Και να μην ξέρεις πού είναι (Αγίου Παντελεήμονος 15, Δραπετσώνα) θα το βρεις σίγουρα αν βρεθείς στα πέριξ. Φτάνει μόνο να ακολουθήσεις τη μυρωδιά. Και την καρδιά σου. Κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί σε ένα πιάτο με λαχταριστά τηγανητά κρεατοσφαιρίδια, κατά κόσμον κεφτέδες. Κι εδώ, στην περίφημη ταβέρνα του Κατσόγιαννου, έχουν «μάστερ» περί του αντικειμένου.
Είναι ένα γευστικό ποίημα αυτά τα κεφτεδάκια. Καμωμένα από εκλεκτό κιμά, με κρούστα που κάνει κρατς στο πρώτο δάγκωμα. Το έξτρα «κάτι» που τα απογειώνει είναι ότι πλάθονται με ούζο μαζί με τα καταλληλότερα για την περίσταση μυρωδικά. Οι γνώστες λένε πώς είναι ακόμα πιο νόστιμα στην εκδοχή που συνοδεύονται με μια κόκκινη σάλτσα-όνειρο, που δεν χορταίνεις να κάνεις «βούτες» με το ψωμί. Με τηγανητές πατάτες δίπλα, σταματάς να τρως μόνο από… φιλότιμο.
Αυτό είναι το best seller, αλλά δεν είναι το μόνο «success story» μαγειρικά – κάθε άλλο. Από τα ορεκτικά φαίνεται πως σε περιμένει κάτι το εξαιρετικό, το σαγανάκι μετσοβόνε και η χειροποίητη μελιτζανοσαλάτα για παράδειγμα, αποτελούν μια ιδανική εισαγωγή για τα κυρίως.
Τα παϊδάκια είναι απλώς «ουάου», το συκωτάκι ζουμερό και η χοιρινή τηγανιά μια ωδή του «έτσι πρέπει να φτιάχνεται». Γενικώς ό,τι βγαίνει από την κουζίνα «φωνάζει» τεχνογνωσία και αγάπη για την παράδοση. Δεν είναι τυχαίο πως το μαγαζί κοντεύει πια έναν αιώνα συνεχούς λειτουργίας. Άνοιξε το 1930 και παραμένει σταθερά εκεί, σαν φάρος. Σημείο αναφοράς στην περιοχή, αναμφίβολα. Τα χρόνια πέρασαν, μαζί και μοιραία άλλαξαν τα άτομα στην κουζίνα, όμως οι γεύσεις, το μεράκι και η ποιότητα ουδόλως τροποποιήθηκαν.
Η Ντόρα Σταυρίδου είναι από το 2005 η «αρχηγός» της επιχείρησης και κατάφερε κάτι πολύ δύσκολο: να κρατήσει ολοζώντανη την παράδοση του χώρου που της «παραδόθηκε» από τους Κατσογιανναίους, βάζοντας παράλληλα τη δική της πινελιά και απογειώνοντας έτσι το τελικό αποτέλεσμα. Η ιστορία που κουβαλάει ο χώρος σου μιλάει και μέσα από τη διακόσμηση. Με το μωσαϊκό στο πάτωμα, τις παλιές φωτογραφίες, τις διαφημιστικές αφίσες στους τοίχους και κυρίως το επενδυμένο με ξύλο ψυγείο-ντουλάπα που υπήρχε από την πρώτη στιγμή στο μαγαζί, όταν λειτουργούσε ως γαλακτοπωλείο – αργότερα έγινε ταβέρνα.
Η πρώτη αυτή γνώση δεν χάθηκε. Το ξακουστό παγωτό καϊμάκι που φτιαχνόταν από τον αρχικό ιδιοκτήτη Γρηγόρη Κατσόγιαννο έχει επιβιώσει στο χρόνο και είναι το κέρασμα που περιμένει τους πελάτες στο τέλος του γεύματος που έχουν απολαύσει. Ένα γλυκό για να κλείσει όπως πρέπει μια αυθεντική εμπειρία.
Γιατί, σε τελική ανάλυση, αυτό κάνει τη διαφορά. Πως βρίσκεσαι σε ένα μέρος που δεν πουλάει τίποτα το «δήθεν», που σου ξυπνάει την οικειότητα του απλού. Είναι όπως παλιά, ο Πειραιάς του χθες. Γι’ αυτό και οι φανατικοί του πελάτες, διάσημοι και μη, δεν το αλλάζουν με τίποτα, περνώντας τη σκυτάλη από γενιά σε γενιά. Ένα πεντανόστιμο μάθημα ιστορίας που σε μεταφέρει σε μια αλλοτινή εποχή.
Φεύγοντας από του Κατσόγιαννου νιώθεις πως αξιοποίησες με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την έξοδό σου για φαγητό. Κι αν τυχόν έχεις δει την ταινία, παίζει σοβαρά να κάνεις την ευχή το animation «Βρέχει κεφτέδες» που κυκλοφόρησε πριν από μερικά χρόνια να ήταν.. αληθινή ιστορία για να μπορούσες να γεύεσαι πιο συχνά αυτό το θείο έδεσμα και γενικότερα όσα σου προσφέρει αυτή η εξαιρετική ταβέρνα.