Την πιο μεγάλη θυσία που έχει γίνει στον ελληνικό κινηματογράφο για τα μάτια μιας γυναίκας θεωρείται ότι την έχει κάνει ο Φαίδων Γεωργίτσης.
Τυφλωμένος από την καψούρα για τη Ζωή Λάσκαρη, είχε δικαιώσει την πρόβλεψη συναδέλφου οργανοπαίχτου ότι «μέχρι μουστάκι θα σε βάλει να ξυρίσεις».
Κι όμως…
Αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά σε όσα μηχανεύτηκε κάποτε ο Νίκος Ρίζος για χάρη της Δέσποινας Στυλιανοπούλου.
Μπροστά στις απέλπιδες (όσο και υπερβολικά φιλόδοξες) προσπάθειες του να κερδίσει την προσοχή της περίφημης Ζαμπέτας.
Στην απόγνωση που τον οδήγησε μέχρι και… τερματοφύλακας να γίνει για πάρτη της ως ο περιβόητος «Γίγας της Κυψέλης»!
Η αξέχαστη ταινία του 1968 υπήρξε μια από τις πιο χαρακτηριστικές στην καριέρα του τεράστιου Έλληνα κωμικού.
Έκοψε 305.468 εισιτήρια και ήρθε στην 21η θέση ανάμεσα σε 108 ταινίες εκείνης της σεζόν.
Το στόρι της, δε, αφορούσε μια κλασική εναλλαγή ρόλων σε… ασυγχρόνιστο έρωτα:
Όσο η Ζαμπέτα ήταν μια ταπεινή υπηρέτρια και έλιωνε για τον ψιλικατζή, Νίκο Φουρκέτα, εκείνος τη σνόμπαρε και φλέρταρε με τη ντίβα της γειτονιάς, την Κλάρα.
Όταν όμως γνωρίστηκε ένα βράδυ στα μπουζούκια με τον μεγάλο Γιώργο Ζαμπέτα κι εκείνος την έκανε αστέρι του λαϊκού τραγουδιού, ο «γίγας» έκανε σκοπό της ζωής του να κερδίσει την καρδιά της.
Πέφτοντας θύμα λοιπόν στα καψώνια που του έκανε για να τον εκδικηθεί και προσπαθώντας να γίνει εξίσου μεγάλη φίρμα, αναζητά τις πιθανότητές του σε απίθανους τομείς:
Και πριν απορριφθεί ως λαϊκός βάρδος, οδηγός ράλι και… body builder, δοκιμάζει μάταια την τύχη του στα γήπεδα!
Κάπως έτσι (και βασισμένος στο σκεπτικό «σήμερα όλες οι τραγουδίστριες παντρεύονται ποδοσφαιριστές») αξιοποιεί το κονέ του με τον πρόεδρο της συνοικιακής ομάδας.
Εξαργυρώνοντας το χρέος που του είχε ο σύλλογος επειδή εκείνος χορήγησε τις φανέλες, αυτό-προτείνεται για το ρόστερ.
Μόνο που η ατάκα του προπονητή «λύσαμε το πρόβλημα του τερματοφύλακα» χρειάζεται λίγα μόλις λεπτά για να διαψευστεί πανηγυρικά.
Μετά τη μυθική εμφάνισή του λοιπόν ως Λεβ Γιασίν… τσέπης, ο μαυροφορεμένος Ρίζος σοκάρει και με τις επιδόσεις του κάτω από τα δοκάρια.
Τα τρώει από παντού με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο.
Αναγκάζει τον εξοργισμένο κόουτς να τον ρωτήσει αν έχει ξαναπιάσει μπάλα στη ζωή του.
Και αποτυγχάνοντας να τον πείσει με την επική ατάκα «τυχαία μπήκαν τα γκολ», φεύγει… σηκωτός από τα γκολπόστ!
Μια από τις πιο σπαρταριστές σκηνές στην καριέρα του Νίκου Ρίζου είχε ήδη περάσει στην ιστορία.
Και θα είχε καταγραφεί δεδομένα ως η πιο μνημειώδης της ταινίας αν δεν υπήρχε κι ένα φοβερό «καρφί» του Νίκου Καζαντζίδη για τον Σταμάτη Κόκκοτα:
Τότε που ξεκαθάρισε μεν στον (φίλο του από τον στρατό) «γίγαντα της Κυψέλης» ότι δεν έχει φωνή για λαϊκός τραγουδιστής, αλλά υπονόησε ότι θα είχε ελπίδες αν άφηνε… φαβορίτες!