«Ήμουν στα όρια να κάνω εμετό»: Ο «Πεζοναύτης» με τις απάνθρωπες μεθόδους που έκανε τον Ζιντάν serial winner  

Αμείλικτος, λάτρης της πειθαρχίας και της… απουσίας περιττών ευαισθησιών

Είναι πολύ περίεργο, σχεδόν ιερόσυλο, να το λέει και να το σκέφτεται κανείς με τη γνώση των όσων θαυμαστών ακολούθησαν, αλλά η αλήθεια είναι πως ο Ζινεντίν Ζιντάν δεν ήταν αυτό που λέμε «από μικρός φαινότανε». Κανείς δεν αμφισβητούσε το ταλέντο του, όσο ήταν στην Μπορντό, μην παρεξηγηθούμε. Αλλά δεν φαινόταν να είχε αυτό το «κάτι» που έχουν ελάχιστοι και καλύπτει την απόσταση ανάμεσα στο «καλός» και στο «σπουδαίος».

Όλη η ιστορία άλλαξε με το που ο «Ζιζού» πήρε μεταγραφή, το 1996, για τη Γιουβέντους. Στο Τορίνο βρήκε ακριβώς τα στοιχεία που του έλειπαν προκειμένου να γίνει ο serial winner που μάθαμε μετά και μαζί ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών.

Με το που πάτησε το πόδι του εκεί, κατάλαβε πως το επίπεδο είχε αλλάξει άρδην, πως δεν απαιτούταν τίποτα λιγότερο από το τέλειο. Αυτό, βέβαια, δεν ήρθε δίχως κόπο. Το ακριβώς αντίθετο. Παρότι τον είχε σαφώς και ρητώς προϊδεάσει ο πιο παλιός Γιουβεντίνος, Ντιντιέ Ντεσάν – ήταν εκεί από το 1994. «Εδώ οι προπονήσεις είναι πάρα πολύ σκληρές, δεν φαντάζεσαι πόσο, καμία σχέση με ό,τι ξέρεις».

Ο Ζινεντίν Ζιντάν σοκαρίστηκε όταν κατάλαβε στην πράξη τι εννοούσε ο συμπατριώτης του και φίλος του. Όταν δηλαδή γνώρισε τον διαβόητο «Πεζοναύτη», κατά κόσμον Τζαν Πιέρο Βεντρόνε. Τον τότε γυμναστή δηλαδή της «Μεγάλης Κυρίας», alter ego του σπουδαίου Μαρσέλο Λίπι. Στο επιτελείο του «Πολ Νιούμαν» σε 2 διαφορετικές περιόδους (1994-99 και 2001-04). Μαζί του στην εθνική Ιταλίας και τη διετία 2004-06, πανηγυρίζοντας την κατάκτηση του Μουντιάλ.

Με μότο όπως «Δούλεψε σήμερα για να τρέξεις αύριο», «Η νίκη ανήκει στους δυνατούς» και «Πέθανε, αλλά τερμάτισε» (!), ο Βεντρόνε έκανε σαφή με τη μία τη φιλοσοφία του, τη μεθοδολογία του. Σαν άλλος Βαλερί Λομπανόφσκι (διαβόητος για τα εξοντωτικά του προγράμματα προπόνησης όπως η λεγόμενη «ανάβαση του θανάτου») ήταν αμείλικτος, λάτρης της πειθαρχίας και της… απουσίας περιττών ευαισθησιών.

«Ο Ντιντιέ Ντεσάν μου είχε πει για τις προπονήσεις, αλλά δε πίστευα ότι τα πράγματα θα ήταν τόσο χάλια. Συχνά προς το τέλος ήμουν στα όρια να κάνω εμετό, επειδή ήμουν πολύ κουρασμένος», είπε, χρόνια αργότερα, ο Ζιντάν.

Η ταλαιπωρία ήταν προσωρινή, τα έργα μόνιμα. Απέκτησε τις βάσεις για να κάνει διαδοχικές μεγάλες σεζόν με την μπιανκονέρο φανέλα, αλλάζοντας status, φτάνοντας τελικά στα ύψη που ήταν προορισμένος.

«Στην Ιταλία η νίκη είναι η απόλυτη προτεραιότητα και ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Σε άλλες προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες το επιθετικό ποδόσφαιρο όχι μόνο χαίρει σεβασμού αλλά πολλές φορές είναι και αυτοσκοπός. Στη Ιταλία οι ομάδες είναι περισσότερο ευχαριστημένες όταν κερδίζουν χάρη στην τακτική παρά όταν παίζουν με φινέτσα και άνεση», θα εξηγήσει ο Γάλλος.

Όσο για τον Βεντρόνε; Προϊόντος του χρόνου, συνέχισε σε υψηλό επίπεδο, αν και σε ομάδες μάλλον κατώτερες του βεληνεκούς που είχε συνηθίσει – για πολύ καιρό δούλευε στην Κίνα. Κι ύστερα, το 2021, ήρθε το τηλεφώνημα από τον Αντόνιο Κόντε, ο οποίος ποτέ δεν τον είχε ξεχάσει από τότε που τον γνώρισε ως παίκτης.

Πηγαίνοντας στην Τότεναμ, ως προπονητής πια, του ζήτησε να τον συντροφέψει. Εκείνος απάντησε αμέσως «ναι». Ρίχτηκε με τα μούτρα στη δουλειά, οι παίκτες των «Σπερς» είχαν να λένε για το πόσο καλό τους έκανε. Κι ας τους… έβγαζε το λάδι.

Μόνο που αυτό που ξεκίνησε όμορφα και τόσο υποσχόμενα, τελείωσε με τον πλέον τραγικό τρόπο. Ο Βεντρόνε έφυγε από τη ζωή, στα 62 του χρόνια, τον Οκτώβριο του 2022 έχοντας ανακαλύψει ελάχιστες μέρες νωρίτερα πως έπασχε από οξεία μυελογενή λευχαιμία.

Ο θάνατος αυτός έκανε τον Αντόνιο Κόντε να καταρρεύσει ψυχολογικά. Δεν ήταν απλά συνεργάτης του, ήταν και μέντοράς του. Τον είχε συνηθίσει αγέρωχο, να μην «καταλαβαίνει» τίποτα από κούραση. Και ξάφνου αυτός που θεωρούσε άτρωτο, έπαψε να υπάρχει. Ένα τεράστιο σοκ.

Θα μείνει για πάντα ένας ήρωας του ιταλικού, αλλά και του παγκοσμίου φουτμπόλ, έστω και αφανής. Με τη σπουδαία δουλειά του ο Τζαν Πιέρο Βεντρόνε πέτυχε πράγματα τρανά. Όπως το να βάλει ένα κομβικό λιθαράκι στο φαινόμενο «Ζινεντίν Ζιντάν». Το ποδόσφαιρο χρωστάει ευγνωμοσύνη στον «Πεζοναύτη». Και αιώνια τιμή.