Κάθε φορά που έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους της τηλεόρασης καταλήγω στο ίδιο συμπέρασμα. Η εικόνα που στήνει το μέσο για τον άνθρωπο δεν πρέπει να λαμβάνεται ποτέ σοβαρά υπ΄όψιν. Ή τουλάχιστον να κατέχει ένα πολύ μικρό ποσοστό στην τελική κρίση. Αυτό όχι μόνο γιατί μπορεί να σου προκαλεί μια αρνητική αίσθηση για κάποιον. Πολύ περισσότερο γιατί περιορίζει κάποιον από το να δείξει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό το ποιος είναι. Αιτία γι΄αυτόν τον πρόλογο είναι η Ελένη Βαΐτσου που δεν χρειάστηκε παρά ελάχιστα λεπτά για να ξεδιπλώσει το πόσο ουσιαστικά βλέπει τα πράγματα γύρω από την δουλειά της και τον χώρο συνολικά.
Ίσως να οφείλεται σε αυτό που λέει η ίδια. «Αυτό που κάνω δεν είναι κάτι που το ονειρευόμουν και το ήθελα τρελά. Είναι κάτι που προέκυψε να γίνει επαγγελματικά, το χαίρομαι, με καλύπτει και εύχομαι να μπορώ να ζω απ΄αυτό. Γιατί το αγαπώ. Αν όμως φτάσω σε σημείο να χάσω τον εαυτό μου, θα προτιμήσω να κυνηγήσω το πτυχίο μου ή να είμαι κάπου που να ξέρω ότι δεν ξεπουλήθηκα. Που είναι και το μεγαλύτερο διακύβευμα για μένα.»
Είναι μια μεγάλη αλήθεια της ζωής αυτή. Όταν κάτι δεν αποτέλεσε μέρος της ουτοπίας σου στις παιδικές και εφηβικές σου σκέψεις, δεν το έχεις μυθοποιήσει τόσο μέσα σου ώστε να κάνεις τα πάντα γι΄αυτό. Η λέξη «πάντα» δεν σημαίνει απαραίτητα τα καλά πράγματα. Σημαίνει κι όλα εκείνα που φέρνουν υποδόρια εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Ως προς αυτό το κομμάτι η Ελένη Βαΐτσου γίνεται ξεκάθαρη.
«Έχω βάλει τα προσωπικά μου όρια και ξέρω μέχρι που θα φτάσω. Δεν πρόκειται να τα διασαλεύσω αυτά τα όρια προκειμένου να δουλέψω κάπου. Το θέμα είναι για ποιο λόγο θες να σε επιλέγουν. Εγώ επαγγέλλομαι ηθοποιός. Αυτό θέλω να “πουλήσω”. Όσο πουλάει. Αν δεν πουλάει, κάτι θα βρω να κάνω. Δεν μπορώ να εκτεθώ περισσότερο απ΄αυτό που εκτίθεμαι.»
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Την Ελένη Βαΐτσου όλοι μας την γνωρίσαμε μέσα από το Μπρούσκο. Κι η ίδια μέσα από κει άνοιξε τις μεγαλύτερες πόρτες στην καριέρα της. Η σχέση της με το θέατρο και την υποκριτική ξεκίνησε αρκετά πιο πριν.
«Ασχολούμαι πολλά χρόνια, αλλά δεν το κάνω επαγγελματικά το ίδιο. Ξεκίνησα ερασιτεχνικά, μετά έκανα το πτυχίο μου στο οικονομικό της Νομικής και τα τελευταία πέντε χρόνια το κάνω επαγγελματικά. Νομίζω πρέπει να κλείνω μια δεκαετία στο θέατρο. Από το σχολείο είχα μια επαφή. Ανεβάζαμε παραστάσεις και είχα μια μεγάλη άνεση. Προέκυψε πιο έντονα όταν μπήκα στην ερασιτεχνική ομάδα. Περνούσα άπειρες ώρες εκεί, το διασκεδάζαμε με τα παιδιά. Δεν φανταζόμουν βέβαια ότι θα γίνω ηθοποιός. Ήξερα ότι ήταν δύσκολο. Ήθελε να έχεις πολλά πράγματα και κυρίως τύχη.»
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Τιθορέα Φθιώτιδας και σε αντίθεση με αυτό που θα περίμενε κανείς, η Αθήνα ήταν για εκείνη ένας τόπος που την περίμενε για να γίνει μέρος της. Ένιωθε και Αθηναία πριν καν εγκατασταθεί μόνιμα.
«Το ήθελα από μικρή να έρθω Αθήνα. Ερχόμασταν συχνά εδώ για λίγες μέρες και ένιωθα ότι θέλω να μείνω εδώ. Σκέψου δεν έβαλα τίποτα στο μηχανογραφικό μου από άλλη πόλη. Ό,τι ήταν να κάνω στο χωριό το έκανα μέχρι την εφηβεία μου. Από κει και πέρα δεν είχε κάτι άλλο να μου προσφέρει. Περνούσα μια χαρά εκεί, αλλά ήξερα ότι θα πρέπει να φύγω όταν τελειώσω το λύκειο. Ήταν πολύ συνειδητοποιημένη επιλογή να έρθω εδώ και να μείνω μόνιμα.»
Ένας λόγος που ενσωματώθηκε τόσο εύκολα στην Αθήνα είναι και το ότι από μικρή ερχόταν με την οικογένεια για διακοπές εδώ. Αλλά και να μην ερχόταν, το νιώθει τόσο πολύ μέσα της πως της ταιριάζει η ζωή σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο, ώστε θα προσαρμοζόταν οπουδήποτε.
«Μ΄αρέσουν οι μεγάλες πόλεις, οι πρωτεύουσες. Να έχω επιλογές, να υπάρχουν μέσα μεταφοράς, να είναι όλα τόσο προσβάσιμα μεταξύ τους. Θέλω να περπατάω σε απέραντες ευθείες, να χάνεται το μάτι στους ουρανοξύστες και να γεμίζω από βαβούρα και φασαρία. Θα χρειαστώ και την απόλυτη ησυχία κάποια στιγμή, αλλά μετά από 1-2 μέρες θα με κουράσει. Ενώ η φασαρία δε με κουράζει. Αν και έχω πολλές στιγμές μου που θέλω ενέσεις της μοναξιάς μου. Χωρίς να το έχω επιλέξει συνειδητά. Συμβαίνει γιατί απλώς μου βγαίνει εκείνη τη στιγμή. Αλλά όχι μοναξιά με την απόλυτη της έννοια.»
Βέβαια, εδώ στην Αθήνα δεν είχε να διαχειριστεί μόνο τη μετάβαση από ένα χωριό σε μια τεράστια πόλη. Είχε να διαχειριστεί και την αναγνωρισιμότητα.
«Ήταν πολύ περίεργο στην αρχή. Άργησα κάπως να το συνειδητοποιήσω. Ήμουν στην Κύπρο, δουλεύαμε δωδεκάωρα, οπότε ήμουν σπίτι-γύρισμα, γύρισμα-σπίτι. Μετά που άρχισε να μου μιλάει ο κόσμος, τότε κατάλαβα ότι μάλλον γίνεται κάτι καλό. Από την αρχή φαινόταν ότι θα είναι καλή δουλειά. Απ΄όλες τις παραμέτρους. Το αν θα την αποδεχτεί ο κόσμος δεν το είχα αντιληφθεί εξ αρχής. Τότε ήταν και μια περίοδος που δεν γίνονταν ιδιαίτερα δουλειές. Ήταν μόνο τούρκικα στην τηλεόραση.»
Το Μπρούσκο ήταν ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής της. Όχι μόνο γιατί την έκανε γνωστή. Ή γιατί την πήγε για μια τετραετία στην Κύπρο. Αλλά και γιατί την έκανε γνωστή…στο Περού. «Είχαμε πάει για πρόμο της σειράς και μας αναγνώριζαν όλοι στο δρόμο» μου λέει γελώντας.
Την ρωτάω αν στιγματίστηκε σε θεατρικό επίπεδο από την στάμπα του τηλεοπτικού. «Δεν μου έχει συμβεί. Δεν έχω κάνει και πολλά πράγματα βέβαια. Ένα θεατρικό έκανα ταυτόχρονα με τη σειρά και μετά ήρθε το Grease και ο Ράφτης Κυριών» μου εξηγεί.
Το Grease ήταν και η πρώτη επαφή που είχα μαζί της ως θεατής. Κατ΄επέκταση ο λόγος που βρεθήκαμε να μου λέει για την ζωή της. Ήταν το πρώτο της μιούζικαλ και μια φουλ απαιτητική δουλειά.
«Έκανα πρώτη φορά μιούζικαλ. Με δυσκόλεψαν πράγματα. Ο βηματισμός στις χορογραφίες. Στην αρχή όμως ήταν το θέμα. Μετά που αυξάνονται οι αντοχές σου το βιώνεις πιο εύκολα. Δέσαμε πάρα πολύ με τα παιδιά. Αυτό δεν συμβαίνει συχνά σε αυτές τις δουλειές. Εμένα μου έχει τύχει αρκετά ευτυχώς.»
Έχοντας κάνει τηλεόραση και θέατρο, της ζητάω να μου πει πως αντιλήφθηκε την διαφορά τους.
«Είναι πολύ διαφορετικός ο τρόπος που παίζουμε στην τηλεόραση και το θέατρο. Στην τηλεόραση έβλεπα διαφορά επεισόδιο με το επεισόδιο. Ανά 20 επεισόδια ήμουν άλλη. Μέχρι που κάποια στιγμή έμεινα σε μια σταθερότητα γιατί είχα βρει το ύφος του ρόλου. Στο θέατρο από την άλλη, όσα χρόνια κι αν ασχολείσαι βελτιώνεσαι. Σε βοηθάει πολύ η εμπειρία και οι συνάδελφοι με τους οποίους έρχεσαι σε επαφή. Και οι σκηνοθέτες. Θέλει διαρκές διάβασμα και μελέτη. Πρέπει συνέχεια να εξελίσσεσαι, να κάνεις μαθήματα. Τα μαθήματα δεν σταματάνε ποτέ.»
Το σινεμά είναι το μόνο που δεν έχει δοκιμάσει ακόμα.
«Το κινηματογραφικό δεν μπορώ να το κυνηγήσω. Και γιατί δεν ξέρω πως και γιατί δεν γίνονται οντισιόν για ταινίες. Συνήθως αυτά είναι προαποφασισμένα. Στην Ελλάδα που είναι μικρή η αγορά δε γίνονται ταινίες. Αυτά τα λίγα που θα γίνουν, γίνονται παρεΐστικα. Ο σκηνοθέτης θα μιλήσει με φίλους και γνωστούς για να βγάλει κάτι με όσο το δυνατόν χαμηλότερο μπάτζετ.»
Με την οπτική της ματιά είμαι βέβαιος ότι ακόμα κι αν δεν προκύψει ποτέ στη ζωή της, θα έχει γεμίσει και εξελιχθεί με κάθε τρόπο.
«Πρέπει να συνεργαζόμαστε με όσο το δυνατόν περισσότερους σκηνοθέτες. Ο ηθοποιός είναι ένα όργανο που έχει την ανάγκη να το αγγίζουν πολλοί άνθρωποι. Να παίρνει στοιχεία από διάφορους και να σχηματιστεί μέσα απ΄αυτό. Ειδάλλως το πράγμα βαλτώνει, γίνεσαι μονοδιάστατος» μου λέει με θετική ένταση στη φωνή της.
Με έναν από κείνους τους πολύ λασκαρισμένους και αναπάντεχους τρόπους, αφήνουμε λίγο την κουβέντα σε μια άνω τελεία και μιλάμε για σειρές. Καταπιάνομαι απ΄αυτό και την ρωτάω πως μπορεί να ανταποκριθεί ο σύγχρονος Έλληνας ηθοποιός όταν πλέον ο τηλεθεατής έχει πολύ μεγαλύτερα συγκρίσιμα μεγέθη. Τους ξένους ηθοποιούς και τις ξένες παραγωγές.
«Σε θέμα υποκριτικής δε νομίζω ότι είμαστε τόσο πίσω. Υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι ηθοποιοί. Στην Ελλάδα κατ΄αρχάς ο ηθοποιός κρίνεται στο θέατρο. Πουθενά αλλού. Στο θέατρο μπορείς να καταλάβεις τα πάντα για έναν ηθοποιό. Αρκεί να τον δεις σε πάνω από μία δουλειές. Το επίπεδο της παραγωγής είναι όλη η διαφορά. Εκεί δεν είμαστε ούτε στο 10% των ξένων σειρών. Άλλη νοοτροπία τελείως» θα πει με ωριμότητα η Ελένη Βαΐτσου.
Μέρος αυτής της νοοτροπίας είναι κι αυτό που αναφέρει για την αντίληψη των ανθρώπων που λέμε στην Ελλάδα σόουμπιζ και celebrities.
«Έχουμε μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα στο να μην τσαλακωθούμε. Γιατί στις σειρές πρέπει το μαλλί να είναι κομμωτηριακή μπούκλα; Λένε όλοι ότι αντιγράφουμε εκπομπές του εξωτερικού. Σε τι τους αντιγράφουμε; Στα σκηνικά; Ποιον νοιάζει αυτό; Πάσχουμε από μια παλιακή ωραιοπάθεια, μη τυχόν και μας χαλάσει το τσουλούφι. Δεν ξέρω. Θέλει όντως ο κόσμος να βλέπει πια αυτό το ψεύτικο;»
Μιας και βρισκόμαστε στο θέμα, της επισημαίνω ότι πάρα πολλοί Έλληνες ηθοποιοί δοκιμάζουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Είναι κάτι που θα το σκεφτόταν για εκείνη;
«Νιώθω ότι έχω περάσει την ηλικία για να το κάνω αυτό. Άργησα να ξεκινήσω. Επίσης για να το κάνεις αυτό πρέπει να έχεις μαζέψει ένα σεβαστό ποσό. Να πεις “πάω να ρισκάρω για ένα διάστημα”. Δεν έχω το κουράγιο να το κάνω, ούτε το καλώς εννοούμενο ψώνιο. Με καλύπτει ό,τι κάνω εδώ. Δε μου λείπει κάτι το διαφορετικό ή κάτι το μεγαλύτερο.»
Κάπου εδώ περνάμε και στα αναγκαία κακά που έφερε η δημοσιότητα στην Ελένη Βαΐτσου. Ένα απ΄αυτά είναι μια ερώτηση που έχει βαρεθεί να την ακούει.
«Αναρωτιόμουν και ακόμα αναρωτιέμαι για ποιο λόγο πρέπει οι δημοσιογράφοι να ρωτάνε συνεχώς τα προσωπικά μου. Τον κόσμο δεν τον ενδιαφέρει αυτό. Πιστεύουν ότι τον ενδιαφέρει. Το κομμάτι των συνεντεύξεων κάποια στιγμή με χάλασε. Όχι που τις έδινα, αλλά για το τι με ρωτούσαν. Δεν μπορούσα όμως να το αλλάξω αυτό. Ήξερα βέβαια ότι από τη στιγμή που θα βγω στην τηλεόραση αυτό πάει πακέτο. Εγώ επέλεξα να μην απαντάω εξ αρχής και το κράτησα. Αυτό βέβαια έδινε πάτημα σε πολλούς να γράφουν ό,τι θέλουν. Εγώ δεν επιβεβαίωνα ούτε απέρριπτα κάτι κι αυτό οδηγούσε πολλούς να στήσουν αποκυήματα.»
Η Ελένη και ο εαυτός της
Η επαγγελματική της υπόσταση και το πως συνδέει την εκεί συμπεριφορά της με τον χαρακτήρα της είναι το ένα κομμάτι. Το άλλο κομμάτι είναι η σχέση με τον εαυτό της και η κοσμοθεωρία της γύρω από όλα τα κλασσικά πράγματα που έρχονται στην πορεία των ζωών μας. Με την κοινοτοπία ή την μοναδικότητα που έχουν στις δικές μας επιλογές.
Πρώτο στάδιο ο έρωτας.
«Όσο μεγαλώνω γίνομαι πιο κυνική. Δεν βιώνεται ο έρωτας όπως στα 20-25. Από τη μία γιατί έχεις φάει τις χλαπάτσες κι από την άλλη γιατί είναι κάπως σαν ειμαρμένη να μην εμπιστεύεσαι το ίδιο εύκολα και να μην αφήνεσαι. Εγώ δεν μπορώ να μπω με την ίδια αφέλεια σε κάθε σχέση. Όχι με την έννοια ότι σκέφτομαι τι πέρασα και να μην το ξαναπεράσω. Απλώς είμαι επιφυλακτική γιατί οι σχέσεις πια μου φαίνονται ευτελείς.
Εύκολα τις παρατάμε, διαρκούν λίγο. Όλο αυτό έχει εκμηδενίσει την έννοια της σχέσης. Τώρα λέμε σχέση τις δύο βδομάδες. Δε γίνεται ανά μήνα να είσαι με άλλον και να το λες σχέση. Πιστεύω ότι τα συναισθήματα έγιναν πολύ επιφανειακά. Μας ενδιαφέρει απλά να γουστάρουμε κάποιον κι αυτό ολισθαίνουμε και το λέμε έρωτα.»
Όσο διαρκεί αυτή της η απάντηση, εγώ σκέφτομαι ότι είναι μια κοπέλα με πολύ δυναμισμό που ίσως σε κάποιο βαθμό να τρομάζει τους άντρες. «Σου την πέφτουν καθόλου έξω;» την ρωτάω με ακρισία.
«Βασικά δεν πολυκυκλοφορώ και δεν με πλησιάζουν γιατί δεν με βλέπουν. Αλλά κι όταν με πλησιάζουν δε γίνεται με άνεση. Εξαρτάται και το θάρρος που έχει ο άλλος. Πλέον είναι τόσο εύκολο να βρεθείς σεξουαλικά με κάποια, όταν σου αρέσει μια που δεν είναι και πολύ δεκτική, τα παρατάς και πας στην επόμενη. Γενικά δεν υπάρχει επιμονή. Ίσως να μην υπάρχει ο χρόνος…Δεν ξέρω. Έτσι βέβαια δεν έρχεται ποτέ κάτι που το θες πραγματικά.»
Δεύτερο στάδιο η μητρότητα.
«Δεν έχω όνειρο να γίνω μητέρα ή να κάνω οικογένεια. Σε μένα θα προκύψει από μόνο του. Αν προκύψει. Δε μου έχει βγει προς το παρόν τέτοια ανάγκη. Δεν είναι κάποιος αυτοσκοπός για μένα αυτό. Δεν θα επέτρεπα εγώ σε εμένα να μου συμβεί κάτι τέτοιο πάντως. Δε θα το δω εγωιστικά και να πω “α, θέλω να γίνω μάνα, ας βρω κάποιον να κάνω παιδί”.»
Τρίτο στάδιο το περίφημο FOMO. Στη γενιά της Ελένης και των ακόλουθων υπάρχει αυτή η αίσθηση ότι δεν ζουν πραγματικά τη ζωή τους. Ότι την αφήνουν να σουλατσάρει μπροστά τους και δεν την αρπάζουν από τα μαλλιά. Είναι κάτι που το έχει αισθανθεί στον εαυτό της ή την παρέα της;
«Γενικά με την παρέα μου και τους πολύ στενούς φίλους, επειδή είμαστε πολλά χρόνια και κρατάμε τη σχέση μας, κρατάμε πράγματα που θα κάνουμε μαζί, ζούμε πολύ το παρόν και θα αναπολήσουμε πολύ ευχάριστα το παρελθόν. Χωρίς όμως να μας πιάσει κατήφεια. Ότι μεγαλώνουμε ή ότι χανόμαστε. Δεν έχουμε χάσει την αίσθηση του παιδιού. Κάποιοι έχουν κάνει παιδιά, έχουμε όλοι υποχρεώσεις και μειωμένους χρόνους, αλλά όταν βρεθούμε τίποτα δεν θα είναι διαφορετικό. Σα να είμαστε ακόμα έφηβοι. Είναι και το άλλο. Δεν αφήνω τις σχέσεις μου να περνάνε μέσα από τα social media. Παίρνω τηλέφωνο. Είμαι αυτής της λογικής. Κι αυτό είναι κάτι που βοηθάει πολύ για να κρατηθείς με τους φίλους σου.
Εγώ προσωπικά δε νιώθω ότι κάτι φεύγει από μπροστά μου. Δεν σκέφτομαι καθόλου το μέλλον ούτε κάνω όνειρα. Μ΄αρέσουν τα πράγματα να προκύπτουν και όταν έρχονται τα ζω απλώς όσο περισσότερο μπορώ. Κι αυτό με ικανοποιεί. Δεν με κάνει να θέλω να προσκολληθώ στο παρελθόν.»
Αυτή η μορφή φόβου μας μεταφέρει στο τέταρτο στάδιο. Ο φόβος. Ο πιο μεγάλος φόβος που έχουν οι άνθρωποι. Ο φόβος ότι μεγαλώνουν. «Ο μόνος φόβος που έχω είναι για τους δικούς μου ανθρώπους. Να μη συμβεί κάτι κακό στους ανθρώπους μου. Δεν παθαίνω κάτι με την ηλικία και με τις ρυτίδες. Έτσι κι αλλιώς μικροδείχνω. Οπότε γιατί να νιώσω περίεργα που μεγαλώνω;».
Και είναι αλήθεια ότι μικροδείχνει. Δεν θα έλεγα με τίποτα ότι είναι μεγαλύτερη από τον 30άρη αδερφό της. Με τον οποίο ειρήσθω εν παρόδω έπαιζαν μπόλικο ξύλο μικρά, μέχρι που «άρχισε να ψηλώνει, με πέρασε και κατάλαβα ότι δεν με παίρνει».
Προτελευταίο στάδιο είναι ο ελεύθερος της χρόνος. Πώς είναι κάτω από τη σκηνή και έξω από ένα στούντιο γυρισμάτων;
«Στον ελεύθερο μου χρόνο θέλω να βολτάρω. Να περπατάω στην Αθήνα. Θέλω να ταξιδεύω. Νομίζω ο σκοπός μου είναι να δω όσες περισσότερες χώρες μπορώ. Όπου και να πηγαίνω στο εξωτερικό, μόνο και μόνο επειδή μου προσφέρει το διαφορετικό, έχω πάντα πράγματα να κρατάω. Το χειμώνα δεν θα πολυβγώ, κάθομαι σπίτι, βλέπω σειρές, θέλω τη φάση παρέα-παιχνίδια στο σαλόνι.»
Μέρος της καθημερινότητας της είναι και αυτό που κάνουμε πολλοί στο τέλος της ημέρας, να μετράμε τις επιλογές που κάναμε στην διάρκεια της;
«Δεν θα αφιερώσω χρόνο για να σκεφτώ τι επιλογές έκανα στη μέρα μου. Θα κοιτάξω το τι θα γίνει στην πορεία. Ό,τι πέρασε πέρασε. Πολύ στιγμιαία μπορεί να σκεφτώ τι θα συνέβαινε αν έπαιρνα την άλλη απόφαση σε κάποιο σταυροδρόμι. Χωρίς όμως να το υπεραναλύσω.»
Κατηγορηματική. Άλλωστε το ανέφερε πολλές φορές. Απολαμβάνει την τυχαιότητα των πραγμάτων και το πως θα έρθουν. Δεν ονειρεύεται αυτό που θα ήθελε να γίνει. Φροντίζει απλώς την κάθε στιγμή να δρα. Πάνω σε αυτό την ρωτάω αν φαντάζεται ποτέ πως μπορεί να υπάρχουν εναλλακτικά σύμπαντα όπου έχει εξελιχθεί σε κάτι άλλο.
«Τρελαίνομαι σε αναγνωστικό επίπεδο να διαβάζω τέτοια βιβλία σχετικά με τον Χρόνο και το τι μπορεί να βρίσκεται εκεί έξω. Έχω διαβάσει π.χ. το Χρονικό του Χρόνου. Πέρα απ΄αυτό το ενδιαφέρον δεν θα καθίσω να κάνω παραπάνω σκέψεις. Γιατί είτε θα μπω σε ένα δικό μου χάος είτε θα πέσω σε κατάθλιψη. Όταν το διαβάζω λέω από μέσα μου “ουάου, κοίτα να δεις”. Γενικά δεν είμαι περίεργη για αυτό το φουτουριστικό. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα στη Γη που θέλω να δω πρώτα. Το διάστημα μπορεί να περιμένει.»
Κάπου εδώ, αυτή η όμορφη σύμπτωση που έφερε την Ελένη Βαΐτσου μπροστά στο μαγνητόφωνο τελειώνει. Με την ίδια να αποχαιρετά με αυτή την χαρακτηριστική φωνή και το βλέμμα της να στρέφεται στο επόμενο βήμα!
* Η Ελένη Βαΐτσου εμφανίζεται κάθε Δευτέρα στις 19:00 και Τρίτη στις 21:15 στην παράσταση Ράφτης Κυριών, στο Από Μηχανής Θέατρο.