Blade Runner: Το ηλεκτρικό μου πρόβατο κοιμάται

«Περίεργο συναίσθημα το να ζεις μέσα στο φόβο, σωστά; Αυτό ακριβώς σημαίνει το να είσαι σκλάβος…»

Νουάρ, έστω και «νέο-», που εκτυλίσσεται σ’ ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον. Ερεβώδες, σχεδόν, όσο τα μεσάνυχτα στην κόλαση. Αρραγής μελαγχολία την οποία μπορείς, θαρρείς, να την πιάσεις με τα γυμνά σου χέρια. Μπερδεμένοι ήρωες που προσπαθούν να λύσουν τα υπαρξιακά τους προβλήματα και μοιραίες γυναίκες που δεν ξέρουν τι ακριβώς τους συμβαίνει.

Ένας κόσμος που καταρρέει, αποσυντίθεται, ενόσω οι πρωταγωνιστές ακόμα παλεύουν να καταλάβουν ποιοι είναι. Εικόνες που θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν δημιουργηθεί από το πινέλο του Έντουαρτ Χόπερ και μοιάζουν να έχουν συγγένεια με τα «Νυχτερινά Παράθυρα» ή τα «Γεράκια της Νύχτας».

itght

Αέναες συζητήσεις για το αμφίσημο φινάλε, αδιάλειπτη πάλη ανάμεσα στον σκηνοθέτη και το στούντιο για το ποιος θα έχει το τελικό μοντάζ, 5-6 διαφορετικές εκδοχές μέχρι να φτάσουμε στο “Director’s cut”, εκατοντάδες φήμες πως ακόμα και στην τελική του «μορφή» το φιλμ είναι ημιτελές, απαξιωτικά βλέμματα- τότε, όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1982- για το είδος κινηματογράφου που υπηρετεί, αντιστροφή κλίματος και καθολική αναγνώριση.

Συνελόντι ειπείν, ένα αριστούργημα:

Στο υγρό, από την ακατάπαυστη όξινη βροχή, Λος Άντζελες του 2019, ο Blade Runner Χάρισον Φορντ αναλαμβάνει να εξοντώσει τα τέσσερα ανθρωποειδή που ήρθαν στη γη για να συναντήσουν το δημιουργό τους.

Ο Ρίντλεϊ Σκοτ (τον οποίον οι ηθοποιοί του συμπαθούσαν όσο, περίπου, οι Εβραίοι τον Χίτλερ) αντλεί αόριστα από το εκπληκτικό μυθιστόρημα «Do androids dream of electric sheep?» του Φίλιπ Ντικ και φτάνει στο απόγειο της καριέρας του: το μετα-αποκαλυπτικό τοπίο του Λος Άντζελες, με τα κτήρια που θυμίζουν μονολιθικά ζιγκουράτ, γίνεται ο τόπος ενός αριστοτεχνικά υφασμένου υπαρξιακού έπους, η θνητή ύπαρξη κοιτάζει στα μάτια τον Χρόνο και η φιλοσοφία στο πανί περνάει μέσα από τις ατραπούς του sci-fi.

blade-runner

Το σκεπτόμενο blockbuster του Σκοτ παίζει έντονα με το μυαλό των θεατών, τους ρίχνει στο βούρκο της αγωνίας σχετικά με τη φύση του Ντεκάρντ (είναι άνθρωπος ή ανθρωποειδές;) και όλα αυτά εν μέσω μίας υπέροχης παρέλασης εικόνων και τους μεθυστικά ταιριαστούς ήχους του Βαγγέλη Παπαθανασίου που έγραψε το soundtrack.

«Είναι κρίμα που δε θα ζήσει. Όμως, από την άλλη, ποιος ζει;» αναρωτιέται σε κάποια στιγμή του φιλμ ένας εκ των πρωταγωνιστών, με την απάντηση να φαντάζει εύκολη:

Η ίδια η ταινία.

Το Blade Runner.

Η ιστορία του.