Τα σύνορα ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Μεξικό ήταν ανέκαθεν ένα πολύ άγριο μέρος. Είναι ένα μέρος όπου δυο αντίθετοι κόσμοι συναντιούνται και έτσι, δημιουργούν έναν τρίτο κόσμο. Έναν κόσμο όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει.
Οι κώδικες συμπεριφοράς και συνύπαρξης μοιάζουν βγαλμένοι από την Άγρια Δύση. Οι έννοιες της παρανομίας και της δικαιοσύνης δεν ισχύουν. Ή τέλος πάντων δεν ισχύουν με τους σύγχρονους όρους: οι αστυνομικοί και οι έμποροι ναρκωτικών, οι δυο κοινωνικές ομάδες που κατά βάση κάνουν κουμάντο σε αυτόν τον καταραμένο τόπο, μπορεί να συγκρούονται αλλά τίποτα άλλο δεν υπάρχει για να τους διαχωρίζει.
Ούτε η ηθική, ούτε οι πρακτικές, ούτε καν οι σκοποί.
Πριν τρία χρόνια, ο Ντένις Βιλνέβ διηγήθηκε μια ιστορία από τα αιματοβαμμένα αυτά εδάφη. Το «Sicario: Ο Εκτελεστής» ήταν ένα χαμηλόφωνο, βίαιο και πεσιμιστικό αριστούργημα για μια σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις του FBI και της CIA με ένα μεγάλο μεξικάνικο καρτέλ.
Η πρωτοποριακή ματιά του Βιλνέβ έκανε αυτή τη δημιουργία να είναι κάτι πολύ παραπάνω από μια κλισέ αστυνομική ιστορία για ναρκωτικά. Και, ταυτόχρονα, μας εισήγαγε μερικούς από τους πιο γοητευτικούς χαρακτήρες που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στην οθόνη.
Αν και ο Μπενίτσιο Ντελ Τόρο ήταν απλά ένα μέλος του εξαιρετικά ταλαντούχου καστ, ο ίδιος -με την απλόχερη βοήθεια του σεναρίου- έκλεψε την παράσταση με τον χαρακτήρα του: ο Αλεχάντρο, ένας βρώμικος και ασυνείδητος χαρακτήρας, ένας Μεξικάνος πληρωμένος εκτελεστής που οπορτουνίστικα συμμαχεί με τις αμερικάνικες δυνάμεις για να εκδικηθεί τον μεγαλέμπορο ναρκωριτών που έχει σκοτώσει όλη την οικογένειά του, ήταν ένας χαρακτήρας που θα μπορούσε πανεύκολα να είναι ο Punisher της Marvel αν η τελευταία αποφάσιζε ποτέ να παρουσιάσει ένα σοβαρό origin του.
Τρία χρόνια μετά τον θρίαμβο της πρώτης ταινίας, το «Sicario: Day of the Soldado», το σίκουελ του αριστουργήματος του Βιλνέβ, κάνει επιτέλους πρεμιέρα και το κινηματογραφικό κοινό επιτέλους ετοιμάζεται με αγωνία και προσμονή να δει τις νέες περιπέτειες του Αλεχάντρο, του κυνικού εκτελεστή, του Sicario όπως αποκαλείται το επάγγελμα που κάνει στην κουλτούρα του μεξικάνικου υπόκοσμου.
Μόνο που αυτή η προσμονή κουβαλάει και μια εύλογη επιφυλακτικότητα: ο Βιλνέβ δεν κάθεται πλέον στην σκηνοθετική καρέκλα, συνεπώς μπορεί το σίκουελ να είναι το ίδιο στιβαρό με το φιλμ-προκάτοχό του;
Οι άνθρωποι που επιχειρούν να φέρουν εις πέρας αυτή τη δύσκολη αποστολή δεν είναι τίποτα τυχαίοι. Ο ένας είναι ο Τέιλορ Σέρινταν, σεναριογράφος του πρώτου Sicario και σεναριογράφος και σκηνοθέτης του εξίσου άψογου (και συγγενικού θεματικά) «Wind River».
Ο έτερος είναι Ιταλός σκηνοθέτης Στέφανο Σολίμα που μας κατέπληξε πέρυσι με το ιταλικό μαφιόζικο έργο του, «Suburra: Υπόγεια Πόλη». Ναι, ο Βιλνέβ λείπει, αλλά αυτοί οι δυο τύποι δεν θα μπορούσαν να παραδώσουν κάτι που να μην στέκεται στο ύψος των περιστάσεων.
Όσοι περιμένουν πως και πως το δεύτερο μέρος αυτού του (όπως αποδεικνύεται σε ένα πολύ κομβικό σημείο της ταινίας…) franchise δεν παίζει να απογοητευτούν. Το πιθανότερο είναι πως με τους τίτλους τέλους θα θελήσουν να το ξαναδούν στο καπάκι, άλλη μια φορά για να το απολαύσουν χωρίς την ένταση και την αγωνία της πρώτης θέασης. Ναι, είναι τόσο καλό.
Είναι καλύτερο από το πρώτο μέρος; Αυτό είναι ζήτημα προσωπικού γούστου. Στην πραγματικότητα, η σύγκριση μοιάζει αδόκιμη και ας πρόκειται για δυο ταινίες που εξελίσσονται στο ίδιο σύμπαν. Διότι οι δημιουργοί του «Sicario: Day of the Soldado» κάνουν αυτό που πρέπει όταν πρέπει να επεκτείνεις μέσω ενός σίκουελ μια ταινιάρα.
Περιφρουρούν σεναριακά την εσωτερική συνοχή των χαρακτήρων τους και επιχειρούν να τους εξελίξουν με προσεκτικό τρόπο, χωρίς να τους μεταλλάξουν. Έτσι, αφού οι χαρακτήρες έχουν παραμείνει ατόφιοι αλλά όχι στάσιμοι (και αυτό είναι μια πολύ δύσκολη δουλειά στα σίκουελ…), στη συνέχεια μεταφέρονται σε ένα διαφορετικό είδος από αυτό στο οποίο είχαν αρχικά δράσει. Και με αυτό τον τρόπο, η ταινία σου γίνεται μια αυτόνομη δημιουργία, κρίνεται αυτοτελώς χωρίς να ετεροκαθορίζεται από την αφετηρία της.
Από την γουέστερν, αργόσυρτη και κυνική ατμόσφαιρα του πρώτου Sicario, εδώ τα πράγματα γίνονται εντελώς action, ο ρυθμός της πλοκής ρέει πιο τσιτάτα, η βία και το αίμα που αναβλύζουν στο άγριο μέρος που λέγεται σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού αναβαθμίζονται και το «Sicario: Day of the Soldado», μια ταινία που θα μπορούσε εύκολα να στέκεται μόνη της και χωρίς το φιλμ-προκάτοχό της, γίνεται περήφανα μέλος των μετρημένων στα δάχτυλα του ενός χεριού crime/action ταινιών που τα μπαμ-μπουμ και οι εκρήξεις τους αποτελούν στοιχεία που υπηρετούν μια υπαρκτή πλοκή αντί να γίνουν πλοκή καθαυτά. Με λίγα λόγια: έχουμε να κάνουμε με έναν θρίαμβο.
Πολλή βία, πολύ αίμα και μπόλικη, ενήλικη και ώριμη δράση καθορίζουν το δεύτερο κεφάλαιο της «Sicario Saga». Αλλά ταυτόχρονα ο μηδενισμός και η κυνικότητα του πρώτου μέρους διαπερνιούνται ξαφνικά από μια μικρή αχτίδα φωτός. Όχι πολύ έντονη, ούτε κατά διάνοια ικανή να διώξει το σκοτάδι. Αλλά υπάρχει εκεί, φαίνεται και η ίδια η ύπαρξή της σηματοδοτεί μια ελπίδα: ίσως τελικά ακόμα και τα καθίκια που συχνάζουν στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό να έχουν ψυχή.
Αλλά διάολε, ποιος είπε ότι η ψυχή είναι προτέρημα σε αυτό το μέρος; Ποιος είπε ότι η επιβίωση και η ψυχή είναι συμβατές έννοιες όταν βρίσκεσαι στην κόλαση;