Ένας από τους περίφημους νόμους του Μέρφι (ξέρεις, αυτούς που όλοι θεωρούμε ότι φτιάχτηκαν για μας) το λέει ξεκάθαρα:
«Τίποτα δεν είναι τόσο κακό, ώστε να μην μπορεί να γίνει χειρότερο».
Ε, μια από τις εφιαλτικότερες εφαρμογές του είναι σίγουρα σε ουρά!
Γιατί το να περιμένεις σε ουρά είναι από μόνο του «σκότωμα». Ειδικά αν μιλάμε για δημόσια υπηρεσία, θα μπορούσε να θεσπιστεί ως μορφή τιμωρίας για κάποιον που έχει διαπράξει κακούργημα.
Η αναμονή ωστόσο δεν είναι ο μόνος λόγος για να βγεις από τα ρούχα σου. Συμβάλλει καθοριστικά και το… παρεάκι που (αναγκαστικά) πρέπει να κάνεις αυτό το 20λεπτο/45λεπτο/τριήμερο μέχρι να εξυπηρετηθείς.
Ο αδερφός Μέρφι λοιπόν έχει αναφερθεί και συγκεκριμένα στο μαρτύριο της ουράς, καταγράφοντας τις εξής μεγάλες αλήθειες:
Αφενός ότι η διπλανή ουρά κινείται ΠΑΝΤΑ πιο γρήγορα. Και αφετέρου ότι αν αποφασίσεις να αλλάξεις ουρά, αυτή που βρισκόσουν πριν θα αρχίσει να κινείται ταχύτερα.
Δεν σκέφτηκε όμως (επειδή δεν είχε ποτέ την ατυχία να βρεθεί σε υποκατάστημα του ΙΚΑ ή σε τράπεζα στην Ελλάδα) ότι χειρότερο και από το να περιμένεις είναι το να περιμένεις με συγκεκριμένους τύπους ανθρώπων.
Όπως, για παράδειγμα, οι εξής:
-Η κυρία που θεωρεί ότι όλοι θέλουν να της πάρουν τη σειρά. Έχει καβατζάρει τα 45, νομίζεις ότι είναι μουτρωμένη από τη μέρα που γεννήθηκε και το κεφάλι της γυρίζει σαν της πρωταγωνίστριας στον «Εξορκιστή». Είναι ανά πάσα στιγμή σε επιφυλακή μήπως κάποιος την πιάσει κορόιδο. Αν για τον οποιονδήποτε λόγο υπερβείς τη νοητή γραμμή που θεωρεί ότι καθορίζει τη σειρά της μπορεί να σε δαγκώσει. Αφού πρώτα φωνάξει «ξεχάστε το, ήρθα πριν από σας» με τα μάτια πιο γουρλωμένα και από τον Μανιάτη.
-Αυτός που έχει όρεξη για κουβέντα. Προτείνει κάθε λίγο το κεφάλι του (αν είναι από πίσω σου). Γυρίζει με την παραμικρή αφορμή (αν είναι από μπροστά σου). Αν απλώς ανοίξεις το στόμα σου -για να χασμουρηθείς, όχι για να μιλήσεις- είναι τελειωμένο: Θα συζητήσετε! Τι εννοείς δεν έχεις όρεξη; Το δείχνεις με κάθε πιθανό τρόπο; Απαντάς με «τελοσπάντων» σε ΚΑΘΕ ατάκα του; Αυτός πρέπει κάπως να σκοτώσει την ώρα του. Κι εσύ σκέφτεσαι τι ωραία που θα ‘τανε να μη γράφουν οι κάμερες για να του σκάσεις ένα ωραιότατο τάκλιν.
-Αυτή που έχει συνέχεια παράπονα από την εξυπηρέτηση. Φυσάει, ξεφυσάει, τρώγεται με τα ρούχα της. Κοιτάει συνεχώς το ρολόι της και ένα εκνευριστικό «τς, τς, τς» ακούγεται συνέχεια από το στόμα της. Αρχίζει με μονόλογο του τύπου «πώς είναι δυνατόν να έχουν ανοίξει ένα μόνο ταμείο» μέχρι κάποιος να τσιμπήσει. Αυτό ήταν… Μόλις διαπιστώσει ότι έχει και συμπαράσταση, θα ξεσαλώσει. Και κολλώντας ένα «για όνομα του Θεού» μπροστά σε κάθε φράση, θα παραπονεθεί ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ: Από την ταχύτητα του ταμία και τη θερμοκρασία του air condition, μέχρι το φαινόμενο του θερμοκηπίου και την άνοδο των τιμών στα ζαρζαβατικά.
-Αυτός που κάνει καμάκι. Θεωρητικά είναι δύσκολο σε κλειστό χώρο να βρεθεί πετούμενο. Δυστυχώς όμως, ο «γύπας» μπορεί να εμφανιστεί παντού. Και εκμεταλλευόμενος ότι ο πιθανός στόχος δεν μπορεί να… δραπετεύσει, θα τα δώσει όλα για να . Αστειάκια, σαχλαμαρίτσες, ατάκες που θα ‘καναν το «ζαχαροπλάστης ήταν ο μπαμπάς σου» να μοιάζει ευφυέστατη έμπνευση. Ο ίδιος είναι αμφίβολο (έως και απίθανο) να σκοράρει, αλλά τα δικά σου τα νεύρα -όση ώρα αναγκαστικά παρακολουθείς- θα τα πηδήξει σίγουρα.
-Ο βρωμύλος. Αν είσαι τυχερός, θα καταλάβεις την παρουσία του πριν φτάσεις κοντά: Είναι το μόνο σημείο της ουράς που δεν υπάρχει στριμωξίδι. Αν είσαι άτυχος, οι αναθυμιάσεις θα (σου) γίνουν αισθητές όταν έχεις… αποκλειστεί πλέον πίσω του ή μπροστά του. Τουλάχιστον στη δεύτερη περίπτωση δεν θα έχεις οπτική επαφή και θα αποφύγεις στιγμιότυπα με δάχτυλα να εξερευνούν μύτες ή κωλοχαράδρες. Σε καμία περίπτωση όμως δεν αποφεύγεις τις συνέπειες όταν… αφήσει το άντερό του ελεύθερο. Όπως εύστοχα είχε επισημάνει κι ο Τούφας στο «The Κόπανοι», πολύ βρώμα η δουλειά…