Το τι φαντάζεται ο καθένας και το τι περιμένει από μια ταινία, μια σειρά, ένα έργο τέχνης, είναι, εν τέλει, κάτι που αφορά τον ίδιο. Δεν έχει υποχρέωση κανένας να ανταποκριθεί στις προσδοκίες ενός. Μπορούμε όμως να συμφωνήσουμε πως το όνομα Ρόμπερτ Ντε Νίρο είναι ένας κοινός τόπος προσδοκιών για όλους μας και έτσι συνέβη με το Zero Day στο Netflix.
Πριν λίγες ημέρες εδώ, είχαμε καταγράψει τις προσδοκίες μας, όμως, μετά την κυκλοφορία της σειράς στο Netflix, μπορούμε να πούμε πως είδαμε μια καλή σχετικά σειρά, αρκετά χαμηλότερα όμως από το ύψος που ετέθη ο πήχης.
Οκ, ίσως πάλι να φταίμε εμείς, γιατί δεν είναι ότι ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο έχει παραδώσει μόνο τρομερές δουλειές. Έχει κάμποσες «φόλες» στο βιογραφικό του. Μόνο την τελευταία 10ετία να κοιτάξει κανείς, θα βρει 4-5.
Το Zero Day όμως δεν είναι σαν το Dirty Grandpa ή το Intern, δεν είναι μια ταινία που έχει υλικά για να καταλήξει αποτυχία. Είναι μια σειρά με σενάριο που έχει τη δυναμική για κάτι πάρα πολύ καλό.
Το πρόβλημα είναι όμως ότι αντί να γίνει ταινία, έγινε σειρά. Αν ήταν μια ταινία 2.5 ωρών, θα ήταν πολύ πολύ καλύτερη η αίσθηση που θα είχαμε.
Στο Zero Day, σειρά 6 επεισοδίων στο Netflix, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο υποδύεται έναν πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Τζορτζ Μάλεν, τον οποίο καλεί η εν ενεργεία πρόεδρος των ΗΠΑ, για να γίνει επικεφαλής σε μια Επιτροπή Ημέρας Μηδέν.
Αυτή η Επιτροπή έχει αναλάβει να εξιχνιάσει ποιος επιτέθηκε στις ψηφιακές υποδομές της χώρας, με αποτέλεσμα να συγκρουστούν δύο τρένα και να πεθάνουν κοντά 3.500 άνθρωποι.
Με έδρα τη Νέα Υόρκη, ο Μάλεν, που έχει υψηλά ποσοστά αποδοχής στον αμερικανικό λαό, και με ένα όργανο του Κογκρέσου στο οποίο προΐσταται η κόρη του Άλεξ, να τον ελέγχει, θα κληθεί να ανακαλύψει μια συνωμοσία εις βάρος των ΗΠΑ, με τον εχθρό να είναι εντός των τειχών και όχι οι Ρώσοι όπως θα ήθελαν αρκετοί να αποδειχθεί ότι επιτέθηκαν.
Κουβαλώντας το τραύμα του θανάτου του γιου του, ο Μάλεν θα βρεθεί σε ένα μονοπάτι που, με εντολή της κυβέρνησης, θα εισβάλλει σε σπίτια και θα συλλαμβάνει όποιον θεωρεί ότι μπορεί να σχετίζεται, ακόμα και με τις ελάχιστες των ενδείξεων.
Όταν θα το κάνει αυτό σε έναν δημοφιλή παρουσιαστή ψηφιακής εκπομπής που διαδίδει θεωρίες συνωμοσίας, καθαρά και μόνο για να βγάζει χρήματα, και θα αναγκαστεί να τον ανακρίνει με μεθόδους βασανισμού, η αποδοχή του στον αμερικανικό λαό θα πέσει πολύ χαμηλά.
Μια νέα επίθεση σε ένα τραπεζικό σύστημα, θα οδηγήσει σε πάγωμα αναλήψεων για μερικά 24ωρα, με τον κόσμο να διαδηλώνει και να εισβάλλει σε τραπεζικά καταστήματα, ζητώντας τα λεφτά του.
Το σκηνικό του χάους δείχνει ιδανικό για όσους ενορχήστρωσαν και την αρχική επίθεση, ενώ, παράλληλα, ο Μάλεν φαίνεται να έχει ένα πρόβλημα με το εγκεφαλικό του σύστημα, καθώς ακούει μουσική εκεί όπου δεν υπάρχει, ενώ σε ένα σημειωματάριο έχει γράψει πολλές φορές τη φράση “Who killed Bambi?”.
Έχοντας ένα μυστικό, που αυτός ήταν και ο λόγος που αποσύρθηκε από την πολιτική και δεν διεκδίκησε 2η τετραετία στον Λευκό Οίκο, ο Μάλεν, παρέα με τους συνεργάτες του στην Επιτροπή, θα έρθει αντιμέτωπος με μια σοκαριστική αλήθεια.
Κι εκεί που φαίνεται να υποτάσσεται σε αυτή την αλήθεια, η οποία δεν θα τιμωρήσει όπως πρέπει τους ηθικούς αυτουργούς 3.500 νεκρών, θα έρθει η ανατροπή.
Η σειρά του Netflix είναι αρκετά άτονη στα 3 πρώτα επεισόδια και μέχρι τα μισά του 4ου επεισοδίου κάπως αναρωτιόμασταν τι μας έφταιγε. Εκεί όμως το σενάριο γκαζώνει και η πλοκή είναι τόσο καταγαιστική και γεμάτη ανατροπές, που κάπως ισορροπεί τα πράγματα και φέρνει ένα θετικό συναίσθημα, ίσου μεγέθους με το κάπως αρνητικό στο πρώτο μισό της.
Ειδικά το 5ο και το 6ο επεισόδιο δεν έχουν ούτε λεπτό χωρίς σημασία, χωρίς αξία για την πλοκή και γι’ αυτό γράψαμε στην αρχή πως αν ήταν ταινία το Zero Day, θα μιλούσαμε για μια πάρα, μα πάρα πολύ καλή ταινία.
Ο Τζέσι Πλέμονς και ο Μάθιου Μοντάιν είναι αυτοί που ανταποκρίνονται στο καλό σενάριο, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο όχι και τόσο, αλλά αν αποφασίσεις να μην εστιάσεις σε αυτόν, θα δεις πως πρόκειται για μια σειρά που την βλέπεις απνευστί, γιατί σου τριγκάρει την περιέργεια.