Στα υπερηρωικά σύμπαντα, οι άνθρωποι χωρίζονται σε δυο κατηγορίες: σε εκείνους που είναι υπερήρωες και σε εκείνους που είναι κανονικοί άνθρωποι. Αυτή ακριβώς άλλωστε είναι και η γοητεία των συγκεκριμένων κοινωνιών. Και σε έναν τέτοιο κόσμο, εκεί όπου όταν το κακό κάνει την εμφάνισή του στην καθημερινότητα των ανθρώπων, τα διακυβεύματα που παράγονται είναι τόσο μεγάλα που ολόκληρος ο πλανήτης μπορεί να καταστραφεί, η απάντηση δεν μπορεί να δοθεί από τους κανονικούς ανθρώπους.
Αναπόφευκτα, οι υπερήρωες είναι κάτι πάνω από τις κοινωνίες, έχουν μια τεράστια ευθύνη, αντίστοιχη της διαφορετικότητάς τους και τόσο οι ελπίδες όσο και οι απαιτήσεις των απλών ανθρώπων απέναντί τους αγγίζουν δυσθεώρητα ύψη.
Όμως αυτή η αυτόματη και αυτονόητη δόμηση ιεραρχίας, ανάμεσα στους κοινούς θνητούς και τους υπερήρωες, δεν είναι και η μοναδική που υπάρχει. Διότι ακόμα και στις τάξεις των υπερηρώων, ο διαχωρισμός ανάμεσα στους πρωτοκλασσάτους και τους δευτεροκλασάτους, τους ηγέτες και τους υποστηρικτικούς χαρακτήρες είναι αναγκαίος. Μόνο έτσι άλλωστε μπορούμε στα σοβαρά να μιλάμε για ένα ολόκληρο σύμπαν.
Και αν τα φώτα της δημοσιότητας αναπόφευκτα πέφτουν πάνω στους ηγέτες, υπάρχουν άπειροι αφανείς (υπερ)ήρωες. Όταν η ιστορία του σύμπαντος γραφτεί από τον ιστορικό του μέλλοντος, τα κεφάλαια στα οποία θα πρωταγωνιστήσουν οι τελευταίοι δεν θα είναι πολλά, ούτε τα πιο σημαντικά. Αλλά οι ψαγμένοι ιστορικοί, αυτοί που θα θελήσουν να αφηγηθούν την Ιστορία με όση μεγαλύτερη πληρότητα γίνεται, δεν μπορούν παρά να συμπεριλάβουν και τις δικές τους περιπέτειες στους ιστορικούς τους τόμους.
Κάτι τέτοιο είναι και ο Black Panther για το σύμπαν της Marvel, το οποίο αργά, σταθερά και μεθοδικά δομείται στις κινηματογραφικές μας οθόνες τα τελευταία 10 χρόνια.
Ο Black Panther, ο ήρωας που έκανε την εισαγωγική του εμφάνιση στο καλύτερο και πιο ώριμο κεφάλαιο αυτής της μυθολογίας, το «Civil War» δηλαδή, αποκτά το δικό του, αυτόνομο κεφάλαιο και οι φανατικοί οπαδοί της Marvel, εκείνοι που δεν αρκούνται στο να μαθαίνουν απλά την περίληψη της Ιστορίας αλλά επιθυμούν να εντρυφήσουν σε αυτή, οφείλουν να παρακολουθήσουν αυτά που μεσολαβούν -χρονικά- ανάμεσα στο «Civil War» και το «Infinity War»- το στάδιο δηλαδή εκείνο που θα εισάγει το σύμπαν της Marvel στη νέα φάση του.
Πριν λοιπόν ο Black Panther κληθεί να συμμετάσχει στη μάχη για τη σωτηρία του κόσμου ως δευτεροκλασσάτο μέλος των Avengers, είναι αναγκασμένος να δώσει μια δικιά του, πιο ταπεινή αλλά για τον ίδιο ασύλληπτα ουσιώδη μάχη, τη μάχη για τη σωτηρία του βασιλείου της Ουακάντα, της πατρίδας του, της χώρας στην οποία είναι βασιλιάς.
Την Ουακάντα ελάχιστοι την γνωρίζουν. Και από αυτούς, ακόμη λιγότεροι πιστεύουν πως η ύπαρξή της είναι αληθινή και όχι ένας αστικός μύθος. Πρόκειται για μια κρυφή πολιτεία κάπου στην Αφρική, ένα βασίλειο γεμάτο επιμέρους φυλές και ομαδοποιήσεις, με μάγους και μυστικιστικές παραδόσεις, με τεχνολογία ασύλληπτα ανεπτυγμένη για τα δεδομένα του σύγχρονου πολιτισμού, με πολλούς κρυφούς φίλους που βλέπουν σε αυτή έναν κρυφό άσο στο μανίκι της ανθρωπότητας και άλλους τόσους κρυφούς εχθρούς που θέλουν να εκμεταλλευτούν για δικό τους, ατομικό όφελος τη γεμάτη δυνατότητες τεχνολογία της.
Μια συμμορία που φαινομενικά ανήκει στην τελευταία κατηγορία θα κάνει την εμφάνισή της και ο νέος βασιλιάς, ο κατά κόσμον Black Panther, θα πρέπει να υπερασπιστεί το βασίλειό του από ετούτη την ανεπιθύμητη και πέρα για πέρα κυνική εισβολή.
Μόνο που σύντομα θα αποδειχθεί πως πίσω από αυτή την επίθεση, τα κίνητρα είναι πιο βαθιά, υπερβαίνουν τα τυπικά κίνητρα των κλασικών, ρηχών κακοποιών. Η επίθεση αυτή είναι μια επίθεση τιμής: ένας εξόριστος πρίγκηπας, ένας κυνηγημένος πολεμιστής, κάποιος που αισθάνεται αδικημένος από το βασίλειο της Ουακάντα και νιώθει πως μόνο αν γίνει ο ίδιος βασιλιάς θα του ξεπληρωθεί το χρέος, έρχεται για να δώσει βάθος στην επερχόμενη σύγκρουση για την Ουακάντα.
Ο Black Panther θα κινηθεί σε ένα λεπτό σκοινί: από τη μια πρέπει να σκεφτεί το συλλογικό καλό και να διατηρήσει την εξουσία για τον εαυτό του, από την άλλη έχει να αντιμετωπίσει τις βασιλικές αμαρτίες του παρελθόντος και βαθιά μέσα του ξέρει πως αξιακά έχει δίκιο ο αντίπαλός του…
Και κάπως έτσι, η 18η ταινία της Marvel βασίζει το παραδοσιακό δίπολο των superhero ταινιών (ήρωας-ανταγωνιστής) σε μια μεθοδολογία δανεισμένη από την παράδοση της DC – και λειτουργεί. Το μοτίβο του «συμπαθητικού κακού», του villain που έχει ευγενικά κίνητρα, που είναι διαμορφωμένος με τέτοιο τρόπο ώστε να κάνει ένα κομμάτι του κοινού να ταυτιστεί μαζί του, κάνει την εμφάνισή του στο «Black Panther» και αυτόματα χαρίζει μια αίσθηση ρεαλισμού και ενήλικης ατμόσφαιρας στην ταινία, υπερβαίνει τα μανιχαϊστικα δίπολα Καλού-Κακού, προχωρά σε πιο περίπλοκα αφηγηματικά μονοπάτια και αφήνει πίσω της τις απλοϊκές ερμηνείες.
Η Marvel, παρά τις τρελές εμπορικές επιτυχίες των ταινιών της, παρά το γεγονός ότι η Disney (στην οποία ανήκει το Marvel Cinematic Universe) έχει την φιλοσοφία πως οι ταινίες οφείλουν να είναι ελαφριές σαν πούπουλο, φαίνεται πως εισάκουσε τις ενστάσεις και τις κριτικές: μετά το «Spider-Man: Homecoming», το οποίο «έχτισε» όλη τη φιλοσοφία του πάνω στη λογική του «συμπαθητικού κακού», έρχεται το «Black Panther» όχι μόνο για να συνεχίσει με την ίδια συνταγή αλλά για να την αναβαθμίσει κι’ όλας.
Και συν τοις άλλοις, για να εκπληρώσει τον βασικό του σκοπό. Να στρώσει δηλαδή το χαλί στο (μην κρυβόμαστε…) πραγματικό «βαρύ χαρτί» της φετινής σεζόν για την Marvel, το «Infinity War» δηλαδή. Η σκηνή μετά τους τίτλους είναι χαρακτηριστική…
Πάνω από όλα αυτά όμως, το «Black Panther» είναι ένας τεράστιος φόρος τιμής σε μια από τις πιο αγαπημένες ταινίες των 90s, το «Lion King». Θα μπορούσε φυσικά κανείς να πει ότι μοιράζεται με το «Lion King» το γεγονός ότι επηρεάζεται από τον «Άμλετ» του Σέξπιρ κι έτσι προκύπτουν οι ομοιότητές του με το «Lion King».
Αυτό όμως θα ήταν μια λανθασμένη ερμηνεία. Το «Black Panther» και το «Lion King» δεν συγγενεύουν μέσω «Άμλετ», η κλωστή που τους ενώνει τα συνδέει απευθείας. Και μάλιστα αυτή η κλωστή έχει όνομα: Disney.
Ορισμένα μοτίβα και ορισμένοι χαρακτήρες έχουν τόσο κοινή υπόσταση και στις δυο ταινίες που μοιάζει αδύνατο να μην παρατηρήσει κανείς τις ομοιότητες ενώ τόσο σε επίπεδο μουσικής όσο και σε επίπεδο σκηνογραφίας και πλάνων (η αφρικάνικη Ουακάντα είναι μια πόλη χτισμένη μέσα στην άγρια φύση της ζούγκλας) ο φόρος τιμής μοιάζει ξεκάθαρος.
Διότι το «Black Panther» έχει πιάσει το νόημα: στο σύγχρονο Hollywood πρέπει να επενδύσεις στη νοσταλγία.
Είτε θα το κάνεις μέσα από reboot και sequel είτε θα το κάνεις μέσα από ξεκάθαρες αναφορές στην ποπ κουλτούρα περασμένων δεκαετίων. Στην τελευταία λογική εντάσσεται και η σχέση «Black Panther» και «Lion King». Και για να είμαστε ειλικρινείς, σαν θύματα της νοσταλγίας που είμαστε και εμείς, δεν χαλαστήκαμε ιδιαίτερα…