Τι έγινε Γιαννάκη, γουστάρεις την παρέλαση;

Αν το καλοσκεφτείς, οι κάθε λογής παρελάσεις έχουν μεταξύ τους περισσότερα κοινά από ό,τι νομίζεις.

Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες το ίδιο παραμύθι. Κάποιοι πολίτες της χώρας κράζουν ορισμένους άλλους επειδή συμμετέχουν ή έστω συμφωνούν με όσα επιτάσσει η επέτειος της 25ης Μαρτίου.

Κι ενώ για τον πατροπαράδοτο μπακαλιάρο σκορδαλιά επί της ουσίας σοβαρές ενστάσεις δεν υπάρχουν, όλη η κουβέντα γίνεται με αφορμή τσι παρελάσεις.

Άμα τα βάλεις χάμου και τα λογαριάσεις τα πράματα, θα δεις ότι στη πραγματικότητα η παρέλαση και οι αντιδράσεις σε αυτή δεν διαφέρουν πολύ από ό,τι συμβαίνει και με το gay parade. Άλλα μεγέθη, διαφορετικά κίνητρα, αλλά ίδιες αντιδράσεις.

Άθρωποι ντυμένοι με ρούχα και στολές που βγάζουν από τσι ντουλάπες ένεκα της περιστάσεως, βγαίνουν στις ρούγες (πάει να πει στους δρόμους) και διανύουν μία συγκεκριμένη απόσταση προκειμένου να διατρανώσουν αυτό που πιστεύουν ότι διατρανώνουν. Απέναντί τους στέκονται κάποιοι άλλοι που δεν καταλαβαίνουν γρι από εκειό που βλέπουν τα μάτια τους.

Κάποιοι κράζουν, άλλοι θαυμάζουν.

Η μόνη πραγματική διαφορά αφορά το βηματισμό και τσι μουσικές επιλογές. Ανάλαφρες κι αλέγκρες κινήσεις από τη μία, αυστηρά εμβατήρια και πειθαρχία από την άλλη.

Κοινό γνώρισμα και στα δύο, η ανάγκη που αισθάνονται οι συμμετέχοντες ή οι υποστηρικτές για να δικαιολογήσουν τους εαυτούς τους. Όσοι στέκουνται απέναντι, κάνουν ακριβώς το ίδιο.

«Δεν έχω πρόβλημα με τους γκέι, έχω και φίλους που είναι γκέι, αλλά ρε παιδί μου δεν είναι ανάγκη να προκαλούν έτσι που γυρνάνε ξεβράκωτοι στους δρόμους», θα πει ο ένας. «Δεν έχω πρόβλημα με τις εκδηλώσεις μνήμης, έχω και μνήμη που θέλει να εκδηλωθεί, αλλά οι στρατιωτικές παρελάσεις είναι εθνικιστικά κατάλοιπα μιας άλλης εποχής», ίσως πει ο άλλος.

Και οι δύο θα καταλήξουν με μαθηματική ακρίβεια στο ότι πρέπει να καταργηθεί η παρέλαση. Όχι εκειά που γουστάρουν εκείνοι, αλλά εκείνη των άλλων.

Όσο γελοίο είναι το να πρέπει να δικαιολογήσεις τη σεξουαλική σου ταυτότητα, τόσο βλακώδες είναι το να σε κάνουν να νιώθεις φασίστας επειδής κρέμασες μια ελληνική σημαία στο μπαλκόνι σου ένεκα της ημέρας.

Μην μπερδεύεσαι καψερέ. Για την αναλογία και την αντιστοίχηση μιλάμε, όχι για όμοια ή ίδια πράγματα. Ο εκφυλισμός μιας κατάστασης ή ενός αθρώπου μπορεί να έρθει σε πολλές διαφορετικές μορφές και να φέρει αντιδράσεις.

Αλλά τα άκρα, τα μίση και οι φανατισμοί έχουν τη τάση να φυτρώνουνε σε όλα τα στρατόπεδα.

Πηγαίνοντας πίσω στις στρατιωτικές παρελάσεις, τα μνημόνια μας έχουν δώσει να καταλάβουμε καλά πως βαρύγδουπες εκφράσεις περί «αποτρεπτικής ισχύος» και «αξιόμαχου των ενόπλων δυνάμεων», είναι ανέκδοτα που οι πολιτικοί χρησιμοποιούν για τη λεζάντα.

Η δύναμη ενός κράτους δεν μετριέται με τα γυαλισμένα άρματα που θα κατέβουν στους δρόμους, αλλά στις καθημερινές δοσοληψίες του και στη γεωπολιτική του βαρύτητα.

Όταν ο υπουργός ο Τσεκελώτος λέει πως η διαπραγμάτευση είναι σαν να θέλει να ρίξει στο κρεβάτι τη Σκάρλετ Γιόχανσον, καταλαβαίνεις πως το πράμα γενικώς δεν μπάει καλά.

Δεν νιώθεις πιο σίγουρος για το μέλλον σου επειδή είδες τους φαντάρους να περπατούν και να τρέμει η γης.

Επομένως, η κούτρα μου λέει, πως η παρέλαση παραμένει μόνο ως μέσο διατήρησης μιας συλλογικής μνήμης που αφορά την ταυτότητα ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού.

Το αν θα έπρεπε να αντικατασταθεί από κάποιο άλλο μέσο ή εκδηλώσεις είναι αλλουνού παππά ευαγγέλιο. Η συνείδηση δεν καταργείται. Η ιστορία, επίσης.

Αλλά από το σημείο του να κουβεντιάζεις για τη χρησιμότητά τους, μέχρι εκείνου του να φωνάζεις ρατσιστή εκειόν που έντυσε το παιδί του τσολιαδάκι κι του έδωκε να βαστάει μια ελληνική σημαιούλα, έχει κομμάτι απόσταση.

Και ο Αντετοκούνμπο έτσι έκανε όταν πήγαινε στο σχολειό. Πάλι καλά που υπάρχουνε τα ντοκουμέντα. Κι άμα δεν ήτουνα σταρ του NBA κι υπηρετούσε τη θητεία του, ίσως σήμερα να βρισκότουνα με όπλο-κράνος-εξάρτηση να παρελαύνει κάτου από τον ήλιο.

Γιατί έτσι κάνουμε σε αυτόν τον τόπο. Έτσι μας μάθανε οι πατεράδες μας κι έτσι μαθαίνουμε τα παιδιά μας. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Δεν χρειάζεται να απολογηθεί κανένας για τσι επιλογές του ή να σκούζει και να ωρύεται για εκείνες των άλλων.

Ας αφήσουμε το κόσμο να ζήσει και να παρελάσει όπως και όπου θέλει.