Αν κάνεις μια γρήγορη παρατήρηση στον αριθμό των σειρών που κυκλοφορούν την τελευταία τριετία και σκεφτείς ποιες ήταν αυτές που τελικά έμειναν στο μυαλό σου και συνέχισες να τις βλέπεις, θα δεις ότι έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά. Ένα από αυτά είναι η συχνότητα με την οποία κυκλοφορούν ο πρώτος με τον δεύτερο κύκλο. Αυτό το στοιχείο είναι που χαντάκωσε κατά κάποιον τρόπο το The Defenders.
Η ένωση του Daredevil, του Luke Cage, της Jessica Jones και του Iron Fist ήταν από αυτές που το κοινό της Marvel επιθυμούσε διακαώς. Τόσο για το uberness της σύζευξης, αλλά κυρίως για κάτι άλλο. Για το γεγονός ότι οι σειρές που βγήκαν για τους 3 πρώτους κυρίως, ήταν άρτια φτιαγμένες, προσεγμένες στην λεπτομέρεια, με μεγάλη βάση στα σημαντικά συστατικά τέτοιου είδους μυθοπλασίας. Την αύρα, την αισθητική, τις σκηνές μάχης και στο τέλος το σενάριο. Όμως η σειρά ήρθε τόσο κοντά στην κυκλοφορία του Iron Fist και ένα χρόνο ακριβώς μετά το Luke Cage. οι υπεύθυνοι είχαν να διαχειριστούν πολλές μπάλες μαζί. Γι΄αυτό και στο μέλλον θα υπάρξει μια αυξητική τάση στις σειρές που επιλέγουν μεγαλύτερο διάστημα αποχής.
Ξαναγυρνάω σε κάτι που έγραψα πριν. Φαίνεται παράξενο που μπαίνει η δυναμική του σεναρίου σε έσχατη μοίρα, αλλά υπάρχει λόγος. Αυτός είναι ότι το Defenders, παρά το γεγονός ότι είχε ένα μέτριο σενάριο, κατάφερε να βρει τις στιγμές που δικαιολογούσε την προσμονή του κοινού.
Ποια ήταν τα στοιχεία που μπήκαν μαζί στο καλούπι της σειράς του Netflix; Η τρομερή ικανότητα του Τσάρλι Κοξ (Daredevil) στις σκηνές μάχης, το εκτόπισμα του Μάικ Κόλτερ (Luke Cage), η θρασεία αυθάδεια στην συμπεριφορά της Κρίστεν Ρίτερ (Jessica Jones) και η μετριότητα του Φιν Τζόουνς(Iron Fist). Για τον Τζόουνς και το πως αντεπεξήλθε στις απαιτήσεις του πιο ισχυρού θεωρητικά από τους 4, τα είχαμε γράψει κι εδώ. Αρκετά αδιάφορος ως φυσιογνωμία, μέτριος στις σκηνές μάχης, άτυχος γιατί του δόθηκε ένα εξίσου μέτριο σενάριο. Ήταν όμως τυχερός γιατί η Τζέσικα Χένγουικ είχε κρατήσει ψηλά τη σημαία στον ρόλο της Colleen Wing.
Αυτές τις διαφορές μεταξύ των τεσσάρων φρόντισε να τις αναδείξει η σειρά. Άλλοτε φάνηκε σωστή επιλογή, άλλοτε κατέδειχνε την ελλιπή φροντίδα στο σενάριο. Οι 4 ήρωες βρίσκονται τυχαία στο κτήριο της Midland Circle που ανήκει στο Hand. Πολύ γρήγορα αρχίζουν να σχηματίζουν τον δεσμό τους. Να ρίχνουν στο τραπέζι όλα όσα γνωρίζει ο καθένας. Από το 3ο επεισόδιο και μετά η πλοκή εξελίσσεται ραγδαία. Τα δύο πρώτα καλύπτουν το χρόνο τους με το να δείχνουν παράλληλα τις κινήσεις κάθε ήρωα ξεχωριστά. Κάτι που ήταν αναπάντεχα πολύ καλά δοσμένο. Κάτι που έκανε το γρήγορο μετά να φέρει μια μεγάλη αντίθεση στον θεατή.
Σε αυτά τα 8 επεισόδια όλα γίνονται σε χρόνους που δεν προλαβαίνεις να τα απορροφήσεις και να τα επεξεργαστείς. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που μια τέτοια επιλογή δεν δημιουργεί μεγαλύτερη ευχέρεια ώστε ο θεατής να μη νιώσει σχεδόν καθόλου ότι βαλτώνει. Στην προσπάθεια τους να παραδώσουν κάτι στεγνό, χωρίς περιττολογίες, ο Ντάγκλας Πέτρι και ο Μάρκο Ραμίρεζ, οι δημιουργοί, έχασαν την περίφημη λεπτή γραμμή.
Παρόλα αυτά όμως, το σύμπαν της Νέας Υόρκης, του Χελς Κίτσεν, του Μπρούκλιν και γενικά των περιοχών που έδρασαν ατομικά οι 4, είχε χτιστεί τόσο καλά. Είχε δημιουργήσει ένα σταθερό πλέγμα μεταξύ των χαρακτήρων, ώστε το Defenders να καταφέρει να κρατηθεί. Παρά τις όποιες αστοχίες σε επίπεδο σεναριακό και προετοιμασίας. Ο Τσάρλι Κοξ ή αλλιώς Daredevil είναι ο πυλώνας γύρω από αυτό. Μαζί με τον Στικ και την Κλαιρ είναι οι 3 ρόλοι που κρατάνε τα ηνία της πρώτης γραμμής και του υπόβαθρου. Σε βαθμό τέτοιο, ώστε να γίνονται ισότιμοι του Luke Cage και της Jessica Jones.
Εννοείται, πως ο Iron Fist αποτέλεσε το «χάνει λάδια» της σειράς. Γενικά, ο Daredevil είναι ο ήρωας που ξεφεύγει από το νερόβραστο πρότυπο του τύπου που λέει πως θα σώσει τους πάντες και τα πάντα. Έδειχνε τις ανησυχίες και τον φόβο του δίχως ντροπή. Αντιθέτως, ο Fist ήταν μια κινούμενη θυμηδία. Μεγάλο μερίδιο σε αυτό έχει η αφέλεια που έχουν προσδώσει στον χαρακτήρα. Μια αφέλεια που δεν συνάδει με τους υπόλοιπους.
Το πιο εμφανές καλό που έχουν καταφέρει οι δημιουργοί αυτής της μυθολογίας είναι στο κομμάτι των κακών. Μετά τον Wilson Fisk, τον vigilante Punisher, τον Cottonmouth και την Gao, ήρθε να μας συστηθεί η Alexandra (Σιγκούρνι Γουίβερ) με τον Sowande. Κακοί από αυτούς που ο θεατής ξέρει ότι θα έρθει η στιγμή που θα δικαιολογήσει. Αδυσώπητοι μα και με ευαισθησίες. Δυναμικοί μα και τρωτοί. Ξέρουν να παίρνουν αυτό που θέλουν, αλλά να διαβλέπουν μέχρι που τους παίρνει. Μια φράση της Γουίβερ τα λέει όλα:
«Το πρόβλημα με τον πόλεμο είναι ότι μπορεί να μαίνεται μόνο όσο και οι δύο πλευρές πιστεύουν ότι διαθέτουν τα σωστά κίνητρα».