Με πάνω από 50 ταινίες στο βιογραφικό του, με μια υποψηφιότητα για Όσκαρ και πρωταγωνιστής σε μία από τις πλέον δημοφιλείς την δεκαετία του ’70 και κλασική πια σειρά στην τηλεόραση, ο Τέλι Σαβάλας δικαίως θεωρείται ο πιο επιτυχημένος Έλληνας ηθοποιός του Χόλιγουντ.
Στις μνήμες μας θα μείνει πάντα με το λουκ που τον καθιέρωσε, δηλαδή το ξυρισμένο κεφάλι και το μόνιμο γλειφιτζούρι στο στόμα, να κυνηγάει «κακούς» ως ο θρυλικός επιθεωρητής Κότζακ στο ομώνυμο σίριαλ το οποίο και απογείωσε την καριέρα του. Ακόμη κι εκεί, πάντως, φρόντισε να υπενθυμίσει σε όλον τον κόσμο την καταγωγή του για την οποία ήταν κάτι παραπάνω από υπερήφανος. Σε μια εποχή που πολλοί ηθοποιοί προτιμούσαν να λανσάρονται ως Αμερικανοί, υιοθετώντας ακόμη και… γιάνκικα ονόματα, εκείνος το αρνιόταν πεισματικά και διαλαλούσε την ελληνικότητά του. Μάλιστα, ακόμη και ο χαρακτήρας που υποδύθηκε στην τεράστια επιτυχία του CBS από το 1973 έως το 1978, στην ουσία ήταν ένας Έλληνας ντεντέκτιβ, ο Θίο Κότζακ ή… Κοτζακόπουλος!
Ουσιαστικά αποτέλεσε μεταφορά μιας προηγούμενης τηλεταινίας «The Marcus-Nelson Murders» που επίσης έγινε ανάρπαστη, ενώ για την σειρά που ακολούθησε και τον αντίκτυπο που είχε αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα θεωρείται ότι ήταν εκείνη που έθεσε την βάση και τα θεμέλια για τα αστυνομικά σίριαλ που ακόμη και σήμερα κατακλύζουν την μικρή οθόνη!
Ήρθε σε μια εποχή που ο Τέλι Σαβάλας είχε ήδη αφήσει το στίγμα του και στον κινηματογράφο η σχέση του με τον οποίο άρχισε κατά τύχη αφού είχε πάει για να συνοδέψει ένα φίλο του ηθοποιό που θα περνούσε από κάστινγκ. Ένας σκηνοθέτης του CBS εντυπωσιάστηκε από το παρουσιαστικό του και του ζήτησε να παίξει έναν μικρό ρόλο. Λίγα χρόνια αργότερα (1962) ο ίδιος άνθρωπος θα ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Β΄Ανδρικού ρόλου για την ταινία «Birdman of Alcatraz» για την οποία προτάθηκε και για Χρυσή Σφαίρα, πράγμα που συνέβη και το 195 για το φιλμ «Battle of the Bulge».
Δυστυχώς δεν άκουσε το όνομά του στην ανακοίνωση των νικητών ούτε για το ένα βραβείο ούτε για το άλλο, όμως όταν αργότερα ερωτήθηκε σχετικά, έδωσε μια ξεχωριστή απάντηση –και μάλιστα στα ελληνικά- λέγοντας: «Το καλύτερο βραβείο για μένα είναι να έρχομαι στην Ελλάδα και να λένε ‘’να ο Τέλης Σαβάλας, ένας δικός μας’’»! Έτσι κι αλλιώς η αγάπη του για την πατρίδα ήταν μνημειώδης. Άλλωστε ο «Κότζακ» δεν ξέχασε ποτέ την καταγωγή του. Ήταν πάντα ο Αριστοτέλης Σαβάλας, γεννημένος στις 21 Ιανουαρίου 1922 στο Γκάρντεν Σίτυ της Νέας Υόρκης ως το δεύτερο παιδί από τα πέντε του Νίκου και της Χριστίνας Τσαβαλά, Ελλήνων μεταναστών από την Λακωνία και ολόκληρη η ομογένεια φούσκωνε με περηφάνια για τα κατορθώματά του.
Η διαδρομή του από το να βοηθά την οικογένεια στο εστιατόριο που διατηρούσε και στη συνέχεια έξω στη βιοπάλη ως λούστρος και εφημεριδοπώλης υπήρξε εντυπωσιακή. Μέχρι να πάει στο Γυμνάσιο δεν μιλούσε καν αγγλικά, αφού στο σπίτι ήταν απαράβατος όρος από τον πατέρα του που μεγάλωσε τα παιδιά του με ελληνορθόδοξες βάσεις. Δρόμο που αργότερα ακολούθησε μέχρι το τέλος ο Σαβάλας. Εφοδιασμένος με τέτοιες βάσεις, ξεπέρασε κάθε δυσκολία και κατάφερε μάλιστα όχι μόνο να αποφοιτήσει αλλά και να σπουδάσει ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια! Αργότερα μπήκε στον χώρο της ψυχαγωγίας μεταδίδοντας τη σειρά «Your Voice of America» του ABC News για λογαριασμό του υπουργείου Εξωτερικών, πριν τελικά μεταπηδήσει στην υποκριτική σε ηλικία ήδη 35 ετών!
Κατά την διάρκεια της ζωής του έκανε τρεις γάμους αλλά και μια μακρόχρονη τέταρτη σχέση με ισάριθμες γυναίκες με τις οποίες απέκτησε συνολικά 6 παιδιά, ενώ είναι ο νονός της πασίγνωστης ηθοποιού Τζένιφερ Άνιστον, η οποία είναι επίσης ελληνικής καταγωγής. Υπήρξε φίλος με τον πατέρα της, Τζον, με τον οποίο μάλιστα, είχε παίξει σε ένα επεισόδιο της επίσης δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς «The Combat», με ιστορίες από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Δεν σταμάτησε ποτέ να επισκέπτεται την πατρίδα και να μιλά με πάθος για την Ελλάδα σε κάθε ευκαιρία, γινόμενος με κινητή διαφήμιση για τον τόπο. «Να μη χάσουμε τη γλώσσα, να μη χάσουμε τη θρησκεία, κι αυτή την περηφάνια που είμαστε Έλληνες. Το αίμα νερό δεν γίνεται και ο ελληνισμός δεν χάνεται ποτέ, ούτε η αγάπη για την χώρα» είχε πει κάποτε σε συνέντευξή του και αυτήν την μοναδική σχέση του επιχείρησαν κάποτε να καπηλευτούν ακόμη και οι χουντικοί την περίοδο της δικτατορίας στη χώρα.
Λέγεται μάλιστα ότι κατά την διάρκεια μιας επίσκεψης του δέχθηκε πρόσκληση από τον συνταγματάρχη Ιωάννη Λαδά, για να συναντηθούν στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης όπου βρισκόταν εκεί ήδη ο Στυλιανός Παττακός, ο οποίος επιθυμούσε να βγάλει μια φωτογραφία με τον διάσημο ηθοποιό, όπως συνήθιζαν να κάνουν για λόγους προπαγάνδας οι γραφικοί χουντικοί. Σε μια προσπάθεια να τον εντυπωσιάσει, στάθηκε μπροστά σε έναν και να περιγράφει τα αεροπορικά ταξίδια του σε κάθε τόπο, προκειμένου να διαφημίσει την… εργατικότητά του, πριν εισπράξει την απολύτως περιφρονητική απάντηση του Σαβάλα: «Πατριώτη, με τόσες πτήσεις ζαλίστηκα. Εχεις κανένα χάπι για τη ναυτία;» η οποία φυσικά δεν έπαιξε σε καμία εφημερίδα της εποχής…
Έφυγε από την ζωή το 1994, χτυπημένος από καρκίνο, αλλά έμεινε περήφανος μέχρι το τέλος όπως αρμόζει στους Έλληνες.