Το 2013 κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους μια ταινία ενός σκηνοθέτη που κανείς δεν γνώριζε, διαφημίστηκε ελάχιστα και αυτονόητα δεν έκοψε τρελά εισιτήρια. Σταδιακά ωστόσο λειτούργησε η διαφήμιση μέσω των θεατών, από στόμα σε στόμα η φήμη της άρχισε να γιγαντώνεται και εν τέλει, σε ένα ίντερνετ που τότε δεν ήταν τόσο διαδεδομένο όσο σήμερα, σταδιακά άρχισαν να μιλάνε διάφοροι για ένα θρίλερ που αντάξιό του είχε να κυκλοφορήσει από την εποχή της «Σιωπής των Αμνών».
Ο άγνωστος σκηνοθέτης ήταν ένας Καναδός με το όνομα Ντενί Βιλνέβ, έκανε το αγγλόφωνο ντεμπούτο του και παρέδιδε ένα whodunit αληθινά υψηλού επιπέδου με μια σειρά σχεδόν φιλοσοφικών προβληματισμών να κατακλύζουν την έτσι κι αλλιώς εξαιρετική του πλοκή. Λεγόταν «Prisoners» και για ορισμένους παραμένει η καλύτερη ταινία του Βιλνέβ ακόμα και τώρα που ο τύπος θεωρείται με το σπαθί του ένας από τους πιο σημαντικούς δημιουργούς του σύγχρονου Χόλιγουντ.
Η βασική θεματική του «Prisoners» είναι η έννοια της αυτοδικίας και με αυτή αποφασίζει να αναμετρηθεί ο Βιλνέβ: σε μια μικρή πόλη των ΗΠΑ δυο μικρά κορίτσια χάνονται, ένας συγκεκριμένος τύπος μοιάζει να είναι τόσο «ιδιαίτερος» που αυτόματα τίθεται στην κορυφή της λίστας των υπόπτων για να τα έχει απαγάγει αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα και αυτό είναι πως ο τοπικός ντετέκτιβ αδυνατεί να αποδείξει κάτι τέτοιο. Ο πατέρας του ενός κοριτσιού ωστόσο, απελπισμένος από τις εξελίξεις και χωρίς ίχνος εμπιστοσύνης στον ντετέκτιβ παίρνει την κατάσταση στα χέρια του και τα πράγματα γίνονται πολύ περίπλοκα ενώ οι έννοιες της ηθικής και ανηθικότητας αλληλοεμπλέκονται.
Ο Βιλνέβ, έχοντας στο πλευρό του τον θρυλικό οπερατέρ Ρότζερ Ντίκινς, που στην εξέλιξη της καριέρας του θα καθιερώσει στο πλευρό του, δομεί μια ατμόσφαιρα βγαλμένη από τις πιο ένδοξες εποχές των νουάρ και προσδίδει στοιχεία υποβλητικότητας σε κάθε πλάνο του με αποτέλεσμα η ατμόσφαιρα που δημιουργείται να αναβαθμίζει καθοριστικά το περιεχόμενο. Σύντομα οι αντιθέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες αποκτούν μια διάσταση πολύ μεγαλύτερη από τα όρια της μικρής πόλης όπου τα πάντα συντελούνται ενώ η τελευταία και το κοινωνικό κλίμα της μοιάζουν να παίζουν ρόλο συμπρωταγωνιστή.
Όλα τα παραπάνω δίνουν στο «Prisoners» έναν εξαιρετικό ρυθμό και κάνουν τον θεατή να νιώθει πως έχει μπει μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον της ταινίας. Έτσι, ο ρυθμός μοιάζει ταυτόχρονα καταιγιστικός και σαδιστικά λιθαργικός: μπορεί να μην υπάρχουν σημαντικές εξελίξεις αλλά ποτέ η πλοκή δεν μένει στάσιμη, υπάρχει μια υπόγεια δράση διαρκώς. Και κάπως έτσι, οι περίπου 2,5 ώρες περνάνε νεράκι. Ταυτόχρονα, ο Βιλνέβ υιοθετεί μια «σκανδιναβική» οπτική στα πράγματα και εμπνέεται ευθέως από την ατμόσφαιρα της εν λόγω σχολής ενσωματώνοντας και το παραδοσιακό αμερικάνικο θρίλερ στα τεκταινόμενα. Μην λέμε πολλά λόγια: το «Prisoners» είναι σούπερ θρίλερ και όποιος γουστάρει το είδος πρέπει να το δει άμεσα.
Παρεμπιπτόντως, υπάρχει στο Netflix. Και όταν κάποιο βράδυ θα έχεις όρεξη για καλό και βαθύ θρίλερ βάλε να το δεις. Με το φινάλε του θα έχεις μείνει στάνταρ με ανοιχτό το στόμα. Και τι φινάλε!