Το δηλητήριο του Μάικλ: Η απροσδόκητη «βοήθεια» του Τζόρνταν που έκανε τον ΛεΜπρόν το κτήνος των 38390 πόντων (Vid)

Όλα άλλαξαν με το που πάρθηκε η συγκεκριμένη απόφαση.

«Η μίμηση. Η μίμηση είναι…».

Τα μάτια ανοίγουν και μια εκκωφαντική νοητή ρωγμή γεννάται στο κέντρο του νου. Η σκέψη παύει να είναι αρραγής. Έτσι, μένει μετέωρη.

Οι εικόνες, από την άλλη, ολοκάθαρες και ακέραιες: Η πάσα του Ράσελ. Μία ντρίμπλα με το αριστερό. Δεύτερη. Τρίτη. Fadeaway. Μόνο διχτάκι. Τα χέρια ψηλά. Λύτρωση: η ιστορία- που εδώ και 40 σχεδόν χρόνια αρνιόταν πεισματικά να υποκλιθεί στον οποιονδήποτε άλλον πέραν του Καρίμ- πέφτει, επιτέλους, στην αγκάλη του νέου, αιώνιου, κατά τ’ αριθμητικά φαινόμενα, εραστή της.

Ο ΛεΜπρόν Τζέιμς τα ξημερώματα (ώρα Ελλάδος) της Τετάρτης, στο παιχνίδι κόντρα στην Οκλαχόμα, έκανε κάτι που μέχρι πρότινος φάνταζε εξίσου πιθανό με το να «υιοθετήσει» τη φωνή του Μόργκαν Φρίμαν ο Άδωνις Γεωργιάδης και να ψιθυρίζει σε κάθε δημόσια εμφάνισή του αντί να ουρλιάζει, λες κι έχει προηγούμενα με τις φωνητικές του χορδές: έσπασε το ακατάρριπτο ρεκόρ του Τζαμπάρ σε πόντους στην regular season κι έγινε ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών στο ΝΒΑ.

Το κατόρθωμα του σούπερ σταρ των Λέικερς είναι έτι εντυπωσιακότερο, αν αναλογιστούμε πως αποτελεί, εδώ και καιρό, τον πρώτο σκόρερ και στην postseason και, φυσικά, το νούμερο 1 σε κανονική διάρκεια + playoffs αθροιστικά.

Τώρα που μπήκε και το τελευταίο πετράδι στο στέμμα του αδιαφιλονίκητου Βασιλιά της κορυφαίας λίγκας του πλανήτη, προφανώς τα έχετε ακούσει και τα έχετε διαβάσει όλα, καθώς η υπερπληροφόρηση και ο βομβαρδισμός στο feed σας στα social media είναι ανηλεής.

Υπάρχει, ωστόσο, μία ιστορία που δύσκολα μπορεί να την χαρακτηρίσει κανείς ως «κρατικό μυστικό», αλλά εξίσου δύσκολο είναι να την ξέρει η κ. Ρούλα που δουλεύει στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς σας (και που διαβάζει φανατικά menshouse): το πώς ο Μάικλ Τζόρνταν «βοήθησε» τον LBJ στο να τελειοποιήσει το επιθετικό του πακέτο, απλά και μόνο με την αέρινη- μα εξωπραγματικά στιβαρή- επιρροή του.

Ο ΛεΜπρόν είναι φύσει αριστερόχειρας. Ναι, ακριβώς: τρώει με το αριστερό, γράφει με το αριστερό, ξύνει το πουλ…όβερ του με το αριστερό- το πιάσατε το νόημα, ακόμα κι αν αυτό δέχτηκε μια σχεδόν θανάσιμη επίθεση από ένα λογοπαίγνιο επιπέδου βρεφονηπιακού σταθμού.

Ο λόγος για τον οποίον σουτάρει, από πολύ μικρή ηλικία, με το δεξί δεν είναι άλλος από τον MJ: «Δεν έχω ιδέα για το πώς ακριβώς έγινα δεξιόχειρας στο παρκέ, αλλά νομίζω εξαιτίας του Μάικλ Τζόρνταν και του Πένι Χάρνταγουεϊ. Τους παίκτες δηλαδή που θαύμαζα μεγαλώνοντας.

Βλέποντας αυτούς τους τύπους να σουτάρουν με το δεξί, έγινα κι εγώ δεξιόχειρας. Στην πραγματικότητα είμαι αριστερόχειρας. Δεν παίρνω πολλά σουτ με το αριστερό, όμως είμαι ικανός να σκοράρω με αυτόν τον τρόπο (σ.σ. εννοεί σουτάροντας με το ζερβό). Δουλεύω πάνω στην “τέχνη” μου. Δουλεύω πάνω και στα δύο χέρια», είχε δηλώσει τον Μάιο του 2017 επί του θέματος.

Κι επειδή υπάρχουν αρκετοί εκεί έξω που τους λένε «Θωμά» κι έχουν μια συμφυή ροπή στο να είναι Άπιστοι, ορίστε ένα ωραιότατο (μακρινό, σχετικά) σουτάκι του King στα playoffs του 2016 κόντρα στο Τορόντο, όπου και χρησιμοποιεί το κακό, μπασκετικά, χέρι του:

Το αναντίρρητο- όσο κι αν στην πορεία της καριέρας του, όταν κατάλαβε ότι κοιτάζει στα μάτια τον Air για τον απόλυτο θρόνο, άρχισε να το αποσιωπά- γεγονός πως ο ΛεΜπρόν σαν παιδί λάτρευε τον Μάικλ και το στιλ παιχνιδιού του, έμελλε ν’ αποδειχτεί αγωνιστική ευλογία και βαλβίδα εκτόξευσης στο απώτερο μέλλον.

Ο LBJ είναι πρακτικά αμφίχειρας στο παρκέ, κάτι που φαίνεται κι από την τρομακτική του ευκολία να τελειώνει τις φάσεις είτε από τον δεξιό είτε από τον αριστερό διάδρομο.

Οι περισσότεροι χαρισματικοί σκόρερ (και ο 38χρονος σούπερ σταρ είναι ξεκάθαρα τέτοιος, όσο κι αν προτάσσει οικειοθελώς επί μονίμου βάσεως το “I am a passing-first guy” για να κάνει πιο εντυπωσιακό το ρεκόρ του στους πόντους…) έχουν δουλέψει σε τρομακτικό βαθμό και τα δυο τους χέρια, ούτως ώστε να μην έχουν κενά στο ρεπερτόριό τους εντός των 4 γραμμών.

Σχεδόν όλοι, όμως, έχουν τον διάδρομο και το χέρι που προτιμούν- ο Ντουράντ, ο αδικοχαμένος Κόμπε, εννοείται ο Τζόρνταν, όλοι. Για τον ΛεΜπρόν των δύο «ισάξιων» χεριών δεν κάνει ουσιαστική διαφορά το αν θα πάει δεξιά ή αριστερά- κι αυτό τεκμαίρεται πανεύκολα. Αρκεί να δει κανείς τα highlights από 2-3 ματς του και θα διαπιστώσει πως κοντά στο καλάθι (εξαιρούμε, για προφανείς λόγους, τα σουτ από μέση και μακρινή απόσταση) σκοράρει σχεδόν «ισόποσα» και με τα δύο χέρια.

Το πλεονέκτημά του πολλαπλασιάζεται αν αναλογιστούμε πως είναι, σαφέστατα, ο κορυφαίος ντράιβερ στην ιστορία του παιχνιδιού (ο Γιάννης είναι ο μόνος που μπορεί να συγκριθεί μαζί του σ’ αυτόν τον τομέα) και το να μπορεί ν’ αλλάζει κατευθύνσεις όταν εφορμά προς το καλάθι με το ίδιο αποτέλεσμα (η μπάλα στο διχτάκι) είναι ανεκτίμητης αγωνιστικής αξίας.

Πώς ακριβώς να σταματήσεις ένα ανθρώπινο, κινούμενο βουνό από ατσάλι που έρχεται κατά πάνω σου με χαλασμένα τα φρένα και που δεν έχεις την επιλογή του να τον στείλεις στην κακή του πλευρά, προκειμένου ν’ αυξήσεις τις πιθανότητες ν’ αστοχήσει; Απλούστατο: δεν τον σταματάς.

Όπως ασταμάτητος, ακόμη και στα προχωρημένα (μπασκετικά) γηρατειά του, είναι και ο ίδιος ο Βασιλιάς. Ο Μπρον έχει μέσα του πανεύκολα 2 χρόνια ακόμα σ’ αυτό το επίπεδο και η εκπεφρασμένη επιθυμία του είναι να παίξει τουλάχιστον μέχρι το 2026, ούτως ώστε να συνυπάρξει στο παρκέ με τον μεγάλο του γιο.

Πράγμα που σημαίνει πως θα ξεπεράσει κατά πολύ του 40.000 πόντους στην regular season και θα πάει πάνω από 50.000 αν συνυπολογίσουμε και τα playoffs.

Κι ολ’ αυτά χάρη (και) στην επίδραση Εκείνου. Του Μάικλ.

Εδώ που φτάσαμε, τα μάτια κλείνουν και οι ημιτελείς προτάσεις της αρχής ανασύρονται από το προσωρινό λεκτικό τους νεκροταφείο. Απλώνουν, αποτίνοντας αλλοπρόσαλλο φόρο τιμής στο άλλοτε νόμιμο hand-checking, τα χέρια τους προς το μπασκετικό πάνθεο και φτάνουν μέχρι το τέρμα του δρόμου:

«Η μίμηση είναι η ειλικρινέστερη μορφή κολακείας».

Ο ΛεΜπρόν. Και ο Μάικλ. Ο σπουδαιότερος όλων και το ανυπέρβλητο τοτέμ. Ο GOAT δίπλα στον GOAT.

Θαυμάστε.

Κι έπειτα θαυμάστε κι άλλο.

Και λίγο ακόμα.

Καμιά φορά, βλέπετε, οι άνθρωποι δε θαυμάζουμε αρκετά.