Τι θα αλλάξει τώρα που θα ζούμε 130 χρόνια

Οι Ρώσοι ανακάλυψαν το ελιξίριο της νεότητας, η espresso δημοσίευσε την είδηση, άρα δεν υπάρχει κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Θα γίνουμε όλοι μια Ζωζώ Σαπουντζάκη.

Κύματα ενθουσιασμού δημιούργησε η δημοσίευση της espresso που έφερε στο φως την ανακάλυψη Ρώσων επιστημόνων χάρη στην οποία θα ζούμε μέχρι να φτάσουμε 130 χρονώ. Πρώτος που χάρηκε, δεν το κρύβω, ήμουν εγώ αφού πλέον τόσο η αφεντιά μου όσο και η σειρά μου γενικότερα, αυτόματα αλλάζουμε κατηγορία και από «συμπαθείς ηλικιωμένοι» ή «σιχαμεροί πορνόγεροι» μετατρεπόμαστε αυτόματα σε «καλοστεκούμενους μεσήλικες».

Πριν αρχίσουν όμως οι τυμπανοκρουσίες και οι κανονιοβολισμοί για τη χαρμόσυνη αυτή είδηση που θα μετατρέψει τον καθένα από εμάς σε μία Ζωζώ Σαπουντζάκη, καλό είναι να ρίξουμε μια ματιά και στις παρενέργειες τέτοιωνε ανακαλύψεωνε. Κάπως έτσι τηνε πατήσαμε και με το φαινόμενο του θερμοκηπίου που τόσα χρόνια είχε απλώσει τη στοργική μεμβράνη του και κρατούσε κομμάτι ζεστό το μπλανήτη. Επέσανε πάνω στους βιομηχάνους οι γκρινπιισκουλτουριάρηδες να το διώξουνε και τώρα δαγκώνουμε τ’ απαυτά μας από το κρύο…

Παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές

Συνήθως οι ποδοσφαιρισταί ολοκληρώνουν τη καριέρα του εκεί κοντά στα 35. Για μερικά χρόνια βγάζουν το σκασμό και το παίζουν αξιοπρεπείς κι ετσ’. Μόλις τους περάσει η επήρεια, σκάνε ξανά μύτη ωσάν τους γυμοσάλιαγκες κι αρχίζουν τα δικά τους. Ότι στην εποχή τους έπαιζαν για τη φανέλα, ότι τότε υπήρχαν μεγάλοι παίκται, ότι εκειά τα χρόνια οι οπαδοί πλακώνοντο στα γλωσσόφιλα στις κερκίδες, ότι παλαιά το πρωτάθλημα το έπαιρνε ο Ολυμπιακός ο καλύτερος και άλλα τέτοια φούμαρα. Μέχρι τώρα έπρεπε να τους ανεχτείς για καμιά 40αριά χρόνια (εξαιρείται ο αειθαλής Σάββας Θεοδωρίδης), τώρα ο χρόνος ζωής της γάγγραινας που λέγεται «παλαίμαχος» διπλασιάζεται, με τις συνέπειες να είναι ανυπολόγιστες. Το μόνο καλό είναι πως πλέον ο Βασίλης Τσιάρτας θα έχει τον απαιτούμενο χρόνο για να ολοκληρώσει τον αποχαιρετιστήριο λόγο που ξεκίνησε να εκφωνεί το 2007.

Εγώ παιδί μου πόσα χρόνια θα ζήσω ακόμα…

Το κλασικό ερώτημα της ελληνίδας γιαγιάς. Μία από τις πρώτες αναμνήσεις που έχει ο καθείς μας είναι όταν ήταν παιδί με κοντά παντελονάκια να ακούει τη γιαγιά του να ξεστομίζει αυτή την ατάκα. Στην μπαιδική ψυχούλα αφήνει σημάδια. Αγχώνεσαι, λες πάει η γιαγιούλα τη χάνουμε. Μετά συνειδητοποιείς πως η γιαγιάκα χωρίς να έχει αλτσχάιμερ το επαναλαμβάνει κάθε φορά που της καπνίζει. Το ξανακούς όταν είσαι στο Γυμνάσιο, όταν περνάς πανεπιστήμιο, αφού γυρίσεις από φαντάρος, στα σκαλιά της εκκλησίας περιμένοντας τη νύφη. Καμιά φορά προλαβαίνει ακόμη κι ο γιος σου (το δισέγγονό της δηλαδής) να ακούσει ξαναμανά από την αρχή όλο το πρόγραμμα. Κι αναρωτιέσαι τι στο καλό θα συμβεί, τώρα που η γριά θα έχει μπροστά της 70 χρόνια για να επαναλαμβάνει την απορία της. Αν το παρακάνει, ωστόσο, μάλλον κάποιος θα της απαντήσει «όχι πολλά» και θα τη βοηθήσει να φτάσει στο τέλος…

Ισοβίτες

Καλό είναι τέτοιες ώρες να σκεφτόμαστε και τους λιγότερο τυχερούς συναθρώπους μας. Όπως για παράδειγμα κάποιονα που η ζωή του τα έφερε έτσι που κάποια στιγμή χρειάστηκε πάνω στην κακιά την ώρα να δολοφονήσει τον πληθυσμό μιας κωμοπόλεως και στη συνέχεια κρατώντας μερικά κεφάλια φώναζε «δεν μετανιώνω ρε, δεν μετανιώνω». Ένας τέτοιος ωραίος τρελός θα κατέληγε ισόβια στη φυλακή, που σε ορισμένες χώρες τα ισόβια είναι άκτσουαλι ισόβια και όχι 25 χρόνια. Αυτός ο κύριος, λοιπόν, θα ξεπληρώσει το χρέος του στην κενωνία για εκείνο το λάθος με εγκλεισμό πίσω από τα σίδερα για χρονικό διάστημα κατάτι  μεγαλύτερο από ότι υπελόγιζε, με συνέπειες τρομακτικές για τη ζωή του. Ίσως μάλιστα να φτάσει στο απόλυτο σημείο εξευτελισμού και να αναγκαστεί να συνεχίζει παρτίδες πλακωτού από αυτές που λέμε πως δεν τσι παίζουν ούτε οι ισοβίστες στη φυλακή. Τώρα θα τσι παίζουν.