Όταν το 2017, ο Τζόρνταν Πιλ έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με το «Get Out», η έκπληξη που προκάλεσε ήταν διπλού επιπέδου. Αφενός ήταν πραγματικά εντυπωσιακό το πώς ένας καλλιτέχνης που μέχρι εκείνη την στιγμή έκανε κωμωδία κατάφερε να μεταπηδήσει με τόσο αποτελεσματικούς όρους στο είδος του horror. Αφετέρου, το «Get Out» φανέρωσε την βαθιά πολιτική οπτική του δημιουργού: εκτός από ένα άψογο horror εκείνη η ταινία υπήρξε και ένα δυναμικό αντιρατσιστικό μανιφέστο και μάλιστα, εν μέσω της εποχής του Ομπάμα.
Με το καταπληκτικό «US», ο Πιλ προκάλεσε και πάλι ένα διπλό σοκ, στέλνοντας ξεκάθαρο μήνυμα πως θα είναι από τους σκηνοθέτες που θα μας απασχολεί για χρόνια. Ο Πιλ έδειξε με το «US» πως δεν έχει καμία μανιέρα στην αφήγησή του, πως μπορεί να κάνει ταινίες εξ΄ολοκλήρου διαφορετικές μεταξύ τους και ταυτόχρονα, να κρατάει ανέπαφη σε αυτές τη δημιουργική του υπογραφή. Ταυτόχρονα, απέδειξε πως η πολιτικοποίησή του δεν περιορίζεται στο επίπεδο του αντιρατσισμού: μπορεί το «US» να διακατεχόταν από την οπτική του ως μαύρος καλλιτέχνης αλλά ταυτόχρονα, σχολίασε κάτι πολύ ευρύτερο: μετά το αντιρατσιστικό του μανιφέστο, ο Πιλ μας παρέδωσε και ένα πούρο αντικαπιταλιστικό σχόλιο.
Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά με τόσο πλούσιο παρελθόν: η τρίτη ταινία του υπήρξε πολυαναμενόμενη με την αναγγελία της. Κυρίως, διότι ο Πιλ κατάφερε με το σπαθί του κάτι που ακόμα και οι μεγαλύτεροι σκηνοθέτες του Χόλιγουντ, πολλές φορές αδυνατούν να πετύχουν: να περιμένουμε πως και πως την νέα δημιουργία του και ταυτόχρονα, να μην έχουμε ιδέα τι πρόκειται να δούμε διότι ο τύπος μεταλλάσσεται αποφασιστικά σε όλα τα επίπεδα από ταινία σε ταινία.
Το «Nope» έμεινε πιστό σε αυτή την δημιουργικά εξελικτική διαδικασία του Τζόρνταν Πιλ. Και αυτό είναι μια διαπίστωση που οφείλει κανείς να αναγνωρίσει ως προς την ταινία ανεξάρτητα από το αν του αρέσει ή όχι: όσο διαφορετικές μεταξύ τους ήταν οι δυο πρώτες ταινίες του Πιλ, άλλο τόσο διαφορετική ήταν και η τρίτη του σε σχέση με τις άλλες δύο. Για την ακρίβεια, πρόκειται για την ξεκάθαρα πιο φιλόδοξη και πιο πυκνή δημιουργία του σκηνοθέτη και ως εκ τούτου, ήταν εκείνη που δίχασε περισσότερο από όλες.
Δεν είναι τυχαίο που κατά τη διάρκεια της προώθησης της ταινίας, το trailer επέλεξε να δείξει ελάχιστα πράγματα. Ότι δηλαδή έχουμε να κάνουμε με την καθημερινότητα ενός ράντσου, η οποία διαταράσσεται όταν από τον ουρανό ξεπροβάλλει ένα ύποπτο και μυστηριώδες αντικείμενο (μάλλον…), που αναπόφευκτα κάνει τους φιλήσυχους κατοίκους να παθαίνουν εμμονή μαζί του και να θέλουν να κατανοήσουν περί τίνος πρόκειται.
Θα ήταν άδικο για την ταινία να αναφερθεί το οτιδήποτε άλλο διότι η δύναμή της έγκειται ακριβώς στο ξεδίπλωμα μιας πλοκής όπου όλα μοιάζουν αδιευκρίνιστα και αλλόκοτα. Το σασπένς, η αγωνία, η στιλιζαρισμένη σκηνοθεσία, μια διαρκής ειρωνεία απέναντι σε έναν κόσμο καθορισμένο από λευκούς ανθρώπους αλλά και μιας συνεχόμενη εσάνς αυτοσαρκασμού: όλος ο Πιλ όπως τον αγαπήσαμε είναι εκεί και ταυτόχρονα… πέρα για πέρα διαφορετικός, πιο πειραματικός, πιο περίπλοκος από ποτέ.
Ο Πιλ για μια ακόμα φορά σχολιάζει τα ήθη, τα έθιμα και εν τέλει τη βαθιά ουσία της αμερικάνικης κοινωνίας εμβολιάζοντας τους συμβολισμούς του με παράπλευρα σχόλια για την ανθρώπινη αλλαζονία απέναντι στη φύση, την φαινομενική παραδοξότητα της συνύπαρξης με αυτό που εκλαμβάνεται ως «ξένο», την αστειότητα του αμερικάνικου ονείρου και της εμμονής για κοινωνική ανέλιξη, την βιομηχανία του θεάματος και όλα αυτά χωρίς ποτέ να ξεχνάει να υπηρετήσει με αγάπη και μεράκι το Sci Fi horror, όπου και εντάσσεται -χωρίς ωστόσο ίχνος σύμβασης- η τρίτη δημιουργία του.
Ταυτόχρονα, στέλνει ένα μεγάλο ερωτικό γράμμα στο Χόλιγουντ και ειδικότερα, στο γουέστερν είδος και την πρώιμη φιλμογραφία του Στίβεν Σπίλμπεργκ: πέρα από τις προφανείς αναφορές στο «Στενές Επαφές Τρίτου» στο οποίο με περηφάνια πέφτει το βλέμμα του Πιλ, οι πιο «μερακλήδες» θα αντιληφθούν και τις εκλεκτικές συγγένειες με τα «Σαγόνια του Καρχαρία» από όπου και ξεσηκώνεται αυτούσια η διαδικασία σύγκρουσης ανάμεσα στους πρωταγωνιστές και το… «ξένο».
Εν κατακλείδι: μια από τις κορυφαίες ταινίες της τριετίας. Σίγουρα όχι για όλους βέβαια. Και για την ακρίβεια, ακριβώς εξαιτίας αυτού….