Μπορεί να μην άντεξε για πολύ καιρό στην πρώτη θέση και τα τελευταία 24ωρα να χάνει κι από μία θέση, αλλά το Νο3 του Netflix συζητιέται εντόνως κι υπάρχει ένα μικρό ντιμπέιτ για το αν τελικά είναι μια ταινία που αξίζει να έχει 6.9 στο IMDB και 94% στο Rotten Tomatoes. Αν δεν έχεις δει το Sisus, τότε πάτα ένα pause στην ανάγνωση, διότι θα φύγουν μερικά σπόιλερ.
Το Sisu μας πηγαίνει κάτι λιγότερο από 80 χρόνια πίσω, στην εποχή που ο ναζισμός έπνεε τα λοίσθιά του σε επίπεδο Γ’ Ράιχ και οι Γερμανοί έβλεπαν το τέλος τους να πλησιάζει, καθώς και την διεθνή καταδίκη για τα εγκλήματά τους.
Σε μια από τις χώρες όπου είχαν εισβάλει, στη Φινλανδία, ζει ο Αατάμι, ένας ηλικιωμένος άντρας που στο παρελθόν είχε πολεμήσει και είχε αποκτήσει τη φήμη του Απέθαντου, του Ανίκητου.
«Δεν είναι ότι είναι αθάνατος, αλλά αρνείται να πεθάνει», λέει κάποια στιγμή στην ταινία για τον Αατάμι μια από τις αιχμάλωτες γυναίκες των στρατιωτών των Ναζί, που τις έχουν για να τις βιάζουν.
Ο Αατάμι δεν τα παρατάει με τίποτα και σίγουρα δεν θα τα παρατήσει όταν καθώς ταξιδεύει από τον βορρά και την άγρια φύση όπου ζει ως, τύποις, εξόριστος, για να μεταφέρει ράβδους χρυσού και να τις πουλήσει, θα πέσει πάνω στους ναζί κι εκείνοι θα επιχειρήσουν να του πάρουν το χρυσό. Αφού μόλις τελειώσει ο πόλεμος θα τους δικάσουν και θα τους κρεμάσουν, το χρυσάφι είναι η μόνη τους διέξοδος.
Δεν έχουν μετρήσει όμως καλά τα πράγματα, ούτε ακόμα κι όταν μια μονάχα περνάει από ένα σημείο όπου ο Αατάμι έχει ξεπαστρέψει 4 στρατιώτες, έχοντας καρφώσει στο κεφάλι του ενός ένα μαχαίρι σαν σούβλα, το έχει διαπεράσει. Πιστεύουν αφελώς πως μπορούν να τον σκοτώσουν, κι ας γνωρίζουν τι μύθος τον ακολουθεί.
Και σε κάθε σκηνή, φτάνουν όλο και πιο κοντά στην ψευδαίσθηση πως θα γράψουν αυτοί το φινάλε ενός θρύλου. Αλλά αυτός ο τύπος δεν πεθαίνει ούτε μένοντας 20 λεπτά στο νερό, αφού χρησιμοποιεί νεκρούς Γερμανούς ρουφώντας τους το λαιμό για να πάρει οξυγόνο, ούτε όταν μένει για ώρα κρεμασμένος. Φτάνει να καρφώσει ένα καρφί στο πόδι του για να τον κρατήσει ψηλά και να μην κρέμεται από το σχοινί.
Μέχρι και πάνω σε νάρκη σταματάει με το άλογό του και διαλύεται αυτό, εκείνος όμως όχι. Σε άλλες σκηνές, ακούγονται οι απανωτές ριπές από πολυβόλα, με εξαίρεση μια σφαίρα που τον βρίσκει στο πόδι, όλα τα άλλα τα αποφεύγει, σε μια σκηνή κρατώντας μια ασπίδα που καλύπτει τον θώρακά του.
Το Sisu φτιάχτηκε για να ικανοποιήσει μια ματσίλα, την αιώνια δίψα του άντρα θεατή για αίμα και ανελέητη βία, που εν προκειμένω καθαγιάζεται επειδή τα θύματα είναι οι ναζιστές. Οι σκηνές, αν τις δεις ξεχωριστά, είναι σίγουρα μια ένεση αδρεναλίνης, αλλά φτάνουν να ξεπερνούν και τις ταινίες Σβαρτσενέγκερ, Σταλόνε και Βαν Νταμ, που γύρω τους γίνεται χαλασμός από σφαίρες κι αυτοί δεν έχουν ούτε γρατζουνιά.
Αλλά, συνολικά, το Νο3 του Netflix δεν έχει κάτι που να μπορείς να το κατατάξεις ως ταινία. Προφανώς, δε μπορεί να κριθεί ως κάτι άλλο από αυτό που είναι, το κόνσεπτ ενός ηλικιωμένου αθάνατου που γεμίζει το χώμα αίμα ναζιστών, αλλά κάποια πράγματα φτάνουν πέρα από το όριο του ανεκτού ψέματος.
Δεν έχουμε καταλήξει αν της αξίζει τόσο praise, αλλά δεν έχει και καμία σημασία, εν τέλει. Αν ψάχνεις κάτι να σου κάνει pump την αδρεναλίνη σου, να το δεις χωρίς πολλά πολλά και να κυλήσει νεράκι μιάμιση ώρα που δεν είχες κάτι άλλο να κάνεις, τότε το Sisu ταιριάζει στα κουτάκια.