Αν αποτραβηχτείς- αν βρεις τη δύναμη ν’ αποτραβηχτείς- και δεις από ψηλά την κατάσταση, η όλη φάση μοιάζει μ’ ένα κομμάτι του υπέροχου μονολόγου του Γούντι Άλεν στον «Νευρικό Εραστή».
Πάει κάπως έτσι: Ένας τύπος μπαίνει στο γραφείο ενός ψυχιάτρου και του λέει «Γιατρέ, ο αδελφός μου είναι τρελός! Νομίζει ότι είναι κότα». Ο γιατρός του απαντάει «Τότε γιατί δεν τον καταγγέλλεις;». Και ο τύπος αποκρίνεται: «Θα το έκανα, αλλά χρειάζομαι τ’ αυγά».
Εν ολίγοις, μια συλλογική, συνεχιζόμενη τρέλα σε γαλανόλευκο φόντο. Μια αίσθηση που επιτάθηκε μετά την εμφάνιση του Στέφανου Κασσελάκη στην εκπομπή του Γιώργου Λιάγκα το πρωί της Παρασκευής.
Μπερδευτήκατε περισσότερο κι από τότε που διαβάζατε την «Αγρύπνια των Φίννεγκαν» του Τζέιμς Τζόυς, ε; Λογικό.
Ας το ξαναπιάσουμε από την αρχή, λοιπόν: λίγες ημέρες μετά το μνημειώδες, από πάσης χαιρέκακης απόψεως, συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, κατά τη διάρκεια του οποίου μόνο θηριοδαμαστές δεν ανέβηκαν στην σκηνή με φλεγόμενα στεφάνια στα χέρια, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης φιλοξενήθηκε από τον Γιώργο Λιάγκα.
Μετά το πέρας της συνέντευξης, τ’ αντανακλαστικά μιας συγκεκριμένης (και δυσανάλογα μεγάλης…) μερίδας του Τύπου, μα και των social media, ήταν άμεσα και άρχισαν τις περισπούδαστες αναλύσεις για τα όσα ειπώθηκαν.
Εν συντομία, το ρεζουμέ ήταν πως ο Κασσελάκης γι’ ακόμα μία φορά δεν άρθρωσε πολιτικό λόγο, αλλά στάθηκε στον Τάιλερ, στον γάμο τους, στο αν θα μεγαλώσουν την οικογένειά τους, το σπίτι του στο Κολωνάκι, το πού θα πάει διακοπές και ούτω καθεξής. Ήταν, όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε, «πολύ lifestyle».
Εν αντιθέσει, λοιπόν, με τις συνήθεις εκπομπές του κ. Λιάγκα (και, για να μην το προσωποποιούμε, όλων των αντίστοιχων εκπομπών) που τα συνήθη θέματά τους εναλλάσσονται μεταξύ των σύγχρονων προσπαθειών για τον τετραγωνισμό του κύκλου, της υψηλής συγκέντρωσης αερίων του θερμοκηπίου και της αδήριτης ανάγκης που υπάρχει για μείωσή τους τουλάχιστον κατά 23%, όπως, φυσικά, και οι εις βάθος αναλύσεις για τη μοριακή νανοτεχνολογία, εδώ, Κασσελάκη παρόντος, παραστρατήσαμε και το γυρίσαμε στο lifestyle.
Πέραν της προφανούς «απάντησης»- ότι, δηλαδή, για τα δεδομένα «Του Πρωινού» και πολύς χρόνος αφιερώθηκε στην πολιτική- θα μπορούσε να σταθεί κανείς και σε μία… προφανέστερη: ο πρωθυπουργός, σχετικά πρόσφατα μάλιστα, είχε κληθεί να μιλήσει για το αν τα ντολμαδάκια είναι το αγαπημένο του φαγητό, αν προτιμά το μπάσκετ ή το ποδόσφαιρο, τι ομάδα είναι, αν του ταιριάζει το ανοιχτό πουκάμισο και λοιπές «χαλαρές» ερωτήσεις.
Οι απαντήσεις που είχε δώσει τότε δεν είχαν χαρακτηριστεί επ’ ουδενί «lifestyle», παρά το γεγονός πως μιλούσε μ’ έναν κατ’ εξοχήν πολιτικό- κι εξαίρετο, μεταξύ μας- δημοσιογράφο. Τότε γινόταν λόγος για το πόσο χαλαρός εμφανίστηκε και ούτω καθεξής.
Προσοχή: τα παραπάνω δεν αποτελούν ψόγο, όπως σίγουρα αρκετοί θα βιάστηκαν να υποθέσουν, για τον κ. Χατζηνικολάου. Το «Ενώπιος Ενωπίω» δεν είναι ένα αυστηρά πολιτικό πρόγραμμα, αλλά πορτρέτα του εκάστοτε συνεντευξιαζόμενου σε ένα πολύ πιο «απαλό» ύφος. Οπότε πολύ καλά έκανε και ρώτησε ό,τι ρώτησε ο παρουσιαστής κι εξίσου καλά απάντησε όπως απάντησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το ζήτημα εδώ είναι ο ορισμός του δύο μέτρα και δύο σταθμά: αν ο χ Μητσοτάκης έχει δικαίωμα στην τηλεοπτική… χαλαρότητα, το ίδιο μπορεί να συμβαίνει με τον ψ Κασσελάκη.
Με τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, μάλιστα, η υποκρισία χτυπάει σε όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου: από την ημέρα που πάτησε το πόδι του στην Ελλάδα και κέρδισε, όπως κι αν κέρδισε, τις εσωκομματικές εκλογές της Προοδευτικής Συμμαχίας, τα κανάλια, τα σάιτ, οι εφημερίδες, άπαντες, τον ρωτάνε κατά βάση για τον Τάιλερ και για την σχέση του, καθώς- κρατηθείτε, ο Μεσαίωνας ήταν μόλις 5.5 αιώνες πριν- είναι ομοφυλόφιλος, για το σκυλάκι του, τη βέρα του, το πόσες επαναλήψεις κάνει στον επικλινή πάγκο όταν έχει στήθος στο γυμναστήριο, την ζάχαρη που βάζει στον καφέ του και λοιπά φλέγοντα ζητήματα.
Όμως, give him a break που λένε και στην Αμερική που μεγάλωσε: από τότε που ήρθε στη χώρα μας και ανέβηκε στον προεδρικό θώκο του κόμματος του, μόνο ακρίδες δεν έχουν πέσει στην Κουμουνδούρου- και ναι, ναι, για πολλά από τα προβλήματα που βρίσκει μπροστά του τώρα φέρει ευθύνη (και) ο ίδιος.
Κατ’ αρχάς, σε μία από τις αριστερότερες κινήσεις στα χρονικά της Αριστεράς, που διασπάται πιο εύκολα κι από ατομικό πυρήνα με κρίση ταυτότητας, παρακολουθούσε, ανήμπορος ν’ αντιδράσει, τον μισό ΣΥΡΙΖΑ ν’ αποχωρεί. Εν συνεχεία, σειρά είχαν οι διαγραφές. Κι επειδή είναι εθιστικές οι άτιμες, άρχισε να διαγράφει κόσμο πιο γρήγορα κι από 18χρονο που διαγράφει το ιστορικό του στο ίντερνετ. Και, τέλος, είδε τον μέχρι πρότινος σιωπηλό του «υποστηρικτή», τον Αλέξη Τσίπρα, να του γυρνάει την πλάτη.
Τούτων δοθέντων, είναι σαφές πως δεν έχει «προλάβει» να δείξει αν όντως μπορεί να σταθεί στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό ή αν θα πέσει αύτανδρος- κάτι που, μέχρι στιγμής, φαντάζει το πιθανότερο σενάριο, μιας και δε μας έχει θαμπώσει ακριβώς με τις μέχρι τώρα τοποθετήσεις του.
Αυτό, όμως, δεν αναιρεί την ντροπιαστική αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνει, και το γεγονός πως, τηρουμένων των αναλογιών, μια χαρά (δεν) απαντάει, τις περισσότερες φορές, στις απειράριθμες προκλήσεις.
Φυσικά, επειδή η πολιτική και τα (μιντιακά) πέριξ της είναι ένας «αιμοβόρος» χώρος που κάνει τις ρωμαϊκές αρένες να μοιάζουν με τον κήπο του Λουξεμβούργου μια ηλιόλουστη μέρα, τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει στο εγγύς ή απώτερο μέλλον.
Για να γίνει αυτό θ’ απαιτείτο να γυρίσει ο κόσμος ανάποδα και κάτι τέτοιο θα προκαλούσε μη αναστρέψιμες αναγούλες.
Γιατί;
Γιατί, πολύ απλά, θα έπρεπε να σπάσουν πολλά αυγά.
Δεν είναι πολύ πιο εύκολο να κάνεις απλά την κότα;