Σε ένα υποθετικό λεύκωμα με τα πιο ιδιόμορφα μέρη της ελληνικής επικράτειας, περίοπτη θέση θα είχε αναμφίβολα μια νησίδα γης που είναι κατοικημένη απ’ άκρη σ’ άκρη και ανταποκρίνεται όσο κανένα άλλο στην περιγραφή «πλωτή πόλη».
Λουσμένο ολόγυρα από καταγάλανα νερά, το Αιτωλικό του νομού Αιτωλοακαρνανίας μοιάζει από ψηλά ένα στολίδι καταμεσής της λιμνοθάλασσας Αιτωλικού-Μεσολογγίου. Αποκαλούμενο και ως η «Μικρή Βενετία» της Ελλάδας (μολονότι δεν έχει κανάλια), η πόλη συνδέεται ανατολικά και δυτικά με την ξηρά με δύο πέτρινα τοξοτά γεφύρια, μήκους περίπου 300 μέτρων το καθένα. Οι εντυπωσιακές εικόνες δημιουργούν ένα συνδυασμό γραφικότητας, ομορφιάς και αρμονίας.
Το Αιτωλικό ξεκίνησε ως ένα μικρό νησιωτικό σύμπλεγμα στη μέση της λιμνοθάλασσας, όπου οι ψαράδες ένωσαν τις ακτές τους με ξύλινα γεφυράκια. Σιγά-σιγά αυτές οι νησίδες ενώθηκαν με συνεχείς επιχωματώσεις κι έγιναν ένα ακανόνιστου σχήματος νησάκι, διαμέτρου αρχικά περίπου τριακοσίων μέτρων. Ήταν οριακά υψηλότερο από την επιφάνεια της θάλασσας η οποία εισχωρούσε, ιδιαίτερα το χειμώνα, έως τα πιο κεντρικά σημεία – εξού και η ονομασία «Μικρή Βενετία». Τη σημερινή του μορφή το Αιτωλικό την πήρε το 1972, όταν και έγιναν μεγάλες επιχωματώσεις που μεγάλωσαν την έκταση του.
Πιο μεγάλο από χωριό, πιο μικρό από πόλη. Κατά βάση όμως το πιο πυκνοκατοικημένο νησί της Ελλάδας, με κάτι λιγότερο από 5.500 κατοίκους σε 57,5 στρέμματα συνολικής έκτασης. Η «νερένια πόλη», όπως είναι επίσης γνωστή, λόγω του ότι μοιάζει να επιπλέει στη θάλασσα, έχει και άλλη μία ιδιαιτερότητα. Βρίσκεται στο μέσο ενός σπάνιου και πολύτιμου οικοσυστήματος που ορίζεται από τις εκβολές του Εύηνου έως τις εκβολές του Αχελώου και είναι από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη.
Το μεγαλύτερο τμήμα αυτού του οικοσυστήματος είναι η λιμνοθάλασσα Αιτωλικού – Μεσολογγίου, ένας τεράστιος βιότοπος και ένας από τους πιο φημισμένους ψαρότοπους της χώρας. Το Αιτωλικό έχει έτσι το «προνόμιο» να περιβάλλεται από υγροβιότοπους στους οποίους φιλοξενείται μια τεράστια ποικιλία μορφών ζωής.
Εκεί φωλιάζουν, βρίσκουν καταφύγιο και περνούν κατά τις μεταναστεύσεις τους πάνω από 250 διαφορετικά είδη πουλιών, στα οποία περιλαμβάνονται πολλά σπάνια και απειλούμενα με εξαφάνιση είδη. Ερωδιοί, Φοινικόπτερα, γλάροι, αγριόχηνες, κύκνοι, πελεκάνοι, μαυρόκοτες κι άλλα θαλασσοπούλια το κυκλώνουν, ενώ δυτικά στο λόφο «Κατσάς» και προς τους λόφους της Αγίας Παρασκευής (εξωκλήσι) και των κοινοτήτων του Αγίου Ηλία, της Σταμνάς και εκείθεν του Χρυσοβεργίου, αφθονούν οι πέρδικες, τσαλαπετεινοί, ορτύκια, κοτσύφια κ.ά.
Ολόκληρο αυτό το οικοσύστημα έχει συμπεριληφθεί και προστατεύεται από την διεθνή σύμβαση Ραμσάρ και άλλες διεθνείς συμβάσεις που αποσκοπούν στη διατήρηση και αποτελεσματική διαχείριση των υγροτόπων.
Το 2002 τα ξύλινα γεφύρια που ενώνουν το νησί ανακηρύχθηκαν ως ιστορικά και διατηρητέα μνημεία, ως πρότυπο δείγμα τεχνικού έργου υποδομής του 19ου αιώνα.
Το Αιτωλικό δεν είναι ελκυστικό μόνο ως πανοραμική εικόνα, αλλά και ως αστικό περιεχόμενο. Τα γραφικά στενοσόκακα, οι ομοιόμορφες κόκκινες κεραμοσκεπές και η πεζοδρομημένη παραλιακή με τους φοίνικες, το αναδεικνύουν σε ιδανικό προορισμό για ολιγοήμερη απόδραση. Από κοντά και οι εξαιρετικές ψαροταβέρνες, καθώς το φρέσκο ψάρι είναι προφανέστατα το γαστρονομικό ατού της περιοχής.
Απέχοντας 250 χλμ. από την Αθήνα (και 10 χλμ. από το Μεσολόγγι), δεν θα ήταν καθόλου κακή ιδέα να το «σημαδέψετε» ως τερματικό σταθμό στο επόμενο εκδρομικό τριήμερό σας.