Σαράφης

Νίκος Σαράφης: Ένας Έλληνας σκηνοθέτης στα μύχια της Νέας Υόρκης

Έρχεται με φόρα, χωρίς φλας και μακάρι να τυφλώσει με τη δουλειά του όλους τους «κάθετους δρόμους».

Η ελληνική κοινότητα στη Νέα Υόρκη δεν είναι απλώς πολυπληθής. Ενστερνίζεται βαθύτατα την ζωή στην πραγματική πρωτεύουσα των ΗΠΑ. Αφομοιώνεται, αναζητά και θέλει να έχει ίσο μερίδιο στο πάνω ράφι. Ο Νίκος Σαράφης είναι ένας Έλληνας που μετά από τόσα χρόνια εκεί, θα πρέπει να λογίζεται και Αμερικάνος. Όχι στο ζήτημα της καταγωγής, αλλά στον τρόπο που ζει και σκέφτεται. Εξωστρεφής και λάτρης του απερίγραπτου και του ξαφνικού, παθιασμένος με την κορεάτικη συνταγή των martial arts, αλλά και την υφή των ταινιών του Παρκ Τσαν-Γουκ, ο Νίκος Σαράφης μας μιλάει για όλα εκείνα που φανταζόμαστε και υποθέτουμε. Που στην πράξη απέχουν από λίγο ως πολύ.

Πότε έφυγες για την Αμερική και τι ήταν αυτό που προσδοκούσες τότε ότι θα βρεις εκεί; Ποια από αυτά που φανταζόσουν επαληθεύτηκαν και ποια ήρθαν πολύ πιο ζόρικα;

Έφυγα για την Νέα Υόρκη σε ηλικία 20 ετών, νομίζω το 2008. Ήμουν ενθουσιασμένος και ανυπόμονος να ξεκινήσω έναν διαφορετικό τρόπο ζωής από ότι εδώ στην Ελλάδα. Το επίπεδο μάθησης στην σχολή μου ήταν ικανοποιητικό και ήμουν τυχερός που δουλέψαμε πάνω σε πραγματικό φιλμ, πράγμα σπάνιο στις μέρες μας. Δεν μου έλειπε η Ελλάδα, αλλά μου έλειπε η ζεστασιά των δικών μου ανθρώπων. Η Νέα Υόρκη είναι μια πόλη που σε μεγάλο ποσοστό οι άνθρωποι μεταναστεύουν για ένα καλύτερο μέλλον ή λόγους καριέρας. Αυτό τους ωθεί σε αυτοματισμό συναισθημάτων, τυποποίησης και εγωκεντρισμού.

Η δυσκολία ήταν να μην αφομοιωθώ κι εγώ από αυτόν τον τρόπο ζωής αυτής της πόλης. Ο πόνος είναι για εμένα είναι μέρος της ζωής και τον ασπάζομαι, προσπαθώ να μάθω από αυτόν. Δεν τον αποφεύγω. Πολλοί φεύγουν από τις πατρίδες τους για να ξεφύγουν από αυτό, αλλά εν τέλει ο πόνος πάντα τους ακολουθεί.

Έχω την αίσθηση ότι το να είσαι ηθοποιός είναι πιο εύκολο από το να είσαι σκηνοθέτης, με την έννοια ότι στην πρώτη περίπτωση είσαι σε κάποιο agency και σε στέλνουν σε οντισιόν. Όταν όμως σκηνοθετείς είσαι αυτός που καλείται να δημιουργήσει και να προτείνει σε άλλους. Πέφτω καθόλου κοντά;

Είσαι πολύ κοντά. Η σκηνοθεσία είναι μοναχικό επάγγελμα. Πρέπει να αναλύσεις πολλά, όπως φιλοσοφία, ιστορία, ψυχολογία μέχρι και business. Ο ηθοποιός πρέπει να είναι εξωστρεφής και συνεχώς στο προσκήνιο για να μην ξεχαστεί, αλλά σαν σκηνοθέτης καλείσαι να κάνεις και τα δύο. Η ισορροπία μεταξύ της δημιουργικής μοναχικότητας και της εξωστρέφειας θέλει εμπειρία για να ισοσκελιστεί και αυτό είναι ένα κομμάτι που ακόμα το μαθαίνω.

Ποιες είναι οι συνθήκες για έναν ανερχόμενο καλλιτέχνη στην Αμερική, τη Νέα Υόρκη; Τι πρέπει να υπερβείς;

Οι συνθήκες είναι πολύ καλές. Τόσο εργασιακά όσο και καλλιτεχνικά. Θα πρέπει να εκμεταλλευτείς την ιδιαιτερότητα σου, ελπίζοντας πως κάποιος, κάποια στιγμή θα ανταποκριθεί και θα πας παρακάτω. Πρέπει να υπερβείς την έμφυτη κατωτερότητα σου. Δηλαδή να μην βλέπεις το ανταγωνισμό σαν αρνητικό αλλά σαν κάτι το οποίο μπορεί να σε βοηθήσει και να το χρησιμοποιήσεις για το συμφέρον σου.

Βλέπω στο βιογραφικό σου έχεις κάνει μπόλικα πράγματα από το 2012 και μάλιστα βρέθηκες στις Κάννες με ταινία μικρού μήκους που έκανες. Πώς ήταν η εμπειρία;

Δούλεψα με πολλούς καλλιτέχνες και βρέθηκα σε πολλά γυρίσματα. Ο Γλάρος ήταν η πτυχιακή μου, παρθενική ταινία, που αγαπήθηκε πολύ από τους καθηγητές της σχολής μου αλλά και από διάφορα φεστιβάλ. Οι Κάννες ήταν σίγουρα μια ιδιαίτερη εμπειρία, και ήμουν τυχερός που πήγα τόσο νέος ώστε να μάθω πόσο πραγματικά πολυδιάστατος είναι ο κόσμος του κινηματογράφου. Έμαθα να χειρίζομαι τον ανταγωνισμό που προανέφερα, όπως επίσης με βοήθησε να απομυθοποιήσω τον κόσμο της σόουμπιζ. Αυτό που έχει σημασία είναι η δουλειά σου και όχι οι διακρίσεις των φεστιβάλ.

Ποια είναι τα πρέπει και τα μη που θέτει ένας σκηνοθέτης στον εαυτό του; Πώς χτίζει το υπόβαθρο του για να μπορεί να σταθεί αντάξιος της θέσης του και εμπειρότερων ανθρώπων που μπορεί να συνεργαστεί;

Νομίζω ότι ο σκηνοθέτης πρέπει, κατά εμέ, να είναι ο χειρότερος κριτής της δουλειάς του, ίσως και κυνικός. Να μην παρασύρεται, από στιγμιαίους συναισθηματισμούς, δάκρυα, κραυγές, κλπ. Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μπλέκει το όραμα του με ρηχούς συναισθηματισμούς που μπορούν εύκολα να τον προδώσουν. Δεν το σκέφτομαι σαν υπόβαθρο ή μέτρηση εμπειρίας. Η ομαλή συνεργασία πολλών ατόμων, άπειρων και έμπειρων, είναι αναγκαία. Πιο συγκεκριμένα, οι έμπειροι πρέπει να ακούνε τους άπειρους, όσο και οι άπειροι να ακούνε τους έμπειρους. Δεν χωράνε εγωισμοί στο γύρισμα.

Οι σκηνοθέτες που έχεις «αφίσα» είναι ο Σκορτσέζε, ο Κιούμπρικ και ο Ιμαμούρα. Κάποιος άλλος; Κάποια ταινία που είδες πρόσφατα και θαύμασες;

Σίγουρα έχω πολλούς που θαυμάζω. Akira Kurosawa, Bella Tarr, Abbas Kiarostami, Paul Thomas Anderson, Park Chan Wook και πολλούς άλλους. Πρόσφατα είδα το Manchester by the Sea του Kenneth Lonergan, και το βρήκα πολύ γοητευτικό και συναισθηματικά φορτισμένο. Παλιός καλός Αμερικάνικος κινηματογράφος. Μου έλειψαν αυτές οι ταινίες.

Η σκηνοθετική δουλειά είναι κάπως δεδομένη στον θεατή. Δηλαδή όταν βλέπεις μια ταινία παίρνεις ως fact ότι όλο το αποτέλεσμα είναι δουλειά του σκηνοθέτη. Δεν είναι όμως κάτι «απτό», όπως η ερμηνεία του ηθοποιού. Πώς δίνεις το δικό σου στίγμα στην ταινία;

Καλή ερώτηση. Όταν τελειώσαμε την δεύτερη ταινία Guarded Angels και την πρόβαλα σε φίλους και συγγενείς, μου είπαν πως έχει κάτι παρόμοιο με την πρώτη μου ταινία. Πολύ διαφορετικά σενάρια. Ο Γλάρος διαδραματίζεται στην Ελλάδα του ’50 όπου ένας γέρος φαροφύλακας απλά ζει την ρουτίνα του ενώ περιμένει τον γιο του να επιστρέψει από τον εμφύλιο. Η δεύτερη, αναφέρεται στην ανακάλυψη της σεξουαλικότητας μιας νεαρής κοπέλας που εμπλέκεται στον κόσμο της πορνείας στην Νέα Υόρκη. Ίσως το κοινό και οι κριτές να μπορούν να απαντήσουν καλύτερα σε αυτήν την ερώτηση. Τελικά πιστεύω ότι το στίγμα αποδίδεται από τον τρόπο σκέψης και εκτέλεσης.

Πιστεύω ότι ένας σκηνοθέτης δεν είναι μόνο η γνώση του ρόλου του, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος, ολιστικά. Πού εδράζονται οι εμπνεύσεις σου, οι αισθητικές επιλογές που κάνεις στο ντύσιμο μιας ταινίας;

Εμπνέομαι κυρίως από προσωπικές εμπειρίες, αφηγηματικά βιβλία, αρχαίες τραγωδίες, ιστορία και φιλοσοφία, εάν και τα δυο τελευταία συνεπάγονται. Οι ταινίες που θαυμάζω είναι πάντα μια βάσιμη πηγή έμπνευσης, αλλά δεν είναι και η καλύτερη επιλογή. Υπάρχει ο κίνδυνος να πάρεις μια απόφαση είτε εικαστική είτε ερμηνευτική που να μην ταιριάζει στο δικό σου σενάριο αλλά απλά θεωρείς την πηγή έμπνευσης ανώτερη εξ ορισμού. Οπότε πρέπει να είσαι προσεκτικός. Επίσης τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι είναι κάτι που μου αρέσει πολύ να πηγαίνω, ιδιαίτερα το MOMA (Museum of Modern Art) στην Νέα Υόρκη ή το μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα.

Αν έπρεπε να διαλέξεις μεταξύ των δύο, τι θα επέλεγες: χολιγουντιανή μπλοκμπαστεριά ή ευρωπαϊκό σινεμά (π.χ. σκανδιναβικό);

Ανάμεσα σε αυτά τα δύο είδη θα διάλεγα το μπλοκμπαστερ. Εάν μου ρώταγες μεταξύ αυτού και ταινία martial arts στο Χονγκ Κονγκ, θα διάλεγα το δεύτερο! Είναι ένας στόχος μου για το μέλλον να γυρίσω ταινία τέτοιου είδους.

Μιας και το φέρνει η κουβέντα. Από τα ευρωπαϊκά ρεύματα ποιο σου αρέσει;

Σίγουρα ο Ιταλικός νεορεαλισμός και ο Γερμανικός εξπρεσιονισμός. Τα αγαπημένα μου. Ακόμα και οι σιωπηλές ταινίες του Γερμανικού Σινεμά είναι απίστευτα πλούσιες τόσο εικαστικά όσο και συναισθηματικά. Το The Last Laugh του F.W. Murnau είναι σίγουρα από τις αγαπημένες μου ταινίες ever και αντιπροσωπεύει πλήρως αυτό που προανέφερα.

Πώς βλέπεις την ελληνική πραγματικότητα και αυτό το «weird wave» που αποτυπώνεται στη δουλειά του Λάνθιμου και του Φιλίππου;

Μου αρέσει πολύ ο Κυνόδοντας. Ο Κ. Λάνθιμος πιστεύω είναι από τους καλύτερους σκηνοθέτες παγκοσμίως αυτήν την στιγμή. Αλλά πάντα έναν σκηνοθέτη τον αξιολογώ από το σύνολο των έργων του και θα ήθελα να δω τον Κ. Λάνθιμο να κάνει κάτι διαφορετικό για αυτόν, στην επόμενη δουλειά του. Πολλοί σκηνοθέτες πέφτουν στην παγίδα  και κάνουν ξανά και ξανά αυτό που τους έφερε επιτυχία. Μου αρέσουν οι καλλιτέχνες που συνεχώς πειραματίζονται. Όσο για τους λοιπούς που ακολουθούν το στιλ του Κ. Λάνθιμου, το βρίσκω λυπηρό.

Πώς αντιμετωπίζεις όλη αυτή την επικριτική ματιά με την οποία τους υποδέχεται σε κάθε νέα ταινία μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας;

Προσωπικά μου αρέσει το Ελληνικό κοινό και οι κριτές. Δεν τους πείθεις εύκολα. Πολύ σκληροί και δεν θα ενθουσιαστούν με το παραμικρό. Εάν ποτέ καταφέρω να κινηματογραφήσω Ελληνική ταινία και το κοινό κλάψει, γελάσει και να χειροκροτήσει, θα είμαι πολύ χαρούμενος. Πιστεύω η επικριτική ματιά είναι κατανοητή, λαμβάνοντας υπόψη τις κακές Ελληνικές παραγωγές. Δυστυχώς η αγορά σε σύγκριση με το πόσο κοστολογείται μια Ελληνική παραγωγή μόνο λογική δεν είναι.

Έχω στο μυαλό μου παραδείγματα σκηνοθετών που τα τελευταία χρόνια έχουν πέσει στην παγίδα του εαυτού τους. Γίνονται μονοδιάστατοι. Σα να παίζουν σκάκι με το μέσα τους και να χάνουν. Σκέφτεσαι πως θα είναι ένα τέτοιο ενδεχόμενο για σένα στο μέλλον;

Μπορεί και να συμβεί. Συνεχώς σκέφτομαι πως να ξεπεράσω τα δικά μου όρια. Κάποιες φορές και μεγάλοι σκηνοθέτες όπως ο Wong Kar Wai, επαναλαμβάνονται, ο οποίος χρειάστηκε 3 ταινίες της ίδιας θεματολογίας (Days of being Wild, In the Mood for love, 2046), για να νιώσει ότι πλέον κατάφερε να αποδώσει στο έπακρο το νόημα της χαμένης αγάπης. Κατά μέσο όρο μία ταινία για να ολοκληρωθεί μπορεί να χρειαστεί από ένα έως τρία χρόνια, οπότε είναι σίγουρο ότι δεν θα καταπιαστώ με κάτι που νομίζω ότι ο κύκλος του έχει κλείσει.

Έχεις στα σκαριά μια νέα ταινία. Πες μας δυο λόγια…

Το The Man Vanishes γράφτηκε πριν δέκα χρόνια και από τότε το δουλεύω διαρκώς. Πιστεύω πλέον είμαι έτοιμος για πιο πολύπλοκα σενάρια και μεγάλα σετ και θα το δοκιμάσω. Είναι ένα μυστηριώδες θρίλερ που διαδραματίζεται στην Νέα Υόρκη. Ο κεντρικός χαρακτήρας τυγχάνει άθελα του να γίνει ο μοναδικός μάρτυρας αλλά και ο ύποπτος της εξαφάνισης του CEO της εταιρίας όπου εργάζεται. Ο χαρακτήρας μας δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί νιώθει τύψεις για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε και αυτό έχει επιπτώσεις και στην προσωπική του ζωή. Όταν μια μέρα ομολογεί τι ακριβώς έγινε εκείνο το βράδυ ο κόσμος του υποσυνείδητου του αποδεικνύει ότι τελικά μπορεί να μην είναι και τόσο αθώος όσο αρχικά νόμιζε. 

Σου λείπει η Ελλάδα; Θα ήταν επιλογή σου και όχι ανάγκη να επιστρέψεις και να κάνεις κάτι εδώ;

Η Ελλάδα δεν μου λείπει, αλλά οι άνθρωποι της μου λείπουν. Επειδή ζω αρκετά χρόνια μακριά από τον τόπο μου, φιλτράρω λίγο πιο αντικειμενικά τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία μας. Πίστεψε με υπάρχουν πολλά θετικά στην Ελλάδα και στους ανθρώπους της. Θαυμάζω ότι μπορεί να πας να αγοράσεις τσιγάρα από ένα περίπτερο και να καταλήξεις να αναλύεις ιστορικά γεγονότα του 1912 με τον απρόσμενα μορφωμένο περιπτερά. Αυτό δεν υπάρχει στο εξωτερικό. Θα ήθελα κάποια στιγμή να επιστρέψω, όταν υπάρχει τουλάχιστον μια βάση για καλό κινηματογράφο και θα βάλω και εγώ το λιθαράκι μου στον γκρεμισμένο τοίχο που λέγετε Ελληνικός κινηματογράφος.

Ποια είναι η ματιά σου για τους Αμερικάνους εν γένει, την πολιτική τους σκέψη και ποια είναι η ματιά τους σε σένα;

Η Νέα Υόρκη είναι ξεχωριστή πόλη. Οι άνθρωποι, όπως και εγώ, είναι αφοσιωμένοι βαθιά μέσα στον εαυτό τους και αυτό δημιουργεί αυτήν την ενέργεια και αύρα που όλοι μιλάνε. Είναι κάτι μοναδικό που δεν νομίζω ότι υπάρχει σε άλλο μέρος του πλανήτη. Πολλές ευκαιρίες, πολλές αποτυχίες αλλά και επιτυχίες. Όλο αυτό έχει και επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση των Νεοϋορκέζων. Πολλοί χάνουν την ιδιαιτερότητα τους, τις αξίες τους και συνεχώς προσπαθούν να φτάσουν το συνεχόμενα εναλλασσόμενο περιβάλλον της Νέας Υόρκης.  Όσο είναι δυνατόν προσπαθώ να ξεφύγω από αυτόν το φαύλο κύκλο και να μην κυνηγάω την ‘’μόδα’’ τόσο καλλιτεχνικά όσο και προσωπικά.

Όσο αναφορά στο πως με βλέπουν οι Νεοϋορκέζοι θα έλεγα σίγουρα με ενδιαφέρον και θαυμασμό. Μεγάλο ποσοστό αγαπάει τους Έλληνες και την κουλτούρα μας, αλλά και το φαγητό μας! Περί πολιτικών, δεν νομίζω η πλειονότητα της Νέας Υόρκης να έχει πολιτική σκέψη ή προβληματισμούς πέραν των αστείων για τους εκάστοτε προέδρων.

Τι ρόλο θα έδινες στον Ντόναλντ Τραμπ αν τον είχες σε ταινία σου;

Σίγουρα όχι του κακού, όπως πολλοί θα έδιναν. Ίσως έναν ρόλο απρόβλεπτο. Έναν Action hero στυλ Λιαμ Νίσον. Ούτως ή άλλως, ο Τράμπ είναι πολύ καλός ηθοποιός οπότε δεν θα είχε πρόβλημα με αυτό.