Μπροστά του ο Έλγιν ήταν ψιλικατζής: Ο αρχαιοκάπηλος που έκλεψε το αμύθητης αξίας γλυπτό του Παρθενώνα

Η κινητήριος δύναμη της αρχαιολατρίας του ήταν η αρχαιοκαπηλία

Τα μάρμαρα του Παρθενώνα που εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο αποτελούν το Άγιο Δισκοπότηρο της ελληνικής πολιτιστικής διπλωματίας. Δεν είναι όμως μόνο το Λονδίνο η έδρα κλοπιμαίων γλυπτών από το διασημότερο μνημείο πολιτισμού της ανθρωπότητας.

Ο λόρδος Έλγιν δεν ήταν ο πρώτος διπλωμάτης που έβαλε στο μάτι τις ελληνικές αρχαιότητες και βρήκε τρόπο να οργανώσει πλιάτσικο για την αφαίμαξή τους. «Δάσκαλός» του υπήρξε ένας Γάλλος κόμης, ο Αύγουστος Ντε Σουαζέλ-Γκουφιέ, που ευθύνεται για το ότι γλυπτά του Παρθενώνα υπάρχουν σήμερα και στο Λούβρο.

Ο Γκουφιέ ήταν ένας από τους δεκάδες φιλέλληνες περιηγητές που επισκέφθηκαν την Ελλάδα ως «προσκυνητές» του αρχαίου πολιτισμού της την περίοδο της τουρκοκρατίας. Αφίχθη για πρώτη φορά την Ελλάδα το 1776, κάνοντας περιοδεία στις Κυκλάδες, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, και τα Δωδεκάνησα, ενώ ακολούθως πέρασε στα παράλια της Μικράς Ασίας για να περιηγηθεί στην Έφεσο, τη Μίλητο και τη Σμύρνη.

Το δυστύχημα για την Ελλάδα ήταν ότι αυτός ο φιλόδοξος και αρχαιολάτρης αριστοκράτης ανακηρύχθηκε το 1784 μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας και διορίστηκε πρέσβης του Γαλλικού κράτους στην Υψηλή Πύλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το καλοκαίρι του 1785 εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιο του. Ο «προσκυνητής» της προηγούμενης δεκαετίας είχε επιστρέψει κυρίαρχος και με εντελώς διαφορετική αντίληψη για το ρόλο του στην περιοχή. Όπως συνέβη περίπου μια 15ετια αργότερα με τον Έλγιν, η κινητήριος δύναμη της αρχαιολατρίας του ήταν πια η αρχαιοκαπηλία.

Ο Γάλλος πρέσβης έφερε μαζί του στην Πόλη μια επιστημονική ομάδα αποτελούμενη από αρχαιολόγους, ζωγράφους, χαράκτες και άλλες ειδικότητες, τους οποίους αμόλυσε στην ελληνική επικράτεια με εντολή να καταγράφουν και  να αρπάζουν ό,τι θεωρούσαν σημαντικό από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό.

Μία πλάκα φιλοτεχνημένη σε πεντελικό μάρμαρο, που χρονολογείται το 447-438 π.χ. και θεωρείται έργο του Φειδία, είναι επίσης ένα από τα κλοπιμαία εκθέματα στο Λούβρο. Αποτελούσε τμήμα της ζωφόρου της ανατολικής πρόσοψης, στην οποία εικονίζονται νεαρές παρθένες, αναφερόμενες ως οι «Εργαστίνες», δηλαδή οι υφάντρες του πέπλου της Αθηνάς, να συμμετέχουν στην πομπή των Παναθηναίων

Από το 1780 είχε στείλει στην Αθήνα τον αρχαιολόγο και ζωγράφο Λουί Φοβέλ – διορίστηκε και υποπρόξενος της Γαλλίας στην Αθήνα το 1803 – που εξελίχθηκε ουσιαστικά στον επικεφαλής της ομάδας, ως ο άμεσος σύνδεσμος με τον Γκουφιέ. Ο Φοβέλ ήταν αυτός που με το πρόσχημα της ζωγραφικής και της καταγραφής του ένδοξου παρελθόντος, άρχισε πρώτος να εντοπίζει τις υποψήφιες για κλοπή αρχαιότητες, που χάρη σε λαδώματα και τις κατάλληλες γνωριμίες του «προϊσταμένου» του οργάνωνε ακόμα και μικροανασκαφές στην Αθήνα και άλλες ελληνικές πόλεις για να εμπλουτιστεί η «συλλογή».

Στο βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου «Ξένοι Ταξιδιώτες Στην Ελλάδα» (Εκδόσεις Πιρόγα) αναφέρεται η απόλυτα κυνική προτροπή του Γκουφιέ προς τον Φοβέλ για τη λεηλασία της αρχαιοελληνικής κληρονομιάς. «Αρπάξτε ό,τι μπορέσετε, μην παραλείπετε ευκαιρία να λεηλατήσετε την Αθήνα και τα περίχωρά της. Πάρτε ό,τι υπάρχει, μη λυπηθείτε ούτε ζωντανούς ούτε νεκρούς».

Το σημαντικότερο «κομμάτι» λείας του Φοβέλ ήταν ένα γλυπτό από τη ζωοφόρο της νότιας μετόπης του Παρθενώνα. Γάλλοι εργάτες ανέβηκαν στο ναό και αφαίρεσαν για πρώτη φορά – πριν από τον Έλγιν – ένα τέτοιο γλυπτό. Οι μετόπες της νότιας όψης είχαν ως θέμα τη μάχη των Λαπίθων με τους Κενταύρους, τη γνωστή Κενταυρομαχία, στην οποία πήρε μέρος ο μυθικός βασιλιάς των Αθηνών, Θησέας. Το κομμάτι που αφαίρεσε ο Φοβέλ αναπαριστά την προσπάθεια απαγωγής μιας γυναίκας από τους Λαπίθες της Θεσσαλίας από έναν Κένταυρο. Ο Κένταυρος με μια βίαιη κίνηση αρπάζει τη γυναίκα από την πόρπη του ενδύματος, που έχει ανοίξει, καθώς η γυναίκα προσπαθεί να διαφύγει.

Ο Φοβέλ θησαύρισε στην Ελλάδα ως προμηθευτής αρχαιολαφυραγωγών και διάφορων ευρωπαϊκών μουσείων, καθώς και ως σύμβουλος επί χρήμασι της λαθραίας εξαγωγής αρχαιοτήτων από την Ελλάδα. Το σπίτι του στην Πλάκα, με θέα τον Παρθενώνα, θύμιζε κανονικό αρχαιολογικό μουσείο, στην πραγματικότητα αποτελούσε αποθήκη και κατάστημα αρχαιοτήτων.

«Δύο ζωγράφοι ερίζουν για το προνόμιο ποιος θα γυμνώσει τον Παρθενώνα. Θριαμβολογούν και οι δύο μόλις πετύχουν την έκδοση καινούργιου ευνοϊκού φιρμανιού», έγραψε ο Λόρδος Βύρων για τον ανταγωνισμό του Φοβέλ με τον πράκτορα του Έλγιν στην Αθήνα, τον Ιταλό Τζιοβάνι Μπατίστα Λουσιέρι, στο κυνήγι αρχαιοτήτων.

Το τεράστιας αξίας γλυπτό που είχε αφαιρέσει από το ναό ο Φοβέλ το πούλησε αρχικά στον Έλγιν, που ήθελε να εμπλουτίσει τη δική του συλλογή με τα κλοπιμαία μάρμαρα του Παρθενώνα. Όμως ο Σκώτος Λόρδος το επέστρεψε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες στον Φοβέλ κι έτσι σήμερα το γλυπτό αυτό εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, μαζί με όλες τις κλεμμένες αρχαιότητες του Γκουφιέ.

Το κεφάλι του Κένταυρου θεωρείται χαμένο από το 1764, ενώ τμήμα του δεξιού χεριού του εκτίθεται στο Μουσείο της Ακρόπολης. Αυτό το γλυπτό, μεταξύ άλλων αρχαιοτήτων θα εκτεθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2021. Η μετόπη του Παρθενώνα θα επαναπατριστεί για λίγες ημέρες, στο πλαίσιο των εορτασμών για τη συμπλήρωση των 200 ετών από την Επανάσταση του 1821, μετά την αποδοχή του σχετικού αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης από τον Πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν.

Ο άνθρωπος που ενέπνευσε το μεγάλο πλιάτσικο του Έλγιν παύθηκε από τα καθήκοντά του το 1790, πέφτοντας στη δυσμένεια του γαλλικού κράτους κατά το δεύτερο χρόνο της γαλλικής επανάστασης. Κατέφυγε στη Ρωσία και θήτευσε ως Διευθυντής της Ακαδημίας Τεχνών στην αυλή της Αικατερίνης της Β’ για εννέα χρόνια. Το 1802 επέστρεψε στο Παρίσι με την αμνηστία του Ναπολέοντα και το σπίτι που έχτισε εκεί ήταν αντίγραφο του Ερεχθείου. Το 1809 ολοκλήρωσε τη συγγραφή του τρίτομου έργου του «Voyage pittoresque de la Grèce», όπου καταγράφει τις εμπειρίες του από το… αρχαιολατρικό οδοιπορικό του στην Ελλάδα. Πέθανε στο Παρίσι στις 20 Ιουνίου του 1817 και μετά το θάνατό του η μεγάλη συλλογή του πουλήθηκε σε μουσεία και ιδιώτες συλλέκτες.

Η γαλλοτουρκική ρήξη του 1779–1801 είχε ως αποτέλεσμα να πάρουν οι Άγγλοι το πάνω χέρι στην διπλωματική επιρροή προς την Υψηλή Πύλη. Εκτός του ότι αυτό ήταν κάτι που εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο ο Έλγιν, είχε και ως αποτέλεσμα να καταλήξει σε αγγλικά χέρια ο αρχαιοελληνικός θησαυρός των 26 κιβωτίων με γλυπτά που είχε λεηλατήσει ο Φοβέλ κατά τη διάρκεια της διπλωματικής θητείας του Γκουφιέ στην Κωνσταντινούπολη.

«Αν όλα είχαν πάει… καλά, τα μάρμαρα του Παρθενώνα δεν θα ήταν στο βρετανικό μουσείο αλλά στο Λούβρο», έγραψε το 2001 σε άρθρο του με τίτλο «The Parthenon marbles – past and future» ο Καναδός ιστορικός Τζέιμς Άλαν Έβανς.

Ακόμα κι έτσι βέβαια υπάρχει και στο Λούβρο η ιδιαίτερη Αίθουσα του Παρθενώνα (Salle du Parthénon) με πέντε εκθέματα, η οποία θα «μετακομίσει» το 2021 για λίγες ημέρες στην Αθήνα.