Το μάθημα σήμερα θα καταπιαστεί με την έννοια της παρακαταθήκης, της κληρονομιάς. Του legacy και όχι του Τερlegacy. Όσοι μείνατε ζωντανοί απ΄αυτό το λογοπαίγνιο, κρατηθείτε γιατί…δεν έχει παρακάτω.
Η παρακαταθήκη στο σινεμά είναι για την ακρίβεια ο λόγος που σας φώναξα εδώ. Που δεν σας φώναξα, μπήκατε κατά λάθος χωρίς να ξέρετε ότι θα απεραντολογώ για αρκετές λέξεις ακόμα, μέχρι να σας εξηγήσω τι εννοώ.
Οκ, δεν θα το κάνω. Θα μπω κατευθείαν στο παρασύνθημα. Το νέο Hellboy που κυκλοφορεί από σήμερα στους κινηματογράφους από την Odeon, είχε να κουβαλήσει μαζί του και το παρελθόν. Ένα παρελθόν που μπορεί να μην το λες επικό, αλλά δημιούργησε φανατικό κοινό με τον κύριο Ρον Πέρλμαν στον ρόλο του Διαβολόπαιδου. Δεν τη λες με τίποτα αμελητέα αυτή την κληρονομιά.
Κι όταν κάτι φέρει στα μπαγκάζια του και ένα τέτοιο παρελθόν, συνήθως γονατίζει από το βάρος και πέφτει πολύ χαμηλότερα από τον πήχη. Εδώ συμβαίνει ακόμα και σε reboot ή sequel που το παλιό δε βλεπόταν. Έχει συμβεί και στις καλύτερες οικογένειες επίσης. Το Hellboy δεν πηδάει πολύ πάνω από τον πήχη, αλλά δεν τον ρίχνει κιόλας. Στέκεται στο ύψος αυτού του παρελθόντος.
Παρά το ότι ο Ντέιβιντ Χάρμπορ είναι άψογος στον ρόλο, παρά το ότι όλοι σχεδόν οι ηθοποιοί αποδίδουν σωστά και με συνοχή μεταξύ τους το ρόλο τους, το συνολικό σενάριο δεν διακρίνεται για χαρακτηριστικά υπέρβασης. Αυτό βέβαια δεν είναι ανάγκη να αποτελεί πάντα το ζητούμενο. Κάποιες φορές ο θεατής έχει την επιθυμία να δει απλώς αυτό που προσφέρει το Hellboy.
Μια ταινία που σε κρατάει, το κάνει κυρίως στις στιγμές δράσης της, διακατέχεται από μια λατρεία στο πολύ υπερφυσικό και στους μύθους, μια ταινία που δεν χρειάζεται να ζοριστείς για να βρεις τα θετικά της στοιχεία.
Ο Hellboy ξαναγυρνά από την κόλαση σε αυτό το κεφάλαιο. Πότε ξαναπήγε; Αυτό θα το ανακαλύψετε στην πορεία της ταινίας. Αυτό που αξίζει να έχετε στο νου σας είναι πως η Κόλαση δεν είναι μόνο ένας τόπος στα έγκατα της γης. Η κόλαση είναι μπροστά μας, είναι οι άλλοι κατά τον Σαρτρ, κόλαση, πολύ περισσότερο, είμαστε εμείς οι δύο. Κι ο Hellboy ίσως πιστοποιεί το πρώτο του συνθετικό σε αυτή την ταινία που ανταποκρίνεται στα μοτίβα της εποχής της.
Ο Hellboy καλείται να σταματήσει την κυριαρχία επί της γης μιας αθάνατης μάγισσας η οποία επανέρχεται σε κανονική ζωή μετά από 16 αιώνες σχεδόν. Μόνο που σε αυτή τη μάχη με το χρόνο και τη μάγισσα, θα πρέπει να καταβάλλει τον ίδιο του τον εαυτό. Σε μια στιγμή που έχει βαρεθεί να του συμπεριφέρονται ως τέρας, η μάγισσα του προσφέρει ένα ελκυστικό πακέτο. Ένα πακέτο που υπό την συναισθηματική πίεση της απώλειας θα τον υποτάξει.
Η ταινία που σκηνοθετεί ο Νιλ Μάρσαλ και υπογράφουν το σενάριο οι Μάικ Μινιόλα-Άντριου Κόσμπι, έχει πολλά σε αφθονία. Δράση, φαντασία επιστημονική και μη, έχει splatter, έχει horror, έχει μυθολογία. Δεν φείδεται σε κανένα απ΄αυτά. Αυτό είναι θεωρητικά ένα μικρό μειονέκτημα, αλλά είθισται να αλλοιώνει τη γεύση και να μεγεθύνει την αρνητική πρόσληψη. Διακρίνεται και για μια «σεμνή» αλλά οξυμένη αίσθηση του χιούμορ που ξεδιπλώνεται στον κεντρικό χαρακτήρα.
Στο Hellboy αυτή η ατραπός αποφεύγεται και μοιάζει σαν οι δημιουργοί να έβαλαν οικειοθελώς αυτό το εμπόδιο για να τεστάρουν την ικανότητα τους να το υπερκεράσουν. Χρωστάνε πολλά στις ερμηνείες των ηθοποιών για το ότι το κατάφεραν. Έχω την αίσθηση ότι είναι από τις φορές που η σκηνοθεσία έχει ελάχιστη ανάμειξη σε αυτό.
Αν έπρεπε να δώσω ένα χαρακτηριστικό για το Hellboy που είναι πιο σύντομο, τότε θα έλεγα το εξής. Είναι από τις ταινίες που δεν πας να δεις στο σινεμά από πριν. Τις βλέπεις στον πίνακα, λες «ας δούμε αυτή» και όταν βγεις από την αίθουσα σκέφτεσαι ότι θα αγοράσεις το dvd όταν βγει για να την βλέπεις σπίτι ή όταν μαζεύεστε με φίλους.
Δεν μοχθεί η ταινία για να τροφοδοτήσει τον θεατή. Αυτό είναι η βάση του πυρήνα της. Κάπως έτσι το Hellboy τιμά το παρελθόν του, χωρίς να επιδιώξει το περαιτέρω, είτε μιλάμε για το ωραίο περαιτέρω είτε για το υπερβολικό.
* Το Hellboy κυκλοφορεί από την Odeon από σήμερα στις αίθουσες.