Το τέλος της Χρυσής Αυγής: Εφτά χρόνια με τους ναζί στην Βουλή ήταν πολλά

Ο Μιχαλολιάκος και η παρέα του εισήλθαν στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό με τσαμπουκά και έφυγαν όπως τους άξιζε: με κλάψες.

Η Χρυσή Αυγή μπήκε στη Βουλή για πρώτη φορά τον Μάιο του 2012. Για όσους θυμούνται, το πρώτο βράδυ της εκλογής της είχε συνδυαστεί με μια τρομακτική επίδειξη υπεροψίας όταν και στην συνέντευξη Τύπου του αρχηγού της, τα στελέχη της είχαν απαιτήσει από τους δημοσιογράφους -με εκείνο το χαρακτηριστικό πλέον «εγέρθητι»- να σηκωθούν όρθιοι.

Πέρασαν από τότε εφτά χρόνια. Η εκλογική της συντριβή στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές και η αποτυχία της, έπειτα από δυο κοινοβουλευτικές θητείες, να μπει στη Βουλή για τρίτη φορά, σηματοδοτεί και την πολιτική της ταφόπλακα. Ειδικά δε αν αναλογιστεί κανείς πως βρίσκεται σε εξέλιξη και η δίκη της και πολύ σύντομα θα ξεκινήσουν οι απολογίες των ηγετικών της στελεχών.

Ανάμεσα στο τσαμπουκαλεμένο προφίλ που η Χρυσή Αυγή έβγαζε το 2012, όταν και είχε εισέλθει για πρώτη φορά στο κοινοβούλιο και τη θλιβερή εικόνα του Κασιδιάρη να γράφει στο Twitter του ότι πρέπει να ξαναγίνει καταμέτρηση ψήφων μην τυχόν και έγινε καμιά συνωμοσία από το σύστημα που δεν γουστάρει τους ναζιστές, μοιάζει να υπάρχει μια χαοτική απόσταση.

Οι πάλαι ποτέ μεγάλοι τσαμπουκάδες του πολιτικού σκηνικού, εκείνοι που άμα λάχει έριχναν και καμιά μπουνιά on air γιατί η πολλή η ευγένεια μας είχε μαράνει, έχουν μετουσιωθεί σε κάτι κλαψιάρηδες που πλέον, παρακαλάνε το σύστημα να συνεχίσει να τους παίζει. Αυτός ο μετασχηματισμός του προφίλ της Χρυσής Αυγής δεν έγινε φυσικά σε μια νύχτα. Αντίθετα, υπήρξε κομβικός για να μείνει εκτός Βουλής το εν λόγω μόρφωμα.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το καλοκαίρι του 2012, η Χρυσή Αυγή, με την φόρα που εξασφάλιζε από την θεσμική της υπόσταση, αναλώθηκε σε μια τρομακτικά επιθετική αντιμεταναστευτική καμπάνια, που αποτελούταν από επιθέσεις σε μετανάστες αλλά και μια ταυτόχρονη καταγγελία προς την κυβέρνηση Σαμαρά πως η πολιτική της είναι πολύ light όσον αφορά το μεταναστευτικό.

Η Νέα Δημοκρατία του Σαμαρά, γνωρίζοντας πως σε ένα μεγάλο βαθμό ψαρεύει ψηφοφόρους από την ίδια εκλογική λίμνη με την Χρυσή Αυγή, επιχείρησε να της δείξει ότι τα τάγματα εφόδου της είναι ερασιτέχνες απέναντι στην επιθετικότητα που μπορεί να έχει ένα δεξιό κράτος άμα γουστάρει: η επιχείρηση «Ξένιος Δίας» που εφαρμόστηκε από την αστυνομία και αποτελούνταν από πογκρόμ σε μετανάστες οδήγησε όλο το καλοκαίρι την Χρυσή Αυγή και την Νέα Δημοκρατία να τσακώνονται αναφορικά με το ποια πολιτική δράση είναι πιο επιθετική απέναντι στους μετανάστες. Εκείνη του Σαμαρά; Ή εκείνη της Χρυσής Αυγής;

Εκείνο το φαινόμενο μπορεί να συνοψιστεί πανεύκολα μέσα σε τρεις λέξεις: ακροδεξιά μετατόπιση ατζέντας. Η Χρυσή Αυγή αναγκάζοντας το πολιτικό σύστημα να προσαρμόζεται στο σκεπτικό της αναγνωριζόταν ως κρίσιμος κοινοβουλευτικός εταίρος και έτσι, εδραίωνε τα ποσοστά της. Η ταυτόχρονη αδιαλλαξία της την βοηθούσε να καθιερώνεται και ως «μη-πουλημένη».

Η έναρξη της δίκης της, την οδήγησε σε αναπροσαρμογή της στρατηγικής της. Έπρεπε να περιορίσει τον επιθετικό λόγο της και συνολικά την δράση της απέναντι στους μετανάστες, να βάλει στο περιθώριο τα «ρούχα του δρόμου» και να επαναλαμβάνει μονότονα πως «το σύστημα την πολεμάει». Πράγματι, αν μελετήσει κανείς τον δημόσιο λόγο της Χρυσής Αυγής από το 2013, οπότε και έγιναν οι πρώτες συλλήψεις των ηγετικών της στελεχών, μέχρι και σήμερα θα αντιληφθεί ότι το ναζιστικό μόρφωμα ασκούσε πολιτική υπερτονίζοντας μονότονα ξανά και ξανά ότι τα μέλη της «δικάζονται άδικα».

Οι αναφορές στους μετανάστες υπήρξαν εξαιρετικά περιορισμένες καθώς ξαφνικά έπρεπε να σχετικοποιηθεί το ρατσιστικό της προφίλ. Κάπως έτσι, η ζωή έφερε μια καταστροφική συγκυρία για την Χρυσή Αυγή. Από το καλοκαίρι του 2015 και μετά, οι μαζικές ροές προσφύγων έκαναν κεντρικό πολιτικό ζήτημα το προσφυγικό και την διαχείρισή του. Το προνομιακό πεδίο δηλαδή άσκησης πολιτικής και έκφρασης πολιτικού λόγου για την Χρυσή Αυγή.

Η συντριβή της υπήρξε εκκωφαντική σε αυτό το πεδίο. Ο διαχωρισμός της κοινωνίας σε δυο στρατόπεδα αναφορικά με το προσφυγικό βρήκε το στρατόπεδο της αλληλεγγύης να είναι κινηματικό και το στρατόπεδο της αντιπροσφυγικής ρητορικής να είναι θεσμικό. Η Χρυσή Αυγή με βάση τον ρόλο της, θα έπρεπε να απαντήσει στο κίνημα της αλληλεγγύης με τις δικές της (αντιδραστικές μεν αλλά) κινηματικές πρακτικές. Το νέο προφίλ της ωστόσο δεν της επέτρεπε να το κάνει: οι εποχές που έβγαινε στον δρόμο και έπαιζε ξύλο με αντιφασίστες είχαν τελειώσει για αυτή με την έναρξη της δίκης της.

Ο περιορισμένος πολιτικός λόγος της Χρυσής Αυγής στο προσφυγικό την μετέτρεψε σε κομπάρσο του δημόσιου διαλόγου για το ζήτημα. Τα πράγματα άρχισαν να γίνονται οριακά για αυτήν, όσο ο καιρός περνούσε και η δίκη έπαιρνε αρνητική τροπή, οι συμπληγάδες έμοιαζαν να την σφίγγουν όλο και πιο πολύ. Ήταν τυχερή που οι εκλογές έγιναν πριν τις απολογίες των στελεχών της στο δικαστήριο (εκεί όπου θα γελάσει και ο κάθε πικραμένος…) γιατί έτσι θα μπορούσε να διεκδικήσει την είσοδό της στη Βουλή με περισσότερες πιθανότητες. Τελικά, δεν της βγήκε ούτε αυτό: το τέλος της αποδείχθηκε αναπόφευκτο.

Η ακροδεξιά κουλτούρα είναι εξαιρετικά διαδεδομένη στην ελληνική κοινωνία και η συντριβή της Χρυσής Αυγής -ας μην γελιόμαστε- δεν αναιρεί αυτή την πραγματικότητα. Η Χρυσή Αυγή ωστόσο υπήρξε η πιο δολοφονική αναβάθμιση αυτής της τάσης: όπως και να το κάνουμε, άλλο να υπάρχει ακροδεξιά ρητορική σε κοινοβουλευτικό επίπεδο και άλλο να χρηματοδοτούνται με κρατικά κονδύλια μαχαιροβγάλτες ναζιστές που η δράση τους είναι στον δρόμο.

Το πιο θετικό στοιχείο των εκλογών υπήρξε αυτό: ο μεγάλος πόλος του ελληνικού ναζισμού μετουσιώθηκε εκ νέου σε κάτι περιθωριακό. Σύντομα, θα μοιάζουν μια μακρινή ανάμνηση, δεν θα ασχολείται άνθρωπος μαζί τους. Ας είναι βέβαιοι για αυτό.