«Έφτιαξε δρόμους, έκαμε έργα, έφερε το ηλεκτρικό, χάρισε χρέη, βελτίωσε την οικονομία». Ακόμη κι αν… καλόπιστα δεχτείς ότι όντως η χούντα έχει να επιδείξει τέτοιες αξιοπρόσεχτες επιδόσεις κατά τη διάρκεια της… θητείας της, οι κάτι χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι, οι εξόριστοι, οι νεκροί και η μισή Κύπρος μάλλον είναι κάτι παραπάνω από αρκετά για να ισοσκελίσουν το ισοζύγιο και να κάνουν εκείνους που κάθε 21η Απριλίου (λόγω επετείου) ή στα καλά καθούμενα (έτσι για τη φάση) αναπολούν «Πού ‘σαι ρε Παπαδόπουλε» να φαντάζουν εκτός τόπου και χρόνου.
Φυσικά οι υμνητές ολοκληρωτικών καθεστώτων σπανίως φημίζονται για τη ευθυκρισία και τη διάθεση διαλόγου. Δεν είναι ότι δεν πιστεύουν στην ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων. Υπό προϋποθέσεις (για παράδειγμα μεταξύ ενός ΕΣΑτζή με γκλομπ κι ενός αντιφρονούντα δεμένου χειροπόδαρα) ο διάλογος όχι μόνο επιτρέπεται, αλλά και στηρίζεται κιόλας.
Το μόνο που ζητούσε η παρεξηγημένη χούντα ήταν να τηρούνται μερικοί στοιχειώδεις κανόνες που συνοψίζονται στον εξής: να μην έχεις άλλη άποψη από τη δική της.
ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΠΟΥ ΤΟ ΚΑΝΑΜΕ ΘΕΜΑ;
Εάν (εάν λέμε) κατά τη διάρκεια της 7ετίας έπεσαν και κάνα δυο ψιλές (ψιλές, το τονίζουμε) συνέβη λόγω παρεξηγήσεως. Βασικός στόχος της «Επαναστάσεως» δεν ήταν να ανοίγει κεφάλια. Ήταν να τα κουρεύει.
Το σωτήριο έτος 1958 ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Καλλίας φέρνει στη Βουλή τον Νόμο 4000, περί τεντιμποϊσμού. Με λίγα λόγια, κούρεμα με την ψιλή και δημόσια διαπόμπευση όσων είχαν υποπέσει σε πρωτοφανείς πράξεις και ενέργειες. Όπως, ας πούμε, να πετάξουν γιαούρτια, να υποστηρίζουν τους κακούς στο σινεμά ή να το παίζουν αναρχοάπλυτοι πριν καν εφευρεθεί ο όρος.
Της χούντας πολύ της άρεσε αυτός ο νόμος. Και όχι μόνο τον εφήρμοσε με τρέλα, αλλά φρόντισε να τον διανθίσει ώστε να μπορεί ο κάθε νωματάρχης να το παίζει κουρέας και να βγάζει επιτέλους στη φόρα τον καταπιεσμένο Τρύφωνα Σαμαρά που έκρυβε μέσα του.
Βέβαια, όπως εξομολογήθηκε και ο διοικητής της ΕΑΤ-ΕΣΑ εξοχότατος Συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς, «σκοπός δεν είναι να τους κόψω τα μαλλιά, αλλά να τους κόψω την νοοτροπίαν, ήτις είναι καταστρεπτική δι’ αυτούς και διά την Ελλάδαν».
Κι επειδή η προσφορά πρόθυμων αστυνομικών με μια κουρευτική μηχανή στο χέρι δεν ικανοποιούσε την εγχώρια ζήτηση νεαρών χίπις και μπίτνικς (και όπως αλλιώς τους έλεγαν τους άπλυτους διακονιάρηδες) ήρθε το αόρατο χέρι της αγοράς… Άκυρο, αυτό είναι από το ανέκδοτο της ελεύθερης οικονομίας, ας επανέλθουμε σε εκείνο της χούντας. Επειδή, λοιπόν, τα ντόπια κεφάλια ήταν περισσότερα από τους υπαίθριους μπαρμπέρηδες με στολή, ήρθαν οι Συνταγματάρχες να πάρουν μια ιστορική απόφαση.
Μια απόφαση που έθεσε την Ελλάδα στο κέντρο των εξελίξεων. Μια απόφαση που τόνωσε τη βαριά βιομηχανία της χώρας, ήτοι τον τουρισμό. Μια απόφαση που αποδεικνύει το πόσο μπροστά έβλεπαν οι άνθρωποι.
Στις 9 Μαΐου 1967 απαγορεύουν την είσοδο στην Ελλάδα, παντός «ρυπαρού και ρακένδυτου ή φέροντος γενειάδα ή μακράν κόμη τουρίστα».
Πλέον, οι εχθροί της χώρας ήταν οι περίφημοι «γιεγιέδες». Θαυμαστές του άθλιου συγκροτήματος «Τα Σκαθάρια» (αγγλιστί The Beatles) που από τότε που άρχισαν να τραγουδούν She Loves You Yeah Yeah Yeah, μεταβλήθηκαν στα μάτια του Παττακού σε Θεοδωράκηδες. Στο πιο κοντό.
Στο άνω βίντεο κλιπ βεβαίως φέρον κόμη που παραπέμπει στο «Ηλίθιος και Πανηλίθιος» (για να το συνδέσουμε ξανά με τη χούντα), αλλά από τότε που είχε βγει το τραγούδι μέχρι να προλάβουν οι στρατιωτικοί να σώσουν την Ελλάδα από τους Κομμουνιστές, το μαλλί μάκρυνε κόντεψε να πνίξει την καλή και αγαθή προσπάθειά τους.
Μα ξέρεις τι είναι εσύ να παίρνεις μέτρα για τους αγρότες και να σου σκάνε τα παιδιά των λουλουδιών και να σου τινάζουν τον προϋπολογισμό στον αέρα;
Με την ίδια απόφαση, οι καλοί κυβερνήτες απαγορεύουν την είσοδο στα ιερά χώματα της πατρίδος μας σε τουρίστριες που φορούν μίνι φούστα. Ακόμη κι αν αυτή παρέπεμπε σε αρχαία χλαμύδα. Ευτυχώς, τα ντόπια μπούτια μπορούσαν ακόμη να κυκλοφορούν ελεύθερα. Λίγο αργότερα διευκρινίστηκε πάντως ότι το μέτρο αφορούσε αποκλειστικώς αλλοδαπές μαθήτριες. Εάν ήθελες να επισκεφτείς την Ελλάδα, εκτός από διαβατήριο χρειαζόσουν απαραίτητα και απολυτήριο Λυκείου.
Προφανώς όσοι έλεγαν πως η παιδεία αποτελεί εφόδιο ζωής δεν είχαν και αυτή τη διάσταση στο μυαλό τους. Την είχε, όμως, η χούντα. Και κάπου εδώ εξαντλείται η σχέση της μαζί της…