Joanne

Joanne: Μια Ελληνίδα τραγουδίστρια βγαλμένη από video game φέρνει κάτι πολύ φρέσκο στη μουσική

Ένα από τα πιο συναρπαστικά projects της ελληνικής μουσικής

Ακούς Joanne. Βλέπεις ένα κορίτσι με μπλε μαλλιά. Ακούς να τραγουδάει με αυτή την κάπως μπάσα φωνή το Twist In My Sobriety και να το κάνει δικό της. Τη βλέπεις να κινείται με μια τρομερή ωριμότητα στις μουσικές της επιλογές.

Η πιο λογική σκέψη που θα κάνεις είναι ότι πρόκειται για μια Ευρωπαία τραγουδίστρια, γύρω στα 30-35 της, που θα ήταν ιδανική για jazz bars σε κάποιο Άμστερνταμ, στο Παρίσι ή οπουδήποτε.

Και τελικά, η Joanne είναι μια Ελληνίδα 21 ετών, ένα κορίτσι που αναδείχθηκε στο The Voice της σεζόν 2020-2021, τότε ως ξανθιά, τώρα ως μπλε, που έχει κάτι πολύ αναγνωρίσιμο, που σου εντυπώνεται και δεν είναι προσποιητό ή κάποιο συμπίλημα ξεπατικωσούρας. Είναι το παζλ των εμπειριών, των επιθυμιών και των ικανοτήτων της.

Κάποιος θα μπορούσε να τη φανταστεί στο Mortal Combat, το Tekken ή ακόμα και το Zelda. Άνετα θα ήταν ο fighter που θα διαλέγαμε. Ας μην το περιπλέξω όμως.

Προσφάτως κυκλοφόρησε το τραγούδι της Midnight από τη Minos EMI/Universal, που είναι ένα δείγμα του τι μπορεί να κάνει και να κατακτήσει η Joanne εντός κι εκτός Ελλάδος.

Παράλληλα, σύντομα θα κάνει ντεμπούτο στις live εμφανίσεις σε νυχτερινό μαγαζί, στη σκηνή του Estate, όπου ο Γιώργος Βάλαρης θα τη σκηνοθετήσει μαζί με άλλους καλλιτέχνες σε ένα εντυπωσιακό σόου, που θα φέρει αέρα από γαλλικό καμπαρέ στην Αθήνα.

Και με αυτή την αφορμή, η Joanne ανοίγει τα χαρτιά της στο Menshouse. Επιγραμματικά, θα σου πω για εκείνη τα εξής: έχει έναν διαρκή φόβο ότι θα εκραγεί το σώμα της. Αλλάζει διαρκώς τα μαλλιά της. Έχει απίστευτη θεατρικότητα, ίσως επειδή έχει μαμά και μπαμπά ηθοποιούς.

Το επώνυμο της είναι Γεωργακοπούλου. Αγαπημένο της μαγαζί είναι το Τρανζίστορ. Βλέπει φανατικά Κωνσταντίνου & Ελένης, παρόλο που όταν κυκλοφόρησε εκείνη δεν είχε καν γεννηθεί. Όταν γεννήθηκε, η σειρά βρισκόταν ήδη στην 3η επανάληψη.

Θέλει να ταξιδέψει παντού. Πιστεύει ότι στην προηγούμενη ζωή της ήταν τσομπανόσκυλο. Έχει μια πάθηση στα μάτια που την αντιμετωπίζει με χιούμορ γιατί βλέπει ταινίες με το πρόσωπο κολλημένο στην τηλεόραση, ενώ στις βιντεοκλήσεις η κάμερα είναι κολλημένο στο πρόσωπό της και κάνει screenshots για να δει πόσο αστεία φαίνεται.

Είναι από τις πιο διασκεδαστικές συνεντεύξεις που έχω κάνει, όχι μόνο γιατί της ρίχνω μια δεκαετία ηλικιακά και κάτι δεκαετίες ψυχικά, άρα αυτό το age gap μου ανοίγει μια νέα πόρτα στον κόσμο. Αλλά και γιατί η Joanne δείχνει να έχει αποδεχτεί όλα όσα είναι, να έχει αγκαλιάσει τις ανασφάλειες της και να αντιμετωπίζει τη ζωή όπως ακριβώς είναι: μια φαρσοκωμωδία.

Φοβάμαι λίγο να εκτεθώ γιατί είναι κατάθεση ψυχής και είναι περίεργο. Τώρα που κάπως μπορεί να με ξέρουν περισσότεροι άνθρωποι, μου είναι πιο δύσκολο να ανοιχτώ.

«Ο λόγος που έχω αυτό το μουσικό ύφος είναι γιατί από μικρή είχα πολύ κλασικά ακούσματα, στην πορεία άρχισε να μου αρέσει ο ηλεκτρονικός ήχος και επίσης κατάλαβα ότι στο εξωτερικό είναι κάτι που υπάρχει σε μεγάλο βαθμό. Παίρνεις κάτι παλιό και το εκσυγχρονίζεις. Ναι, στην Ελλάδα φέρνω κάτι το διαφορετικό, αλλά επειδή είναι ξένο το ρεπερτόριο μου, στο εξωτερικό παίζει αρκετά».

«Μέχρι στιγμής, ευτυχώς, δεν έχω πάρει αρνητικά σχόλια για τα τραγούδια μου και νομίζω ότι ο κόσμος τα έχει αγκαλιάσει, ειδικά το Twist In My Sobriety. Η επιτυχία είναι και λίγο περίεργο πράγμα.

Υπάρχουν κομμάτια που τα κάνεις για να κάνουν επιτυχία, ίσως και να “ξεπουληθείς”, υπάρχουν κι αυτά που τα κάνεις γιατί τα γουστάρεις και μπορεί λόγω διάφορων συγκυριών να πετύχουν ή να μην πετύχουν. Είναι πολλοί οι παράγοντες, αλλά όλοι κάπως καταλήγουν στη στιγμή.

Η επιτυχία λοιπόν είναι ανάλογα το πώς την ορίζεις εσύ για τον εαυτό σου. Μπορεί να θέλω να βγάλω ένα τραγούδι που να πάρει πολλά views. Οπότε αν δεν πάρει, τότε θα το θεωρήσω ως μια μη επιτυχημένη κίνηση. Αν όμως έχω άλλο κίνητρο, μόνο και μόνο που κάτι έχει βγει προς τα έξω και θα ακουστεί από κάποιους, εμένα μου αρκεί».

«Επειδή πολλές φορές φτιάχνω σενάρια στο κεφάλι μου, δε χρειάζεται απαραίτητα να έχω ζήσει όσα τραγουδάω. Βάζω τον εαυτό μου να νιώσει την εκάστοτε κατάσταση. Σίγουρα το ιδανικό είναι να γράφουμε δικούς μας στίχους και για μένα είναι ένας στόχος, να γράφω μουσική και στίχους δικούς μου γιατί είναι πολύ πιο ωραίο να αναφέρεσαι σε δικά σου βιώματα και σκέψεις.

Γενικότερα γράφω, έγραφα και παλιά, αλλά επειδή είμαι τελειομανής και ψείρας στα πάντα, δε μου είναι πολύ εύκολο να προωθήσω κάτι που θα γράψω και να το δουν άνθρωποι. Φοβάμαι λίγο να εκτεθώ γιατί είναι κατάθεση ψυχής και είναι περίεργο. Τώρα που κάπως μπορεί να με ξέρουν περισσότεροι άνθρωποι, μου είναι πιο δύσκολο να ανοιχτώ. Παλιότερα ήταν πιο εύκολο για μένα.

Θα έλεγα ότι μου είναι πιο εύκολο να επικοινωνήσω ξένους στίχους που γράφω. Ελληνικούς, που έγραφα παλιά σε ραπ ύφος, δε μου βγαίνει. Τώρα που καταλαβαίνω τι ένιωθα και σε τι φάση βρισκόμουν τότε που τα έγραφα, μου γίνεται πιο δύσκολο να επικοινωνήσω δικούς μου στίχους. Κι επειδή ο ξένος στίχος θέλει παραπάνω επεξεργασία στο μυαλό του ελληνικού κοινού, για να το καταλάβει και να το συνδέσει, ίσως να με κάνει να αισθάνομαι πιο άνετα, είναι σαν να μη δίνω ολόκληρο το συναίσθημα και να μην εκτίθεμαι τόσο πολύ».

«Από τη στιγμή που τελείωσε το Voice μέχρι σήμερα, έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Αυτό θα συνέβαινε ούτως ή άλλως σε έναν βαθμό, αλλά τώρα ίσως περισσότερο, επειδή είναι και τα ερεθίσματα σίγουρα πιο πολλά και όταν μπεις σε αυτή τη διαδικασία, αναγκαστικά πρέπει να εξελιχθείς και να μη μείνεις στάσιμος.

Και μουσικά έχω συνδυάσει πιο mainstream πράγματα στη μουσική μου, έχω γίνει πιο ήρεμη και συνειδητοποιημένη καλλιτεχνικά. Ξέρω που θα κινηθώ, είμαι πιο…παρούσα και ενεργή στις δουλειές μου. Συνειδητοποιώ πλέον τι έχει συμβεί σε έναν χρόνο».

Στο σχολείο ήμουν μέσα σε όλα, αλλά όχι δημοφιλής. Είχα μια πολύ καλή σχέση με όλους.

«Αυτό που βλέπει κανείς σε μένα, στην εξωτερική εμφάνιση, περισσότερο ξεκινάει από το πώς είμαι εκτός σκηνής. Δεν έχω φτιάξει δηλαδή μια περσόνα που απέχει από την αληθινή Joanne. Ας πούμε κάθε χρόνο, κάθε Σεπτέμβρη αλλάζω τα μαλλιά μου. Είχα ξανθό, μαύρο με αφέλειες, καστανό, τζίντζερ, ξανθό μακρύ, το μπλε που έχω τώρα, είχα κάνει ροζ κοντό…

Κάθε μαλλί που έχω κάνει, ήταν και μια δήλωση του τι με αντιπροσωπεύει την κάθε περίοδο. Θέλω να αλλάζω στυλ, βαριέμαι γρήγορα και δε θέλω να είμαι καθόλου κλειστόμυαλη, θέλω να δοκιμάζω πράγματα μέχρι να καταλήξω κάπου. Και αν καταλήξω. Έχω τσακωθεί στο γυμνάσιο και με καθηγητές για αυτά που φορούσα και τα μαλλιά μου. Ήταν κάπως καταπιεστικό».

«Στο σχολείο ήμουν μέσα σε όλα, αλλά όχι δημοφιλής. Είχα μια πολύ καλή σχέση με όλους, μιλούσα και στους πιο απομονωμένους και στους δημοφιλείς. Γενικώς υπήρχε ένα ωραίο κλίμα στο λύκειο που ήμουν. Ευτυχώς δεν υπήρχαν πολλά κομπλεξικά άτομα και όλοι αναζητούσαν το διαφορετικό. Οι περισσότεροι είχαν και μια καλλιτεχνική έκφραση, κυρίως μουσική, οπότε δεν κολλούσαν σε στερεότυπα».

«Αν βρεθεί κανείς στο δωμάτιο μου, δεν θα δει με τίποτα αφίσες κτλ. Πολύ λίγα πράγματα. Μου αρέσει το μίνιμαλ ύφος, με πιάνει ασφυξία με τα πολύ γεμάτα πράγματα. Κάτι που θα βρει κάποιος εκεί είναι ένα λούτρινο λαμπραντόρ που το έχω χρόνια και το έπαιρνα ίσως μόνο όταν έκλαιγα. Θα βρει επίσης την κιθάρα μου.

Είναι ένα συγκεκριμένο σημείο δίπλα στον καθρέφτη και τη ντουλάπα, που είναι και το παράθυρο να φωτίζει εκεί το μεσημέρι, και πάω εκεί με την κιθάρα μου, αμέτρητες ώρες, ειδικά στο γυμνάσιο και το λύκειο και έπαιζα. Αυτό ήταν ένα μοναχικό χόμπι, δεν ήθελα παρέα σε αυτό. Όποτε είχα την ανάγκη πήγαινα σε αυτή την τύπου απομόνωση».

«Μέχρι την τελευταία χρονιά του λυκείου δεν είχα αποφασίσει ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική. Ως τότε ήμουν μια καλή μαθήτρια, έγραφα καλά στα διαγωνίσματα, τα πήγαινα καλά και με τους καθηγητές ακόμα κι αν τσακωνόμασταν, είχα επίσης πολύ άγχος όταν δεν έπαιρνα κάπου καλό βαθμό…Θυμάμαι είχα δει ένα 12 στην Ιστορία πρώτης γυμνασίου και έκλαψα πολύ.

Στην πορεία κάπως το διαχειρίστηκα και άντεξα και τα μονοψήφια σε κάτι απροειδοποίητα τεστάκια. Ο στόχος λοιπόν ήταν να δώσω πανελλήνιες, να περάσω σε σχολή ψυχολογίας, είχα γράψει καλά στα τεστ προσομοίωσης, αλλά τον Δεκέμβριο της τρίτης λυκείου, εκεί στο διάλειμμα των Χριστουγέννων, ξεσπάω, αρχίζω να βγαίνω, τα γράφω όλα και αρχίζω να τρελαίνομαι που δεν έχω τον έλεγχο στη ζωή μου. Με πιάνουν κρίσεις πανικού και για 2 μήνες με πάει έτσι.

Κάποια στιγμή δεν έβγαινα από το σπίτι, άνοιγα το βιβλίο και με έπιανε δύσπνοια, έκλαιγα, έτρεμαν τα χέρια μου όταν έπιανα το βιβλίο. Τότε αποφάσισα να το αφήσω. Μου έλεγαν κι οι γονείς μου ότι υπάρχει κι η επιλογή να πάω σε μια ιδιωτική σχολή, ήταν πολύ υποστηρικτικοί, οπότε άλλαξα κάπως το τσιπάκι. Μου έγινε τότε ένα σναπ στον εγκέφαλο και τους είπα ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική».

«Οι γονείς μου δε μου είπαν ποτέ τι να κάνω. Μου έδωσαν τις συμβουλές τους, μου εξέφραζαν τις ανησυχίες τους, αλλά δε μου στάθηκαν ποτέ εμπόδιο. Ο μπαμπάς μου ειδικά είναι ο μεγαλύτερος μου φαν. Τρελός γκρούπι. Η μαμά είναι πιο λογική, ο μπαμπάς είναι τρελαμένος μαζί μου. Με τον μπαμπά μου όταν είμαστε στο αμάξι και παίζει το τραγούδι, αρχίζει να χορεύει. Δεν είμαι κορίτσι του μπαμπά. Παίρνω στρατόπεδα, αναλόγως (γέλια). Δε μπορώ να επιλέξω. Είμαι και με τους δύο το ίδιο».

«Η οικογένεια για μένα είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Τους γονείς μου τους έχω πάνω απ΄όλα. Τρελαίνομαι καθώς σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή θα υπάρχω και δεν θα υπάρχουν. Παραλύω με αυτό. Το σκέφτομαι πολύ συχνά, μου έχει εντυπωθεί μια ατάκα που είχα ακούσει και συνεχώς εμφανίζεται στο μυαλό μου».

Εγώ θεωρώ πως όλα πρέπει να τα μοιραζόμαστε και να τα μετατρέπουμε σε κίνητρο. Οι άνθρωποι έχουν και την ανάγκη να ξέρουν πως κάτι άσχημο δεν είναι μόνο δικό τους βίωμα.

«Αυτή η πάθηση που έχω στα μάτια μου είναι πια στη φάση του αστείου. Δε μπορώ να συνειδητοποιήσω ότι δε βλέπουν όλοι οι άνθρωποι όπως εγώ. Στην καθημερινότητα με δυσκολεύει συνήθως στα φανάρια, το πρωί γιατί το βράδυ δεν υπάρχει η αντηλιά, αλλά το πρωί παίζω ένα στοίχημα ως πεζή για το χρώμα του φαναριού. Δε μπορώ επίσης να πάω σινεμά. Χαζοασχολίες είναι κυρίως, δεν είναι κάποιο μεγάλο πλήγμα της ζωής μου. Ομαδικά αθλήματα επίσης που έχουν μπάλες, δε μπορώ να κάνω».

«Την πάθηση που έχω στα μάτια μου τη συζητάω μόνο και μόνο γιατί κάποιες φορές χρειάζομαι και τη βοήθεια άλλων ανθρώπων. Δεν την αναφέρω για να με λυπηθούν κι ούτε θέλω να ορίζει τις σχέσεις μου με τους ανθρώπους, να χτίζονται δηλαδή πάνω στον οίκτο. Δεν θέλω να είμαι κακομοίρα. Θέλω απλώς να διευκολύνω τον εαυτό μου.

Επίσης, έχω μιλήσει με ανθρώπους που ντρέπονταν να το συζητήσουν και είχαν μπει σε μια διαδικασία να το βλέπουν ως εμπόδιο. Εγώ θεωρώ πως όλα πρέπει να τα μοιραζόμαστε και να τα μετατρέπουμε σε κίνητρο. Οι άνθρωποι έχουν και την ανάγκη να ξέρουν πως κάτι άσχημο δεν είναι μόνο δικό τους βίωμα. Κι αφού οι άλλοι τα κατάφεραν, θα τα καταφέρω κι εγώ κι ο οποιοσδήποτε».

«Όποιος είναι να μείνει στη ζωή μου, θα μείνει. Όποιος είναι να χαθεί, θα χαθεί. Μου έχουν συμβεί σκηνικά, άνθρωποι να χάνονται επειδή μειώθηκε ο χρόνος που διέθετα εγώ σε αυτούς, έχω γίνει πια απόλυτη. Δε μου μένει χρόνος και περιθώριο να στενοχωρηθώ για πράγματα. Όλα γίνονται για κάποιον λόγο και θα έρθει κάτι άλλο μετά».

«Βλέπω τα πιο παρανοϊκά όνειρα, λες και έχω πάρει κάτι. Πιστεύω πολύ στα όνειρα. Παλιά έβλεπα κάτι και μετά συνέβαινε. Αυτό είναι μια άλλη παράνοια της ζωής μου. Πρόσφατα, μου είχε πει ένας φίλος μου ότι θα πήγαινε για σκι, τον είδα λίγες ώρες μετά στον ύπνο μου σε μια τερατώδη κατάσταση, ξυπνάω με ένα φουλ κακό συναίσθημα, το λέω στον μπαμπά μου που μου λέει “είναι οιωνός, μην πας”, οπότε βρήκα ως πρόφαση μια πρόβα που είχα εκείνη την ημέρα και δεν πήγα.

Η πρόβα ακυρώθηκε μετά, εγώ δεν πήγα, ο φίλος μου μου είπε ότι ήταν χάλια, είχε πολύ αέρα και τους έβγαζαν εκτός πίστας ή ότι κάποια παιδάκια τα έπαιρνε ο αέρας και λέω “πάλι καλά, γιατί θα με έπαιρνε και μένα ο αέρας”. Θεωρώ ότι είμαι extreme, αλλά ταυτόχρονα φοβάμαι. Θέλω να κάνω ελεύθερη πτώση, αλλά τρέμω. Θα κάνω snowboard, αλλά το φοβάμαι.

Είμαι φουλ του extreme, αλλά τα extreme sports είναι υπέρβαση για μένα. Αν μου πεις όμως να κάνω μια βλακεία, θα την κάνω. Θα φάω ένα παγωτό σοκολάτα, βανίλια με πατάτα φούρνου. Ήταν ό,τι χειρότερο έχω φάει. Τέτοια extreme πράγματα θα κάνω».

«Το πιο μεγάλο μου κίνητρο στη ζωή είναι να ταξιδέψω, να δω τον κόσμο, άλλες κουλτούρες, να πάρω όλα αυτά τα πράγματα που φέρνει η συναναστροφή με άλλους ανθρώπους. Και στην Ελλάδα θέλω να ταξιδέψω πολύ, δεν έχω δει ούτε τα μισά απ΄αυτά που θα ήθελα. Η Νέα Υόρκη, το Τόκιο και το Σίδνεϊ είναι τα μεγάλα κουτιά στο bucket list μου».

«Έχω έναν πολύ βασικό τρελό φόβο. Θα σου φανεί αστείο, αλλά φοβάμαι ότι αν μου πιέσεις πολύ τη φτέρνα, θα σπάσει και θα μείνω παράλυτη. Επίσης, δε μου αρέσει να μου ακουμπάνε την κοιλιά γιατί νομίζω ότι θα σπάσει. Γενικά, συνέχεια νομίζω ότι θα εκραγώ».

Δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να είναι προσωπικά ευτυχισμένος, ενώ υπάρχει μια κοινωνική δυστυχία. Ο μόνος τρόπος επιβίωσης είναι να συνεχίζεις και ό,τι συμβαίνει να το σκέφτεσαι, αλλά να μη σε γονατίζει, να μη μένεις στάσιμος.

«Έχω πολλά υπαρξιακά, ποιοι είμαστε, τι κάνουμε…Είναι σαν αυτό που λες συχνά μια λέξη και σιγά σιγά χάνει το νόημα της ή κοιτάς τους ανθρώπους, τους παρατηρείς και αρχίζουν να σου φαίνονται όλοι τόσο περίεργοι. Εγώ σκέφτομαι διαρκώς όταν είμαι στο μετρό τι μπορεί να έχει ο καθένας στο μυαλό του, τι μέρα πέρασε, πόσο διαφορετικοί είμαστε όλοι και πόσο αστείο είναι ότι σε κάποια χρόνια, αύριο, μεθαύριο, μπορεί να εξαφανιστείς και να μην υπάρχεις…

Βέβαια, πιστεύω στη μετενσάρκωση. Θεωρώ πως ο άνθρωπος πρέπει να ζήσει εδώ ό,τι μπορεί να ζήσει και να μην αφήνει τη ζωή να τρέχει, να κάνει λάθη και να μην είναι επικριτικός με τον εαυτό του, γιατί εγώ κάποια στιγμή ήμουν πολύ σκληρή με μένα και δεν αγαπούσα αυτές τις πλευρές του εαυτού μου, και γενικώς όταν έρθει η στιγμή να εξαφανιστούμε, να έχουμε αφήσει κάτι πίσω για μας.

Την ίδια στιγμή, φαντάζομαι συνέχεια τις προηγούμενες ζωές μου. Πιστεύω ότι στην προηγούμενη ζωή μου ότι ήμουν τσοπανόσκυλο. Όταν ήμουν μικρή είχα πει στους γονείς μου ότι πριν έρθω σε αυτή τη ζωή, ήμουν σε ένα τεράστιο λιβάδι και έτρεχα. Κι επειδή κιόλας δε βλέπω πολύ καλά, αλλά ακούω και μυρίζω, όπως τα σκυλιά, είναι μια βάσιμη θεωρία πως πριν από εδώ, ήμουν ένας τετράποδος φίλος. Πριν απ΄αυτό, έχω μια διαστροφή και ίσως ήθελα να πάω στον Μεσαίωνα και να ήμουν μάγισσα. Και μάλλον θα με κρεμούσαν.

Εκτός της μετενσάρκωσης, πιστεύω πολύ στην ενέργεια, άρα όταν πεθαίνουμε, η ενέργεια μένει κάπου εδώ και γι΄αυτό ίσως πάει σε άλλο σώμα. Το άλλο σενάριο που σκέφτομαι, είναι ότι κάποια στιγμή όλο αυτό τελειώνει. Και δεν υπάρχει συνέχεια μετά τον θάνατο. Δεν θα ήταν πολύ βαρετό να ζεις για πάντα; Δε θα ήθελα να ζω με ένα γερασμένο σώμα για αιώνες. Άντε να ζούσα μέχρι τα 200.

Άσε που όσο περισσότερο ζεις, τόσο περισσότερους ανθρώπους σου βλέπεις να πεθαίνουν, θα τους έχανες όλους και πια δε θα σε ήξερε κανείς. Νομίζω ότι ο κάθε άνθρωπος γεννιέται στην εποχή του και κάποια στιγμή η εποχή αυτή τον προσπερνά. Κι όταν συμβεί αυτό, τότε αρχίζει να πλησιάζει προς το τέλος. Κι αν προσπαθεί να διατηρηθεί σε μια εποχή που δεν είναι δική του, γίνεται ένα αστείο θέαμα».

«Δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να είναι προσωπικά ευτυχισμένος, ενώ υπάρχει μια κοινωνική δυστυχία. Η αλήθεια είναι στη μέση. Ο μόνος τρόπος επιβίωσης είναι να συνεχίζεις και ό,τι συμβαίνει να το σκέφτεσαι, αλλά να μη σε γονατίζει, να μη μένεις στάσιμος. Αυτό δε σημαίνει ότι θα είσαι αναίσθητος και θα το αγνοείς. Αλλά ψυχολογικά πρέπει να προσπαθείς να πας παρακάτω.

Μερικές φορές εγώ είμαι στο fake it until you make it. Προσποιούμαι ότι είμαι καλά, μέχρι όντως να είμαι καλά. Θα το ζήσω όμως και το δράμα μου. Παλιότερα πιο έντονα, τώρα σε λογικό βαθμό. Η ζωή είναι μικρή και δεν έχω χρόνο να στενοχωριέμαι. Θα συμβεί κι αυτό, αλλά οτιδήποτε μου δημιουργεί τοξικότητα, ξεκινάω να το αποβάλλω.

Πιο παλιά, ό,τι μου δημιουργούσε αυτό το συναίσθημα, φίλοι, σχέσεις, οτιδήποτε, με έκανε να νιώθω χάλια και κολλούσα πάνω του και έπεφτα ακόμα πιο κάτω. Ήταν μια τοξική συνήθεια. Κατάλαβα κάποια στιγμή ότι δε γίνεται να περνάω άλλο τόσο άσχημες φάσεις. Η ζωή μου ευτυχώς έχει δουλειά, στόχους, φιλοδοξίες και ο μόνος τρόπος για να πετύχουν, είναι να ρίξω φως στα σκοτάδια μου».

* H φωτογράφιση και συνέντευξη έγινε στο Le Paon στον Χολαργό

** Φωτογραφίες: Intime/Γιάννης Δημητρόπουλος