Α θες να βρίσκεις ταίρι για να μοιράζεσαι το κρεβάτι σου, ο βασικός κανόνας είναι να ακολουθείς τις εξελίξεις και να προσαρμόζεις το “ρεπερτόριο” στις ανάγκες του “τάργκετ γκρουπ” σου. Όταν είσαι παιδάκι με κοντά παντελονάκια, δύο πράματα σκέφτεσαι. Να ακολουθήσεις την ορμηνιά της μάνας σου και να μη μπεις στο Volkswagen κλούβα του κυρίου που έχει παρκάρει έξω από το σχολείο και μοιράζει καραμέλες και να μεγαλώσεις ώστε να αποχτήσεις το δικό σου αυτοκίνητο και να αρχίσεις να κερνάς τα θηλυκά της γειτονιάς σου.
Επειδή οι κουβέντες είναι σαν τα καγκουρά τα αυστραλιανά και -σαν τον Σπαλιάρα στις γυναίκες, πηδάνε από το ένα θέμα στο άλλο, μπαίνω στο ψητό κι ξηλώνω το προσωπικό μου δράμα. Μαθαίνω τούρκικα… Και φταίει ο Μπουράκ… Του Καρα Σεβντά… Ναι αυτουνού του σίριαλ που παιζότανε στο Μεγκα μέχρι που η κυβέρνηση πήρε χαμπάρι πως δεν επρόκειτο για τηλεοπτική σειρά αλλά μέσο προβολής αλυτρωτικών θέσεων και διεκδικήσεων και αποφάσισε να τον ρίξει μαύρο. Δεν έχω πρόβλημα με το Μέγκα. Έχω και φίλους που βλέπουν Μέγκα. Ούτε με το μαύρο έχω πρόβλημα. Έχω και φίλους που καπνίζουνε μαύρο. Έχω πρόβλημα, όμως με το Καρα Σεβντά.
Μπορεί να έχεις κι εσύ αγαπητέ αναγνώστα. Για να το καταλάβεις και να πάρεις τα μέτρα σου, κάνε ένα απλό τεστ. Εκεί που η δικιά σου έχει στραμμένη την προσοχή της σε κάτι πραγματικά σημαντικό, όπως το να βάφει τα νύχια της και να ξεχωρίζει τα δάχτυλά της με μπαμπάκι, απροειδοποίητα πέτα ένα “καλημέρα”! Αν σου απαντήσει “Μερχαμπά” ή ακόμα χειρότερα “Γκιουναϊντίν“, έχεις βρεθεί κι εσύ στη ζώνη του Μπουράκ και κινδυνεύεις να γένεις γιουσουφάκι του.
Ναι, του τύπου που παλιότερα έκανε κάτι (δεν ξέρω τι γιατί δεν το ΄βλεπα) στο Σουλεϊμάν τον μεγαλοπρεπή και μετά από 50 χρόνια απενεχοποίησε τη μουστάκα στην Ελλάδα. Ένα αντρικό αξεσουάρ που παλιότερα έπρεπε να ‘σαι οπλαρχηγός για να το διαθέτεις ή έστω Ψωμιάδης, αλλά ήρθε ο μορφονιός και το ‘φερε στη μόδα. Ξέρεις πόσα παπλώματα πήρανε φωτιά από στατικό ηλεκτρισμό όταν αντίγραφά του γιόμισαν τσου δρόμους της Αθήνας; Καπνούς έβγαλε το τηλεφωνικό κέντρο τση πυροσβεστικής και τρέχανε με τις μάνικες να σβήσουνε ζευγάρια που λαμπαδιάσανε όταν το τριχωτό του προσώπου του αντρός ερχόταν σ’ επαφή με το μόνο σημείο που έχουνε οι γυναίκες τρίχες, ξέχωρα το κεφάλι. Εμ βέβαια, τρίψε-τρίψε, γλείψε-γλείψε, τρίχα πάνω στην τρίχα και μια σπίθα είναι αρκετή για να λαμπαδιάσει ο τόπος. Αν είναι να πεθάνουμε και από αιδοιολειχία, τι να πω, ως λαός είμαστε άξιοι τση μοίρας μας.
Όπως άξιοι τση μοίρας μας είμεθα ως αρσενικά όταν το στόμα της δικιάς μας αρχίζει να ξεφουρνίζει στα καλά του καθουμένου “σενι σεβιγιορουμ”, “χος μπουλντουκ” και “ιιι γκετζελερ”, εκεί που κάθεσαι αμέριμνος και περιμένεις να κολατσίσεις. Κάποτε την άγγιζε το Ίμπαλς, τώρα γουστάρει να την αγγίζει ο σελτζούκος λες και η ιστορία (4ης δέσμης, 3ης Λυκείου) δεν τηνε δίδαξε για τη γραμμή άμυνας του ελληνισμού “Εσκί Σεχίρ-Κιουτάχεια-Αφιόν Καραχισάρ“. Το μυαλό της μόνο στο ξεσκί-σεχίρ απ΄τον λεγάμενο, με τον κίντυνο αν φανείς αρνητικός με τα νέα της τα χούγια, να σου πετάξει κάνα άι σιχτίρ και να δουλέψεις χειρογλύκανο για να ικανοποιήσεις τις ορμές σου.
Ωστόσο με λίγα βασικά μαθήματα τουρκικών, μπορείς να ξαναβρείς θέση στη ζωή της. Και με τον καιρό, θα συνηθίσεις. Θα αντιληφθείς κι εσύ πως ο Κεμάλ (ίδιο πρόσωπο με τον Μπουράκ) είναι κάτι μεταξύ Τζέιμς Μποντ και Σούπερμαν. Ένας περίπου υπεράνθρωπος και πανέξυπνος και πανέμορφος τύπος που έχει την ατυχία η οικογένειά του να μεθοδεύει συνεχώς πράματα πίσω από την πλάτη του. Ειδικά εκειό το καργιολάκι η αδερφή του, ενώ έχει μπλέξει με μια διμούτσουνη οχιά, μια αρραβωνιάρα που δεν συνεχίζω να λέω άλλα για να μην σας το σποϊλάρω.
Το θέμα είναι πως -έστω και στα τούρκικα- εβρέθηκε τουλάχιστο ένας τρόπος για να μιλούμε στις γυναίκες σε μια γλώσσα που αντιλαμβάνουνται. Έστω κι αν είναι τούρκικα. Έστω κι αν η ιστορία ξεκίνησε υποτίθεται για να δούμε κι εμείς λίγη χαρά στα σκέλια μας και καταλήξαμε τα βράδια να απαγγέλουμε Χατζιδάκι, ψιθυρίζοντας μετά το τέλος κάθε επεισοδίου “Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δεν θ’ αλλάξει ποτέ“.