Κάθε φορά που το Hollywood θα μας το θυμίζει θα είμαστε υποχρεωμένοι να το συνειδητοποιούμε: η εποχή που ζούμε σε καλλιτεχνικό επίπεδο είναι καθορισμένη σε τεράστιο βαθμό από το αίσθημα της νοσταλγίας που έχει κατακλύσει τον πλανήτη από το ένα άκρο του ως το άλλο. Και αυτή η πραγματικότητα δεν είναι και κάτι ιδιαιτέρως θετικό όσον αφορά την πρωτοτυπία των ταινιών που βλέπουμε στη μεγάλη οθόνη.
Μοιάζει πολύ επαναλαμβανόμενο για να είναι τυχαίο: τα franchise που καθόρισαν τα παιδικά μας χρόνια (ή τέλος πάντων όσων είμαστε γύρω στα 30) επανέρχονται με νέους τρόπους. Όχι μόνο για να τα μάθουν οι νέες γενιές αλλά και για να ικανοποιηθεί το αίσθημα νοσταλγίας που δεν λέει να φύγει από τον κόσμο που τα έζησε στις χρυσές εποχές τους.
Όλη αυτή η διαδικασία ανακύκλωσης παρελθοντικών ιδεών τις περισσότερες φορές μοιάζει με ένα ξαναζεσταμένο φαγητό, καμιά φορά –σπανίως- μπορεί να διαψεύδει τις προβλέψεις και να παράγει αριστουργήματα (όπως έκανε ας πούμε το πρόσφατο «Blade Runner 2049») αλλά τις περισσότερες φορές αυτά που προκύπτουν είναι χειρότερα και από ξαναζεσταμένο φαγητό: είναι ήδη καταναλωμένο φαγητό.
Ένα από τα franchise που δεν θα θέλαμε ποτέ να αναστηθούν ξανά αλλά δυστυχώς το Hollywood δεν μας έκανε τη χάρη ήταν εκείνο του «Jurassic Park». Άλλωστε η ταινία που μας πρόσφερε ο μάστορας του είδους, Στίβεν Σπίλμπεργκ το 1993 ήταν τόσο σπουδαία που ούτε καν ο ίδιος ο Σπίλμπεργκ δεν κατάφερε να τη φτάσει: το σίκουελ ήταν τόσο κατώτερο από την αρχική ταινιάρα που κάπου εκεί θα έπρεπε να έχει τελειώσει η οποιαδήποτε συζήτηση για το αν πρέπει να συνεχίσουν να βγαίνουν συνέχειές της.
Οι υπερόπτες παραγωγοί του Hollywood ωστόσο δεν δίνουν σημασία στην κοινή λογική που προκύπτει από τις εκτιμήσεις των οπαδών και με διάθεση κροίσων που στα μάτια τους εμφανίζεται το σήμα των δολαρίων όταν ακούνε τέτοιες ιδέες, αποφάσισαν να αναστήσουν, χωρίς την παραμικρή έμπνευση όπως αναμενόταν, το franchise του «Jurassic Park».
Και αν η πρώτη ταινία με τίτλο «Jurassic World» που βγήκε πριν μερικά χρόνια έμοιαζε με ένα ανέμπνευστο «μια από τα ίδια» που όμως κράτησε μια αξιοπρέπεια, το σίκουελ που είδαμε φέτος με τίτλο «Jurassic World: Fallen Kingdom» ήταν μια ξεδιάντροπη προσβολή στην νοημοσύνη μας.
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ορισμένοι άνθρωποι που γυροφέρνουν στο Hollywood αδυνατούν να καταλάβουν τη διαφορά ανάμεσα σε μια ιδέα που θα εξελίξει μια θεματική και μια ιδέα που θα λειτουργήσει ως παρωδία αυτής της θεματικής. Διότι το «Jurassic World: Fallen Kingdom» κάνει ακριβώς αυτό: αντί να αποτελέσει μια εξελιγμένη εκδοχή του franchise στο οποίο ανήκει (προσπάθεια που, όπως ξαναείπαμε, έχει αποτύχει από ολόκληρο Σπίλμπεργκ, σιγά μην πετύχαινε από τον κάθε τυχάρπαστο) καταλήγει να το παρωδεί.
Το αληθινό ερώτημα είναι: όντως οι δημιουργοί αυτού του σκουπιδιού που ιερόσυλα θεωρείται συνέχεια της ιστορικής ταινίας του 1993 δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς έκτρωμα δημιουργούν; Ή μήπως το καταλαβαίνουν και απλά δεν τους απασχολεί διότι έτσι κι αλλιώς το σκουπίδι τους θα πουλήσει;
Παρακολουθώντας κανείς αυτή την ταινία μοιάζει αδύνατο να πιστέψει όντως πως οι δημιουργοί της δεν κατανοούν πόσο κακή είναι. Απλά δεν ενδιαφέρονται. Απλά υποτιμούν το κοινό τους.
Πιστεύουμε στην απέραντη αταλαντοσύνη του Hollywood. Πιστεύουμε στην ακαταμάχητη διάθεση ξεπέτας που επικρατεί εκεί. Μέχρι το τέλος του 2018 οι άνθρωποί του μπορούν να παράξουν μια ταινία ακόμα πιο χάλια. Αλλά για την ώρα, το «Jurassic World: Fallen Kingdom» παίρνει τα πρωτεία: είναι η χειρότερη ταινία της χρονιάς με διαφορά.