Δεν είναι πολλά αυτά στα οποία υπερέχουμε του αμερικανικού σινεμά. Έχουμε όμως ηθοποιούς που με τη θεατρική τους παιδεία, παραδίδουν απίστευτες ερμηνείες, πραγματικά οσκαρικές. Και η Μικρά Αγγλία που ανέβηκε στο Netflix, έχει μπόλικες τέτοιες.
Η Μικρά Αγγλία του Βούλγαρη είναι από τις καλύτερες ταινίες του ελληνικού σινεμά τα τελευταία 30 χρόνια. Αισθητική, ατμόσφαιρα της περιοχής και της εποχής, η ιστορία, αυτή η όμορφη νωχελικότητα στον ρυθμό που χαρακτηρίζει τις νόρμες του ελληνικού σινεμά, που αποτελεί την μέγιστη γοητεία του, κάνουν τη Μικρά Αγγλία μια ταινία που θα μαγέψει και τον ξένο θεατή.
Είναι η επιτομή της καλλιτεχνικής αρτιότητας του ελληνικού σινεμά. Αυτή η ραθύμια που αποπνέει η κάμερα, ο ήχος, αυτό το αργό, τα κλειστά πλάνα, οι απότομες παρεμβάσεις στα διαλογικά σημεία, καθιστούν εν γένει την ελληνική σχολή, τη Μικρά Αγγλία πιο συγκεκριμένα, ένα από τα φιλμ που νιώθεις περήφανος να τα δείχνεις σε κάποιον.
Κι αφού τα αγκαλιάσεις και τα καταβροχθίσεις όλα αυτά, έρχονται οι φανταστικές ερμηνείες να σου αποκαλύψουν την μαγεία του σινεμά και να σου δείξουν πως συναντιέται σε πολλά Δέλτα με το θέατρο, για να γεννήσει καταβυθίσεις και να κάνει τον βυθό επιφάνεια.
Πηνελόπη Τσιλίκα, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Σοφία Κόκκαλη, Μάξιμος Μουμούρης είναι μια τετράδα που με αμερικάνικο σενάριο, θα την έβλεπα άνετα να έχει υποψηφιότητα σε Α΄και Β΄Ανδρικό και Γυναικείο. Ειδικά η Κόκκαλη, μας θύμισε αρκετά την Σίρσα Ρόναν, που ήταν υποψήφια για το Brooklyn το 2016.
Επιπλέον, είναι μαεστρικός ο τρόπος που αποτυπώνει μια λαογραφία στην ταινία ο Βούλγαρης. Αν προσέξει κανείς στις σκηνές που συμμετέχουν πολλοί ηθοποιοί και κομπάρσοι, τίποτα δεν έχει αφεθεί στην τύχη. Έχει συνδυαστεί άψογα η ελευθερία της κίνησης με το προκαθορισμένο και αποκτά η κάθε λήψη έναν χαρακτήρα έργου τέχνης, ένας πίνακας που δείχνει τις γιορτές της ασηναντότητας που γεμίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη.
150 λεπτά γεμάτα από κάδρα, κάδρα που απαντώνται σε παλιά σπίτια, της παλιάς Αθήνας ή επαρχιακά, σπίτια που δεν έχουν παραδοθεί σε ανακαίνιση, που δεν είχαν ποτέ την ανάγκη να εκμοντερνιστούν. Σπίτια που επέλεξαν να χαθούν στο παρόν τους, ακόμα κι όταν αυτό έγινε παρελθόν για το μέλλον που ερχόταν.
Παρά την αξία της ιστορίας, της πλοκής, η Μικρά Αγγλία είναι μια ταινία που σε παρασύρει, σε βγάζει έξω από νόρμες και την λογική της αναζήτησης μιας γραμμικής διαδρομής, με αρχή, μέση και τέλος.
Απολαμβάνεις την εικόνα, τα μάτια απορροφούν και επεξεργάζονται όλα της τα στοιχεία και τα διαχέουν στα υπόλοιπα προσληπτικά όργανα του σώματος. Ο δε συνδυασμός των διάφορων πλάνων με συγκεκριμένα διαλογικά μέρη, απογειώνουν την καλλιτεχνική αξία για την Μικρά Αγγλία.
Ο χρόνος μάλιστα, καταργείται, χάνεται η κάθε του έννοια, με τρόπο που το βλέπουμε κατά βάση σε ταινίες του Νόλαν, αν θέλουμε να μιλήσουμε με όρους χολιγουντιανού σινεμά.
Γι’ αυτό είναι μείζονος σημασίας τόσο η Μικρά Αγγλία όσο και η Ευτυχία να αποκτήσουν τέτοια απήχηση στο ελληνικό Netflix, ώστε να αναγκαστεί να τις πάει και σε άλλες αγορές.
Οκ, πηγαίνουμε στα διεθνή φεστιβάλ, αλλά πλέον και στα επόμενα χρόνια, το κοινό δεν θα είναι σαν τις κριτικές επιτροπές στις Κάννες ή τη Βενετία. Θα είναι κοινό streaming. Κι αυτό καθορίζει τι «ζει» και τι «πεθαίνει».