Πριν συναντήσεις έναν άνθρωπο που τον έχεις δει στο θέατρο, στην τηλεόραση, στο σινεμά, σε κάμποσες συνεντεύξεις του, έχεις μια συγκεκριμένη προδιάθεση. Ο Αλέκος Συσσοβίτης ήταν τοποθετημένος μέσα μου ως ένας άνθρωπος πολύ μετρημένος.
Πάντα τον είχα στο μυαλό μου ως κάποιον που θα μπορούσε για χρόνια να ζει με την εικόνα του, να δείχνει το ωραίο του σώμα, να επενδύει πάνω στη γοητεία του, αλλά δεν το έκανε ποτέ. Τουλάχιστον όχι συνειδητά και όχι παρά κατά λάθος, για να μην είμαι απόλυτος.
Μετά από μια ώρα συζήτησης μαζί του, η προδιάθεσή μου, η αίσθησή μου επιβεβαιώθηκε. Ο Αλέκος Συσσοβίτης είναι ένας πολύ ωραίος τύπος για να συζητήσεις μαζί του, είναι πάντοτε ανοιχτός στη συναναστροφή, χωρίς να το κάνει απελπισμένα, αλλά με πλήρη γνώση του πώς, πόσο, γιατί και πού.
Η συμμετοχή του στην ταινία Καπετάν Μιχάλης που κυκλοφορεί από αυτή την Πέμπτη στις αίθουσες, με έφερε μπροστά του, καθισμένοι σε ένα τραπέζι στην πλατεία Αγίας Ειρήνης, δίπλα στο μαγαζί του, το Faust, να συζητάμε για τον έρωτα, για τη βία που δε θα αποτινάξει ποτέ ο άνθρωπος, για την διαδρομή του στο προσκήνιο και το παρασκήνιο της υποκριτικής, για την απώλεια και για τα ταξίδια.
Σε αυτά σταθήκαμε λίγο περισσότερο μιας και είναι δεύτερη φύση του, έχοντας κάνει ταξίδια στον χρόνο. Ναι, τέτοια είναι τα ταξίδια του στην Αφρική, όπου έμαθε να ζει πρακτικά στη ζούγκλα και μέσα σε μια άλλη φούσκα πολιτισμού, σε έναν άλλο κόσμο. Κι ίσως ο ρόλος του στον Καπετάν Μιχάλη να είναι το αποτέλεσμα εμπειριών που συνέλεξε από τέτοια ταξίδια.
Πλάτιασα πάλι. Ο Αλέκος Συσσοβίτης μέσα από σχεδόν 4.000 λέξεις που, θαρρώ, είναι χαρακτηριστικές του πόσο γεμάτος φεύγει κάποιος από μια συζήτηση μαζί του.
– Όταν σου έγινε η πρόταση για να παίξεις στον Καπετάν Μιχάλη, είχες στο μυαλό σου κάποιον ρόλο που ένιωθες ότι ταίριαζες περισσότερο και θα ήθελες να παίξεις;
Όχι, δεν το είχα σκεφτεί. Δε μπορώ να σου πω ότι είμαι κι από τους ηθοποιούς που έχουν κάποια «πρέπει» σε ρόλους που θέλουν να παίξουν. Στη ζωή σου έρχονται περισσότερα πράγματα που δεν τα έχεις θελήσει, δεν έχεις προλάβει να τα θελήσεις, δεν τα έχεις κατά νου. Μπορώ να σου πω σίγουρα πως είχα την επιθυμία κάποια στιγμή να ασχοληθώ με τον Καζαντζάκη καλλιτεχνικά, μιας και κάποτε είχα μια πρόταση από το Κρατικό Θέατρο να παίξω σε ένα θεατρικό δικό του και ήταν αφορμή να διαβάσω κάποιες τραγωδίες του. Για το θέατρο όμως ήταν αυτή η επιθυμία.
Για το σινεμά δεν πίστευα ποτέ πως θα μπορέσει να γίνει κάτι τέτοιο γιατί είναι έργα που απαιτούν μεγάλο κόστος παραγωγής. Πώς το κατάφερε ο Κώστας ο Χαραλάμπους, είναι ένα θαύμα, γιατί μιλάμε για 1.500-1.600 άτομα, πολύς κόσμος για να συμμετέχει σε μια ταινία εποχής.
– Πώς είναι για σένα που έχεις περάσει όλα τα στάδια της μυθοπλασίας στην Ελλάδα, να βλέπεις πια να επενδύονται μεγάλα ποσά σε παραγωγές, κινηματογραφικές και τηλεοπτικές;
Είναι πάρα πολύ ευχάριστο. Μετά από καιρό αδράνειας, δηλαδή 10 χρόνια κρίσης συν 2 πανδημίας, ο καλλιτεχνικός κόσμος υπέφερε. Τώρα, θεωρώ, έχει το δικαίωμα στην άνοδο. Αυτή είναι κι η ζωή, κάνει κύκλους, οπότε ήταν αναμενόμενο, αλλά όχι δεδομένο. Δεν έρχονται πάντα οι καλές εποχές μετά τις κακές. Παρόλα αυτά, επειδή υπήρξαν ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης, δόθηκε η δυνατότητα σε ανθρώπους του καλλιτεχνικού χώρου να δείξουν και να αναπτύξουν τη δουλειά τους.
Εύχομαι να συνεχιστεί γιατί αν στεγνώσει η κάνουλα, δύσκολα θα καταφέρουν οι παραγωγοί να παράξουν τηλεόραση ή σινεμά. Μακάρι να ευοδώσει η εξωστρέφεια που λες, γιατί είναι η ώρα της Ελλάδας. Το βλέπουμε και τουριστικά, καιρός να το δούμε και πολιτιστικά. Είναι ώρα της να στραφούν πάνω της τα μάτια του δυτικού κόσμου. Μόνο εύφορο έδαφος προσφέρει η Ελλάδα για παραγωγές. Βέβαια, όσο θετικά κι αν το βλέπω εγώ, το ζητούμενο δεν είναι τι βλέπουμε εμείς, αλλά αν μπορεί οικονομικά και πολιτικά να σταθεί.
– Αποζητάς περισσότερο την ασφάλεια της συνεργασίας με ανθρώπους που έχετε συνεργαστεί ξανά και γνωρίζεστε καλά ή την ίντριγκα της νέας γνωριμίας-συνεργασίας, επειδή το άγνωστο σου επιτρέπει να νιώσεις και λιγότερο άβολα;
Λιγότερο άβολα, δεν ξέρω αν ισχύει, γιατί αν εκπλαγείς αρνητικά από τη στάση τους, δύσκολα γυρίζει το χαρτί. Αν πάλι εκπλαγείς θετικά, το όφελος είναι μεγαλύτερο σε αυτούς που δεν ξέρεις. Εγώ γενικά στη ζωή είμαι άνθρωπος του καινούργιου, ψάχνω νέες επαφές, νέους τόπους ταξιδεύοντας αρκετά σε διαφορετικά μέρη, νέες τέχνες…Γενικά, το άγνωστο με προκαλεί, δεν είμαι άνθρωπος-λιμάνι, είμαι άνθρωπος-ανοιχτή θάλασσα, είναι κίνητρο οι νέες γνωριμίες.
– Είσαι κοντά 30 χρόνια στη δουλειά αυτή και έχω για τα μισά από αυτά τα χρόνια την αίσθηση ότι είσαι πολύ επιλεκτικός και δεν κυνηγάς μανιωδώς να κάνεις πολλά πράγματα κάθε χρόνο. Φαίνεσαι να μην είσαι εξαρτημένος, για να το θέσω πιο καθαρά. Είναι έτσι;
Απ’ όταν άρχισα να δουλεύω, πέρασα μια μεγάλη περίοδο που μου έδιναν πράγματα που δε μου αρέσανε κι έλεγα «Όχι». Δανειζόμουν για να ζήσω τότε ή έκανα άλλες δουλειές. Είχα σχεδόν «αποσυρθεί». Όχι για μεγάλο διάστημα, γιατί σε αυτή τη δουλειά αν δεν είσαι επάνω στο τρένο, θα σε πετάξει έξω. Έπαιρνα διαλείμματα για τα ταξίδια μου, συνήθως 1-1.5 μήνα και επέστρεφα.
Αυτό που ίσως σου διαμόρφωσε την αίσθηση που λες, είναι ότι σε αυτά τα 15 χρόνια κάναμε το Faust και μπόρεσα να μην εξαρτώμαι από προτάσεις που δε μου έκαναν παρά μόνο βιοποριστικά. Οπότε, για μια 7ετία έπαιξα στο θεατράκι πολύ ωραία πράγματα, ψαγμένες επιλογές, με συνείδηση πως οικονομικά θα στερηθώ, δεν έβγαλα μία σε αυτό το διάστημα, αλλά βελτίωνα την ψυχή μου.
Δούλεψα με ανθρώπους που με βοήθησαν να εξελιχθώ, με ενδιέφερε η δουλειά τους και μαζί αφήσαμε ένα σημάδι. Καλοπέρασα δηλαδή καλλιτεχνικά, αλλά με πολύ κόπο ψυχολογικά και οικονομικά. Ευτυχώς, που ο συνεργάτης μου ο Αντώνης ο Περιστεράκος στο Faust πήρε πάνω του τα γραφειοκρατικά, γιατί αν το είχα κι αυτό, σίγουρα θα είχα φθαρεί. Ο χρόνος είναι συγκεκριμένος.
– Όταν ολοκληρώνεις μια περίοδο έντονης δουλειάς, το «χωρίς ανάσα» που λέμε, έρχεται περίοδος που να κάθεσαι να αναλογιστείς το διάστημα που πέρασε και να σκεφτείς ότι κάπου έχασες τον εαυτό σου;
Κατ’ αρχάς, επειδή εγώ δεν σπούδασα, είμαι αυτοδίδακτος ηθοποιός, είμαι ένας «αλεξιπτωτιστής» σε αυτή τη δουλειά, πάντα ως άνθρωπος ήθελα να κάνω και κάτι άλλο και να μην είμαι εξαρτημένος από την υποκριτική. Με τον χρόνο έγινε μεγαλύτερη η εξάρτηση, αλλά, όπως σου είπα, τρέχω πάντα ταυτόχρονα μια επιχείρηση, το Faust.
Πάντα είχα κομμάτια του χρόνου μου για την προσωπική μου ευχαρίστηση. Τη γυμναστική για παράδειγμα δε θέλω να την χάνω με τίποτα. Μα έτσι μα αλλιώς, κάτι θα γίνει και θα βρω τρόπο να κάνω. Αγαπώ τα ταξίδια, αγαπώ τα καλοκαίρια, τα νησιά, αν η συγκυρία επιβάλλει να υποστηρίξω τη δουλειά θα το κάνω, αλλά δεν είμαι μονοδιάστατος. Δε θα ναυαγήσω αν σταματήσει για κάποιο διάστημα η υποκριτική.
– Πώς αποτιμάς τη διαδρομή σου ως τώρα;
Παλιά ήμουν πολύ αυστηρός με μένα. Έβλεπα μόνο τα αρνητικά και πολλές φορές αυτό είχε ένα αντίκτυπο: μειωμένη αυτοπεποίθηση. Κι επειδή δεν προερχόμουν από ένα φυτώριο θεατρικής σχολής να εξοικειωθώ με τους ανθρώπους του χώρου, μου δημιουργούσε και μια ανασφάλεια. Έλεγα σε αυτές τις φορές μέσα μου «άραγε είμαι καλός για αυτή τη δουλειά; τι θέλω εγώ εδώ;». Με την πάροδο του χρόνου, μέσα από δουλειά και κόπο, βλέποντας το αποτέλεσμα, έχοντας και την επιβράβευση του κόσμου, αναθάρρησα και έγινα πιο επιεικής με μένα.
Μια κατάσταση διαφορετική από το πώς ήμουν από μικρός, γιατί πιτσιρικάς είχα αυτοπεποίθηση και δοκίμαζα πράγματα που δεν γνωρίζω. Κι είχα πάντα την αντίληψη να καταλάω πότε μπορώ να κάνω κάτι και πότε όχι. Στο θέατρο για παράδειγμα, στην αρχή, υπήρχαν φορές που ήξερα ότι δεν είμαι έτοιμος, παρόλα αυτά τολμούσα και έβγαινα στη σκηνή απροετοίμαστος για να εκτεθώ. Απροετοίμαστος όχι αδιάβαστος. Εννοώ χωρίς την εμπειρία, γιατί μια χαρά διάβαζα τον ρόλο μου, εργασιομανής είμαι. Αλλά ήμουν απροετοίμαστος ως προς την εμπειρία.
Κάποια πράγματα δεν τα φέρνει η θεωρία, ούτε η ψυχική προετοιμασία. Τα φέρνει η πράξη, η εμπειρία που έρχεται με την πάροδο του χρόνου. Μπορεί να διαβάζεις μια ζωή βιβλία ιατρικής, αλλά στο χειρουργείο πάνω θα φανεί πόσο καλός είσαι. Περνώντας τα χρόνια, είδα εμπράκτως ότι ανήκω σε αυτή τη δουλειά, ότι μπορώ να προσφέρω. Δεν είναι δηλαδή μόνο η δική μας εγωιστική ματιά, η ικανοποίηση του εαυτού μας. Είναι και το αν μπορείς να προσφέρεις και τι θα πάρει ο κόσμος από σένα.
Και τώρα, που πέρασαν τα χρόνια, μετά από τόσες δουλειές, είναι η επιβράβευση του κόσμου που μου λέει «σε ευχαριστούμε, μας έδωσες πράγματα που είχαμε ανάγκη» και που με γεμίζει. Και μου έδωσε μια καλύτερη αυτοπεποίθηση στη δουλειά, η οποία έχει πάντα τα απρόβλεπτα της όπως όλες οι δουλειές, απλά εδώ υπάρχει η έξτρα πίεση ότι έχει αυτή την έκθεση σε ένα μικρό ή μεγάλο κοινό. Και δεν ενδιαφέρεται για τα προσωπικά σου προβλήματα και ό,τι συμβαίνει στη ζωή σου.
– Τα πολύ πιο εμπορικά πετυχημένα σου βήματα, αυτά που ήταν πιο λαοπρόβλητα, προσέθεταν βάρος στους ώμους σου για τις επόμενες επιλογές σου, ειδικά αυτές που εξ ορισμού δε θα μπορούσαν να έχουν αντίστοιχη δημοφιλία;
Δεν είχα ποτέ τέτοιες σκέψεις. Από τότε που άρχισα αυτή τη δουλειά, κινήθηκα αρκετά στην αναζήτηση έργων που προέρχονταν από το ανεξάρτητο σινεμά, από μια μυθοπλασία που εδράζει στην «προβληματική» δραματουργία, που καταπιάνεται με τα μεγάλα βάσανα της ψυχής. Αυτό λοιπόν, το είχα από πολύ μικρός, πήγαινα κι έβλεπα 3 ταινίες την ημέρα σε μια εποχή που δεν υπήρχε η ευκολία του λάπτοπ, του σπιτιού. Πήγαινα σινεμά, πλήρωνα εισιτήρια και είχα έναν μεγάλο πόθο να ασχολούμαι με αυτό. Είτε ως χόμπι είτε ως διαδικασία αυτογνωσίας. Όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να γίνω ηθοποιός, συνέχισα να κυνηγάω όσα μου κινούσαν το ενδιαφέρον.
Δεν κουβαλούσα το βάρος των επιτυχιών της τηλεόρασης ώστε να ψάχνω εμπορικό θέατρο ή πάλι μια μεγάλη τηλεοπτική παραγωγή. Στη διαδρομή μου έψαχνα, ιδίως από ένα σημείο και μετά, τα δύσκολα και πιο απαιτητικά έργα, αυτά που και στην αντίληψη τη δική μου απαιτούσαν σκάλισμα, σκάψιμο. Πιο πολύ με ενδιέφερε η έρευνα, παρά η τσέπη και η δημοφιλία.
– Αυτό που λες για την έρευνα και το πάθος που το εξηγείς, με κάνει να αναρωτηθώ πώς έγινε και δεν έχεις σκηνοθετήσει κάτι ως τώρα…
Σκέψου, όταν έβλεπα τις ταινίες που σου είπα, η πρώτη μου φαντασίωση δεν ήταν να είμαι ηθοποιός. Με έβλεπα πίσω από την κάμερα, να σκηνοθετώ. Δεν το συνέχισα και δεν το τόλμησα ποτέ γιατί έχω μια υπέρμετρη αίσθηση ευθύνης για το τι σημαίνει σκηνοθεσία, ειδικά στο σινεμά και το θέατρο. Έπρεπε να έχω κάνει τρομερή σπουδή και για τα δύο.
Ένας σκηνοθέτης πρέπει να διδάσκει, να είναι δάσκαλος για τον θίασο. Για μένα δεν μπορεί να είναι αλλιώς αυτό. Στον κινηματογράφο δε, ο σκηνοθέτης χρειάζεται μια τέχνικη κατάρτιση. Εγώ δεν το έφτασα ποτέ σε τέτοιο βαθμό ώστε να νιώσω διδάσκαλος, ώστε να πάω να μάθω αυτά που έκρινα ως απαραίτητα. Έτσι, ενστικτωδώς, προτίμησα να είμαι ηθοποιός.
– Όταν είσαι λοιπόν μπροστά από την κάμερα, όταν φαίνεσαι, φαντάζομαι στο ξεκίνημά σου είχες μια αίσθηση πως μια πολύ μεγάλη επιτυχία, εκτός από προτάσεις και χρήμα και δόξα, θα φέρει κι ένα τσούρμο ανθρώπων που θα ψαχουλεύουν τη ζωή σου και θα εμπλέκονται – χωρίς να σε ρωτάνε – στις σχέσεις σου. Σου προκάλεσε αυτό προβλήματα;
Δυο τρεις φορές συνέβη. Σε περιπτώσεις που μπορεί να είχα δίπλα μου μια επώνυμη γυναίκα και ήθελαν σώνει και ντε να βγάλουν την είδηση. Εγώ μπορεί να μην ήθελα μια δημοσίευση, όχι γιατί έκρυβα κάτι, αλλά γιατί δεν ήθελα να προκαλέσω. Είχα πάντα όμως συνείδηση πως αυτά είναι μέρος της δουλειάς και δεν τα αποφεύγεις. Δε μπορεί να είναι όλα αρεστά στη δουλειά μας. Υπάρχουν και τα δυσάρεστα.
– Όσο θυμάμαι, όσο σε παρακολουθώ, θαρρώ πως πάντως το διαχειρίστηκες καλά. Δεν μπορώ να θυμηθώ περίοδο που να σε είχαν «ξεζουμίσει» για τα προσωπικά σου και να μην υπήρχε καν στο κάδρο η δουλειά σου. Εσύ θεωρείς ότι το διαχειρίστηκες όπως θα ήθελες;
Νομίζω όπως θέτεις την ερώτηση, το απαντάς μόνος σου. Θέλω να πω ότι αν στη συνείδηση του κόσμου έχω μείνει ως ένας άνθρωπος που η προσωπική του ζωή δεν επισκίασε τη δουλειά του και το ποιος είναι, τότε το διαχειρίστηκα πολύ καλά. Πάντα το ζήτημα είναι τι νιώθει τελικά ο κόσμος.
Εγώ δεν ένιωσα ποτέ την ανάγκη να χρησιμοποιήσω κάτι προσωπικό μου για να πάρω κάτι παραπάνω. Άλλοι το κάνουν, στήνουν ακόμα και καταστάσεις για να ενισχύσουν τη δυναμική του ονόματος τους. Κάποιους σαφώς τους ωφέλησε αρκετά γιατί βρήκαν τον τρόπο να βελτιώσουν την υποκριτική τους και να τραβήξουν την προσοχή. Αυτό τους απέδωσε. Εγώ δεν είμαι αμετροεπής, ούτε έχω τέτοιες ανασφάλειες. Βλέπω κάτι διαφορετικό εμπράκτως που με κάνει να νιώθω ότι έχω κάνει το σωστό για μένα.
Η ειλικρίνεια που στέκομαι στις συνεντεύξεις, με έχει κάνει αγαπητό στον απλό αναγνώστη, αλλά και στον δημοσιογράφο και ενδιαφέρεται περισσότερο για το ποιόν του χαρακτήρα μου, παρά για το ποιο άτομο είναι στο κρεβάτι μου. Κάποιες φορές μπορεί να θαυμάσω όσους μπορεί να χρησιμοποιήσουν αυτά τα μέσα για να προβληθούν, κατανοώ ότι κάποιες φορές, στο κυνήγι ενός στόχου, επειδή πιστεύεις πολύ σε αυτό, μπορεί να απαιτηθεί μια αδόκιμη διαδικασία, αλλά δεν το ζηλεύω καθόλου. Δεν είμαι εμμονικός με κάτι, να φέρω τον κόσμο ανάποδα για να αποκτήσω κάτι. Μπορώ να είμαι ολιγαρκής, ακόμα και να στερηθώ αυτό που ποθώ. Δε μπορώ να προσβάλλω τον προσωπικό χώρο κάποιου ή να κάνω μαμουνιές εις βάρος κάποιων.
Γιατί, πιστεύω, αυτό συμβαίνει εν τέλει. Όταν θέλεις τόσο πολύ κάποια πράγματα για σένα, που χρειάζεται να κάνεις μαμουνιές, από κάπου θα τα στερήσεις. Δε με αφορά αυτό ως στάση ζωής. Θα ήθελα με ένα μειδίαμα γαλήνης, ειρήνης και ικανοποίησης να βρίσκομαι στον τάφο, παρά να κουβαλάω απωθημένα ή να φτάσω στο τέλος της ζωής μου γεμάτος πικρίες γιατί την «έφερα» σε κάποιους. Καλύτερα να μην είμαι πρωταγωνιστής της ζωής και να χω λιγότερα χρήματα και ρόλους, παρά να πατάω επί πτωμάτων.
– Σε αντιμετώπισαν ποτέ ως ένα περιτύλιγμα, επειδή είσαι ένας γοητευτικός άντρας, γυμνασμένος…
Ακόμα και τώρα συνεχίζουν και το κάνουν κάποιοι. Συνήθως και κυρίως όσοι δεν έχουν δει δουλειές μου. Εγώ είχα την τιμή και τη χαρά να εμφανιστώ σε τηλεοπτικό σίριαλ στην Αίθουσα Του Θρόνου δίπλα στον Αλέκο Αλεξανδράκη, να σταθώ επάξια και να κερδίσω εντυπώσεις από αυτή τη σειρά, με τον Αλέκο να με βοηθάει απίστευτα με το ήθος και τη στάση του, κι έμαθα εκεί ότι δεν είναι μόνο το περίβλημα. Και το έδειξα αυτό, έδειξα το περιεχόμενο.
Όπως είδες, έβαλα τη λέξη «μόνο». Εγώ πιστεύω και στα δύο. Δεν αποποιούμαι την εικόνα, όποιος το κάνει εθελοτυφλεί. Καλώς ή κακώς, όσοι θέλουν την προβολή, έχουν έναν ναρκισσισμό μέσα τους, θέλουν να αρέσουν. Ειδάλλως, θα παίζαμε σε άδεια θέατρα και θα ικανοποιούμασταν, πράγμα που δε γίνεται, μας στενοχωρεί.
Πιστεύω ότι όσοι ασχολούνται με τη σοουμπίζ, με το περφόρμανς, θέλουν τα μάτια του κόσμου πάνω τους. Εγώ τα ήθελα. Αλλά αν δεν έχεις περιεχόμενο, δε μπορείς να σταθείς σε αυτή τη δουλειά. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά. Έχω κάνει αρκετές σωματικές δουλειές, αλλά η ψυχολογική ισορροπία που απαιτεί η υποκριτική, είναι διακύβευμα, δεν είναι εύκολη υπόθεση.
– Αυτό που λες με την ψυχολογική ισορροπία, προσωπικά το θαυμάζω σε στιγμές που η προσωπική κατάστασή σας, μπορεί να συγκρούεται με αυτό που σας ζητάει ο ρόλος. Σου έχει συμβεί η ζωή σου να σου προσφέρει ένα συγκεκριμένο συναίσθημα, π.χ. θλίψη για έναν θάνατο, και ο ρόλος να σου ζητάει να είναι περιχαρής και αυτή η σύγκρουση να μη σου επιτρέπει να αποδώσεις;
Έχω υπάρξει σε θέση που δεν κατάφερα τα προσδοκώμενα γιατί ήμουν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Πολλές φορές όμως, τις περισσότερες θα έλεγα, από την ήττα μαθαίνουμε περισσότερα απ΄ό,τι με τις νίκες. Το άγχος της ήττας και το φάσμα της κάθε επόμενης ήττας, γεννά μια προσοχή που πηγαίνει στο να στοχεύσεις και να γίνεις καλύτερος στη δουλειά. Οπότε, αυτές τις απρόβλεπτες στιγμές, τις συγκρούσεις, τις επιζητώ, τις προσβλέπω, γιατί αυτές με συγκεντρώνουν.
Όταν έχασα τους γονείς μου, ήμουν σε γυρίσματα. Όταν πέθανε ο πατέρας μου, έκανα τα επεισόδια για τη 10η Εντολή. Όλη αυτή την καταρράκωση, την ενέταξα μες στον ρόλο. Όταν έφυγε η μητέρα μου, ήμουν στο θέατρο. Έχεις ανάγκη την τέχνη για να μη σαβουριάσει η ψυχή σου μέσα σε αυτή την πικρή, τη μοναδική για όλους μας στιγμή, την πολύ γόνιμη και ώριμη, τη γλυκιά πίκρα που έχει ο θάνατος των άλλων.
Όταν μπορείς αυτό να το παραλληλίσεις, να το εντάξεις στη ζωή, στην καθημερινότητα, άρα στο θέατρο, έχεις κάνει μεγάλο καλό. Συνεχίζεις και καβαλάς τον χρόνο, δεν μένεις στο παρελθόν, δε μένεις πίσω, σε μια κλάψα, σε μια απογοήτευση. Στενοχωριέσαι, θλίβεσαι, αλλά συμπορεύεσαι με αυτή τη λύπη.
– Η ζωή είναι, εν τέλει, ένα ταξίδι απωλειών, είτε μιλάμε για θανάτους είτε για αποχωρήσεις προσώπων από τη δική μας ζωή. Σκέφτεσαι ποτέ πόσοι άνθρωποι έχουν μπει και βγει από τη ζωή σου;
Δεν έχω κάτσει να το ψειρίσω. Αναπολώ το παρελθόν, αναγνωρίζω πως είναι αναγκαίο για το μέσα μας, αλλά δεν είμαι νοσταλγικός και κολλημένος, είμαι άνθρωπος που βρίσκομαι στο παρόν γιατί εκτιμώ το παρελθόν. Και το μέλλον το χτίζουμε μέσα από αυτή την τριαδική σχέση του χρόνου. Όταν λείπει ένα από τα δύο, παρελθόν και μέλλον, το πράγμα είναι δύσκολο. Στο τέλος, η μόνη υπαρκτή στιγμή είναι το τώρα. Το χθες έφυγε, το αύριο δεν ξέρουμε αν και πώς θα έρθει.
Νομίζω ότι με μια μεγάλη ευχαρίστηση στη ζωή, κοιτάζω όσους πέρασαν από τη ζωή μου, όσους πέρασα εγώ από τη ζωή τους, κι επειδή αντιλαμβάνομαι την παροδικότητά μας σε αυτό το μικρό διάστημα που λέγεται ζωή, δεν θεωρώ ότι πρέπει να αγκιστρωνόμαστε σώνει και καλά πάνω σε κάποιους. Δεν έχω παντρευτεί, δεν έχω κάνει οικογένεια, άρα οι πράξεις μου δείχνουν ότι είμαι ένας νομάς. Θα συνεχίσω να είμαι; Δεν το ξέρω, κανείς δεν ξέρει το αύριο. Μπορεί σε έναν χρόνο να είμαι με 7 παιδιά. Ή μοναχός στο Σινά.
Χαίρομαι όμως που υπήρξαν αυτές οι εμπειρίες με αυτούς τους ανθρώπους. Αυτό είναι η ζωή, αυτό το αμάλγαμα αυτών των εμπειριών. Είσαι με τους άλλους και αυτοί με σένα.
– Τι σε καταρρακώνει στην καθημερινότητα; Τι είναι αυτό που αν σου συμβεί ή αν απλά το μάθεις ως πληροφορία, θα σε χαλάσει;
Μεγαλώνοντας έχω αποδεχτεί ότι η αβυσσαλεότητα των πραγμάτων, η βία είναι έμφυτη στον άνθρωπο. Μη αρεστή, αλλά μη αποβλητή. Όλοι επικαλούμαστε πως δεν ανεχόμαστε το άδικο, τη βία, την ανισότητα. Όλοι είμαστε όμως μέρος αυτού. Αν εξετάσουμε τον εαυτό μας, θα δούμε ότι είμαστε άδικοι, βίαιοι, άνισοι.
Με δυσκολεύει όμως να μπορέσω να το ανατάξω σε ένα πιο γενικό πλαίσιο και σε μια πιο μεταφυσική διάσταση για να το αποδεχτώ. Δυσκολεύομαι πολύ με τον σωματικό πόνο, ανθρώπων και ζώων. Δε μπορώ να εξοικειωθώ. Όπως και με τον άδικο πόλεμο. Αυτά με υπερβαίνουν. Αλλά δε μπορούν να αλλάξουν.
– Δε μπορείς κιόλας να παραδίνεσαι κάθε φορά στον πόνο τον άλλων. Πάντα κάτι θα συμβαίνει, κάθε στιγμή υπάρχει ένας άδικος πόλεμος και μια οδύνη κάπου στον κόσμο. Δεν είναι και δυνατό να παραλύεις γι΄αυτό συνέχεια…
Φυσικά. Εννοείται πως πρέπει να είμαστε διακριτικοί και να σεβόμαστε τον πόνο των άλλων, να προσέχουμε το πώς εμφανιζόμαστε στα social, γιατί αυτό δείχνει και μια εικόνα δική μας. Ακόμα κι αν δεν είμαστε αποκλειστικά μια ανάρτησή μας στο Instagram την ώρα που πεθαίνουν στην Ουκρανία ή τη Γάζα, παραμένει μια επιλογή μας για το τι θα δείξουμε. Παραμένει μια απόδειξη της κυριαρχίας του κινητού έναντι του βιβλίου και μια ένδειξη άγνοιας για το ιστορικό παρελθόν, ενδεχόμενα. Δεν είναι πάντως αξιόλογο για να μείνουμε σε αυτό. Είναι πιο μεγάλη η κουβέντα κι η εστίαση στη βία που ασκεί ο ισχυρός στον ανίσχυρο.
– Θεωρείς ότι έχουμε μια ροπή, μια έλξη προς το βάναυσο, προς το ωμό; Το ρωτάω γιατί αντιλαμβάνομαι πως συνηθίζουμε στον πόλεμο, όχι απλά στη βία. Ξέρεις, δεν υπάρχει πια ενδιαφέρον για το τι γίνεται στην Ουκρανία, όπως είναι άτονο πολύ πιο γρήγορα το ενδιαφέρον για τη Γάζα. Συνηθίζουμε στη φρικαλεότητα. Ίσως και λόγω υπερπροβολής. Είμαστε μια κοινωνία θεάματος και η μυθοπλασία φέτος στην τηλεόραση, που εστιάζει στο φρικαλέο, το επιτείνει. Σαν κάπως να μη μπορούμε να χαρούμε το όμορφο…
Έχεις πολύ δίκιο σε αυτό. Συμφωνώ πολύ. Άνοιξα τηλεόραση φέτος και μου έλειπε το ωραίο, μου έλειπε η ποίηση, ο ρομαντισμός. Δε μπορούμε να καταγράφουμε μόνο το κακό, τη στενοχώρια, τον πόνο. Ναι, μας αφορούν όλα αυτά, αλλά έχει παραγίνει. Εν τούτοις, οι εποχές κινούνται με μια ραγδαία ταχύτητα.
Το μεγάλο θέμα παγκόσμια, είναι ο υπερπληθυσμός. Το ’80 ήμασταν 3 δισ. και τώρα 8 προς τα 9. Από μόνο του αυτό επιφέρει άγχος, πίεση, πόλεμο, σφαγή. Ως τέχνη, πρέπει να το καταγράψουμε αυτό και δεν θα περιλαμβάνει ιδιαίτερο ρομάντσο και τριαντάφυλλα. Θα έχει μαχαίρια. Επειδή ο άνθρωπος είναι κτητικό ον, ο ανταγωνισμός τον κάνει ανελέητο. Κι επειδή δε μπορούμε να αποβάλλουμε το ζώωδες ένστικτο, ο άνθρωπος θα παραφέρεται και θα χάνει τον προσωπικό του πολιτισμό. Τα πράγματα θα γίνονται πιο βίαια.
Λέμε για τη δική μας τηλεόραση, αλλά ό,τι βλέπουμε, έχει επηρεαστεί από το Netflix και το streaming εν γένει. Ανοίγεις το Netflix κι είναι όλο πιστόλι και αίμα και serial killers. Η πληροφορία είναι πολύ πιο ισχυρή με τα μέσα που διαθέτουμε σήμερα. Θυμάμαι τον πόλεμο στο Ιράκ το 2003, τον βλέπαμε στην τηλεόραση με κομμένη την ανάσα, μα ως εκεί. Μετά ήταν όποιος έπαιρνε εφημερίδα που η αγορά της ήταν μια ενεργητική πράξη. Τώρα με τα social δε χρειάζεται ενέργεια και αναζήτηση της πληροφορίας. Μπαίνεις και σου εμφανίζεται ένας τύπος στη Γάζα να σου δείχνει το αιματοκύλισμα και από κάτω ένας στο Ντουμπάι να σου δείχνει 300 Ferrari.
Η τεχνολογία μας έφερε αντιμέτωπους με το όλον και είμαστε σε ένα στάδιο προσαρμογής που δεν περιλαμβάνει το μέτρο. Είτε θα σοκαριζόμαστε τρομερά είτε θα είμαστε απαθείς, επειδή αυτό που βλέπουμε δε γίνεται στο σπίτι μας. Έτσι είναι η φύση των πραγμάτων. Δες στο ζωικό βασίλειο. Θα είναι ένα κοπάδι, θα επιτεθούν λιοντάρια, θα κατασπαράξουν ένα μικρό ζώο και δίπλα οι γονείς του θα το βλέπουν να πεθαίνει και θα μασουλάνε χόρτο και θα συνεχίζουν. Η φύση είναι πολύ σκληρή.
– Θα ήθελες να ζήσεις την επόμενη ζωή σου ως ζώο;
Μακράν ναι. Όχι ότι τα ζώα ζουν καλύτερα από μας. Μην ξεχνάμε ότι τα ζώα τρώνε το ένα το άλλο ζωντανά. Έχω δει με τα μάτια μου στα ταξίδια μου στην Αφρική τέτοια περιστατικά. Ή πάω στο χωριό μου στην Άρτα και ακούω τους λύκους να ορμάνε στα γελάδια και να τα τρώνε ζωντανά. Εξαρτάται τι ζώο θα ήμουν. Ή τι φυτό, γιατί μου αρέσουν τα φυτά. Ή μπορεί να ήμουν ένα θαλάσσιο πλάσμα που η ζωή είναι πολύ μεγαλύτερη εκεί.
– Είπες έχεις κάνει πολλά ταξίδια. Ποια σε σημάδεψαν περισσότερο;
Ασυζητητί τα αφρικανικά. Το να κατέβεις κάτω από τη Σαχάρα, να βρεθείς σε μεσαιωνικές εποχές – κι αυτό το λέω κυριολεκτικά -, εντελώς πίσω στον χρόνο σε κάποιες χώρες, που βλέπουν το κινητό και είναι σαν όπλο, ήταν κάτι που με άλλαξε. Τα ταξίδια αυτά ήταν πολύ γήινα, μου έκαναν μεγάλο καλό. Έχω περάσει μεγάλα διαστήματα στη Δύση, αλλά ούτε που θυμάμαι έντονα όσο έντονα θυμάμαι τα ταξίδια στην Αφρική.
– Τη μοναξιά την αποζητάς;
Επί το πλείστον ζω μόνος, οπότε είμαι εξοικειωμένος, την αποδέχομαι, καλοπερνώ σε αυτήν. Κοινωνικότατος είμαι, αλλά θέλω τον προσωπικό μου χώρο και κάποιες φορές το παρακάνω. Έχω όμως τέτοια ζωή, που από το πρωί ως τα μεσάνυχτα θα είμαι με κόσμο. Τώρα πια έχω μια καλή ισορροπία με τον εαυτό μου, κοιμάμαι ήσυχα. Δεν είμαι στερημένος κοινωνικότητας, ούτε μοναξιάς. Το βασικό είναι με την επιλογή σου την κάθε στιγμή να είσαι καλά. Μην ξεχνάμε, μόνοι μας γεννιόμαστε, μόνοι μας πεθαίνουμε. Οι άλλοιΜ είναι μια συντροφιά στο ενδιάμεσο.
– Λες ότι είσαι ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος; Τα λες τα βαρύγδουπα συναισθήματα;
Δεν μπορεί, νομίζω, κανείς να παγιώσει την ευτυχία ή τη δυστυχία. Είχα διαβάσει κάποτε ότι η ευτυχία και η δυστυχία συμπορεύονται κάθε στιγμή και απλώς πότε στεκόμαστε περισσότερο στο ένα, πότε περισσότερο στο άλλο. Δεν λείπει ποτέ το ένα. Γι’ αυτό σε μεγάλες χαρές σκεφτόμαστε τι μπορεί να πάει στραβά και στις μεγάλες λύπες γελάμε, έχουμε την ελπίδα.
Το ζητούμενο στη ζωή είναι η αποδοχή όλων κι όχι η προσπάθεια διαχωρισμού του καλού με το κακό. Όποιος κάνει αυτή τη βλακώδη προσπάθεια, πιάνεται κορόιδο. Οι ευφυείς άνθρωποι δε μπορούν να είναι μόνο ευτυχισμένοι. Όταν έχεις αντίληψη για το τι σημαίνει ζωή-θάνατος, άπνοια-τρικυμία, δε μπορείς να ονειρεύεσαι το ένα από τα δύο.
– Ίσως αυτό να συμβαίνει και γιατί οι άνθρωποι αντικρύζουν την Ομορφιά και τα χάνουν που φτάνουν να απορρίπτουν οτιδήποτε άλλο.
Μπορεί. Αλλά κι αυτό επιβεβαιώνει όσα λέμε. Η ασχήμια είναι δίπλα στην ομορφιά, ζητάει τον χώρο της. Όταν κοιτάς τον θεό, ο διάβολος σου υπενθυμίζει την παρουσία του. Έτσι πλαστήκαμε, το σύμπαν μας έφτιαξε έτσι. Αντιστοίχως, κάποιος κοιτάζει τον διάβολο, σαγηνεύεται γιατί περιλαμβάνει μια αίσθηση επανάστασης, φτάνει ως και τη νοσηρότητα και αγνοεί την ύπαρξη του καλού, του θείου μέσα του που χτυπάει την πόρτα και σε ρωτάει «γιατί δεν κοιτάς το ωραίο;».
– Αναζητάς την ύπαρξη του θεού, έχεις ανάγκη να πιστέψεις σε κάτι;
Δείχνω σεβασμό στα στοιχεία της φύσης και αυτά θεοποιώ. Βλέπω τον σεισμό και ξέρω ότι δεν είναι ο άνθρωπος που ορίζει τη ζωή του. Τα μεγάλα φαινόμενα της φύσης, τα στοιχεία της μας λένε ποιος είναι ο δυνατός. Σε αυτή την ανώτερη δύναμη, που εμπεριέχει τη ζωή και τον θάνατο, στέκομαι με ταπεινότητα και δείχνω τον σεβασμό. Δεν έχω ορίσει τι είναι αυτό και σίγουρα είμαι αντίθετος με τις πινακίδες των θρησκειών.
– Από έρωτα είσαι πλήρης;
Πλήρης δεν πιστεύω πως θα νιώσω για το οτιδήποτε. Είμαι από τους ανθρώπους που η αίσθηση του ανικανοποίητου είναι το καύσιμό μου, με πάει παραπέρα. Χωρίς να χάνω το μέτρο ευτυχώς. Νιώθω όμως ότι η μέγιστη εκτίμηση που πρέπει να έχουμε στο κάθε λεπτό, στην κάθε ανάσα, έχει μια τόσο μεγάλη ερωτική σχέση με τη θάλασσα, τον ήλιο, την ποίηση, τον λόγο, τη μουσική, και από αυτά παίρνουμε πραγματικά την εικόνα της ύπαρξης. Μας επιβεβαιώνουν ότι ζούμε. Ο έρωτας το κάνει αυτό.
Όλα αυτά τα πράγματα είναι ανώτερα από μας. Ο έρωτας μας υπενθυμίζει ότι η ζωή είναι ωραία, είναι και ο δρόμος της αναπαραγωγής, της διαιώνισης, της συνέχειας. Είμαι λάτρης του έρωτα, όχι του δυαδικού, μεταξύ των φύλων, είμαι λάτρης του έρωτα με τη ζωή. Κι επειδή επεδίωξα την αυτογνωσία μέσω της τέχνης, νιώθω πιο γεμάτος από τα μικρά πράγματα και ερωτεύομαι τα μικρά. Κι αυτό μου επιστρέφει.
* Ο Αλέκος Συσσοβίτης πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Βασιλιάς Ληρ» στο Εθνικό Θέατρο (βρες info εδώ) ενώ τηλεοπτικά βρίσκεται στη σειρά Έρωτας Φυγάς στο OPEN Beyond.
** Η ταινία «Καπετάν Μιχάλης» κυκλοφορεί στις αίθουσες την Πέμπτη 21/12 σε διανομή της TFG.