Το να σχεδιάζεις για 2 χρόνια ένα δεύτερο Black Panther και να έρχεται αυτή η τόσο σοκαριστική απώλεια του Τσάντγουικ Μπόουζμαν, είναι πιθανότατα το πιο δύσκολο πράγμα για μια παραγωγή, έναν σεναριογράφο κι έναν σκηνοθέτη, για μια ταινία.
Κι ο Ryan Coogler είναι και τα τρία. Οπότε το βάρος πάνω στους ώμους του για να δώσει μια συνέχεια στο franchise που να έχει νόημα, ήταν τρομακτικά μεγάλο σε όσους το βλέπουμε απ΄έξω. Στο δικό του το μυαλό δεν είμαστε για να γνωρίζουμε. Υποθέτουμε όμως πως κι αυτός έπρεπε γρήγορα να συμμαζέψει την οδύνη του για να τιμήσει με τον καλύτερο τρόπο τον Μπόουζμαν.
Το Black Panther: Wakanda Forever καταφέρνει να ξεφύγει, έστω και λίγο, από την πολιτική-πολιτισμική διάσταση που του έχει δοθεί.
Η πρώτη ταινία ήταν αρκετά αδιάφορη αν δεν είσαι μαύρος στις ΗΠΑ και την Αφρική. Όση επιτυχία κι αν είχε εισπρακτικά, δεν παίζει να θυμούνται και πολλοί τι συνέβη.
Και ο θάνατος του Μπόουζμαν φαινόταν πως θα κάνει το sequel ακόμα περισσότερο ένα συλλογικό αφήγημα για τη μαύρη κοινότητα. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, πως σε σχέση με το 2018, τα πράγματα σε αυτή την 4ετία έγιναν ακόμα πιο δύσκολα για τους μαύρους στις ΗΠΑ, άρα κάμποσοι λόγοι παραπάνω να προτάξουν το black community σε αυτή την ταινία.
Η αλήθεια είναι πως ο Μπόουζμαν είναι, ήταν ο μοναδικός μαζί με τον Γουίνστον Ντιουκ, τον Μ’Μπάκου του Black Panther, να δώσουν αυθεντικές νότες χιούμορ και σαρκασμού. Ίσως και η Ντανάι Γκουρίρα, η Οκόγιε. Αλλά κι αυτή μέσα σε πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο και μόνο αν υπάρχουν κι οι άλλοι Avengers.
Στο Wakanda Forever δεν υπάρχουν. Το κλίμα της ταινίας, η ατμόσφαιρα εν γένει είναι βαριά. Λογικό. Η σκιά του Μπόουζμαν μεγάλη.
Η Γκουρίρα, η Λετίσια Ράιτ και όλο το υπόλοιπο καστ το παλεύουν σε κάποιες σκηνές να ελαφρύνουν την ατμόσφαιρα, αλλά δεν το έχουν ιδιαίτερα. Υποκριτικά, εκτός της Άντζελα Μπάσετ, η μόνη που στέκεται καλά είναι η Λουπίτα Νιονγκ’Ο.
Ακόμα και ο Ντιουκ έχει χάσει λίγη από την ικανότητα του να περνά από το βλοσυρό στο καυστικό. Έχει και μια πιο έντονη προφορά σε αυτή τη δεύτερη ταινία που δεν ξέρουμε αν έγινε επίτηδες ή έτσι του βγήκε.
Οι καλύτερες στιγμές της ταινίας είναι όταν δεν μιλάνε ιδιαίτερα. Η Λετίσια Ράιτ σε κάποια διαστήματα δεν είναι άκρως πειστική και σε αυτό, όπως και η Ντομινίκ Θορν, η Ironheart, που συστήνεται για πρώτη φορά στο κοινό μέσα από το MCU.
Αντιθέτως, φαίνεται να είναι πολύ καλή προσθήκη ο Τενόκ Ουέρτα, ο Ναμόρ της ιστορίας που έχει το προνόμιο να είναι ιθαγενής Μεξικανός που μιλάει καλά αμερικάνικα με μεξικάνικη προφορά, άρα έχει χάρισμα στην εκφορά του λόγου εξ ορισμού. Δίνει αξία στον Ναμόρ και ισορροπεί ανάμεσα στο καλό και το ύπουλο με ιδανικό τρόπο.
Το Black Panther: Wakanda Forever έχει περισσότερα δυνατά από αδύνατα σημεία, ιδίως από το σημείο που η Νακία βυθίζεται στη Ναμόρα για να πάρει την Σούρι και την Ironheart.
Η ουσία της ταινίας είναι σαφώς αυτή η δίψα για εκδίκηση που διακρίνει την Σούρι και το αν θα αφήσει πίσω της τον εκδικητικό πόνο για να συγχωρέσει, να κατανοήσει, να δει πως πρέπει να πάει παρακάτω, ούσα πια ο νέος Black Panther. Είναι όμως και η νέα Βασίλισσα της Γουακάντα; Η ταινία απαντά στο ερώτημα, εμείς ας μη σποϊλάρουμε άλλο.
Γενικώς, το MCU έχει περάσει σε μια εποχή ανουσιότητας μετά το τέλος των Avengers και με εξαίρεση τον Spider-Man και ίσως τον Dr. Strange, η κινηματογραφική της πορεία δεν δείχνει να έχει να μας προσφέρει σπουδαίες συγκινήσεις, με κάποια franchises να είναι και ασύνδετα προς το παρόν με το υπόλοιπο MCU, όπως το Thor, το Black Panther και, εικάζουμε, το Guardians of the Galaxy 3.
Μετά το Endgame δύσκολα θα δούμε ταινία της Marvel να μας αφήνει το σημάδι της, οπότε σε αυτή τη λογική, το Black Panther: Wakanda Forever ίσως είναι από αυτές που μπορεί να σημαίνουν ελάχιστα κάτι παραπάνω. Ιδίως λόγω της post credit σκηνής και της παρουσίας του Killmonger, που είδαμε στο What If? να παίρνει μια άλλη τροπή.
Ως φόρος τιμής προς τον Μπόουζμαν είναι μια χαρά, ενώ έχουμε και την εισαγωγή ενός νέου χαρακτήρα που φέρνει την υπέροχη Τζούλια Λούις-Ντρέιφους στο MCU.
* Το Black Panther: Wakanda Forever κυκλοφορεί από σήμερα στις αίθουσες σε διανομή της Feelgood.