχει πάρει στη ζωή, αν του αξίζει το ένα κι όχι το άλλο, αν αυτός θα το έκανε καλύτερα και χίλια δυο. Αυτό δεν έχει κανένα νόημα».
«Είναι απίστευτο το πως κάποιος σχολιάζει με οχετούς κι εμετούς. Και λες έναν έναν να τους στήσεις αυτούς που ασκούν τέτοια κριτική να αντιμετωπίσουν αυτόν τον καλλιτέχνη τετ α τετ, ποιος μπορεί να υπερασπιστεί τον τρόπο του. Όχι την άποψη του. Μπορούμε να υπερασπιστούμε πια τον τρόπο μας; Μου σηκώνεται η τρίχα. Είναι φοβερό αυτό. Αυτό το λέω και προς τον εαυτό μου».
Πράξη 4η: Η Τηλεόραση
«Στην τηλεόραση δεν δίνεται χώρος για το καλλιτεχνικό. Αυτοί νομίζουν ότι δεν ενδιαφέρει τον κόσμο. Διαφωνώ με αυτό. Αλλά ποιος είμαι εγώ για να αλλάξω τον κόσμο; Χρειάζεται χρόνο για να κατασκευάσεις κάτι που θα έχει μια στέρεη διαδρομή – τις περισσότερες φορές αυτό που θαυμάζουμε είναι η διαδρομή, ο κόπος που κατέθεσε κάποιος, συνδεόμαστε με τη σκέψη και το συναίσθημα κι αυτό αποκτά σημαντικότητα.
Η τηλεόραση δεν έχει αυτό το χρόνο. Θέλει ταχύτητα, υπάρχει από πίσω μια παραγωγή που πιθανότατα καλύπτεται από αυτό. Εγώ μετά λύπης συνειδητοποίησα σήμερα ανοίγοντας τηλεόραση ότι όλα τα κανάλια δείχνουν μαγκαζίνο από τις 7 το πρωί ως το βαθύ απόγευμα. Τίποτε άλλο.
Άνθρωποι που μιλάνε ακατάπαυστα προς το φακό, αποστέλλουν εκατομμύρια πληροφορίες, αντιμετωπίζοντας τον κόσμο όπως αντιμετωπίζει ο ίδιος τον εαυτό του με το ανελέητο σκρολάρισμα που κάνει στα social media με το κινητό. Επιτρέπουμε να μπει στον εγκέφαλο μας άχρηστη πληροφορία των 2 δευτερολέπτων και την αφοδεύουμε την αμέσως επόμενη στιγμή. Τι ενδιαφέρον να δείξει επομένως η τηλεόραση;
Είμαι σίγουρος ότι αν πει κάποιος κάτι σημαντικό σε μια μεσημεριανή εκπομπή, θα αλλάξουμε κανάλι στα 13 δευτερόλεπτα. Γιατί δε θα μπούμε καν στη διαδικασία να διυλίσουμε αυτό που λέει, να αποκτήσει μια σημασία ή μη σημασία μέσα μας. Όχι. Όλοι θεωρούμε ότι η δική μας σκέψη είναι σπουδαιότερη απ΄αυτή που εκφράζει ο άλλος στην τηλεόραση.
Όλοι λένε μέσα τους “αν αυτό δεν έχει απασχολήσει εμένα στις συζητήσεις με την παρέα μου, αν δεν το έχω θίξει εγώ, δε με νοιάζει τι λέει ο άλλος εκεί. Θέλω να πει μπούρδες. Θέλω να πει ανάλαφρα πράγματα”. Επομένως, πολύ φυσιολογικά ο εκάστοτε καλεσμένος θα πρέπει να ρωτηθεί και να απαντήσει με ποιον κοιμάται και ξυπνάει».
«Μου έχει τύχει να με ρωτήσουν οι ίδιοι άνθρωποι, στην ίδια εκπομπή, το ίδιο πράγμα για τα προσωπικά μου και να με φέρουν ξανά σε άβολη θέση. Εγώ ποτέ δεν απαντάω και πλέον κάνω σαν να μη γίνεται. Εδώ παίζουν πάντα ρόλο τα όρια και η διαχείριση που κάνει ο καθένας μέσα του.
Εγώ θεωρώ ότι μπορώ να το διαχειριστώ ως προς εμένα, γιατί εκεί είναι το θέμα. Να μη νιώσεις ότι κάνεις λάθος που δεν απαντάς. Κι υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι που θεωρούν ότι ήταν λάθος τους να μην απαντήσουν. Όταν ξεκίνησα, επειδή δεν υπήρξε και στιγμή που να παίρνω μέρος σε αυτό το παιχνιδάκι με απολυτότητα, αναρωτήθηκα τι ακριβώς εξυπηρετεί.
Είπα όμως ότι δε με αφορά κι ότι αν απαντήσω μια φορά, θα πρέπει μετά να απαντάω συνέχεια και να δίνω λόγο για κάθε αρχή και κάθε τέλος. Δεν ήθελα να το κάνω. Ήθελα να αφορά αποκλειστικά εμένα και να το διαχειρίζομαι εγώ σαν άνθρωπος. Δε με ενδιαφέρει ο κόσμος να γνωρίζει όλη μου την προσωπική ζωή. Δε μπορώ να το στηρίξω».
Πράξη 5η: Οι Ακόλουθοι
«Είναι τέλειο που υπάρχει αυτή η creepy λέξη Ακολουθώ. Την έχουμε κάνει καθημερινότητα, τη δεχόμαστε ως φυσιολογικό, την διατυμπανίζουμε ως τρόπαιο. Σε στυλ “έχω τόσους χιλιάδες ακόλουθους που τους επιτρέπω να βλέπουν κάθε μου στιγμή”. Κάποτε κάναμε μηνύσεις γι΄αυτό και τώρα πληρώνουμε.
Εγώ έχω Instagram, αλλά το χρησιμοποιώ τόσο όσο μου αναλογεί. Ενίοτε περισσότερο, άλλες φορές λιγότερο, όσο μπορεί κι επιτρέπει ο καθένας στον εαυτό του να επενδύσει. Αυτό ισχύει πάντα για το τώρα. Το μέλλον αλλάζει. Ο καθένας μας είναι εν δυνάμει τα πάντα. Το θέμα είναι προς τα που κοιτάς και προς τα που θα πάει. Εγώ δεν αντιμετωπίζω με χυδαιότητα αυτό το άνοιγμα που πάει πακέτο με τη δουλειά μας ούτε ζητάω πράγματα».
Πράξη 6η: Το Ταβάνι της Εποχής Μας
«Είμαι της άποψης, για να μην πω όλοι για όλα, ότι υπάρχουν άνθρωποι που κρύφτηκαν με άνεση στην δικαιολογία της κατάστασης της χώρας. Υπάρχουν όμως κι αυτοί που όντως έφαγαν γερή κλωτσιά, έκαναν τα αδύνατα δυνατά και δεν. Εγώ προσωπικά δεν το συνάντησα ακόμα.
Υπάρχει πολύς κόσμος που δεν ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει τα ψεύτικα όνειρα που του πούλησε μια δεκαετία προκειμένου να δουλέψει πραγματικά. Το κατανοώ κι αυτό. Έτσι συστήθηκε ο κόσμος σε πολλούς. Με μια “αστική νοοτροπία” σε μια χαμηλότερη τάξη.
Γιατί αυτό είναι η Ελλάδα που χτίστηκε. Έλληνες της εργατικής τάξης που έχουν πάρει τη χώρα στα χέρια τους προσπαθώντας να τη ζωντανέψουν, που απαρνηθηκαν την τάξη τους, τις ρίζες τους και ήθελαν να γίνουν κάτι άλλο απ΄αυτό που τους αναλογεί. Και τελικά βλέπουμε ότι δε γίνεται».
«Δε θέλω να βγάλω συμπεράσματα για όλα τα στραβά της εποχής μας. Δε σκέφτομαι το γιατί να ζω στην εποχή της επιφάνειας, που δε μένει και δεν καταγράφεται τίποτα κι είναι όλα εύκολα. Προσπαθώ να πάρω απόσταση, να δω τι συμβαίνει. Όχι για να πάρω θέση ή να το αλλάξω. Αλλά γιατί θεωρώ πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις πως λειτουργούν τα πράγματα από απόσταση.
Πιστεύω ότι αν βλέπεις τη λειτουργία σου, μπορείς να νιώθεις τον εαυτό σου χωρίς την ανάγκη να αναμειχθείς με αυτό. Μπορείς να είσαι καλά με αυτό που είσαι κι ας μοιάζει παράταιρο από την εποχή. Να μην υπάρχεις με το ζόρι στην εποχή και να γίνεσαι η εποχή. Αυτό είναι το χειρότερο. Αλλά να υπάρχεις όντας αυτό που είσαι.
Οπότε αντί να φτύσω αυτό που υπάρχει, κάτι που επίσης σε αλλοιώνει, γιατί στην ουσία είμαι μια αντίδραση σε κάτι, προσπαθώ να αποστασιοποιηθώ, να δω τη λειτουργία με τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τον κόσμο και να υπάρξω ως Ορφέας εκεί».
Πράξη 7η: Η Ευτυχία κι ο Χρόνος
«Τι θα πει ευτυχισμένος; Είναι κάτι που έχει να κάνει με το χρόνο; Δηλαδή το πόσο ευτυχισμένος είσαι; Πόσο μεγάλη περίοδο είσαι ευτυχισμένος χωρίς να υπάρξει διακοπή από κάποια σφοδρή πτώση ή συμβάν που θα αλλάξει το αίσθημα;
Έχει να κάνει με την επινόηση του ανθρώπου που λέγεται Χρόνος ή με τη στιγμή; Δηλαδή αν δεν υπήρχε χρόνος και δεν ορίζαμε τα πράγματα με το συνεχές και το διακοπτόμενο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε υπάρξει χιλιάδες φορές στη ζωή μας ευτυχισμένοι, γιατί μετράμε την ευτυχία με το δευτερόλεπτο που τη νιώθεις;
Τότε μπορώ να σου πω ότι είμαι πολύ ευτυχισμένος γιατί έχω πολλές μικρές ευτυχίες μέσα μου. Δεν περιμένω να πεθάνω για να τις μετρήσω. Μου αρκεί ρε παιδί μου ότι νιώθω ήδη γεμάτος. Και σίγουρα δεν έχω νιώσει ακόμα πίκρες που όλοι βιώνουμε κάποια στιγμή. Την απώλεια των δημιουργών μας, τους μικρούς θανάτους των σχέσεων της ζωής μας που ολοκληρώνονται κι ενώ μας αποτελούν, δεν είναι πια αναφορές μας κτλ».
«Εγώ πιστεύω ότι αν αφαιρέσεις το αποπροσανατολιστικό κομμάτι του χρόνου, μια έννοια που δημιουργήθηκε από άλλες ανάγκες και εποχές, αυτή είναι η ευτυχία. Ο χρόνος απλώς ικανοποίησε την αγωνία μας να ορίσουμε τη διάρκεια της χρησιμότητας μας, ώστε να χωρέσουμε όσα περισσότερα μπορούμε σε αυτό το διάστημα.
Αυτό άρχισε να μας καθοδηγεί και μετά ξεχάσαμε ότι αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας μέσα στο χρόνο σαν αυτό που ήταν πριν να μην είναι τώρα και σαν αυτό που θα έρθει μετά να μην έχει να κάνει με το τώρα. Αλλά δεν είναι έτσι. Πιστεύω ότι είναι όλα μαζί ταυτόχρονα. Και αυτό που θα έρθει. Γι΄αυτό νομίζουμε ότι το ταξίδι στο χρόνο είναι επιστημονική φαντασία, κάτι άλλο που δεν έχει συμβεί ακόμα».
«Είναι κάτι που με έχει απασχολήσει πολύ και με απελευθερώνει η απουσία του χρόνου στη ζωή. Για μένα δίνει νόημα στα πράγματα. Σκέφτομαι δηλαδή τις 8 διαστάσεις χωρίς την ύπαρξη της 9ης, του χρόνου. Όχι δηλαδή αν τα πράγματα ήταν αιώνια, αλλά αν δεν υπήρχε η ανάγκη η όποια αιωνιότητα τους να εξηγηθεί μέσα από το χρόνο. Αν αντιλαμβανόμασταν τα πράγματα έτσι, δε θα μιλούσαμε με αυτόν τον τρόπο για όσα συμβαίνουν τώρα.
Αυτό είναι κάτι φιλοσοφικό κι αναπάντητο που προσπαθούν και προσπάθησαν πολλοί άνθρωποι να το πουν με τον τρόπο τους. Κι αυτό είναι η τέχνη νομίζω. Γεννήθηκε γιατί κανένας δεν μπόρεσε να δώσει μια εξήγηση στον άνθρωπο για το λόγο που βρίσκεται εδώ, τι παραπάνω έχει από τα ζώα. Ποιος είναι εν τέλει ο λόγος που ανασαίνουμε και υπάρχουμε;»
Πράξη 8η: Απώλεια
«Νομίζω ο πιο συμβατός με τον καθένα τρόπος να διαχειριστεί την απρόσμενη απώλεια, είναι να μην προετοιμάζεται γι΄αυτή. Γιατί έτσι δε βιώνεις τη σχέση. Οφείλεις να είσαι ανέτοιμος γιατί μόνο έτσι απολαμβάνεις αυτό που υπάρχει. Αλλιώς κρατάς αποστάσεις για να μην πονέσεις. Κι αυτό το λέω γιατί έχω περάσει διαστήματα που κράτησα αποστάσεις για να μην είναι έντονος ο πόνος. Ήμουν πιο προφυλαγμένος. Αλλά αυτό δεν έχει νόημα. Είναι μια μαλακία και μισή».
Ταυτότητα Παράστασης:
Νέα Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Κίνηση-Χορογραφία : Πατρίσια Απέργη
Μουσική Σύνθεση: Γιώργος Πούλιος
Σχεδιασμός Φωτισμών: Ελευθερία Ντεκώ
Κατασκευή Κοστουμιών: Δέσποινα Μακαρούνη
Βοηθός Σκηνοθέτη : Χριστίνα Ματθαίου
Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος
Διεύθυνση Παραγωγής: Όλγα Μαυροειδή
Βοηθός Παραγωγής : Πάνος Σβολάκης
Παραγωγός: Γιώργος Λυκιαρδόπουλος
Διανομή
Αντίφιλος o Συρακούσιος-Αντίφιλος o Εφέσιος : Νίκος Κουρής
Δρόμιος ο Συρακούσιος-Δρόμιος ο Εφέσιος : Ορφέας Αυγουστίδης
Αδριανή: Δήμητρα Βλαγκοπούλου
Λουκιανή: Αμαλία Νίνου
Αιγαίων: Ερρίκος Μηλιάρης
Δούκας: Νίκος Πυροκάκος
Άντζελο: Γιώργος Νούσης
Έμπορος : Βαλάντης Φράγκος
Αξιωματικός: Στέλιος Παυλόπουλος
Εταίρα: Ελίζα Σκολίδη
Δρ Στυφός: Πάνος Ζυγούρος
Ηγουμένη: Μαριάμ Ρουχάτζε
Πληροφορίες: Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου, Προφήτη Δανιήλ 3-5 & Πλαταιών, Κεραμεικός, Διάρκεια:100′, Ημέρες & Ώρες: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή & Κυριακή στις 21:00, Σάββατο στις 18:00
Φωτογραφίες: Θοδωρής Κώτσικας