«Ζήτησα λίγο ντίζελ και δεν μου έδωσαν ούτε νερό»: Ο προπονητής του Παναθηναϊκού που δεν συγχώρησε ποτέ τη διοίκηση για την «τσιγκουνιά» της

Αγαπήθηκε αν και δεν κατέκτησε κανέναν τίτλο στην Ελλάδα

Ήταν το μακρινό 1998 όταν ο Σέρχιο Μαρκαριάν έρχεται για πρώτη φορά ως προπονητής στη χώρα μας για λογαριασμό του Ιωνικού και στην επίσημη παρουσίασή του εκπλήσσει τους πάντες μιλώντας στα ελληνικά! Τελικά θα μετρήσει κάμποσες «επιστροφές» στην δεύτερη «πατρίδα» του χωρίς να κατακτήσει κάποιον τίτλο, έχοντας ωστόσο σοβαρά παράπονα από την στάση της διοίκησης του Παναθηναϊκού για την απώλεια ενός εξ αυτών.

Το… μυστήριο για το εκπληκτικό επίπεδο της γνώσης του για την ελληνική γλώσσα λύθηκε πάντως λίγο αργότερα. Ο ίδιος αποκάλυψε ότι μετά την συμφωνία του με τον Ιωνικό προσέλαβε κοτζάμ καθηγητή πανεπιστημίου για να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα, αν και αυτό είναι ένα μέρος μόνο της αλήθειας. Εκείνο που δεν γνωρίζαμε τότε ήταν το γεγονός ότι ο αρμένικης καταγωγής τεχνικός είχε περάσει μερικά από τα παιδικά του χρόνια στην Ελλάδα, καθώς έζησε εδώ με τον πατέρα του από την ηλικία των 2 ετών και μέχρι τα 8 του!

Όλοι τον θυμούνται για τον εκρηκτικό ορισμένες φορές χαρακτήρα του, αλλά και για την ποιότητα της δουλειάς του που από την εποχή που βρισκόταν σε διάφορες ομάδες της Λατινικής Αμερικής του είχαν χαρίσει το προσωνύμιο «El mago». Με τον μάγο λοιπόν να κρατά το ραβδάκι του, ο Ιωνικός εκείνη την σεζόν φτάνει στην 5η θέση και στην έξοδο στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στο Κύπελλο UEFA, ενώ δύο χρόνια αργότερα επιστρέφει στην Ελλάδα για τον Παναθηναϊκό.

Ο στόχος των πράσινων δεν είναι άλλος από την κατάκτηση ενός πρωταθλήματος σε συνδυασμό με τις σπουδαίες πορείες στην Ευρώπη. Κι ενώ στο δεύτερο σκέλος ο Μαρκαριάν (στις δύο ξεχωριστές παρουσίες του στον πράσινο πάγκο αποδεικνύεται απολύτως επιτυχημένος) στο πρώτο «αποτυγχάνει», καθώς δεν κατορθώνει να οδηγήσει την ομάδα στο πολυπόθητο πρωτάθλημα.

Βέβαια, για εκείνη την περίοδο του ελληνικού ποδοσφαίρου έχουν γραφτεί και ειπωθεί διάφορα και (κακά τα ψέματα) λίγο-πολύ όλοι γνωρίζουν πάνω-κάτω ότι η απώλεια μερικών τίτλων δεν οφείλεται αποκλειστικά στην αγωνιστική ανωτερότητα των αντιπάλων του Παναθηναϊκού. Ενός Παναθηναϊκού που, μην ξεχνάμε, το 2002 φτάνει μέχρι τα προημιτελικά του Champions League (ναι του ίδιου Champions League που πλέον φωνάζουμε… ζήτω αν απλά καταφέρει ελληνική ομάδα σε όμιλο) και λίγο αργότερα κάνει το ίδιο και στο Κύπελλο UEFA… Και ενδεικτικό του τι σύνολο είχε καταφέρει να φτιάξει αυτή η «αλεπού» των πάγκων είναι το γεγονός ότι τόσο ο αξέχαστος αποκλεισμός από την Μπαρτσελόνα στην μία περίπτωση όσο κι εκείνος από την Πόρτο στην δεύτερη, αντιμετωπίστηκαν ως… αποτυχίες. Κι αυτό από μόνο του τα λέει όλα…

Την ίδια περίοδο ανάλογη αντιμετώπιση υπάρχει και για την απώλεια των εγχώριων τίτλων. Ο Μαρκαριάν βιώνει την… ξενέρα με την εντός έδρας ισοπαλία με τον Ολυμπιακό στη Λεωφόρο (με το πέναλτι του Κωνσταντίνου στον Βενετίδη) όπου μένει στην ιστορία για το «τι μαλάκα είναι» προς τον διαιτητή Ευθυμιάδη… Δύο χρόνια αργότερα το δράμα κορυφώνεται καθώς το πρωτάθλημα κάνει φτερά ένα απόγευμα στην Ριζούπολη όταν σχεδόν όλο το εν Ελλάδι ποδοσφαιρικό σύμπαν συνωμότησε για να χάσει ο Παναθηναϊκός με 3-0 από τους ερυθρόλευκους, δηλαδή το μοναδικό σκορ με το οποίο δεν θα κατακτούσε τον τίτλο.

Ωστόσο, πέρα από τον τότε πρόεδρο της ΠΑΕ, Άγγελο Φιλιππίδη που αποκάλεσε τους παίχτες «κότες» επειδή –και καλά- μάσησαν από τους τραμπουκισμούς, τις επιθέσεις με φωτοβολίδες και τούβλα, τα ντου στην φυσούνα και τα σκηνικά στα αποδυτήρια, και ο ίδιος ο Μαρκαριάν αποδίδει ΚΑΙ σε κάτι ακόμη το γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός τερμάτιζε ξανά πίσω από τους Πειραιώτες. Σύμφωνα με τον ίδιο, παρά τα όσα συνέβαιναν στο παρασκήνιο στα χρόνια της σκληρής παράγκας (την ύπαρξη της οποίας έχει παραδεχθεί αλλά για τους δικούς της λόγους και η τρέχουσα διοίκηση των ερυθρολεύκων), ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να είχε φτάσει σε εκείνο το μοιραίο ματς της Ριζούπολης, με μεγαλύτερη διαφορά. Πώς; Μα φτιάχνοντας ομάδα που στην πορεία θα νικούσε και τους διαιτητές, όπως πολύ εύκολα έλεγαν οι επικριτές που τα έβλεπαν όλα ωραία και καλά στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

Μερικούς μήνες πριν την Ριζούπολη, στα μέσα Γενάρη, ο Παναθηναϊκός καταφέρνει να φτάσει και να ξεπεράσει τον Ολυμπιακό στην βαθμολογία. Στα χείλη όλων η μοναδική συζήτηση είναι μία. Το αν θα ενισχυθεί μεταγραφικά προκειμένου να υπερπηδήσει τα πάσης φύσεως «εμπόδια» που αναμενόταν να συναντήσει στο διάβα του, όπως και τελικά συνέβη.

Στις επαφές με την διοίκηση, την οποία εκπροσωπεί ο Άγγελος Φιλιππίδης (…), ο Μαρκαριάν ζητεί επιτακτικά την απόκτηση ενός μεσοεπιθετικού. Προτείνει τον Νταμιάν Μάνσο τον οποίο γνωρίζει καλά καθώς προέρχεται από την αγορά της Αργεντινής, αλλά εισπράττει την απάντηση ότι είναι ακριβός… Βέβαια το παράξενο της υπόθεσης είναι ότι μόλις ένα χρόνο αργότερα η νοικοκυρεμένη επί Πανόπουλου, αλλά σίγουρα όχι πλούσια ΠΑΕ Skoda Ξάνθη, βρίσκει τα χρήματα για να τον φέρει στην Ελλάδα…

Τελικά ο Παναθηναϊκός σε εκείνη την μεταγραφική περίοδο θα προχωρήσει μόνο σε μία προσθήκη. Ποια ήταν αυτή; Ο Ξενοφών Γήττας για τον οποίο οι πράσινοι δίνουν 250 χιλιάδες ευρώ στον ΠΑΣ Γιάννινα. Κι αν είναι αλήθεια ότι ο βραχύσωμος παίκτης είχε κάνει καλές εμφανίσεις με τους Ηπειρώτες μεν, αλλά εκ των πραγμάτων αποδείχθηκε ότι δεν μπόρεσε να σηκώσει το βάρος της φανέλας. Μάλιστα, ο ίδιος ο Σέρχιο Μαρκαριάν μιλώντας αργότερα μετά τον αποκλεισμό από την Πόρτο για εκείνες τις ημέρες, σε πηγαδάκι είπε την ατάκα που έμεινε στην ιστορία: «Ζήτησα λίγο ντίζελ και δεν μου έδωσαν ούτε μία σταγόνα νερό» αναφερόμενος στην άρνηση της διοίκησης να βάλει το χέρι λίγο πιο βαθιά στην τσέπη…