Η Δώρα Παντέλη είναι μια αθεράπευτα ρομαντική... survivor

Επιβιώνει σε έναν κόσμο αντρών και τους ξεπερνάει.

Το να ισχυρίζεται κάποιος ότι το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ είναι αντρικά αθλήματα και να θεωρεί πως μια γυναίκα δεν μπορεί να σταθεί σε επίπεδο συζήτησης γι΄αυτά τα δύο, δεν είναι απαραίτητα κακό, σεξιστικό ή μομφή του στυλ «Αν δε μπορείς να μιλήσεις για μπάλα δεν αξίζεις ως άνθρωπος».

Είναι ζήτημα γούστου, ταύτισης και πολλών άλλων πραγμάτων. Κάποιες φορές ναι, είναι σεξισμός. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν είμαστε ανοιχτοί να ξαφνιαστούμε ευχάριστα. Ούτε ότι δεν είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε μια προσπάθεια. Κι αυτό είναι αναμφίβολα κατάκτηση του προσώπου που μας «αναγκάζει» να υποκλιθούμε.

Η Δώρα Παντέλη δεν είναι μια ακόμα γλάστρα σε αθλητική εκπομπή. Δεν είναι μια ωραία παρουσία που βρίσκεται εκεί για να παρουσιάζει αποτελέσματα και να προλογίζει βίντεο. Κι ας ξεκίνησε έτσι η παρουσία της στα κανάλια Novasports. Είναι μια γυναίκα που ξέρει άριστα τη σπυριάρα, αφιέρωσε τη ζωή της σε αυτή και εδώ και καιρό δικαιώνεται.

Αν με ρωτάτε την άποψη μου, θα σας πω ότι θεωρώ τη Δώρα πολύ καλύτερη και με περισσότερες ουσιαστικές γνώσεις γύρω από το άθλημα σε σχέση με πολλούς άντρες. Ελάχιστη σημασία έχει βέβαια αυτό.

Εκείνο που μετράει πάντοτε είναι ο χαρακτήρας, όπως υποστηρίζει και η ίδια. Ο χαρακτήρας και το ενδιαφέρον που μπορεί να σου προσφέρει ένας άνθρωπος. Συνάντησα τη Δώρα Παντέλη στο σχολείο που διδάσκει και πριν το πάρω χαμπάρι, είχαμε συζητήσει ήδη μιάμιση ώρα. Έκοψα την κουβέντα με το ζόρι, γιατί ήμασταν κοντά στο να γίνει Μπεν Χουρ. Όσο θα μιλούσε, τόσο θα έλεγε πράγματα που αξίζει να ακούσει κάποιος και τόσο θα ήθελα να τα ηχογραφήσω.

Την ρώτησα όλα όσα μου φαίνονται παράξενα στο μπάσκετ, αλλά πολύ περισσότερο με γοήτευσαν όσα είπε για τον εαυτό της ξέχωρα από το μπάσκετ. Κι ας πιάνει στη ζωή της ένα 75-80% το μπάσκετ. Κι ας αποτελεί την πηγή των πιο ωραίων της αναμνήσεων. Κι ας είναι ο πυρήνας όλων των πραγμάτων που κάνει σήμερα.

Η ΔΩΡΑ ΠΑΝΤΕΛΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΠΑΣΚΕΤ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ

«Φέρνουμε συνέχεια έναν ξένο με σκοπό να βάζει 30 πόντους, αντί να έχουμε αυτή την απαίτηση από τον Έλληνα. Αυτό όμως ξεκινά από πιο μικρές ηλικίες. Όταν λες στους 18χρονους που πάνε να παίξουν Α1 ότι θα είναι ρολίστες και θα έχουν ως στόχο να πασάρουν στον ξένο που τον πήραν για να σκοράρει, εκεί γίνεται ένας ευνουχισμός.

Αυτοί οι πιτσιρικάδες δεν θα πιστέψουν ποτέ στον εαυτό τους και κάθε χρόνο θα βρίσκεται πάντα ένας ξένος που θα πρέπει να σκοράρει αυτός, θα παίρνει τριπλάσια από τον Έλληνα, μόνο και μόνο επειδή είναι ξένος. Κι ας είναι όμοιος ή υστερεί από τον Έλληνα.

Έτσι τα παιδιά χάνουν την όρεξη τους. Κι ο ρόλος του ρολίστα δεν είναι εύκολος. Για να γίνεις ρολίστας θέλει πάρα πολλή δουλειά. Σε βάθος χρόνου τα παιδιά αυτά θα χαθούν. Άρα αν με ρωτάς είναι πρόβλημα παραγωγικής διαδικασίας. Φταίνε οι προπονητές, φταίνε οι σύλλογοι».

«Όταν σταμάτησα το μπάσκετ και όσο ασχολούμαι με την προπονητική ως βοηθός προπονητή, κατάλαβα ότι αυτό που καθορίζει τα πάντα είναι τι θα διδάξεις στα παιδιά. Ποια στοιχεία θα τους παρουσιάσεις ως βασικά του αθλήματος. Εμείς δεν τους μαθαίνουμε τα βασικά. Πάμε να τους δείξουμε συστήματα.

Ο προπονητής ακόμα και σε αυτές τις ηλικίες παίζει για τη νίκη χωρίς να ασχολείται με τον καθένα σαν μονάδα, να δει ποια είναι η δύναμη του στο γήπεδο. Όλα για το αποτέλεσμα. Αυτό που καταλαβαίνω από την ως τώρα εμπειρία μου είναι πως πάρα πολλοί προπονητές αδιαφορούν για την παιδαγωγική αξία του ρόλου τους. Κοιτάνε μόνο να προπονούν.

Έτσι πολλά παιδιά αφήνουν την αγάπη τους για το μπάσκετ, δεν μαθαίνουν τα βασικά κι αυτό αν δεν υπάρχει και το ταλέντο, είναι καταδικαστικό. Στις μικρές ηλικίες δεν έχουν θέση οι αξίες του μπάσκετ και του αθλητισμού».

«Και ως παίκτρια και ως βοηθός έβλεπα γονείς να έρχονται στο γήπεδο και να πάνε να κουμαντάρουν τον προπονητή για να παίξει το παιδί τους. Πολλά παιδιά κόβουν έτσι το μπάσκετ γιατί φέρουν το μεγάλο βάρος των ονείρων που έχουν οι γονείς τους κι όχι των δικών τους ονείρων.

Οι γονείς θέτουν τον πήχη για το παιδί τους και πιστεύουν ότι, αν το παιδί τους δεν πιάσει τον πήχη ή θελήσει να κοιτάξει άλλον πήχη, έχουν αποτύχει ως γονείς. Με αυτή την τακτική καλλιεργείτε ως και μίσος στο παιδί για τον αθλητισμό. Μόνο κακό μπορεί να κάνει η πίεση αυτή. Να έρθει δηλαδή γονιός και να απαιτήσει να παίξει το παιδί του ή να μην παίξει ένα άλλο παιδί είναι εγκληματικό. Κι αυτό, όσο κι αν θέλει ο προπονητής, δεν είναι εύκολο να μην επηρεάσει την προσπάθεια του.

Για μένα το πιο ευχάριστο είναι να με ρωτάνε τα παιδιά με χαρά πότε θα είναι η επόμενη προπόνηση μετά από μια εξαντλητική προπόνηση. Ακόμα κι αν η επόμενη είναι νωρίς το πρωί, δεν θα το δουν στραβά. Αυτή είναι η χαρά του παιχνιδιού. Είτε παίζεις λίγο είτε παίζεις πολύ, να το απολαμβάνεις. Ιδίως στην προπόνηση που είναι η τριβή.

Καταλαβαίνω ότι είναι σημαντικό να παίζεις, αλλά πρέπει να αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι τα σημαντικά είναι αλλού. Αυτό πρέπει να είναι το μήνυμα του προπονητή. Όχι να εξατομικεύει τα μέρη της ομάδας και να στρέφει το βλέμμα τους μόνο στον εαυτό τους. Γιατί μετά αυτά θα κοιτάνε να εκπληρώσουν μόνο τους ατομικούς τους στόχους κι όχι τους συλλογικούς.

Κι αν οι ατομικοί δεν επιτυγχάνονται, δύσκολα συνεχίζουν. Και ξέρεις, στους ατομικούς το φταίξιμο το παιδί το ρίχνει όλο πάνω του. Ενώ στο συλλογικό νιώθει ότι δεν είναι πρόβλημα ενός, άρα δεν υποκύπτει στο βάρος της ευθύνης».

«Πριν ξεκινήσω με τη Nova, θα σου έλεγα ότι δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να γίνω προπονήτρια. Μου άρεσε τόσο πολύ το μπάσκετ που πίστευα ότι δεν θα αντέξω να βλέπω άλλους να παίζουν κι εγώ να κάθομαι στον πάγκο και να δίνω απλώς οδηγίες με το πινακάκι. Όταν ξεκίνησα ήταν η χρονιά που ολοκλήρωνα την καριέρα μου ως παίκτρια. Εκεί γύρισε το τσιπάκι.

Βρέθηκα στην άλλη μεριά, είδα το παιχνίδι τόσο αλλιώς που η τελευταία μου χρονιά ήταν η καλύτερη. Είπα μέσα μου “πόσο λάθος έβλεπες το μπάσκετ τόσον καιρό”. Το να είσαι προπονητής θέλει να γνωρίζεις ψυχολογία, να κάνεις scouting, να κάνεις πολλά πράγματα έξω από το καθαρά αγωνιστικό. Είναι πολύ δύσκολο, όμως αν το κάνεις με τον σωστό τρόπο παίρνεις πολλά πράγματα πίσω. Θεωρώ ότι αυτός είναι ο τρόπος να δώσω πίσω πίσω στο μπάσκετ όσα πήρα».

«Η εργατικότητα είναι το παν για να προχωρήσεις στο μπάσκετ. Να δουλεύεις για την ομάδα, να ενστερνίζεσαι τους στόχους της, να είσαι ένας στρατιώτης. Ο προπονητής θα εκτιμήσει τον εργατικό. Κάποιες φορές μάλιστα περισσότερο από έναν που θα του βάλει 5/5 τρίποντα. Θα τον χρειαστεί τον δεύτερο για να του πάρει ένα παιχνίδι, όμως η κόλλα της ομάδας είναι ο πρώτος. Είναι αυτό που λένε glue players. Άρα η εργατικότητα κι η επακόλουθη ανιδιοτέλεια είναι για μένα το παν».

Η ΔΩΡΑ ΠΑΝΤΕΛΗ ΚΑΙ Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑ

«Εγώ μικρή ήμουν αγοροκόριτσο και πήγαινα τα σαββατοκύριακα να δω τα ξαδέρφια μου που έπαιζαν μπάσκετ. Θυμάμαι μια μέρα που μετά τα ξαδέρφια μου έπαιζαν κορίτσια και ξαφνιάστηκα. Δεν είχα ξαναδεί κορίτσια να παίζουν. Μπήκα μέσα, πρέπει να ήμουν 8 ετών, και ρώτησα τον προπονητή πως μπορώ να μπω στην ομάδα. Και κάπως έτσι ξεκίνησα.

Η πιο έντονη ανάμνηση από τα παιδικά μου χρόνια είναι να το σκάω τα βράδια με μια μπάλα μπάσκετ και να πηγαίνω να παίζω. Στο λέω και δακρύζω. Όταν με ρωτάνε πόσο πολύ αγαπάω το μπάσκετ φέρνω στο μυαλό μου αυτά τα βράδια. Να φεύγω 10-11 το βράδυ, να πηγαίνω στα ανοιχτά του Περιστερίου και να σουτάρω με σβηστά φώτα.

Μόνο η αίσθηση ότι ήμουν στο γήπεδο με ηρεμούσε απίστευτα. Και τώρα αν με ρωτήσεις, η μυρωδιά και μόνο από το γήπεδο με ανατριχιάζει. Λέω μέσα μου “Δώρα, κάνεις την καλύτερη δουλειά στον κόσμο”».

«Θεωρώ ότι όταν μπαίνει στη μέση το επαγγελματικό κομμάτι και ο ανταγωνισμός, θέλοντας και μη, επειδή πάντα ήθελα να παίζω, να γίνομαι καλύτερη, έμπαινε μέσα μου αυτό το στοιχείο και υπήρχαν στιγμές που έχανα τον ρομαντισμό. Μεγαλώνοντας όμως, ούσα μια παίκτρια ρολίστρια που είχα αλτρουισμό γιατί ήθελα να κερδίζει η ομάδα, αποσκοπούσα στο να το βλέπω ρομαντικά.

Σκέψου ότι πήγαινα πολλές φορές πριν την προπόνηση, έβαζα μουσική και έκανα σουτ. Απλά και μόνο για να είμαι εκεί. Το έκανα όχι για να είμαι καλύτερη ή γιατί έπρεπε. Το έκανα γιατί μου άρεσε. Και σπίτι μου περνάω χρόνο για να δω μπάσκετ, να διαβάσω γι΄αυτό και προσπαθώ να κάνω πράγματα που να μου υπενθυμίζουν πόσο το αγαπάω».

«Με την Κατερίνα Γλυνιαδάκη, αδερφή του Αντρέα, ήμασταν οι πρώτες Ελληνίδες που πήγαμε στο NCAA. Εγώ ήταν να πάω το 2004 και πήγα το 2005 λόγω της ρήξης χιαστών που έπαθα με την Εθνική. Εγώ όταν πήγα είχα τρέλα κι έλεγα ότι θα παίξω μπάσκετ όπως και να έχει.

Είτε στο WNBA είτε θα γυρίσω στην Ευρώπη να παίξω Ευρωλίγκα. Ήμουν τρελαμένη. Στο σχολείο ήμουν τυπική μαθήτρια, αλλά δεν είχα στόχο να σπουδάσω γιατί είχα βάλει στόχο απλά να κάνω καριέρα στο μπάσκετ. Όταν πήγα στην Αμερική η νοοτροπία μου άλλαξε άρδην.

Είδα ότι ο αθλητισμός για μια γυναίκα είναι πρόσκαιρος, δίχως μεγάλο μέλλον,  ειδικά άμα έχεις θέματα τραυματισμών όπως εγώ που έκανα τρία χειρουργεία στα γόνατα. Εκεί κατάλαβα ότι πρέπει να πάρω από το μπάσκετ ότι μου δίνει κάθε στιγμή και να το επενδύσω σωστά ώστε να έχω διάρκεια και σαν αθλήτρια, αλλά και μετά ως επαγγελματίας με την ευρύτερη έννοια.

Εκεί επένδυσα χρόνο στις σπουδές μου, επένδυσα χρόνο στο να γίνω καλύτερη συμ-παίκτρια κι όχι παίκτρια, γιατί το πιο σημαντικό σε βάθος χρόνου, όταν σταματάει κανείς το μπάσκετ είναι τι μνήμη αφήνεις στον καθένα.

Αυτό που θα μας θυμούνται συμπαίκτες, προπονητές, κόσμος, είναι ο χαρακτήρας μας. Αυτή τη νοοτροπία τη χρωστάω στο NCAA. Μας έλεγαν συνέχεια “εδώ ήρθατε να γίνετε καλύτεροι άνθρωποι”. Νιώθω τυχερή που άλλαξα σκεπτικό. Είναι ο λόγος που σε αυτή την δεκαετία της ζωής μου έχω κάνει τόσα πράγματα».

«Στην τρίτη χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά, εννοώ και στην εκπομπή, έχω πιάσει τον εαυτό μου να σκέφτεται πράγματα που δεν σκέφτηκε ποτέ η παίκτρια Δώρα. Πράγματα που απαιτούν ευστροφία, θέλουν να έχεις διορατικότητα 2-3 φάσεις μπροστά στο παιχνίδι. Δεν είναι εύκολο.

Θέλει συγκέντρωση, all around γνώση. Δεν αρκεί να έχεις παίξει μπάσκετ. Εγώ που έχω δύο χρόνια να παίξω, πράγματα που έκανα ως παίκτρια φθείρονται στο μυαλό μου. Αντιθέτως, εμφανίζονται καινούργια που ήρθαν λόγω της προπονητικής».

«Δικός μου σκοπός ως Δώρα στην εκπομπή είναι να μάθει ο κόσμος. Θέλω να μεταδώσω το μπάσκετ και να το αγαπήσει ο κόσμος όπως εγώ. Σε αυτό με βοήθησαν πολύ τα άλλα παιδιά που μου εξήγησαν ότι το να λέω απλά τεχνικούς όρους δεν σημαίνει και μεταδοτικότητα στον τηλεθεατή».

«Έτσι όπως έχει εξελιχθεί η ζωή μου επαγγελματικά, μου αρέσει που είμαι σε έναν χώρο ανδροκρατούμενο. Δεν το λέω με κατηγορητικό τρόπο. Το μπάσκετ είναι άθλημα των ανδρών. Για μένα είναι και πρόκληση ότι είμαι μια γυναίκα μεταξύ αντρών στη Nova. Θέλω να αποδείξω ότι εκτός παρκέ δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των δύο φύλων.

Μπορεί μες στο παρκέ να υπάρχει και να είναι εμφανής, αλλά στη θεωρία δεν υπάρχει χάσμα. Το μπάσκετ εκτός παρκέ είναι εγκεφαλικό πράγμα. Θα μου άρεσε πολύ επίσης να δουλεύω σε αντρική ομάδα. Πιστεύω ότι σε αντίθεση με τις γυναίκες, οι άντρες δέχονται την κριτική. Είμαι κι εγώ αντράκι στη δουλειά και το έχω ως στόχο».

«Από τη στιγμή που αγαπάω αυτό που κάνω, μαθαίνω συνέχεια, εξελίσσομαι, δεν με νοιάζει τι θα πουν επειδή είμαι γυναίκα. Στην αρχή που δεν ήξερα τι θα ακολουθήσει, το άφηνα να με επηρεάσει. Τότε δεν ήξερα ότι θα κάνω αναλύσεις, ότι θα γράφω στο περιοδικό, ότι θα προπονώ. Ήξερα ότι θα παρουσιάζω τα αποτελέσματα και ως εκεί.

Άρχισα από μόνη μου μετά να φτιάχνω κάρτες, να κάνω ανάλυση. Και τα παιδιά στην εκπομπή δεν το είχαν αυτό στο μυαλό τους. Εγώ ήθελα να κάνω την διαφορά. Και τη διαφορά την κάνεις μόνο σε κάτι που δεν κάνουν οι άλλοι. Στα δικά μου μάτια το πέτυχα. Μου έλειπε να υπάρχει μια γυναίκα που να μιλάει για ένα αντρικό άθλημα. Πλέον πολύς κόσμος έχει αλλάξει άποψη, μου ζητάνε την ανάλυση για ένα ματς κτλ.»

«Πιστεύω ότι σε ένα άθλημα όπως το ποδόσφαιρο ή το μπάσκετ είναι δύσκολο για μια γυναίκα να το σχολιάσει αν δεν το έχει παίξει. Γι΄αυτό και δεν θα δεις κάποια να το κάνει. Μιλάω για μια βαθιά ανάλυση. Όχι να σου πει αν ένα γκολ ήταν ωραίο ή όχι. Εγώ θεωρώ ότι χρειάζεται και λίγο τσαγανό.

Εγώ, αν και είμαι εσωστρεφής και συντηρητική, φερόμουν με τσαγανό όσον αφορά στο μπάσκετ. Είναι αυτό που σου είπα και πριν. Το είδα σαν πρόκληση. Θέλει και γερό στομάχι. Και δεν είναι εύκολο να έχεις. Δεν είναι εύκολο να πηγαίνεις στο γήπεδο με το φόρεμα για να κάνεις ρεπορτάζ πάγκου και να σου λένε άσχημα και προσβλητικά πράγματα από την κερκίδα.

Αλλά ως παίκτρια συνήθισα σε αυτό. Αν έκανα αυτή τη δουλειά σε οποιαδήποτε άλλη χώρα ίσως δεν θα το βίωνα αυτό. Θέλω να πω ότι δεν μπορεί να κάνει η οποιαδήποτε κάτι τέτοιο».

«Όταν κάνω ρεπορτάζ πάγκου, παράλληλα κρατάω σημειώσεις και για την ανάλυση μετά. Τις πρώτες φορές είχα στο μυαλό μου ερωτήσεις-μπαλαντέρ πριν το παιχνίδι που θα ταίριαζαν όποια κι αν ήταν η εξέλιξη.

Μετά, επειδή μέσα από την ανάλυση έβρισκα στοιχεία που θα μου έδιναν τη δυνατότητα να κάνω πιο εξειδικευμένες ερωτήσεις, άλλαξα τρόπο. Γιατί αυτό είναι που θα κάνει τη διαφορά. Το να ρωτήσω έναν προπονητή τι πρέπει να αλλάξει στο δεύτερο ημίχρονο το ρωτάει κι ένας που δεν ξέρει μπάσκετ.

Άρχισα να βλέπω συνεντεύξεις στο NBA, δημοσιογράφους που κάνουν πιο ειδικές ερωτήσεις και σκέφτηκα ότι θα μπορούσα κι εγώ να λειτουργήσω έτσι. Να εστιάσω σε κάτι πιο προπονητικής φύσεως. Στην ουσία ρωτούσα αυτό που θα έλεγα στους παίχτες αν ήμουν προπονήτρια. Ρωτούσα κάτι που έπρεπε να είναι και σωστό τεχνικά, μα και άξιο προσοχής για τους άλλους».

Η ΔΩΡΑ ΠΑΝΤΕΛΗ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΣΚΕΤ

«Μου αρέσουν πολλά διαφορετικά πράγματα. Πράγματα που τ΄αγάπησα βέβαια μέσα από το μπάσκετ, αλλά δεν παύουν να μου εξυπηρετούν άλλες ανάγκες. Βλέπω τον εαυτό μου ως ευαίσθητη και γι΄αυτό σπούδασα λογοτεχνία και ψυχολογία. Αυτά όλα δούλεψα για να τα παντρέψω αρμονικά. Ακόμα και στη δουλειά μου έχω φροντίσει να χρησιμοποιώ όλα αυτά τα στοιχεία. Μ΄αρέσει πολύ να γράφω. Δεν έχω κάποιο στάνταρ που με ακολουθεί. Ό,τι μου βγει».

«Ένας τομέας στη ζωή μου που μου άλλαξε πολλά πράγματα, ήταν οι σπουδές μου. Ασχολήθηκα με τη λογοτεχνία στην αρχή, μετά επειδή ήμουν ντροπαλή ασχολήθηκα με το θέατρο για να λυθώ μπροστά στους άλλους. Στο θέατρο μου άρεσε να σκιαγραφώ το προφίλ του άλλου. Κι αυτό το κάνω πάντα όταν γνωρίζω κάποιον. Μπαίνω στα παπούτσια του.

Το θέατρο μου άλλαξε την οπτική σε αυτό. Πλησίαζα τη θέση των ανθρώπων που συναναστρεφόμουν στο μπάσκετ. Έβλεπα τη ζωή σαν ρόλους. Εκεί συνειδητοποίησα ότι μπορώ να αλλάξω πολλά πράγματα στη ζωή μου. Αρκεί να βάλω τον εαυτό μου σε διαδικασία να τα δει διαφορετικά. Είναι σαν να σκηνοθετούμε εμείς τη ζωή μας».

«Αν σκηνοθετούσα τη ζωή μου, δεν θα έκοβα καμία σκηνή. Θα μπορούσα να κόψω τους τραυματισμούς που έκοψα πρόωρα την καριέρα μου ή ότι μεγάλωσα μόνη μου από τα 15 μου επειδή χώρισαν οι γονείς μου. Αλλά έχω μάθει ό,τι αρνητικό συνέβη στη ζωή μου, να το έχω χρησιμοποιήσει για καλύτερα πράγματα.

Η Δώρα μας μιλάει για τις δύο έτερες αγάπες της, το θέατρο και την ψυχολογία. Φρόιντ και Τένεσι Ουίλιαμς. Και στη μέση η καφκική μελαγχολία.

Πάντα όταν έλεγα στους άλλους την ιστορία μου, πώς ξεκίνησα, τους βλέπω να στενοχωριούνται, να με οικτίρουν. Εγώ θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό. Διάλεγα πάντα να παίρνω οτιδήποτε κακό και το έκανα κίνητρο, πείσμωνα για να το αντιστρέψω. Άρα δεν θα έβγαζα τίποτα στο “μοντάζ”.

Ιδίως τις ατυχίες και τις δυσκολίες. Αυτές με έκαναν καλύτερο άνθρωπο και μου έμαθαν να εκτιμώ πολλά πράγματα στη ζωή μου. Άλλωστε, αυτά είναι που χαρακτηρίζουν τον καθένα από εμάς».

«Είμαι αθεράπευτα ρομαντική. Επίσης, μου αρέσει η μοναξιά. Την ψάχνω. Όταν είμαι μόνη μου έχω ιδέες. Μ΄αρέσει να κάθομαι σπίτι και να διαβάζω με μουσική. Τότε μου έρχονται οι ιδέες. Όταν είμαστε με ανθρώπους έξω και σε μια εγρήγορση, περνάνε ιδέες που μένουν αναξιοποίητες. Χρειάζεται αυτή η ώρα που ο καθένας είναι για τον εαυτό του.

Η μοναξιά, η μελαγχολία είναι πηγές δημιουργίας. Γι΄αυτό κι εγώ τα αναζητάω. Γι΄αυτό πήγαινα μικρή κι έπαιζα μπάσκετ μόνη μου. Ήθελα τον εαυτό μου. Πάντα θα ψάξω να βρω τρόπους να μη με παρασύρει η μανία για το φαίνεσθαι που υπάρχει σήμερα.

 

Στον ελεύθερο της χρόνο σχεδιάζει και σχεδιάζει τρομερά.

Είναι αναπόφευκτο να μην ασχολείσαι με τα social media, είναι αναπόφευκτο να μην ασχοληθείς με το τι λένε οι άλλοι, αλλά δεν είναι αναπόφευκτο να μπορείς να μεγαλώσεις ως προσωπικότητα και να αξιοποιείς τον εαυτό σου. Είναι κρίμα που δεν κοιτάμε να καλλιεργήσουμε την ψυχή μας».

«Τη μελαγχολία τη δημιουργούμε πολλές φορές κι από μόνοι μας γιατί είναι ένα όμορφο καταφύγιο. Εμένα μ΄αρέσει η μελαγχολία. Τη βρίσκω δημιουργική. Συνειδητοποιείς τον εαυτό σου εκεί. Μ΄αρέσει να νοσταλγώ πράγματα που έχω ζήσει και να μελαγχολώ.  Άλλωστε, οι αναμνήσεις μας είναι που μένουν στο τέλος της ζωής μας. Πρέπει να καθόμαστε και να βουτάμε σε αυτές τις αναμνήσεις. Αν δεν το κάνουμε, τότε μάλλον πήγε στράφι η ζωή μας. Κάτι δεν ζήσαμε σωστά».

«Δεν τρελαίνομαι για την πραγματικότητα. Μ΄αρέσει να δημιουργώ ιστορίες στο κεφάλι μου, να ταξιδεύει το μυαλό μου, γιατί πλέον η πραγματικότητα είναι λίγο θλιβερή. Θεωρώ ότι έχει φθαρεί πολύ η αξία του ανθρώπου. Για πολλούς λόγους. Κι αυτό με στενοχωρεί γιατί βλέπω ότι είναι μια μάχη που δεν μπορείς να κερδίσεις. Ειδικά για μια νέα γυναίκα.

Το ‘χω συνειδητοποιήσει κι αποδεχτεί. Χωρίς όμως να σημαίνει ότι θα κάτσω να προσαρμοστώ στο πρότυπο γυναίκας που επικρατεί. Διάσημη, όμορφη, αποδεκτή κτλ. Εγώ είμαι αυτή που είμαι. Αν για κάποιους είναι παλιομοδίτικα, ας είναι. Εγώ αυτά υπηρετώ. Εγώ θέλω να γίνω ένα σωστό πρότυπο και για τα παιδιά μου όταν κάνω, αλλά και για τα παιδιά εδώ στο σχολείο. Θέλω να κρατάω μια διαφορετική στάση».

«Θεωρώ τους ανθρώπους που κοιτάνε το χρήμα πρώτο δυστυχισμένους. Στα παιδιά μου λέω ότι θα κάνουν μια δουλειά που την αγαπάνε πολύ. Κι αν αυτή φέρνει και καλά λεφτά, ακόμα καλύτερα. Εγώ έχει τύχει κι αγαπάω τις δουλειές που κάνω. Ένας ποδοσφαιριστής αγαπάει το ποδόσφαιρο.

Έχω περάσει απ΄αυτή τη θέση και θα σου πω ότι για 15 χρόνια έχασα πολλά από τη ζωή μου. Καλοκαίρια, φιλίες, την οικογένεια μου, δεν πήγαινα έξω ούτε για ένα ποτό, δεν έκανα ξενύχτια ως νέα κοπέλα, ίσως σχέσεις. Αυτό είναι μια χαμένη ζωή που δεν ανταμείβεται ούτε με εκατομμύρια ευρώ.

Αν ήμουν γιατρός δε θα με ενοχλούσε που παίρνει ένας μπασκετμπολίστας 10πλάσια λεφτά από μένα. Θα με ενοχλούσε αν δεν αγαπούσα τη δουλειά μου. Η ευτυχία δεν ορίζεται από το χρήμα. Σε βάθος χρόνου κι αυτό είναι ένα νούμερο και τίποτα παραπάνω. Πιο παλιά με πείραζε που οι γυναίκες στο μπάσκετ βγάζουν ψίχουλα σε σχέση με τους άντρες. Κατάλαβα όμως ότι αυτό είναι το μάρκετινγκ. Αν έρχονται να με δουν δέκα άτομα, κατανοώ γιατί παίρνω ψίχουλα».

«Τα παιδιά χρειάζονται πρότυπα. Τα πιο σωστά πρότυπα που πρέπει να έχουν τα παιδιά είναι οι γονείς τους. Γιατί αυτό που κυκλοφορεί εκεί έξω, δεν είναι πρότυπο για μένα. Είναι κάτι εμπορεύσιμο. Θέλω να κάνω οικογένεια. Δεν είναι εύκολο όταν κάνεις τρεις δουλειές. Με φοβίζει κάπως αυτό και ίσως να τραβιέμαι λόγω αυτού.

Είμαι κι εγώ ένας άνθρωπος ανταγωνιστικός και θέλω να είμαι συνεχώς έξω και να κάνω πράγματα. Αυτό μου δημιουργεί την αμφιβολία για το αν θα είμαι σωστή μάνα, αν θα είμαι εκεί. Δε θέλω να είμαι η μάνα του σαββατοκύριακου και να του λείπω. Γιατί τα παιδιά δεν θέλουν κάτι άλλο παρά εσένα. Ο γονιός πρέπει να μεγαλώνει μαζί με το παιδί του. Να είναι μέρος της ανάπτυξης του, όχι χορηγός του.

Δεν θέλω και να κάνω παιδί επειδή πρέπει ή επειδή η κοινωνία θεωρεί ότι είμαι σε αυτή την ηλικία. Ούτε λέω ότι θέλω να κάνω παιδί απλά για να έχω κάτι να παίζω. Οικογένεια θέλω να κάνω. Δεν θέλω να κάνω μια οικογένεια και να διαλυθεί».

«Ζούμε σε μια εποχή που επειδή είναι εύκολο να υπάρξει μια νέα γνωριμία, οι σχέσεις έχουν γίνει φθηνές. Είναι εύκολο να αναζητήσουμε σε άλλον άνθρωπο αυτό που δεν έχει ο δικός μας ή να τον αφήσουμε γιατί μας ενοχλεί αυτό που έχει. Υπάρχει κάτι το εύθραυστο. Το έχω δει και σε φίλους και σε μένα.

Είναι αυτό που έλεγαν ότι παλιά ότι ράγιζε το κρατούσαν και το κολλούσαν, ενώ τώρα το πετάνε για κάτι καινούργιο. Αυτή είναι η εποχή, το έχω αποδεχτεί. Αν εμείς όμως δεν έχουμε σεβασμό στον εαυτό μας, δεν έχουμε κατανοήσει τι ψάχνουμε, δε μπορούμε να προσαρμοστούμε, πώς μετά έχουμε απαίτηση από τον άλλο να τα κάνει ως προς εμάς;»

«Έχουμε ταυτίσει για κάποιο λόγο την έννοια της άνεσης με αυτή της ευτυχίας. Λανθασμένα κατά τη γνώμη μου. Εγώ είμαι ευτυχισμένη που κάνω αυτή τη δουλειά, κι ας μην μου αποφέρει τρελά χρήματα πίσω. Θα μπορούσα να εκμεταλλευτώ την εμφάνιση μου και να βρω μια θέση στην τηλεόραση και να παίρνω τα τετραπλάσια. Θα ήμουν πολύ άνετη.

Αλλά δεν θα ήμουν ευτυχισμένη. Δεν θα ήμουν εγώ, θα ήμουν κάτι άλλο, κάτι κίβδηλο. Άρα όχι ευτυχισμένη. Δεν πρέπει να τα συγχέουμε αυτά τα δύο. Σίγουρα η άνεση φέρνει κάποιες στιγμές ευτυχία, αλλά σποραδικά νομίζω. Τα χρόνια της ευτυχίας μας είναι τα χρόνια που καταφέρνουμε να είμαστε ο εαυτός μας και να κάνουμε αυτά που αγαπάμε».

Φωτογραφίες: Θοδωρής Κώτσικας

* Να ευχαριστήσουμε το «νεογέννητο» Coviar Athens και τους ανθρώπους του για τη φιλοξενία στον όμορφο χώρο στη Δελφών στο Κολωνάκι.