Αααχ, τα Χριστούγεννα. Πόσο όμορφη περίοδος, ε; Ο κόσμος σεργιανίζει ξέγνοιαστος στους δρόμους, όλοι παίρνουν δώρα για τα αγαπημένα τους πρόσωπα, η πόλη είναι στολισμένη και πανέμορφη. Όλα είναι τέλεια! Σωστά; Λάθος! Τα Χριστούγεννα είναι τέλεια μόνο αν είσαι μαθητής ή φοιτητής και χάνεις κάνα μάθημα στο σχολείο. Κατά τα άλλα, είναι μια μπούρδα.
Ναι, καλά κατάλαβες φίλε αναγνώστη. Αυτό εδώ είναι ένα κείμενο που διαπνέεται από την γκρίνια εναντίον των Χριστουγέννων. Και αν θεωρείς γραφικό το να γκρινιάζει κανείς εναντίον αυτής της καταθλιπτικής περιόδου, αυτής της τέρμα υποκριτικής γιορτής που υποτίθεται πως όλοι είναι χαρούμενοι, αυτού του αίσχους που κάνει τους εργαζόμενους σε μαγαζιά του εμπορίου και του επισιτισμού να βλαστημούν την ώρα και τη στιγμή που δουλεύουν, τότε λυπάμαι αλλά αυτό το κείμενο δεν είναι για εσένα.
Φυσικά, ως Μέκκα της εμπορευματοποίησης, τα Χριστούγεννα δεν θα μπορούσαν να μην είναι και ένα αγαπημένο θέμα για το Hollywood. Άλλωστε αν δεν πωληθεί ψεύτικο συναίσθημα και πλαστική ζεστασιά μέσω Hollywood τότε πως θα πωληθεί; Βέβαια, υπάρχουν και κάποιες φοβερές χριστουγεννιάτικες ταινιάρες που δεν γίνεται να μην είναι μέσα στην καρδιά μας. Όπως για παράδειγμα το «Batman Returns» του Τιμ Μπάρτον ή τα «Μάτια Ερμητικά Κλειστά» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Μόνο που αυτές είναι ταινιάρες επειδή αποδομούν αντί να αποθεώνουν το πνεύμα των Χριστουγέννων. Μεγάλες ταινίες που να είναι σύμφυτες με τα Χριστούγεννα απλά δεν υπάρχουν.
Στην κορυφή των ταινιών για τα σκουπίδια που στοιβάζονται κάτω από την ειδική κατηγορία «χριστουγεννιάτικες ταινίες», θα βρούμε μια από τις πιο mainstream ταινίες αυτής της εποχής τα τελευταία 15 χρόνια. Το έκτρωμα με τίτλο «Love Actually». Πρόκειται για κάτι σαν το «Notebook» αλλά ακόμα χειρότερα: διότι είναι χριστουγεννιάτικο! Νομίζω πως κάποτε, όταν η ανθρωπότητα θα είναι ένα καλύτερο και πιο ώριμο μέρος, όλες οι κόπιες αυτής της ταινίας θα έχουν καεί για τα καλά. Ωστόσο για την ώρα, οι κόπιες του «Love Actually» όχι μόνο υπάρχουν ανάμεσά μας αλλά μας κατακλύζουν και κάθε Χριστούγεννα κάνοντας λίγο πιο απάλευτο το κλίμα.
Είναι η ταινία που το μέσο χαζοχαρούμενο ζευγάρι θα κάτσει να δει κάτω από τόνους στρωμάτων και θα νιώσει τόσο γλυκά παρακολουθώντας την – σε έναν άλλο κόσμο αυτό θα έφτανε και θα περίσσευε ως επιχείρημα εναντίον της. Διότι το «Love Actually» βλέπετε δεν είναι απλά μια χριστουγεννιάτικη ταινία. Είναι ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ και μια ρομαντική κομεντί! Αλήθεια, ποιο σατανικό μυαλό θα μπορούσε να σκεφτεί τόσο γλοιώδη συνδυασμό;
Το «Love Actually» (διάολε, λείπει ένα κόμμα ανάμεσα στις δυο λέξεις εκεί) είναι με το σπαθί της η χειρότερη χριστουγεννιάτικη ταινία όλων των εποχών και θα μπορούσαμε να αναδεικνύουμε για ώρες το γιατί. Θα έπρεπε ωστόσο να αναλύσουμε την ταινία καρέ προς καρέ και αυτό είναι κάτι που ούτε μπορούμε, ούτε θέλουμε να κάνουμε. Θα πούμε μόνο τα βασικά λοιπόν.
Καταρχάς, το «Love Actually» δεν έχει καν υπόθεση. Είναι μια συρραφή ερωτικών ιστοριών που εξελίσσονται όλες μέσα στα Χριστούγεννα και εκ των οποίων άλλες είναι αδιάφορες και βουτηγμένες μέσα στα κλισέ και άλλες ακόμα πιο αδιάφορες και ακόμα πιο βουτηγμένες μέσα στα κλισέ. Οι χαρακτήρες που παρουσιάζονται είναι ο ορισμός της μιζέριας και της ηττοπάθειας και το κύριο δίδαγμα που προσπαθεί να μας περάσει η ταινία είναι πως μέσα από το πνεύμα των Χριστουγέννων που είναι γεμάτο αγάπη, ζεστασιά και προδέρμ θα βρεθεί μια διέξοδος για αυτή τους τη μιζέρια και την ηττοπάθεια. Φυσικά, κανένας (σοβαρός) άνθρωπος δεν μπορεί να πάρει στα σοβαρά αυτούς τους χαρακτήρες, πόσο μάλλον να ψαρώσει με το γεγονός ότι έπαψαν να είναι παραδείγματα προς αποφυγή επειδή τυχαίνει οι περιπέτειές τους να συντελούνται τα Χριστούγεννα: όχι κύριε σκηνοθέτα, ΔΕΝ θα ταυτιστούμε ποτέ με αυτές τις κινούμενες αυτολυπήσεις επειδή τις τοποθετείς μπροστά από χριστουγεννιάτικα δέντρα.
Ένα συνονθύλευμα από ιστορίες που παρουσιάζουν τις γυναίκες ως ηλίθιες -επιτέλους, που είναι αυτή η αστυνομία πολιτικής ορθότητας όταν την χρειάζεσαι;- και τους άντρες ως καλοκάγαθους γκαφατζήδες, μιλάμε ότι μπροστά στο «Love Actually» τύφλα να έχει η Φίνος Φιλμ με τόσα κλισέ μαζεμένα. Λίγα μηνύματα υπέρ της ισχυρής Βρετανίας και κατά της κακής Αμερικής (η ιστορία με τον Χιου Γκραντ ως πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου είναι κυριολεκτικά για να αηδιάζεις με το πως η πολιτική προπαγάνδα μπορεί να χωθεί σε φαινομενικά «αθώα» φιλμ), κάμποση καμουφλαρισμένη επίκληση στο συλλογικό τρόμο των δυτικών κοινωνιών εξαιτίας της πρόσφατης τότε 11ης Σεπτέμβρη (το «Love Actually» είναι το φιλμ που ούτε λίγο ούτε πολύ μας λέει πως η αγάπη μπορεί να νικήσει την τρομοκρατία – για τέτοιο αίσχος μιλάμε), βαθιά και πέρα για ρατσιστική αναπαραγωγή κλισέ για τις μη αγγλόφωνες πληθυσμιακές ομάδες της Αγγλίας, δεν θα μπορούσε μια τέτοια ταινία να μην είναι βαθιά συντηρητική κάτω από την υποτιθέμενη ζεστασιά της.
Το μοναδικό ψήγμα αξιοπρέπειας που διαπερνά αυτό το πράγμα είναι το sublot με τον Άλαν Ρίκμαν και την Έμα Τόμσον διότι εκτός από το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με δυο ηθοποιάρες, είναι και η μοναδική ιστορία που διακατέχεται από έναν ρεαλισμό και όχι από πλαστική εξιδανίκευση. Τα ρηχά μυαλά που γύρισαν την ταινία μπορεί να συμπεριέλαβαν αυτή την ιστορία απλά για να σπάει λίγο το κρεσέντο της αισιοδοξίας, ανίκανα φυσικά να καταλάβουν ότι μια αληθινά σοβαρή προσέγγιση για την ψυχολογία των Χριστουγέννων στις μεγαλουπόλεις μόνο μέσα από αυτό το στόρι αποτυπώνεται αληθινά, αλλά είναι και το μοναδική επιμέρους ιστορία που μπορεί να μας κάνει να μην αηδιάζουμε από γλυκανάλατη δηθενιά.
Ναι, αυτό το στόρι -ας το παραδεχθούμε- δεν χρειάζεται να καταστραφεί. Κατά τα άλλα: στην πυρά.