Τα 5 χρόνια που βρισκόταν στο Ράδιο Αρβύλα θα αποτελούν για εκείνη – και για άλλους – ένα ορόσημο. Όχι όμως μια ανάμνηση που θα την τραβάει προς τα πίσω. Έγινε, ήταν τρομερή εμπειρία για ένα κορίτσι 20 ετών, ως εκεί. Σε αυτά τα 9 χρόνια που πέρασαν η Ευγενία Σαμαρά πήρε εντελώς στα χέρια της την ζωή της, κυνήγησε πράγματα, νίκησε, ηττήθηκε, έμαθε και ακολουθεί αυτό που έλεγε κάποτε ο Μπέκετ. Κάνει τα ίδια λάθη με καλύτερο τρόπο. Λάθη με την έννοια ότι αυτό που σε άλλους θα φάνταζε παράλογο, για εκείνη είναι το λογικό. Είναι κυρίως το συναίσθημα.
Το 2013 αποφάσισε να φύγει από τη Θεσσαλονίκη, το μέρος που απέκτησαν προέκταση οι ρίζες των ποδιών της, και να έρθει στην Αθήνα. Σε ένα μέρος που την ήξερε αποκλειστικά ως η κοπέλα που βγαίνει για 3 λεπτά και παρουσιάζει ένα χιουμοριστικό βίντεο. Αν είχες την διάθεση να προσέξεις λίγο περισσότερο και να αφήσεις στην άκρη την ομολογουμένως εντυπωσιακή της ομορφιά, θα έβλεπες ότι η Ευγενία είναι ένα τυπάκι. Όχι με την κλισέ έννοια που έχει πάρει σήμερα. Αλλά με την πιο αυθεντική και ειλικρινή. Που θέλει να δείξει ότι έχει έξυπνο χιούμορ, έξυπνη ατάκα, ότι μπορεί να σπάσει την κάπως άδικη μοίρα που επιφυλάσσει η τηλεόραση και τα αθηναϊκά μέσα σε κορίτσια σαν κι εκείνη. Και το πέτυχε.
Τα τελευταία τρία χρόνια μένει στα Εξάρχεια. Με ένα μεγάλο διάλειμμα που το πέρασε για δουλειά στην Κύπρο. Εκεί δώσαμε και το ραντεβού μας – εν μέσω γυρισμάτων για εκείνη για τη νέα ταινία του Περράκη, το Success Story – στο Φαεινόν. Παρά τα όσα ακούγονται συνήθως για την περιοχή, της αρέσει πολύ. Να βγάζει το πόδι της από την πόρτα και να έχει τόσες επιλογές. «Από πολύ νωρίς αισθανόμουν τρομερά οικεία.
Όταν έφυγα Κύπρο ήμουν στην Αθήνα 6-7 μήνες. Λογικά θα έπρεπε να θυμάμαι τη Θεσσαλονίκη. Κι όμως όταν έλεγα τη λέξη “σπίτι” εννοούσα την Αθήνα. Εδώ αισθανόμουν σα να ζούσα 10 χρόνια. Ήξερα τα μέρη, τους ανθρώπους, προσανατολίζομαι και εύκολα» θα μου αποκριθεί και θα μιλήσει για τα κλασσικά σημεία που πηγαίνει κάθε μέρα. Το ψιλικατζίδικο, το φούρνο, το μπαράκι.
Φανερά αδυνατισμένη από το περπάτημα που έριξε τον πρώτο της καιρό εδώ, μίλησε με μεγάλη όρεξη για πράγματα που την ρώτησα εκκινώντας από την σκέψη ότι εμένα με απασχολούν. Ακόμα και τις χαζομάρες που την ρώτησα για τα προαιώνια διλήμματα «καλαμάκι-σουβλάκι», «αλοιφή-σος», το περιλάλητο «αφού» που η ίδια ισχυρίστηκε ότι το λέει συνέχεια, αλλά στην συνομιλία μας κατάφερε να μην το πει καθόλου και όλα τα σχετικά. Κι αυτό είναι μια ακόμα μικρή λεπτομέρεια για το πόσο απολαυστική μπορεί να γίνει μια κουβέντα μαζί της.
Σε αυτό συνέβαλλε πολύ και το πόσο πολυπράγμων είναι. Και extreme. Κάτι για το οποίο ευχαριστεί τον αδερφό της που την οδήγησε στα λημέρια των θαλάσσιων σπορ. «Με τράβηξε ο αδερφός μου που είναι ριψοκίνδυνος και λάτρης extreme. Από τα θαλάσσια σπορ μου μένουν ακόμα κάποια αλλά είναι στο πρόγραμμα να τα δοκιμάσω» λέει έχοντας πατήσει check σε θαλάσσιο σκι, wakeboard, kite, ιστιοσανίδα και πολλά εκτός υγρού στοιχείου. Συν καμιά 10αριά είδη χορού που έχει μάθει καλά.
Ο αδερφός της είναι για εκείνη αναπόσπαστο και κεντρικό κομμάτι στην ζωή της. «Είμαι πολύ γειωμένη και οργανωτική εγώ. Ο Στέλιος με ανέβαζε από το έδαφος. Κι εγώ τον τραβούσα λίγο προς τα κάτω. Μια ωραία ισορροπία. Μικρά εννοείται πως σκοτωνόμασταν. Είχα φάει πολύ ξύλο μιας κι έχουμε 5 χρόνια διαφορά. Ήταν υπερδραστήριος, δεν έβαζε κώλο κάτω. Ήταν ένα αγοράκι που ήθελε στο σπίτι παρέα και την πλήρωνα εγώ. Το βλέπαμε σαν παιχνίδι όλο αυτό. Οργανώναμε ιστορίες. Τις έτρωγα γιατί ήμουν μικρότερη, αλλά στο τέλος πάντα “κέρδιζα”. Του το δίνω αυτό. Μου έδινε την κάθαρση. Η σχέση μας πλέον είναι σε άλλο επίπεδο. Ταξιδεύουμε μαζί, αναλύουμε τα προσωπικά μας μαζί. Αυτός μου λείπει πιο πολύ από όλους».
Αν δεν τη διέκοπτα, η Ευγενία θα μπορούσε να μιλάει για τον αδερφό της για ώρες. Μόνο γι΄αυτόν. Το πρόσωπο της σχηματίζεται αλλιώς όταν θυμάται το πως ήταν παιδιά.
Φυσικά δεν είναι μόνο ο αδερφός. Είναι και ο μπαμπάς με τη μαμά. Μια μαμά που την άφησε επίσης πίσω της το 2013 που ήρθε στην Αθήνα. Πώς αντιμετώπισε η ίδια ότι δεν την είχε πια κοντά της;
«Με τη μαμά μου το bonding ήταν ισχυρό. Στην καθημερινότητα δεν το καταλάβαινα, γιατί έμενα μόνη από τα 18. Βέβαια, έμενα πολύ κοντά με τους γονείς μου, οπότε είχα αυτό το “έρχομαι σπίτι, παίρνω κανένα φαγητό, αφήνω ρούχα για πλυντήριο”. Το πρώτο που μου χτύπησε άσχημα ήταν που έπρεπε να τα κάνω όλα μόνη μου. Το δεύτερο ήταν ότι – με τη μαμά μου είχαμε καθημερινή επαφή – συνειδητοποίησα ότι μιλούσαμε πολύ, αλλά δεν την έβλεπα. Δηλαδή στη Θεσσαλονίκη κάναμε βόλτες, πηγαίναμε για ψώνια, βγαίναμε για καφέ. Είναι δύσκολο προφανώς να χάνεις το περιβάλλον και τις σταθερές σου. Φίλους, γειτονιά κλπ. Αλλά είχα μέσα μου πιο ισχυρό το θέλω να χτίσω τη ζωή μου κάπου αλλού. Όπως έστρωσα θα κοιμηθώ. Αφού αυτό ήθελα, έπρεπε να τα αποδεχτώ όλα. Η μάνα μου δεν ξέρω πως το αντιμετωπίζει».
Το Αρβύλα, το «τηλεοπτικό σταμπάρισμα» και η αναζήτηση μιας μεγαλύτερης τύχης
Οι περισσότεροι έχουν μείνει ακόμα σε αυτό που έκανε στο Ράδιο Αρβύλα. Και είναι τόσο πεισματική κι επίμονη η διαχείριση των μέσων προς το πρόσωπο της που θα έπρεπε να την εκνευρίσει. Θα είχε κάθε δικαίωμα. Κι όμως το περνάει στο ντούκου. Συνεχίζει να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για τον εαυτό της, εξελίσσει το ταλέντο. Κάτι που δεν ξέρω πόσοι θα είχαν την διάθεση να το διαχειριστούν τόσο ήρεμα, δίχως να εκφράσουν μια διαμαρτυρία, μια απόγνωση. Η Ευγενία Σαμαρά είναι κυριολεκτικά ζεν. Κι ας ξέρει ότι αν είχε ακολουθήσει αυτό που επέλεξε πίσω στα 18, τότε θα είχε γλυτώσει από όλο αυτό. Κι ας πιάστηκαν αδιάβαστοι οι γονείς της με την στροφή που έκανε.
«Μέχρι να αποδεχτούν τι είναι αυτό που κάνω…Γιατί εγώ ξεκίνησα για άλλα πράγματα. Δεν μπορώ να πω ότι μου δημιούργησαν πρόβλημα, δεν τους άφησα και πολλά περιθώρια. Έμειναν όμως με στόμα ανοιχτό στις αλλαγές. Δεν ξέρω αν ήταν η καλύτερη τους. Δεν το έχουμε συζητήσει και ποτέ. Εγώ ασχολούμουν με την αρχιτεκτονική τοπίoυ. Έτσι ξεκίνησα. Και αυτή η καριέρα σε μια κοινωνία που έχει μεγαλώσει με έναν τρόπο, σε μια γενιά που έχει ποτιστεί με το σκεπτικό “γιατρός, δικηγόρος, αρχιτέκτων” είναι επιθυμία. Εγώ είμαι και λίγο οργανωτική οπότε ήθελα να έχω και κάτι σταθερό όταν το αποφάσισα.
Στους δικούς μου είχε αρέσει η όλη ιδέα. Ο αδερφός μου π.χ. που έχει μια φιλοσοφία διαφορετική, πιστεύει ότι όταν κάτι σου αρέσει πρέπει να το κυνηγάς. Άσε που στα 18 δεν ξέρεις τι σου γίνεται. Ούτε και στα 20 ήξερα τι μου γίνεται. Μη σου πω και τώρα που μπαίνω στα 30 δεν ξέρω αν ξέρω!»
Πάνω στη Θεσσαλονίκη έκανε μερικά πολύ ωραία πράγματα σε θεατρικό επίπεδο. Είχε τους ανθρώπους να απευθυνθεί. Ακόμα και την θεατρική παράσταση που έγραψε με τον φίλο της Νέλσον Λούκας (Άλλη Μια Ξεχωριστή Ιστορία) ήξερε ότι έχει τις άκρες να την προωθήσει. Έχοντας κάνει πολύ σημαντικά βήματα, αυτό που αναρωτήθηκα είναι τι συνάντησε στις προσπάθειες της στην Αθήνα.
«Αρχικά, ήρθα στην Αθήνα μετά την Εκδρομή. Τέλειωσαν τα γυρίσματα στη Νάουσα, έρχομαι εδώ έχοντας συζητήσει κάποια πράγματα τηλεοπτικά και θεατρικά. Οπότε είχα μια αντίληψη ότι θα γίνουν πράγματα. Κι όταν ήρθα, άρχισαν να ακυρώνονται οι δουλειές η μία πίσω από την άλλη. Σε σημείο που άρχισαν να σκέφτομαι ότι η Αθήνα δε με σηκώνει. Ξεκινάει η Εκδρομή να παίζεται, σκάνε ακόμα κάποιες προτάσεις θεατρικά. Πάλι ακυρώνονται. Λέω “εντάξει, δεν θα δουλέψω ποτέ”. Κι έχει περάσει ο καιρός αρκετά και μου γίνεται η πρόταση για την Κύπρο. Γενικά δεν ψάχτηκα πολύ γιατί είχα ως δεδομένες τις προτάσεις. Είχα στηριχτεί σε αυτές. Τον πρώτο χρόνο έφαγα πολλά άκυρα. Ουσιαστικά τώρα αρχίζει η Αθήνα να γίνεται βάση και να ψάχνω.
Σε αυτή τη φάση ήταν πάλι να ξανακάνω μια παράσταση που αναβλήθηκε. Έχω πια μπει στη φιλοσοφία ότι αφού γουστάρω να κάνω θέατρο και τα πράγματα είναι περίεργα γύρω μου, θα το κάνω μόνη μου. Το θέατρο δεν με ικανοποιεί απόλυτα γύρω μου. Υπάρχουν 5-6 δουλειές που μ΄αρέσουν, αλλά δεν τρελαίνομαι με τα δρώμενα. Είμαι λοιπόν στη φάση να βρω ένα κείμενο, να βρω ανθρώπους που μου αρέσει η αισθητική τους κτλ και να γίνω παραγωγός σε κάτι δικό μου».
Για μια κοπέλα που ο κόσμος την θεωρούσε τηλεοπτικό πρόσωπο και αγνοούσε την βασική της πλευρά, την υποκριτική και το θέατρο, το να υπάρξει ένα κάποιο σταμπάρισμα από τις παραγωγές του αθηναϊκού θεάτρου φαντάζει στανταράκι.
«Υπάρχει μια μεγάλη πλευρά του θεάτρου μαγκωμένη στα τηλεοπτικά πρόσωπα. Ήταν ένας φόβος μου αυτό. Όχι η Αρβύλα αυτούσια, αλλά και το τι έκανα εκεί. Στη Θεσσαλονίκη ο κόσμος ήξερε ότι είμαι ηθοποιός. Είχα γνωριμίες, οι άνθρωποι του χώρου ήξεραν. Εδώ δεν το γνώριζαν ότι είμαι ηθοποιός. Κατάλαβα τώρα πια ότι στην εποχή που ζούμε ότι έχουν μπλεχτεί λίγο οι χώροι. Ο ένας πηδάει από τηλεόραση σε θέατρο για πλάκα. Οπότε γίνεται ένα μπλέξιμο που για μένα μόνο καλό μπορεί να είναι. Οι περισσότεροι πάνε στην τηλεόραση για το εισόδημα. Γιατί η τηλεόραση είναι ένα μέσο που δεν σου προάγει 100% αυτό που θες εσύ να δώσεις.
Όχι γιατί δεν γίνονται καλές δουλειές, αλλά γιατί δεν ξεκίνησες γι΄αυτό. Συνήθως ο ηθοποιός στοχεύει θέατρο ή σινεμά που έχει άλλη φιλοσοφία. Η τηλεόραση είναι μέσο εξυπηρέτησης για να γίνεις γνωστός ή για να βγάλεις λεφτά. Σίγουρα μπορείς να βρεις ή να κάνεις ενδιαφέροντα πράγματα κι εκεί. Για μένα τα 2 χρόνια καθημερινό – που το αντιμετώπισα και με μια έπαρση, τύπου θα είναι ωραίο; τι θα κάνω, πώς θα είναι» – ήταν μεγάλο σχολείο. Είναι φάμπρικα το καθημερινό. Γυρίζεις σκηνές μέχρι…να πεθάνεις. Δεν ξέρω αν θα το ξαναέκανα, δε λέω και μεγάλες κουβέντες, αλλά πήρα πάρα πολλά πράγματα».
Αφού λοιπόν έχει αντιληφθεί ότι θα υπάρξουν φορές που το τηλεοπτικό της background ίσως επηρεάσει την απόφαση ενός σκηνοθέτη στο θέατρο, πώς αντιμετωπίζει μια αποτυχημένη οντισιόν;
«Με στεναχωρεί προφανώς, το να χάσω μια δουλειά που την ήθελα. Για να είμαι ειλικρινής δεν μου έχει συμβεί πολλές φορές, οπότε δεν ξέρω αν έχω μάθει να το διαχειρίζομαι. Πάω παρακάτω σίγουρα, γρήγορα θα φύγω, δε θα κάτσω να αναλωθώ σε μακράς διαρκείας στενοχώρια. Παίζουν πολλά. Έχει να κάνει με το physique, τι τους κάνει, αν έχουν βρει κάποιον καλύτερο από μένα».
Σε ένα πισωγύρισμα που κάνει η συζήτηση, την σταματάω λίγο να την ρωτήσω αν η αναγνωρισιμότητα που απέκτησε άνοιξε τα πανιά της προς την έπαρση ή αν κατάφερε να μείνει στο έδαφος.
«Εγώ δούλευα στο ραδιόφωνο με τα παιδιά, οπότε μου έκαναν την πρόταση για την Αρβύλα. Το έκανα για το παραπάνω εισόδημα και επειδή περνούσα καλά. Ήταν κάτι πολύ συγκεκριμένο, ήξερα γιατί είμαι εκεί, προσπαθούσα όσο το δυνατόν περισσότερο να είμαι ο εαυτός μου…Μέχρι εκεί. Δεν με απασχόλησε καθόλου παρά μόνο όταν τελείωσε η εκπομπή, για το τι εικόνα έχουν για μένα οι υπόλοιποι. Κυρίως γι΄αυτούς που δεν ήξεραν ότι είμαι ηθοποιός και το πόσο δύσκολο θα είναι να τους πείσω ότι είμαι. Αντιλήφθηκα γρήγορα πως ο καθείς θα καταλάβει αυτό που θέλει. Δεν χρειάζεται να ξοδέψω παραπάνω χρόνο.
Είναι πολύ εύκολο να φαγωθείς με τα ρούχα σου. Ευτυχώς που το έζησα αυτό στη Θεσσαλονίκη και δεν πήρα έπαρση από αυτό που έκανα. Ήταν αυτό που ήταν. Οι άνθρωποι που δούλευα επίσης ήταν “γειωτικοί”. Με κρατούσαν. Για μένα ήταν μεγάλη τύχη αυτές οι συνθήκες. Δε μπορώ να ξέρω πως θα ήταν στην Αθήνα. Θεωρώ ότι αυτές τις αρχές και την ωριμότητα θα την είχα κι εδώ».
Αυτό που σίγουρα κέρδισε από το Αρβύλα ήταν η ευκαιρία να ανοιχτεί στα παλιρροιακά νερά της τηλεόρασης. Το 2013 ήρθε η πρόταση για την Εκδρομή. Η πρώτη της δουλειά πάνω στο αντικείμενο της.
«Ήταν υπέροχα. Λες και είχαμε φύγει για διαλογισμό κάπου. Ήταν η πρώτη μου δουλειά, είχα ένα ρόλο που με ιντρίγκαρε πάρα πολύ, με έναν σκηνοθέτη (Αλέξανδρος Πανταζούδης) που είναι φίλος και αγαπώ πολύ. Πήρα πράγματα. Θα το ξανάκανα. Αυτό είναι κάτι που θεωρώ ότι έχουμε ως προνόμιο εμείς οι ηθοποιοί. Τη δυνατότητα να γυρίσουμε μέρη. Έστω στα δικά μας μικρά όρια. Δεν είμαστε Game of Thrones να πάμε Ιρλανδία, αλλά και πάλι.»
Η οπτική της για την τηλεόραση σήμερα
Φέτος συμπληρώνει 9 χρόνια που βρίσκεται εντός ή πέριξ του τηλεοπτικού γίγνεσθαι. Το σινεμά και το θέατρο βέβαια παραμένουν για εκείνη προτεραιότητα. Αλλά δε γινόταν μην τη ρωτήσω για τη λαίλαπα του Survivor και αν θα πήγαινε.
«Στο Survivor δεν θα πήγαινα. Όχι γιατί με χαλάει τόσο αυτό που βλέπω. Θα μου άρεσε να αγωνίζομαι, να παίζω παιχνίδια κτλ. Αυτό που δεν θα μπορούσα είναι να έχω συνεχώς μια κάμερα πάνω μου. Ο κόσμος τρελαίνεται για την κλειδαρότρυπα. Οι περισσότεροι μπαίνουμε αθελά μας σε μια διαδικασία. Καθόλου τυχαία δεν κάνει αυτά τα νούμερα. Μας αρέσει να ζούμε τη ζωή των άλλων και να έχουμε να λέμε. Γιατί μας βγάζει κι από την καθημερινή μιζέρια μας ή αυτό τουλάχιστον πιστεύουμε».
Της επισημαίνω ότι το Survivor κατάφερε να οριζοντιώσει τις δουλειές στην τηλεόραση σε ποιοτικό επίπεδο. Προσπαθούμε να βρούμε κάτι αξιοπρεπές που έγινε φέτος και να κρατήθηκε όρθιο από το Survivor.
«Τελευταία σειρά που ήταν αξιοπρεπέστατη ήταν Η Λέξη Που Δε Λες. Εκπληκτική δουλειά, ηθοποιοί…Ο Καταλειφός που τον βλέπεις και κλαις από το ταλέντο του. Δεν γίνονται καλά πράγματα στην τηλεόραση γιατί δεν υπάρχουν λεφτά. Τι μπορεί να κάνει και ο άλλος; Έχει χαθεί και λίγο η όρεξη. Δεν ψάχνουμε διαφορετικά κείμενα. Επίσης το κοινό είναι λίγο κολλημένο σε φασόν πράγματα. Το καθημερινό δραματικό π.χ. Το νεανικό κοινό δεν βρίσκει πια ενδιαφέρον. Και λόγω του εξωτερικού. Αν εγώ βλέπω House of Cards τι να μου προσφέρει το εδώ τηλεοπτικό σκηνικό;».
Ακούω House of Cards και ανάβει ένα λαμπάκι. Καταλαβαίνω ότι απέναντι μου έχω ένα αρρωστάκι όμοιο μου. Εννοείται πως πάω τη συζήτηση στις σειρές που βλέπει.
«The Knick, Stranger Things, OA. Παθαίνω σοκ με τις ιδέες που έχουν στο εξωτερικό. Έχουν μπάτζετ προφανώς. Αλλά έχουν και προσλαμβάνουσες. Μ΄αρέσουν πολύ τα sci-fi. Αν λίγο μικρύνεις αυτό που βλέπεις σε μεγέθυνση/υπερβολή και το ανάγεις στο τώρα, μπορείς να βρεις κοινά. Τρελαίνομαι να μπαίνω σε τέτοιους παραλληλισμούς. Είδα φέτος και το Black Mirror μονοκοπανιά. Ξέχωρα από το εικαστικό που είναι εξαιρετικό, υπάρχουν οι ιδέες, το σενάριο. Και το Westworld είχε αυτό το κομμάτι που μου άρεσε. Peaky Blinders βλέπω.
Επίσης πολύ αγαπημένη σειρά το Young Pope. Έχω μεγάλο έρωτα με τον Σορεντίνο. Θέλω με κάποιο τρόπο να μπω στα έργα του. Η ματιά του είναι πολύ κοντά στην αισθητική μου. Έλεγα μέσα μου “δε θα μπορούσα να παίξω στο Young Pope εγώ;”»
Άλλη μια σύνδεση από μέρους μου έρχεται εδώ και την ρωτάω για τον Λάνθιμο. Μου απαντάει λίγο γι΄αυτόν και περισσότερο για τα «φουλαρίσματα» της ζωής της.
«Μ΄αρέσει πολύ ο Λάνθιμος. Μαζί με τον Ευθύμη κάνουν εκπληκτική δουλειά στο γράψιμο. Το Lobster για παράδειγμα ήταν τρομερά έξυπνη ιδέα. Δεν θεωρώ ότι είναι τόσο υπερβολικές οι αποδόσεις τους όσο πιστεύουν κάποιοι. Γεμίζω πάντως με όλα αυτά. Αν δω κάτι που να με συναρπάσσει μπορώ να το συζητάω με φίλους για μέρες. Γουστάρω τις φιλοσοφικές συζητήσεις. Κυνηγάω τις άλλες οπτικές. Έχω αλλάξει απόψεις μέσα από χρόνια παρακολούθηση πραγμάτων. Μου δικαιολογούνται και πολλά πράγματα. Για μένα το θέαμα ή τα ταξίδια ή άνθρωποι εντελώς άγνωστοι μπορούν να σε ξεστρατίσουν από τις παραδεδεγμένες σου απόψεις».
Η αντιμετώπιση της από τα media και ο κιτρινισμός
Λίγο πιο πάνω ανέφερα ότι η Ευγενία δεν ασχολείται με όσα δεν αφορούν τις δικές της δυνάμεις. Ότι βρίσκεται πέρα από εκείνη, δεν μπορεί να το αλλάξει, άρα δε χρειάζεται να σκάσει. Είναι όντως ένα πολύ ζεν άτομο. Τόσο ζεν ήταν και η απάντηση της όταν θέλησα να μάθω αν της δημιουργείται ποτέ εκνευρισμός με τον τρόπο που την αντιμετωπίζουν τα μέσα.
«Προσπαθώ να μην τροφοδοτώ αυτό το κομμάτι των μίντια που καίγεται να βγάλει ένα θέμα. Όχι ότι θα μπω και στην διαδικασία να σκάσω για το πως θα φερθώ. Γελάω λίγο και με αυτό που λέμε star system και ότι κάποιος θα ασχολείται με το φοράω, τι κάνω. Σίγουρα αν γράψεις “Η Ευγενία Σαμαρά γυμνή”, θα έχεις μερικά παραπάνω κλικαρίσματα. Δεν με αφορά τόσο πολύ πάντως. Είμαι άνθρωπος που με απασχολούν πολύ πράγματα που σχετίζονται με εμένα και το κοντινό μου περιβάλλον. Δηλαδή τι ευθύνη έχω εγώ.
Είναι εύκολο να κατανοήσω καταστάσεις. Έναν νέο δημοσιογράφο που θα μπει σε αυτή τη λούπα. Θα του έλεγα προφανώς αν τον έβλεπα ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος να κάνει την διαφορά. Καμιά φορά αισθάνομαι ότι είμαι σε ένα σουρεάλ σκηνικό. Κάνω καινούργιες δουλειές και με ρωτάνε για άσχετα πράγματα. Αλλά δεν θα φτάσω και σε σημείο θυμού. Υπάρχουν άνθρωποι που εξυπηρετούν ένα μοτίβο και άνθρωποι που διαβάζουν αυτά τα πράγματα. Όσο αναπνέει αυτό το δίπολο, τόσο δεν θα σταματήσουν να πλασάρουν την κιτρινίλα. Πρέπει κάποιος βέβαια να σκεφτεί πόσο έχει επιτρέψει ο ίδιος να εισβάλλουν στη ζωή του».
Το σύνηθες στον χώρο της, και μάλλον στερεοτυπικό σε κάποιο βαθμό, επιτάσσει μια σχέση τροφοδότησης αυτού που λέμε σχηματικά lifestyle. Όσο κι αν η ίδια δεν το ενστερνίζεται ως φιλοσοφία, οι γύρω της το κάνουν σε μεγάλο βαθμό. Πώς καταφέρνει να ξεφύγει;
«Δε γίνεσαι ηθοποιός αν δεν έχεις ένα ναρκισσιστικό κομμάτι. Σίγουρα από κει και πέρα σε πάει κάτι διαφορετικό παρακάτω. Εγώ κάνω την δουλειά μου και φεύγω. Δε μπορεί να με επηρεάσει ο χώρος που αντιπροσωπεύει τη σαπίλα. Δεν γίνομαι κομμάτι αυτής. Εγώ κάνω τη σκηνή μου και φεύγω. Αυτό το χρονικό διάστημα δεν είναι αρκετό να με χαλάσει. Ο καθένας κάνει αυτό που θέλει, υπάρχει στον χώρο όπως θέλει να υπάρχει».
Το ΘΕΡΑΠΑΙΖΩ και το προσωπικό της μέλλον
Πάμε πάλι ένα flashback. Η Ευγενία είναι πολυπράγμων, έχει απίστευτα πολλά ενδιαφέροντα και ένα από τα πιο…ενδιαφέροντα είναι αυτό που ξεκίνησε πριν λίγες μέρες με τρία ακόμα άτομα. Η ομάδα ΘΕΡΑΠΑΙΖΩ είναι ό,τι λέει. Το παιχνίδι και η ψυχαγωγία να οδηγούν στην θεραπεία της ψυχής. Αυτών που παίρνουν, αλλά και αυτών που δίνουν.
«Έψαχνα κάτι να δημιουργήσω που θα μου προσφέρει μια σταθερότητα. Θα έχει να κάνει με προσφορά στους ανθρώπους και μας ήρθε η ιδέα με τα υπόλοιπα άτομα της εταιρείας να φτιάξουμε αυτή την ομάδα. Θα έχει πολλά παρακλάδια. Το σημαντικό είναι ότι ως υπηρεσία θα προσφέρει σε παιδιά, τρίτη ηλικία και άτομα με ειδικές ανάγκες ως επί το πλείστον. Στόχος είναι να κάνουμε θεατρικά και όχι μόνο εργαστήρια, όπου εμείς οι 4 – δύο ηθοποιοί, μια βρεφονηπιοκόμος, μουσικός και μια ψυχολόγος – θέλουμε να κυκλώσουμε τους ανθρώπους, να τους πλαισιώσουμε από κάθε πτυχή».
Όσο η Ευγενία μιλάει εγώ δεν μπορώ να μην παρατηρήσω το χαμόγελο της που φτάνει μέχρι το πίσω μέρος του κεφαλιού της. Ανοίγει το στόμα της και γεμίζει τον συνομιλητή της όταν μιλάει για το ΘΕΡΑΠΑΙΖΩ.
«Το άλλο κομμάτι που θα ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο είναι παιδική παράσταση σε σχολεία και άλλη παράσταση σε γηροκομεία, ΚΑΠΗ κ.α. Πηγαίνουμε σε φεστιβάλ και εκδηλώσεις για να δείξουμε τι κάνουμε, είναι ένα κομμάτι που μου αρέσει πολύ. Θεωρώ ότι είναι απαραίτητο να δώσουμε αυτά τα εχέγγυα στα παιδιά. Σκοπός είναι η ψυχαγωγία και η εκμάθηση μέσα από αυτή. Είναι τρομερό να δεις τι χαρά μπορεί να σου δώσει ένα παιδί ή ένας άνθρωπος τρίτης ηλικίας. Φεύγουμε τόσο πολύ από το κομμάτι που συζητούσαμε πριν, του τι έγραψε ο καθένας. Είναι κάτι που μου αρέσει πάρα πολύ».
Αυτό το χαμόγελο της μου ξεκλειδώνει μια ερώτηση που δεν σχεδίαζα να την κάνω. «Βλέπεις παιδί στο μέλλον σου;» την ρωτάω νωχελικά και ουδέτερα.
«Θέλω να κάνω. Δεν είναι κάτι που σχεδιάζω, δεν το έχω βάλει στο πρόγραμμα. Είναι ένα κομμάτι που με φοβίζει πολύ. Πόσο έτοιμη είμαι, πόσα προβλήματα εσωτερικά έχω λύσει, αν αντέχω να βάλω άλλον σε πρώτη σκέψη και όχι τον εαυτό μου…Όλοι μας έχουμε θέματα, είναι ουτοπικό να πιστέψω ότι είμαι καλά. Θέλω να είμαι σε ένα σημείο που να πιστεύω ότι έχω λύσει πολλά από τα δικά μου θέματα. Το παίρνω πολύ σοβαρά, είναι τεράστια ευθύνη. Για παράδειγμα ξέρω ότι όλα τα προβλήματα και ελλειμματικές πεποιθήσεις για ένα παιδί μπολιάζονται στα πρώτα εφτά χρόνια της ζωής του.
Γι΄αυτό θέλω να ξέρω ότι θα μπορώ αυτά τα 7 χρόνια να έχω μια ουσιαστική παρουσία στο πλάι του. Απέχω ακόμη από αυτό. Ούτε φανταζόμουν μικρή να παντρευτώ, δεν πιστεύω καν σε αυτό το μυστήριο. Ούτε της βάφτισης μη σου πω. Δεν το περιμένω για να συνεχίσω το εγώ μου. Θα ήθελα πολύ να δείξω σε έναν νέο άνθρωπο πόσο όμορφος είναι ο κόσμος» κι ας πίστευε στα 16 της ότι τα 28 είναι μια ηλικία που θα ήθελε να έχει ήδη παιδί.
Ο τελευταίος κύκλος που έμεινε ανοιχτός σε αυτή την κουβέντα είναι το ζήτημα της ηλικίας. Μπαίνει στα 30. Πώς βλέπει όσα πέρασαν και όσα θα έρθουν;
«Στα 20 ήμουν αλλού. Δεν ήξερα που πάω, σε τι πιστεύω, τίποτα. Όσο πλησιάζω τα 30 έχω βρει κάποιες βάσεις, έχω έναν χαρακτήρα που τον διανθίζω. Νομίζω ότι αυτή η δεκαετία είναι η καλύτερη για έναν άνθρωπο, γιατί έχει βρει τον εαυτό του, έχει κατασταλάξει στους ορισμούς των ανθρώπων του μέσα του. Έχει μάθει να βάζει όρια. Εγώ νιώθω ότι ωριμάζω, βρίσκω ποια είμαι. Αυτό αντιλαμβάνομαι ως ωρίμανση εγώ. Βρίσκω τα πατήματα μου. Έχω πάψει να ασχολούμαι με χαζομάρες που με απασχολούσαν πιο μικρή. Ακόμα και στη δουλειά μου έχω αποκτήσει μια εμπειρία, έχω απομακρύνει την παιδική λογική, έκει που πρέπει. Οπότε νιώθω ότι θα είναι πολύ καλή δεκαετία. Ήταν γαμάτο ότι έζησα όσα έχω ζήσει. Αλλά δεν θα γυρνούσα το χρόνο πίσω».
Προς το τέλος η κουβέντα μας πήρε μια πολύ ανώμαλη τροπή και φτάσαμε να συζητάμε για περιοδεία της στον Άρη, για μια ζωή στην απεραντοσύνη, για τις ουτοπίες που καλουπώνει ο εγκέφαλος μας και τι ιδανικά τοποθετούμε εκεί και για το ασταμάτητο κόλλημα μου γύρω από την αντιμετώπιση του θανάτου. Η Ευγενία ευτυχώς δεν με πήρε με τις πέτρες, αυτοπροσκλήθηκε να περάσει μια βόλτα από την Μέση Γη όπου θα παλεύω με τον Σάουρον και έδωσε την εκδοχή της για το μετά.
«Πιστεύω πολύ στην ενέργεια. Θεωρώ ότι όλοι μας είμαστε μόρια τα οποία δεν πεθαίνουν ποτέ και απλώς διαγχέονται στο άπειρο. Με απασχολούν επίσης και τα παράλληλα σύμπαντα. Σκέφτομαι τις επιλογές μας. Αν εγώ περπατάω και είναι δύο δρόμοι, το συνειδητό κομμάτι έχει τραβήξει μια πορεία. Αλλά γιατί να μην υπάρχει και μια άλλη χάραξη;».
Το κλείσιμο ήρθε με την Ευγενία να λέει ότι μικρή πίστευε πως έκανε αστρικά ταξίδια, κάτι που με ξαλάφρωσε αρκετά και ένιωσα ότι οι πυροβολημένοι είμαστε πολλοί!