Η ταινιάρα που ανακηρύχτηκε αγαπημένη των χρηστών του IMDB κόντρα σε κάθε πρόβλεψη

Ήταν 2007 όταν ο Σον Πεν με μια ταινία του περισσότερο έθετε ερωτήματα παρά έδινε απαντήσεις- και αυτό την έκανε κλασική εν τη γενέσει της.

Ποια είναι η σχέση των ανθρώπων με τη φύση; Η κυριαρχία του σύγχρονου τρόπου ζωής, του γεμάτου τεχνολογία και καθορισμένου από υλικά αγαθά (ή το κυνήγι τους…) τρόπου ζωής, είναι μια συνθήκη που εξ’ αντικειμένου τίθεται αντιθετικά στο φυσικό περιβάλλον και τα χαρακτηριστικά του.

Θα έλεγε κανείς πως οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι μια μάστιγα για τη φύση: όσο πιο πολύ εξελίσσονται τόσο πιο πολύ την καταστρέφουν.

Είναι ωστόσο όλο αυτό μια λανθάνουσα εξέλιξη στην ανθρώπινη ιστορία ή είναι κάτι… απόλυτα φυσιολογικό; Μπορούν οι άνθρωποι να ζήσουν αρμονικά με τη φύση και τους κανόνες της χωρίς να συγκρούονται μαζί της ούτε στο ελάχιστο; Ή τέλος πάντων με το να συγκρούονται μαζί της όσο κάθε άλλο ον σε αυτό τον πλανήτη; Ή μήπως η εναντίωση στο φυσικό περιβάλλον είναι μέσα στην φύση του ανθρώπου και δεν μπορεί να κάτι τίποτα άλλο για αυτό.

Το 2007 ο Σον Πεν επιχείρησε να αναμετρηθεί με όλα αυτά τα ζητήματα. Για την ακρίβεια, χωρίς να έχει κατασταλάξει πλήρως αναφορικά με την απάντησή τους, προσπάθησε περισσότερο να ανοίξει έναν διάλογο στους κόλπους του κινηματογραφικού κοινού μέσα από μια ταινία που το περιεχόμενό της έβριθε από όλα αυτά τα ερωτήματα.

Δημιούργησε ένα που κατάφερε κάτι σπάνιο: μπορεί να μην άρεσε σε όλους, αλλά συζητήθηκε από όλους. Ακόμα και όσοι δυσκολεύτηκαν να απολαύσουν τους ρυθμούς της και το ύφος της, δεν μπορούσαν παρά να συζητήσουν για όλα αυτά που έθετε περισσότερο ως ερωτήματα και λιγότερο ως απαντήσεις.

Και κάπως έτσι, κατέληξε να είναι η ταινία της χρονιάς χωρίς να το περιμένει κανείς.

Το «Into the Wild», η τέταρτη (από τις πέντε συνολικά) μεγάλου μήκους ταινίες που έχει σκηνοθετήσει ο Σον Πεν, κατάφερε να φτάσει στο νούμερο 1 της λίστας του IMBD και να μετουσιωθεί σε ένα αληθινό κινηματογραφικό φαινόμενο για την εποχή της.

Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του 1996 το οποίο με τη σειρά του αφηγείται μια αληθινή ιστορία που έλαβε χώρα στις αρχές των 90s, το «Into the Wild» είναι η ιστορία ενός πολύ ιδιαίτερου ανθρώπου, του Κρίστοφερ Μακ Καντλς.

Στις αρχές των 90s, o Μακ Καντλς ήταν γόνος μιας πλούσιας οικογένειας. Μόλις είχε τελειώσει το σχολείο με άριστους βαθμούς και η ενηλικίωση τον έφερνε μπροστά σε ένα λαμπρό μέλλον, στρωμένο με ροδοπέταλα. Ο ίδιος ωστόσο είχε άλλες βλέψεις για την προσωπική του πορεία.

Σνομπ απέναντι στη ζωή της πολυτέλειας και των υλικών αγαθών και με ένα αίσθημα εναντίωσης στην κουλτούρα της επιτυχίας και του καριερισμού που καθόριζε τους δυο γονείς του, ο πιτσιρικάς αυτός ήθελε να απαρνηθεί όλα τα πλούτη που του χαρίστηκαν απλόχερα: άλλοι άνθρωποι θα έκαναν τα πάντα για ένα έχουν ένα πολύ μικρό μέρος από αυτά που εκείνος αρνούνταν οικειοθελώς.

Ο Μακ Καντλς ήθελε να ζήσει ταξιδεύοντας στη φύση. Να πηγαίνει από μέρος σε μέρος, να κατασκηνώνει στα άγρια δάση και τα ψηλά βουνά, μακριά από τον πολιτισμό και την τεχνολογία, μακριά από τις πολυπληθείς πόλεις, μακριά από τους ρυθμούς αλλά και τις ανέσεις του πολιτισμού.

Αυτό για τον ίδιο σήμαινε ελευθερία και έτσι έπραξε: ένα πρωί έφυγε από το σπίτι του και οι γονείς του δεν τον ξαναείδαν ποτέ, δεν είχαν ποτέ ξανά νέα για τη ζωή του. Έζησε χωρίς λεφτά και χωρίς μόνιμο τόπο, ζούσε κυνηγώντας, ζεσταινόταν ανάβοντας φωτιές, έκανε μπάνιο στα ποτάμια, κοιμόταν έχοντας θέα τον ουρανό. Με άλλα λόγια, συνυπήρχε με τη φύση αντί να της επιβάλλεται για να ζήσει.

«Οι καριέρες είναι μια εφεύρεση της εποχής μας που μας κάνουν να χάνουμε το αληθινό νόημα της ζωής», θα πει κάποια στιγμή σε έναν από τους πολλούς ανθρώπους που θα γνωρίσει σε αυτό το παράδοξο ταξίδι του. Σε έναν από τους πολλούς ανθρώπους που θα τον γνωρίσουν, θα τον κοιτάξουν με συμπάθεια αλλά θα αποτύχουν να ταυτιστούν με τον σκοπό του.

Η αλήθεια είναι πάντως ότι ο βασικός χαρακτήρας αυτής της ταινίας σου δημιουργεί αντιφατικά αισθήματα.

Από τη μια, η αποφασιστικότητά του να ζήσει μια λιτή και απέριττη ζωή σε κάνει να πιστεύεις πως κάθε δυσκολία μπορεί να ξεπεραστεί με όπλο τη θέληση. Από την άλλη, μοιάζει ανίκανος να καταλάβει ότι ο λόγος που κανείς δεν μπορεί να ταυτιστεί μαζί του από όλους τους ανθρώπους που συναντάει στο δρόμο του δεν είναι η διαφορά πνευματικού επιπέδου που τον διακρίνει από αυτούς αλλά η ταξική του θέση και το περιθώριο επιλογής που αυτή του δίνει.

Διότι εύκολα παρατάς τα πλούτη και την πολυτελή ζωή όταν το ίδιο εύκολα μπορείς να γυρίσεις σε αυτά, εύκολα σνομπάρεις τον πολιτισμό όταν οι γονείς σου είναι εκατομμυριούχοι και ανά πάσα στιγμή μπορείς να επιστρέψεις σε αυτούς. Εύκολα απαρνείσαι τα υλικά αγαθά όταν έχεις πρόσβαση σε μια αφθονία από αυτά.

Ο Μακ Καντλς δεν μπορεί να καταλάβει ότι το ρίσκο του να αφήσεις το σπίτι και την δουλειά σου είναι πολύ μεγαλύτερο όταν η απώλειά τους ενδέχεται να σηματοδοτήσει το τέλος της ίδιας της ζωής σου. Η άγρια, παρατεταμένη εφηβεία ενός πιτσιρικά που τα έχει όλα μπορεί να εμπεριέχει την πιο τρελή περιπέτεια.

Για άλλους ωστόσο η ζωή είναι μια περιπέτεια από μόνη της, χωρίς να υπάρχει επιλογή. Και το σνομπ ύφος του Μακ Καντλς για μια ζωή που δεν έζησε ποτέ σε αποτρέπει από το να ταυτιστείς με την τρέλα του.

Μα αν η επιστροφή στη φύση είναι τελικά η άρση όλων αυτών των διαχωρισμών ανάμεσα στους ανθρώπους; Αν είναι η διαφυγή από τον πολιτισμό που θα κάνει τον άνθρωπο να ξεφύγει από τον σκόπελο της φτώχειας; Αν απαρνηθούμε όλοι τα υλικά αγαθά δεν θα έχουμε άρει αυτόματα τον διαχωρισμό πλούσιων και φτωχών; Άρα μήπως ο ατομικός δρόμος του πρωταγωνιστή είναι και ο σωστός; Έστω και μέσα από την αφέλειά του…;

Το φινάλε της ταινίας εντείνει αυτούς τους προβληματισμούς και εισάγει μια παράμετρο που δεν μπορεί να μείνει έξω από την συζήτηση: υπάρχει κάποια πρόταση κοινωνικής απελευθέρωσης που να μπορεί να υλοποιηθεί ατομικά και όχι συλλογικά; Μπορούμε να δεχθούμε με χαρά πως η συλλογική διαδρομή της ανθρωπότητας την έχει αλλοτριώσει. Αλλά μπορεί ο απεγκλωβισμός από την αλλοτρίωση να λάβει χώρα σε ατομικό επίπεδο;

Ή μήπως ο άνθρωπος -ως συλλογικό ον που είναι- οφείλει να βρει τη λύση σε κάθε πρόβλημά του σε συνάρτηση με την υπόλοιπη κοινωνία διαφορετικά είναι καταδικασμένος να αποτύχει;

Οι κινηματογραφόφιλοι λένε πως μια ταινία είναι μεγάλη όταν καταφέρνει να ανοίξει συζητήσεις, όταν με τη λήξη της θες να την συζητάς ξανά και ξανά και ξανά. Και το «Into the Wild» είναι μια ταινία που ανοίγει πολλές, πάρα πολλές συζητήσεις, θέτει προβληματισμούς πολιτικής και φιλοσοφικής υφής και ακόμα και σήμερα, 11 χρόνια μετά την πρώτη προβολή του, συνεχίζει να κάνει τους ανθρώπους να διαφωνούν για τα ερωτήματα που θέτει και που -συνειδητά- αποφεύγει να απαντήσει.

Και αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που από μόνο του την κάνει ιστορική.