The Last Jedi: To Star Wars franchise ΔΕΝ αντεπιτίθεται!

Είδαμε την πολυαναμενόμενη ταινία από το σύμπαν του Star Wars και σας λέμε την αποψάρα μας...

Υπάρχει μια αρχαία προφητεία. Βγαλμένη από έναν πολύ μακρινό γαλαξία, πολλά χρόνια πριν. Λέει ότι μια μέρα θα κυκλοφορήσει μια ταινία από το κινηματογραφικό σύμπαν του Star Wars που θα κοιτάει στα μάτια το πιο επικό κεφάλαιο ολόκληρης της μυθολογίας. Λέει ότι μια μέρα οι φανατικοί οπαδοί του Star Wars θα διχαστούν και -μοιρασμένοι πλέον- άλλοι θα συνεχίσουν να είναι ερωτευμένοι με το ένα, το μοναδικό, το «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται» και άλλοι θα γουστάρουν περισσότερο τον (επερχόμενο) «διάδοχό» του. Έναν «διάδοχο» που ακόμα δεν έχει εμφανιστεί.

Τουλάχιστον για τα επόμενα δυο χρόνια, αυτή η προφητεία δεν θα γίνει πραγματικότητα. Παρά το γεγονός ότι άπειροι πιστοί της Δύναμης ανά τον κόσμο είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στο Επεισόδιο 8. Παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες έμοιαζαν ιδανικές. Παρά το γεγονός ότι η σκοτεινιά και η ενήλικη ατμόσφαιρα του (παραπλανητικού όπως αποδείχθηκε…) trailer προϊδέαζε για κάτι τέτοιο.

Στην πραγματικότητα, το «The Last Jedi» όχι απλά δεν στέκεται στο ίδιο ύψος με την θρυλική δεύτερη (χρονικά) ταινία του franchise αλλά το ακριβώς αντίθετο: θα ξεχαστεί πάρα πολύ γρήγορα…

Φυσικά, πάντα παίζει ρόλο και το τι περιμένει να δει ο κάθε θεατής. Όσοι αντιμετωπίσουν το «The Last Jedi» ως ένα μεμονωμένο blockbuster που φτιάχνεται για να γουστάρουν τα μαζικά κοινά των σινεμά, μάλλον θα φύγουν ικανοποιημένοι από την αίθουσα.

Και μάλιστα, είναι μια ταινία που ενδέχεται να κάνει ακόμα και έναν θεατή που δεν έχει ιδέα για το τι παίζει από το σύμπαν του Star Wars και έχει μια αμυδρή εικόνα για το τι έγινε στο «The Force Awakens», να περάσει σχετικά καλά.

Μάλλον αυτός είναι και ο λόγος που το «The Last Jedi» έχει ήδη αγαπηθεί τόσο πολύ από τους κριτικούς κινηματογράφου. Γιατί «επιτέλους» -όπως εύστοχα αναφέρεται σε ορισμένα ΜΜΕ του εξωτερικού- το Star Wars franchise πλησιάζει τη φιλοσοφία του James Bond franchise: αρκεί να ξέρεις τα βασικά για το παρακολουθήσεις και να σε διασκεδάζει. Δεν χρειάζεται να έχεις… «εντρυφήσει» συνολικά στο σύμπαν του. Σημαντικό αυτό για το Hollywood της σημερινής εποχής…

Από την άλλη, οι «πιστοί» της Star Wars μυθολογίας, αν θέλουν να περάσουν καλά με ετούτη την ταινία, καλό θα ήταν να αφήσουν τις υψηλές προσδοκίες τους σπίτι. Να αντιμετωπίσουν το «The Last Jedi» όπως το μέσο blockbuster που πάνε να δουν στο σινεμά. Φυσικά, είναι δύσκολο να χαμηλώσεις τόσο πολύ τον πήχη όταν μιλάμε για θέματα πίστης. Και ειδικά μετά τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων.

Το «The Force Awakens» του 2015, η πρώτη Star Wars ταινία μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια, έκανε αυτό που έπρεπε: συνδύασε τη νοσταλγία της μακρόχρονης απουσίας του franchise με έναν εκσυγχρονισμό της μυθολογίας και πέτυχε διάνα στο μείγμα. Δεν ήταν η εξέλιξη του σύμπαντος αλλά ήταν ό,τι έπρεπε για την ανάστασή του. Οι προσδοκίες για το σίκουέλ του ωστόσο ήταν δεδομένα μεγαλύτερες.

Η όρεξη άνοιξε για τα καλά με την spin off ταινία που βγήκε στο ενδιάμεσο για να… δαμάσει τις ορέξεις του κοινού: η οπτική του Rogue One για το σύμπαν του Star Wars ήταν πραγματικά κάτι φρέσκο, κάτι καινούριο, κάτι που δεν είχαμε ξαναδεί. Το «The Last Jedi» έμοιαζε μια ταινία κομμένη και ραμμένη για τις πιο τρελές φαντασιώσεις των απανταχού οπαδών. Έμοιαζε μια ταινία που θα μπορούσε να είναι -επιτέλους- το «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται» της σύγχρονης εποχής.

Μάταια όμως. Η καινοτομία και το σύγχρονο βλέμμα του Ράιαν Τζόνσον (δημιουργού των ριζοσπαστικών αριστουργημάτων «Brick» και «Looper») που κάθισε στο σκηνοθετικό τιμόνι φαίνεται πως είναι χρήσιμη για ανεξάρτητες ταινίες, για ταινίες που εμπεριέχεται σε αυτές η πιθανότητα της δημιουργικής ελευθερίας. Όλα αυτά είναι ξένες, ακατανόητες λέξεις για τη σύγχρονη βασίλισσα της βιομηχανίας του Hollywood, την Disney, η οποία μετά τα δικαιώματα της Marvel έχει αγοράσει και αυτά του Star Wars.

Με απλά λόγια: όσοι περιμένουν ένα Star Wars προερχόμενο από (και ενταγμένο στη…) δημιουργική ματιά του Τζόνσον θα απογοητευτούν – εδώ είναι Disney φιλαράκια. Όσοι περιμένουν μια τυπική ταινία της Disney, ανάλαφρη σαν πούπουλο, γεμάτη αστεία και παιδικό feeling που, κατά τις σύγχρονες επιταγές του Hollywood, «δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό της» μάλλον θα περάσουν πολύ καλά.

Κι όμως: ακόμα και κάτω από τον συγκεντρωτικό βούρδουλα της Disney, ο Τζόνσον δείχνει ότι έχει πράγματα να πει και υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε και να τα πει. Το σενάριό του εμπεριέχει αφηγηματικές στροφές που δημιουργούν προσδοκίες για τολμηρές υπερβάσεις. Οι υπερβάσεις αυτές ωστόσο δεν έρχονται ποτέ. Η ανάγκη της ταινίας να παίξει σε ασφαλή γήπεδα, να μην προβληματίσει, να μην διχάσει είναι πολύ μεγαλύτερη από την αναγκαιότητα των πειραματισμών.

Ποια ήταν η τελευταία φορά που το franchise ακολούθησε μια τέτοια, άτολμη, άνευρη, πέρα για πέρα παιδική και -τελικά- συμβατική διαδρομή; Μα φυσικά, εκείνη η περίοδος που ξενέρωσε τους περισσότερους φανς: η περίοδος των δυο πρώτων πρίκουελς (και όχι της εξαιρετικής «Εκδίκησης των Σιθ» που τους αναθέρμανε πάλι).

Αν πρέπει να αναγνωριστεί κάτι στο «The Last Jedi» είναι ότι αυτό το κάνει με πιο επαγγελματικό τρόπο αυτή τη φορά και τελικά καταφέρνει να ξεπεράσει σε αξία τα Επεισόδια 1 και 2. Αυτό όμως είναι και το ταβάνι της…

«Μα», θα πει κάποιος, «είναι τόσο κακό να υπάρχει ανάλαφρη και παιδική ατμόσφαιρα σε μια Star Wars ταινία;». Φυσικά και όχι είναι η απάντηση. Ωστόσο είναι κακό να υπάρχει ΜΟΝΟ αυτό. Άλλωστε αυτό είναι που έχει κάνει τόσο σημαντικό αυτό το franchise: η συνεχής προσπάθεια της σκοτεινής πλευράς να επικρατήσει. Και είτε τα καταφέρνει είτε όχι, το franchise χρειάζεται την σκοτεινή πλευρά και πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό.

Το «The Last Jedi» φοβάται να χωθεί στα χωράφια της σκοτεινής πλευράς. Δεν θέλει και δεν μπορεί να την διαχειριστεί. Και αυτό είναι ανεξάρτητο από τον παιδικό χαρακτήρα του. Είναι κάτι που έχει να κάνει με την έλλειψη αποφασιστικότητάς του, στοιχείο που πάντα κόστιζε στα Star War. Όπως αντίστοιχα βέβαια, η αποφασιστικότητα ήταν ανταμοιβή. Άλλωστε, ακόμα και το «Return of the Jedi», μια από τις πιο παιδικές ταινίες ολόκληρου του franchise, όταν αποφάσιζε να σκοτεινιάσει τότε… σκοτείνιαζε με ασύλληπτα επικό τρόπο και παρά τα αστεία Ewoks ή μια σειρά από αφελείς σεκάνς, γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία.

Μια ιστορία που ακόμα δεν έχει γραφτεί για το «The Last Jedi». Μια ιστορία, οι συνθήκες της οποίας, ίσως να είναι συμμαχικές για την ταινία του Τζόνσον και ως προς το πως θα αποτυπωθεί στη συνείδηση του κοινού. Διότι αν το «The Last Jedi» έβγαινε μια 15ετία πιο πριν, τότε που ακόμα ο φανμποϊσμός αποτελούσε τον πιο καθοριστικό παράγοντα για την επιτυχία μιας τέτοιου τύπου ταινίας, τότε θα ήταν καταδικασμένο στην αποτυχία.

Όμως βγαίνει στο σήμερα. Σε μια εποχή που (αν κάνουμε μια αντίστοιχη αναγωγή) ταινίες όπως το «The Phantom Menace» και το «Attack of the Clones» μπορεί και να αγαπιόντουσαν. Και σε μια τέτοια εποχή οι όροι με τους οποίος κρίνονται τέτοιου τύπου ταινίες είναι αντίστοιχος του πως τις αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί τους: με την ασοβαρότητα ως θετικό στοιχείο.