Μια συγκρατημένη αισιοδοξία επικρατεί στις τάξεις του Παναθηναϊκού μετά την απολύτως δικαιολογημένη και επιβεβλημένη αλλαγή προπονητή. Ο Ρουί Βιτόρια έχει στη διάθεσή του έναν απρόσμενο σύμμαχο. Την σύγκριση με τον προκάτοχό του, αφού θα χρειαστεί… προσπάθεια για να πάει χειρότερα από τον Ντιέγκο Αλόνσο. Και με αυτό το… καύσιμο μπορεί να προχωρά σε μικρές αλλαγές που κάνουν τη διαφορά.
Έτσι κι αλλιώς αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι το φετινό ρόστερ των πράσινων είναι υψηλών δυνατοτήτων. Το πόσο μεγάλες είναι αυτές είναι κάτι που μένει να φανεί. Άλλωστε συγκριτικά είναι όλα και το τριφύλλι έχει ισχυρό ανταγωνισμό. Όμως από το σημείο του να διεκδικεί τον τίτλο μέχρι του να βρίσκεται στη μέση του βαθμολογικού πίνακα (όπως συνέβαινε επί ημερών Αλόνσο) υπάρχει χαώδης διαφορά.
Η αλλαγή που έφερε αλλαγές
Η αλήθεια είναι ότι στο ματς με τον Βόλο παρατάχθηκε μια 11άδα δίχως φοβερές εκπλήξεις ή διαφοροποιήσεις. Αν δεν ήξερες ότι έχει προηγηθεί αλλαγή στην τεχνική ηγεσία, θα ορκιζόσουν ότι στον πάγκο βρισκόταν ακόμη ο Ουρουγουανός. Όμως ακόμη κι όταν τα πρόσωπα ή η διάταξη στον αγωνιστικό χώρο είναι ίδια και απαράλλακτη, οι διαφορετικοί ρόλοι είναι εκείνοι που διαφοροποιούν τα πάντα.
Όλα αυτά πάντως τα γράφουμε έχοντας κατά νου και τις ειδικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν στο ματς. Οι γηπεδούχοι έμειναν με παίκτη λιγότερο και οι ισορροπίες άλλαξαν υπέρ του τριφυλλιού.
Το αριθμητικό πλεονέκτημα έκανε πιο εύκολη την αποστολή των πράσινων και στα δύο κομμάτια του παιχνιδιού. Τόσο το αμυντικό όσο και το επιθετικό. Από τη μία πλευρά οι πράσινοι μπορούσαν να διαχειριστούν με καλύτερο τρόπο την κατοχή της μπάλας και να χτίσουν πιο εύκολα επιθέσεις. Και από την άλλη, την ίδια ώρα, ήταν λιγότερο ευάλωτοι στις αντεπιθέσεις των αντιπάλων τους. Κάτι που στο πρόσφατο παρελθόν τους είχε κοστίσει αρκετά.
Το «άγγιγμα» του Βιτόρια
Οι παρεμβάσεις του Ρουί Βιτόρια δεν ήταν μονοδιάστατες, αν και με την πρώτη ματιά δεν φαίνονταν ρηξικέλευθες. Πέρα από όλα τα υπόλοιπα, μια μεγάλη διαφορά που είδαμε όλοι με γυμνό μάτι ήταν αυτή στον άξονα της ομάδας.
Στη ραχοκοκαλιά, δηλαδή, εκεί που μετά τα πρώτα δείγματα γραφής της ομάδας, έμοιαζαν να… κουτουλάνε αρκετοί ποδοσφαιριστές. Η συζήτηση, εν πολλοίς αχρείαστη, σχετιζόταν με το με πόσα… 6άρια, 8άρια ή 10άρια μπορεί να παίξει αυτό το σύνολο μπάλα της προκοπής, χωρίς να… μπάζει από παντού. Και με τον Αλόνσο η αλήθεια είναι ότι δεν έπαιζε μπάλα και έμπαζε και πανταχόθεν…
Ο Ρουί Βιτόρια από το πρώτο, κιόλας, παιχνίδι θέλησε να περάσει το μήνυμα «όλοι οι καλοί χωράνε».
Μοίρασε ρόλους, πόνταρε στα «βαριά χαρτιά»
Η τριάδα που επέλεξε να ρίξει στο χορτάρι του Πανθεσσαλικού ο Πορτογάλος τεχνικός ήταν Αράο, Ουναΐ και Μπακασέτας. Στην παρούσα φάση είναι το μεσαίο όνομα αυτό που έκανε την διαφορά. Όχι υπό την έννοια ότι έπαιξε καλύτερα από τους άλλους δύο. Αλλά υπό αυτή ότι με την δική του παρουσία ο Μαροκινός αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για να προσφέρουν περισσότερα τόσο ο Βραζιλιάνος όσο και ο Έλληνας διεθνής.
Ο Ουναΐ έπαιξε ως ένα πλήρες χαφ. Ας το βαφτίσουμε 8άρι για την οικονομία της συζήτησης κι ας προχωρήσουμε. Κατεβαίνοντας αρκετά χαμηλά για να πάρει μπάλα, έβγαλε μεγάλο μέρος της πίεσης από τον Αράο αλλά και μεγάλο μέρος της υποχρέωσης να το κάνει από τον Μπακασέτα.
Ο Μαροκινός με την τεχνική κατάρτισή του και την ικανότητά του από τη μία να προστατεύει την κατοχή και από την άλλη να προωθεί το παιχνίδι κάθετα, ήταν όλα τα λεφτά. Χάρη σε αυτόν ο Αράο μπόρεσε να λειτουργήσει πιο πολύ ως κόφτης και να μην αναλώνει δυνάμεις με το συνεχόμενο build up. Και εξαιτίας πάλι του Ουναΐ, ο Μπακασέτας μπόρεσε και αυτός να παίξει ως κλασικός επιτελικός μέσος, χωρίς να χρειάζεται να δίνει συνεχώς στήριγμα στα πρώτα στάδια της επιθετικής ανάπτυξης.
Το μέλλον δεν μπορεί να περιμένει
Αυτό το όχι και τόσο απίθανο, αλλά μάλλον προβλέψιμο τρικ, ήταν που έκανε τη διαφορά. Με αυτή την διάταξη και αυτούς τους ρόλους, ο Παναθηναϊκός κατάφερε αυτό που αγνοούσε για μήνες. Να είναι κοντά οι γραμμές του και να συνδέονται μεταξύ τους χωρίς κενά.
Ουσιαστικά το τριφύλλι δείχνει πιο… compact. Πιο «μαζεμένο», πιο νοικοκυρεμένο, πιο ομάδα, σε τελική ανάλυση. Και για την ώρα αυτό είναι το ζητούμενο. Να γίνει ομάδα που θα αρχίσει σταδιακά να παίζει ποδόσφαιρο ανάλογο των προσδοκιών που δημιούργησαν οι επενδύσεις του καλοκαιριού. Κι αν από τη φύση της κάθε επένδυση χρειάζεται χρόνο για να αποδώσει, ο Παναθηναϊκός δεν έχει αυτή την πολυτέλεια. Το μέλλον του Παναθηναϊκού δεν μπορεί να περιμένει.