Αν και έπαιξε πολλούς πρωταγωνιστικούς ρόλους κατά την διάρκεια της μακράς πορείας του σε θέατρο και κινηματογράφο, μία ολιγόλεπτη ερμηνεία του Γιάννη Γκιωνάκη είναι εκείνη που έχει μείνει πραγματικά αξέχαστη. Και δεν είναι άλλη από αυτήν στα «Κίτρινα γάντια»!
Αρκετά… παράξενα συνδέονται με την συγκεκριμένη ταινία και ίσως το μεγαλύτερο όλων συνδέεται με το γεγονός ότι ενώ σήμερα είναι από τις πλέον αγαπημένες του κοινού που κάθεται να την δει σε κάθε ευκαιρία επανάληψης στην τηλεόραση, στην εποχή της πήγε… άπατη. Για την ακρίβεια, το φιλμ που προβλήθηκε για πρώτη φορά στις 12 Δεκεμβρίου 1960 στις κινηματογραφικές αίθουσες Αθήνας, Πειραιά και προαστίων έκοψε μόλις 27.787 εισιτήρια και κατέλαβε την 18η θέση ανάμεσα στις ταινίες της ίδιας σεζόν.
Αποτέλεσε μια κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού «Η Ρένα εξώκειλε» το οποίο είχε γραφτεί για τον θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη. Δυστυχώς ο θάνατος του σπουδαίου κωμικού ανάγκασε τους ανθρώπους της Φίνος Φιλμς να αναζητήσουν αντικαταστάτη, τον οποία βρήκε στο πρόσωπο του Νίκου Σταυρίδη, ενώ μετά τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, επιλέχτηκε και ο Γιάννης Γκιωνάκης σε έναν μικρότερο, που όμως έμελλε να του αλλάξει ολόκληρη την καριέρα.
Άλλωστε αυτό ήταν και το χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου ηθοποιού. Πολλές φορές συμμετείχε ως δευτεραγωνιστής ή και ακόμη πιο… κάτω στους τίτλους αρχής, σε διάφορες ταινίες. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι μόνο το 1962 συναντάμε το όνομά του σε 13 παραγωγές! Και αυτό διότι είχε την σωστή νοοτροπία και τον επαγγελματισμό να προσεγγίζει την κάθε δουλειά με τρόπο που ενθουσίαζε τους συνεργάτες του, οι οποίοι μαζί του είχαν το κεφάλι τους ήσυχο ότι όχι μόνο θα τα βγάλει πέρα, αλλά και ότι θα… απογειώσει ακόμη κι ένα… ρολάκι με τον αυθορμητισμό του.
Αυτό ακριβώς συνέβη και στα «Κίτρινα γάντια», στο οποίο το σενάριο είχαν γράψει οι Αλέκος Σακελλάριος (που ήταν και ο σκηνοθέτης) και Χρήστος Γιαννακόπουλος. Οι δυο τους συμφώνησαν στον βασικό σκελετό της γνωστής σε όλους μας πια σκηνής με τα… πορτοκάλια, αλλά γνωρίζοντας πολύ καλά τι σόι ηθοποιός ήταν ο Γιάννης Γκιωνάκης, τον άφησαν να… σολάρει, χαρίζοντάς μας μερικά από τα πιο σπαρταριστά γέλια στην ιστορία της ελληνικής κωμωδίας!
Ο Γκιωνάκης ουσιαστικά δημιούργησε έναν χαρακτήρα, τον περίφημο πια «Μπρίλη», έναν άκακο… ελαφρόμυαλο που πασχίζει να συνεννοηθεί με τους γύρω του τους οποίους φτάνει στα όρια της… τρέλας, χρησιμοποιώντας έναν γνώριμο σε αυτόν τύπο ως πρότυπο. Εκείνο που βγαίνει από διηγήσεις πολλών ηθοποιών της εποχής είναι ότι η μανιέρα πάνω στην οποία πάτησε ο Γκιωνάκης ήταν ουσιαστικά μια παραλλαγή της συμπεριφοράς ενός συμπαθούς ατόμου το οποίο σύχναζε στα παρασκήνια των θεάτρων.
Όπως λένε, ήταν ένας άκακος άνθρωπος που επισκεπτόταν όσο συχνά μπορούσε τα καμαρίνια και ήθελε να συνομιλήσει με τους ήρωές του, έχοντας πολλά στοιχεία από το «πακέτο» που είδαμε στον «Μπρίλη», σε ό,τι αφορά τις γκριμάτσες και τον τρόπο ομιλίας. Όταν, λοιπόν, ο Γιάννης Γκιωνάκης διάβασε το σενάριο αμέσως αντιλήφθηκε τις ομοιότητες και σκέφτηκε πώς ακριβώς θα αποδώσει τον ρόλο που τελικά τον χαρακτήρισε!