Μια τζούρα ρεαλισμού...

Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός το κατάλαβαν με τον σκληρό τρόπο.

Και, αίφνης, τέσσερις αγωνιστικές μόλις μετά την έναρξη της σεζόν, αμφότεροι οι «αιώνιοι»- δηλαδή, κατά βάση, οι φίλαθλοί τους- βρίσκονται σε μία (εν πολλοίς ανεξήγητη) περίεργη εσωστρέφεια. Ή, έστω, σε μια κατήφεια που δε συνάδει για κανέναν λόγο ούτε με την εποχή ούτε με τις δυνατότητες πράσινων και κόκκινων.

Προς τι η απογοήτευση, λοιπόν;

Τα πράγματα είναι κάτι παραπάνω από σαφή για το λόγο που συμβαίνει αυτό: το γεγονός πως τόσο ο Ολυμπιακός όσο και ο Παναθηναϊκός έκαναν… διαγαλαξιακές μεταγραφές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, συν τον προϋπάρχοντα κορμό και των δύο, δημιούργησε μία «στρεβλή» πεποίθηση στους οπαδούς τους πως θα κάνουν περίπατο μέχρι το φάιναλ 4 στην Ευρωλίγκα και στο τέλος θα σηκώσουν την κούπα. Και οι δύο…

Φυσικά, όπως είχαμε τονίσει ξανά στο πρόσφατο ηλεκτρονικό παρελθόν, η αγωνιστική αλήθεια απέχει πόρρω: μπάσκετ δεν παίζουν μόνο οι δικοί μας, μα και οι άλλοι. Και ανεξάρτητα από το απύθμενο βάθος των ελληνικών ομάδων, στο παρκέ βρίσκονται πάντοτε 5 εναντίον 5.

Η ολοκλήρωση της πρώτης «διαβολοβδομάδας» της τρέχουσας σεζόν έφερε στο προσκήνιο εκείνον τον στίχο του ΛΕΞ, που μοιάζει να ταιριάζει γάντι: «Οι αυταπάτες δε βοηθάν’, κοίτα να δεις καθαρά/ Θέλεις μια τζούρα ρεαλισμού, να την ακούσεις καλά».

Και, πράγματι, αυτή δείχνει να είναι η πορτοκαλί πραγματικότητα στην παρούσα φάση.

Ο Παναθηναϊκός υπέστη μία- ας την πούμε έτσι- εκτός προγράμματος ήττα από την πρωτάρα Παρί εκτός έδρας κι εν συνεχεία «έπεσε» μετά από μία άνιση, στη μεγαλύτερη διάρκεια του αγώνα, μάχη στη Μαδρίτη.

Ο Ολυμπιακός έκανε μία… λογική νίκη με την Αρμάνι στο ΣΕΦ, πριν χάσει από την Εφές στην Τουρκία, επιστρέφοντας για δεύτερη φορά σε δύο επισκέψεις με το κίτρινο φύλλο αγώνα από τη γειτονική χώρα.

Εξόφθαλμο πρόβλημα και των δύο; Η άμυνα. Ο Παναθηναϊκός- που έγινε Επτάστερος ακριβώς γιατί στο πίσω μισό του παρκέ τσάκιζε κόκκαλα πέρυσι- δεν μπόρεσε σε κανένα σημείο να σταματήσει την Ρεάλ, την στιγμή που ο Ολυμπιακός μετά από ένα φοβερό πρώτο 7λεπτο στο παιχνίδι της Παρασκευής ήπιε νερό κάθε μα κάθε φορά που προσπάθησε να βάλει φρένο στην παρέα του Λάρκιν.

Μαντέψτε τι χρειάζεται για να βελτιωθούν οι «αιώνιοι» σ’ αυτόν τον τομέα.

Ακριβώς: «Χρόνος», κι ας μην το είπατε. Οι αυτοματισμοί ιδίως στην άμυνα απαιτούν προπονήσεις επί προπονήσεων (που σ’ ένα τόσο σφιχτό καλεντάρι δεν είναι όπως στο παρελθόν που κρατούσαν λίγο περισσότερο από τους λόγους του Φιντέλ Κάστρο), αγώνες, τριβή των παικτών, επαναλήψεις και ούτω καθεξής. Στην επίθεση, ακόμα κι αν είσαι νεοπαγής ομάδα, το ατομικό ταλέντο μπορεί να σε σώσει σε πληθώρα περιπτώσεων, ακόμη κι αν το εκάστοτε σύστημα δεν «βγει». Στην άμυνα, όμως…

Πέραν τούτου, τα τόσο «μεγάλα» ρόστερ συχνά πυκνά μπαίνουν στο καζάνι της ευλογίας κουβαλώντας κι ένα μεγάλο μέρος κατάρας μαζί τους. Το να χωρέσεις 12 παικταράδες (συν άλλους 3-4 που είναι εκτός αποστολής!) σε 40 αγωνιστικά λεπτά είναι εξωφρενικά δύσκολο. Μπορεί ο Αϊνστάιν να λέει πως ο χρόνος είναι σχετικός, αλλά ταυτόχρονα είναι και πολύ συγκεκριμένος.

Επι παραδείγματι: στο ματς με τη Ρεάλ ο Λορένζο Μπράουν έπαιξε κάτι λιγότερο από 3.5 λεπτά για να βρει ρυθμό ο Σλούκας (κατά δήλωση του coach Αταμάν), ενώ απέναντι στη Φενέρ ο Ντόρσεϊ, που έκανε φοβερό ξεκίνημα, στην πορεία «ξεχάστηκε».

Η διαχείριση τέτοιων ρόστερ είναι, πολλές φορές, δυσεπίλυτος γρίφος.

Ευτυχώς και για τους δύο, στον πάγκο έχουν δύο από τους τρεις κορυφαίους προπονητές της Γηραιάς Ηπείρου και δεν υπάρχει περίπτωση να μην την βρουν την άκρη. Θα την βρουν.

Και αυτός είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο εξακολουθούμε να είμαστε πολύ αισιόδοξοι, παρά το γεγονός πως στα social media γίνεται του προβληματισμού το κάγκελο: Αταμάν και Μπαρτζώκας ξέρουν τον δρόμο. Το ταλέντο των δύο γαλανόλευκων συνόλων είναι τόσο, μα τόσο πολύ ανώτερο από την συντριπτική πλειονότητα των ομάδων της Ευρωλίγκας που απλά δε γίνεται να μην παίξουν καλύτερα στο εγγύς μέλλον.

Εκτός κι αν πιστεύει κανείς πως ο Σλούκας θα συνεχίσει εσαεί τις χαμηλές πτήσεις, ο Όσμαν δε θα γίνει μέχρι το τέλος της χρονιάς ένα από τα καλύτερα τριαροτεσσάρια της λίγκας, ο Φουρνιέ θ’ αστοχεί δια παντός στα κρίσιμα σουτ και ο Βεζένκοφ θα «χάνει» ημίχρονα και δε θα κατατροπώνει τους αντιπάλους του.

Εν ολίγοις: οι ήττες ήταν κάτι παραπάνω από απαραίτητες, κι ας μοιάζει με έλλογο παραλογισμό η συγκεκριμένη διατύπωση. Ο ρεαλισμός είναι απαραίτητο στοιχείο στο μπάσκετ και τον αθλητισμό εν γένει. Αν τον αγκαλιάσεις, οδηγείσαι συχνά σε σουρεαλιστικές καταστάσεις, όπως, φερ’ ειπείν, η αδιανόητη κατάκτηση του περσινού τροπαίου από τον Παναθηναϊκό ή- σε μικρότερο βαθμό, βέβαια- η παρουσία του Ολυμπιακού στο F4 του Βερολίνου με μηδενικό, σχεδόν, επιθετικό χάρισμα.

Μια τζούρα ρεαλισμού, αρκεί. Οι αιώνιοι την τράβηξαν νωρίς στη σεζόν και τώρα…

Και τώρα κρύφτε τα γυναικόπαιδα: Τhings are gonna get ugly, που λένε και οι φιλομαθείς. Άσχημα πράγματα, δηλαδή, για τους αντιπάλους μας.

Τι, αμφιβάλλει κανείς; Κακώς…