Ο Πολ Άντερσον (προσοχή: όχι ο Πολ Τόμας Άντερσον) είναι ένας κακός σκηνοθέτης. Γυρίζει ταινίες-ξεπέτες με τον Στέιθαμ, ανέμπνευστα franchise όπως το «Resident Evil» και ιεροσυλίες για πιτσιρίκια όπως τα «Alien vs Predator».
Κανείς δεν θυμάται τα έργα του, κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν πάει να τα δει, ακόμα και το κοινό των multiplex σινεμά που σκάει σε αυτά και αποφασίζει επί τόπου ποια ταινία θα δει για να συνοδεύσει το ποπ κορν του -και όχι το αντίθετο- έχει ξεχάσει τις ταινίες του πριν καν ξημερώσει. Έτσι είναι άλλωστε οι σκηνοθέτες σαν και αυτόν: γυρίζουν ταινίες για αυτό το κοινό, καταδικασμένες να αποτελέσουν μια μέτρια αλλά εύκολη εμπορική επιτυχία για το στούντιο και ταυτόχρονα, να έχουν ξεχαστεί από όλους μέχρι το πρωί.
Ναι, όταν μιλάμε για να τον Πολ Άντερσον, μιλάμε για έναν κακό σκηνοθέτη.
Όμως έχει να το λέει: κάποια στιγμή της ζωής του, όταν ήταν ακόμα πιτσιρικάς, κακός σκηνοθέτης από τότε αλλά με κάποιες φιλοδοξίες ακόμα, τότε που πίστευε πως το ότι έχει δει πολλές ταινίες τον καθιστά αυτόματα και κάποιον με κινηματογραφικό όραμα (τόσο άσχετος ήταν, φαινόσουν από τότε τελικά…), η έλλειψη έμπνευσής του τον είχε οδηγήσει στο να κατακλέψει ό,τι ταινία είχε δει, να πετάξει στο μπλέντερ το «Alien», το «The Τhing», το «Hellraiser», την «Λάμψη», το «Solaris», το «Stargate» και ό,τι βγήκε από αυτό το μείγμα να το πλάσαρει ως ταινία. Και τελικά, προέκυψε μια ταινιάρα. Μάλλον, ούτε και ο ίδιος δεν μπορεί να εξηγήσει πως το πέτυχε και ελάχιστοι το πήραν χαμπάρι στην εποχή του αλλά με τα χρόνια το δημιούργημά του εξελίχτηκε σε ένα καλτ διαμαντάκι, σε ένα must see του Sci Fi σινεμά.
Το 1997, ο Πολ Άντερσον ήταν ένας σκηνοθέτης που μόλις είχε μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την κινηματογραφική διασκευή του «Mortal Combat». Η δεύτερη ταινία του προοριζόταν να γίνει (και τελικά αυτό υπήρξε για περίπου 15 χρόνια…) ένα Sci Fi horror που θα ξεχνιόταν πολύ γρήγορα. Το «Event Horizon» ήταν στην πραγματικότητα ένα γνήσιο τέκνο μιας πολύ άσχημης εποχής για το είδος της επιστημονικής φαντασίας. Τα 90s άλλωστε δεν ήταν μια εποχή και πάρα πολύ φιλική για τα λεγόμενα geek genres.
Η βασική ιστορία έμοιαζε απελπιστικά με το «Alien»: το πλήρωμα ενός διαστημόπλοιου στέλνεται κάπου στα βάθη του διαστήματος προκειμένου να βρει το εξαφανισμένο εδώ και χρόνια διαστημόπλοιο με το όνομα «Event Horizon», το οποίο είχε χαθεί υπό αδιευκρίνηστες συνθήκες ενώ βρισκόταν σε μια μυστική αποστολή. Ανάμεσα στα μέλη αυτής της ομάδας διάσωσης, που στόχο της έχει να βρει το «Event Horizon» και αν υπάρχουν επιζώντες να τους περισώσει, βρίσκεται και ο επιστήμονας που είχε σχεδιάζει αυτό το μυστήριο σκάφος. Και εξαρχής είναι ο μοναδικός που φαίνεται να ξέρει μερικά παραπάνω πράγματα για το περιεχόμενο της αποστολής. Εξαρχής φαίνεται να εξυπηρετεί μια δική του, προσωπική αντζέντα.
Δεν χρειάζεται να έχει δει κανείς ιδιαίτερα πολλές ταινίες για να αντιληφθεί πως όταν τελικά το αθώο και μέσα στην άγνοια πρωταγωνιστικό πλήρωμα έρθει σε επαφή με το «Event Horizon», η αποστολή θα λάβει απρόβλεπτες διαστάσεις και αυτά που θα εξελιχθούν δεν θα τα περιμένει άνθρωπος. Γενικότερα, αυτά που γίνονται από ένα σημείο της ταινίας και μετά μοιάζει αδύνατο να έχουν βγει από το ίδιο μυαλό.
Μαύρες τρύπες που το να μπεις μέσα τους ισοδυναμεί με ταξίδι στον χρόνο και τον χώρο, αναστάσεις νεκρών υπό μορφή οραμάτων (ή μήπως όχι;), σκάφη που έχουν δική τους νοημοσύνη, βία, αίμα και σαδιστικά βασανιστήρια, σκηνές τρόμου που μοιάζουν να έχουν δραπετεύσει από εντελώς ετερόκλιτες δημιουργίες του είδους (μιλάμε για την ταινία που αποτελεί τόπο συνάντησης ανάμεσα στη «Λάμψη» και το Hellraiser), σκηνές δράσης που κόβουν την ανάσα: το «Event Horizon» είναι το τέλειο guilty pleasure, περνάς ασύλληπτα όμορφα κοιτώντας το, σε πιάνει γνήσιος τρόμος και γνήσια αγωνία ενώ ταυτόχρονα κατανοείς το πόσο δευτεροκλασάτη ταινία είναι. Και παράλληλα, αν αγαπάς πραγματικά όλα εκείνα τα είδη στα οποία αναφέρεται αυτή η δημιουργία, τότε δεν θα χορταίνεις να απολαμβάνεις τα συνεχόμενα κλεισίματα του ματιού σε ταινίες που σε έχουν καθορίσει.
Και για να μην λέμε μόνο τις αναφορές του, ας αναγνωρίσουμε και την (μικρη αλλά υπαρκτή) επιρροή του: τόσο το ριζοσπαστικό «Matrix» (που βγήκε δυο χρόνια αργότερα για να κάνει και πάλι pop το είδος του Sci Fi), με το οποίο το «Event Horizon» μοιράζεται την παρουσία του Λόρενς Φίσμπερν στο καστ (του Μορφέα δηλαδή…) όσο και το καλογυαλισμένο «Interstellar» (και ίσως μερικές ακόμα ταινίες που να μας διαφεύγουν) έχουν αντιγράψει οριακά ξεδιάντροπα ορισμένα στοιχεία από την ταινία του Άντερσον, έχοντας τη βεβαιότητα προφανώς πως κανείς δεν θα αντιληφθεί το πρωτογενές υλικό εφόσον αυτό προέρχεται από μια ξεχασμένη ταινία.
Ίσως να είναι η εποχή της νοσταλγίας και δημιουργίες που καταφέρνουν να της κλείσουν το μάτι τόσο αποτελεσματικά να φαντάζουν αριστουργήματα. Και ίσως αυτό να μην έφτανε το 1997 και γι’ αυτό αυτή την ταινιάρα ταινία σου δεν την πήρε χαμπάρι κανείς. Αλλά στο 2019 μάλλον φτάνει και περισσεύει. Μάλλον η συνταγή του «Event Horizon», για είναι πετυχημένη, να έπρεπε να εφαρμοστεί 20 χρόνια αργότερα, ποιος ξέρει;
Όπως και να έχει, στις must see λίστες όλων των geek αυτού του κόσμου υπάρχει και μια δικιά σου ταινία, Τόμας Άντερσον. Κάτι έκανες καλά και εσύ κάποτε, έστω και κατά λάθος. Σήμερα θα σε αποθέωναν όλοι. Βιάστηκες λιγάκι αλλά δεν πειράζει: συγχαρητήρια.