Δεκαπενταύγουστος. Όλη η Ελλάδα κάνει μπάνια. Εντάξει, όχι όλη. Υπάρχουν, δυστυχώς, εκείνοι που το πορτοφόλι τους δεν είναι και στα καλύτερά του ή δεν βρήκαν παρέα ή δεν πήραν άδεια. Οι λεγόμενοι «καταραμένοι να βρίσκονται στην Αθήνα».
«Αχ, η Αθήνα είναι τόσο ωραία πόλη τον Δεκαπενταύγουστο που λείπουν όλοι», θα μονολογήσει μια ρομαντική ψυχή.
Όχι δα: η Αθήνα είναι ωραία όλο τον χρόνο. Το μόνο που αλλάζει τον Δεκαπενταύγουστο είναι πως είναι και «σάπια». Αν γουστάρεις λοιπόν την σαπίλα, μόνο τότε θα γουστάρεις και την καλοκαιρινή Αθήνα. Αν έχεις στο μυαλό σου ρομαντικά νυχτερινά τοπία μέσα σε μια άδεια πόλη και τα συναφή, μάλλον δεν ζεις στην Αθήνα αλλά κάπου αλλού.
Ή έχεις δει πολλές φορές τα «Φτηνά Τσιγάρα»….
Να διευκρινίσουμε κάτι: αν είσαι οπαδός της συγκεκριμένης ταινίας φύγε τώρα από εδώ. Αυτά που θα διαβάσεις θα σε κακοκαρδίσουν και δεν το θέλουμε- μπορείς κάλλιστα να διαβάσεις κάποιο άλλο άρθρο τώρα.
Οκ, και τώρα που φύγαν οι «αντιρρησίες» ας βγάλουμε το άχτι μας:
Κάθε, μα κάθε διαολεμένο καλοκαίρι αυτή η ταινία γίνεται must. Προβολές επί προβολών, ατάκες από την ταινία, εικόνες με την Παπαχαραλάμπους και τον (κάτσε να μην κάνω λάθος…) Ρένο Χαραλαμπίδη από εδώ κι από εκεί. Η εκδίκηση της κακογουστιάς υπό μορφή ταινίας!
Ανέμπνευστο σενάριο, πολύ μέτριες ερμηνείες, κανένας προσανατολισμός όσον αφορά αυτό που υποτίθεται θέλει να πει (το οποίο και δεν ξέρει τι είναι), μόνο μια τεχνητή μελαγχολία βασισμένη απλά στην εικόνα εικόνα της άδειας Αθήνας. Παντελώς ασύνδετη, με όλα τα τεκταινόμενα της ταινίας που είναι ο ορισμός της αμπελοφιλοσοφίας και της αοριστίας.
Τα «Φτηνά Τσιγάρα», αν και έχει πλασαριστεί η ταινία-ωδή της άδειας καλοκαιρινής Αθήνας, στην πραγματικότητα αποτυγχάνει παταγωδώς να αποτυπώσει το αληθινό κοινωνικό περιβάλλον της τελευταίας. Και αυτό γιατί πρόκειται για μια πολύ, μα πάρα πολύ «κυριλέ» ταινία.
Οι δημιουργοί της προφανώς δεν έχουν ζήσει ποτέ την άδεια Αθήνα, γνωρίζουν μόνο θεωρητικά πως υπάρχει τέτοιο πράγμα. Νομίζουν πως το να κάνεις βόλτες στους αθηναϊκούς δρόμους μέσα στο κατακαλόκαιρο είναι κάτι εκκεντρικό και ιδιαίτερο. Καμία σχέση…
Αποτυγχάνοντας παταγωδώς να δημιουργήσει αληθινό κινηματογραφικό συναίσθημα, γεμάτη κλισέ, περισσότερο ένα καλογυαλισμένο τουριστικό προϊόν και λιγότερο ταινία, τα «Φτηνά Τσιγάρα» είναι μια αποτυχημένη και ξεδιάντροπη αντιγραφή του «Before Sunrise» με τον Ίθαν Χοκ και την Τζούλι Ντέλπι (δείτε αυτήν καλύτερα).
Το μόνο που αξίζει σ΄αυτήν είναι οι σκηνές με τον Τσάκωνα και τον Παναγιωτίδη: μερικές σταγόνες έμπνευσης σε έναν ωκεανό δηθενιάς (χα! μέσα σε λίγα δεύτερα σκέφτηκα και έγραψα μια φράση πιο έξυπνη απ’ ότι όλες οι ατάκες του Χαραλαμπίδη και της Παπαχαραλάμπους μαζί σε όλη την ταινία).
Η πραγματική ταινία-ωδή της καλοκαιρινής Αθήνας είναι μια: «Τσίου» (λέμε και προσκυνάμε).
Ναι, αυτό που δείχνει το «Τσίου» είναι η Αθήνα τον Δεκαπενταύγουστο- όχι η τουριστική διαφήμηση που λέγεται «Φτηνά Τσιγάρα». Η καλτ ΤΑΙΝΙΑΡΑ του Παπαδημητράτου αποτυπώνει στο έπακρο το κοινωνικό περιβάλλον αυτής της πανέμορφης και ταυτόχρονα «σάπιας» πόλης που λέγεται Αθήνα και το κάνει σαν να βάζει να πιεί ένα ποτήρι νερό.
Πρεζάκια που ψάχνουν την δόση τους, τύποι που βαριούνται και νιώθουν πως παίζουν σε μετα-αποκαλυπτικού περιεχομένου ταινία, καμμένοι που ψάχνονται για κάνα πάρτυ, ψιλικατζίδες που τυχαίνει να έχουν μείνει ανοιχτοί και αράζουν με φανελάκι και παντόφλες ,περιμένοντας τον απελπισμένο που θα ψωνίσει παγωτό. Αν δεν τα γουστάρετε όλα αυτά, αν βλέποντάς τα στο «Τσίου» αισθάνεστε ότι δεν σας «κάνουν», τότε προφανώς δεν σας αρέσει η Αθήνα τον Δεκαπενταύγουστο.
Φτιαγμένη από κόσμο που κάνει μπαμ πως έχει φάει καλοκαίρια και καλοκαίρια από τη ζωή του στο να μένει στην Αθήνα, αυτοσαρκαστική και, τελικά, βαθιά και ουσιαστικά ρομαντική (γιατί ο ρομαντισμός φτιάχνεται και σε ένα άδειο παρκάκι με το τσιμέντο να βράζει από τη ζέστη, δεν χρειάζεται την βολικότητα της άδειας Ακαδημίας και μάλιστα το βράδυ που δεν έχει και ήλιο), το «Τσίου» είναι η must ταινία του Δεκαπενταύγουστου.
«Τσίου», που να πάρει!