Απόλυτα συνυφασμένη με τον Μάνο Χατζιδάκι, το Παγκράτι μπορεί να υπερηφανεύεται ότι στους δρόμους του (πέρα από το σπίτι στο οποίο έζησε για ένα διάστημα ο σπουδαίος Έλληνας συνθέτης) υπάρχουν μέχρι σήμερα και δύο μαγαζιά τα οποία είχαν μετατραπεί σε στέκια του και κουβαλούν ακόμη την δική του αύρα. Ο «Μαγεμένος Αυλός» και φυσικά η ταβέρνα του Καβαρίτη.
Σχεδόν έναν αιώνα η δεύτερη βρίσκεται εκεί στην οδό Παυσανίου 4, στη σκιά του Καλλιμάρμαρου και φτιάχνει γαστρονομικά τα βράδια (Σαββατοκύριακα και τα μεσημέρια) των Αθηναίων, αν και στην πιο σύγχρονη εκδοχή της την συναντάμε έτσι από την δεκαετία του 1950 και μετά.
Μέχρι τότε –και από το 1926 όταν και άνοιξε– ήταν πολύ διαφορετική. Για την ακρίβεια, η πρώτη χρήση της ήταν καρβουνιάρικο. Ένα συνοικιακό μαγαζί δηλαδή που άνοιξε ο Καραβίτης και στην πορεία αποφάσισε να βγάλει 2-3 τραπεζάκια για να κερνάει τους πελάτες του λίγο κρασάκι, άντε και καμιά τηγανητή μαρίδα προκειμένου να μην κατεβάζουν έτσι ξεροσφύρι τον οίνο.
Από στόμα σε στόμα αυτή η μεγαλοκαρδία και η φιλοξενία των ιδιοκτητών έγινε γνωστή και τελικά η γυναίκα του Καραβίτη, Ισμήνη Λινάρδου, εμπλούτισε σε τέτοιο βαθμό το μενού ώστε να προσελκύσει και περισσότερο κόσμο αλλά και διαφορετικό. Λένε ότι ο πρώτος διάσημος που πήρε γραμμή τι συνέβαινε στο Παγκράτι ήταν ο Παπαϊωάννου ο οποίος μύησε και άλλους ρεμπέτες στο… κόλπο.
Σταδιακά, λοιπόν, το μαγαζί πήρε την τελική μορφή του την οποία όπως μπορεί πολύ εύκολα να διαπιστώσει και ο σημερινός επισκέπτης, διατηρεί ίδια και απαράλλακτη. Νομίζει κανείς ότι ταξιδεύει πίσω στο χρόνο σε όποιο σημείο του μαγαζιού κι αν στρέψει το βλέμμα του, περιμένοντας ότι από στιγμή σε στιγμή θα εμφανιστεί σε κάποιο διπλανό τραπέζι κάποιος από τους διάσημους θαμώνες του παρελθόντος.
Όπως και να το κάνουμε, το όνομα του τεράστιου Μάνου Χατζιδάκι ξεχωρίζει, με τον σπουδαίο μουσουργό να μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στην ταβέρνα του Καβαρίτη και τον Μαγεμένο Αυλό, λίγο πιο κάτω στην Πλατεία Προσκόπων. Οι διάσημοι από τον καλλιτεχνικό, τον αθλητικό αλλά και τον πολιτικό χώρο το μετατρέπουν σε στέκι και γεμίζουν τα τραπέζια, δίπλα σε μόνιμους κατοίκους ή ακόμη και τουρίστες, μετατρέποντας εκείνο το κάποτε μικρό κουτούκι σε trend, όπως θα λέγαμε σήμερα.
Εκείνο που εκτιμούν είναι φυσικά το καλό κρασί που ρέει από τα βαρέλια, αλλά και τις εμπνεύσεις της στιγμής της «θείας Ειρήνης» που μεγάλωσε τρεις γενιές της οικογένειας, μέχρι σήμερα. Αξίζει κιόλας να σημειωθεί, ότι έπρεπε να φτάσουμε στην αυγή του 21ου αιώνα και συγκεκριμένα στο 2000 για να ονομαστεί και επίσημα η ταβέρνα με το όνομα του «πατριάρχη», καθώς ως τότε είχε μεν άλλη ονομασία, αλλά και πάλι όλοι έδιναν ραντεβού στου Καβαρίτη.
Και σχεδόν όλοι με το που έπαιρναν την θέση τους, ειδικά τα καλοκαίρια στην υπέροχη και απαράλλαχτη αυλή του, το πρώτο πράγμα που ρωτούσαν ήταν εάν είναι διαθέσιμοι εκείνοι οι άπαιχτοι κεφτέδες που από την αρχή έγιναν το απόλυτο πιάτο. Πραγματικά είναι άγνωστο το πόσα κεφτεδάκια έχουν πλαστεί σε αυτό το πέρασμα σχεδόν ενός αιώνα, πόσος κιμάς χρειάστηκε και αν έφυγε έστω κι ένας πελάτης δυσαρεστημένος από αυτά!
Τραγανό επ’ έξω και βελούδινο από μέσα, σε κερδίζει μόνο και μόνο από την μυρωδιά πριν καν το βάλεις στο στόμα σου, αλλά προφανώς εφόσον κλείσεις τραπέζι και βρεθείς εκεί, μην κάνεις το λάθος και παραγγείλεις 5-6 μερίδες από αυτά τα θεϊκά σφαιρίδια. Κι αυτό διότι το κατάστημα διαθέτει πολλές προτάσεις ακόμα που αξίζουν την προσοχή σου, ιδιαίτερα τα κρεατικά τα οποία –σημειωτέον- συνοδεύονται από πραγματικές, φρεσκοκομμένες τηγανητές πατάτες…
Φωτό από tripadvisor