Ήταν καλοκαίρι του 2007 όταν ο Παναθηναϊκός ανακοίνωνε την απόκτηση του Μαρσέλο Μάτος έναντι περίπου τεσσάρων εκατομμυρίων ευρώ. Ο Βραζιλιάνος δείχνει με το «καλημέρα» την ποιότητά του, όμως στη συνέχεια παραγκωνίζεται μετά την αλλαγή στην τεχνική ηγεσία του τριφυλλιού. Τα χειρότερα, όμως, για τον ποδοσφαιριστή ήρθαν αργότερα και ήταν τόσο άσχημα ώστε να του κοστίσουν ολόκληρη καριέρα.
Ο Μαρσέλο Μάτος ήταν 23 χρονών όταν υπέγραφε στον Παναθηναϊκό τετραετές συμβόλαιο. Σε πολύ καλή ηλικία, με περγαμηνές στην πατρίδα του αλλά και συμμετοχές στις μικρές εθνικές ομάδες της «σελεσάο», έδειξε πολύ γρήγορα άξιος για να του δοθεί ο χαρακτηρισμός «λαβράκι»! Ο τότε προπονητής των πράσινων, Ζοσέ Πεσέιρο, τον πίστεψε από την πρώτη στιγμή και εκείνος δεν άργησε να αποδεικνύει μέσα στο γήπεδο ότι ο ντόρος που συνόδεψε την μετακίνησή του δεν ήταν άδικος.
Το μεγαλύτερο εφόδιό του δεν ήταν άλλο από το γεγονός ότι μπορούσε να βοηθήσει τόσο στο αμυντικό όσο και στο επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού, έχοντας όλα τα χαρακτηριστικά ενός μοντέρνου χαφ. Καλές τοποθετήσεις, πνευμόνια, ανελέητο πρέσινγκ και καλές μεταβιβάσεις προκειμένου να μεταφερθεί η μπάλα μπροστά. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από ένα «εξαρο-οχτάρι», όπως θα λέγαμε χρησιμοποιώντας μια πιο «παλιακή» έκφραση;
Ωστόσο όταν ο Ζοσέ Πεσέιρο αποτέλεσε παρελθόν και την θέση του πήρε ο Χενκ Τεν Κάτε, άρχισαν και τα προβλήματα για τον νεαρό Βραζιλιάνο. Η πληθώρα λύσεων στον χώρο του κέντρου μάλλον δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τον «πάγο» στον οποίο βρέθηκε ο Βραζιλιάνος. Ο Ολλανδός τεχνικός, με τις γνωστές ιδιορρυθμίες του, τον έβαλε στη μαύρη λίστα, με αποτέλεσμα να βρεθεί εκτός ενδεκάδας, ακόμη και εκτός αποστολής στα περισσότερα ματς.
Ο κόσμος γκρίνιαζε για τον παραγκωνισμό του, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που ένα κοντινό πλάνο του σκηνοθέτη στο πρόσωπο του Μάτος στην εξέδρα μαρτυρούσε την ψυχολογική κατάσταση στην οποία είχε βρεθεί και παράλληλα τον εύθραυστο ψυχισμό του… Η μοναδική λύση έμοιαζε να είναι ένα «διαζύγιο», έστω και προσωρινό. Όπως και τελικά συνέβη, με τον παίκτη να παραχωρείται ως δανεικός, αλλά τελικά να μην επιστρέφει ποτέ στους πράσινους…
Στην Μποταφόγκο, όπου πέρασε την δεύτερη σεζόν του δανεισμού του, ένιωσε ξανά σημαντικός και βρήκε ξανά τον εαυτό του, αν και ορισμένοι τραυματισμοί δεν του επέτρεψαν ποτέ να φτάσει στα επίπεδα για τα οποία έμοιαζε να ήταν προορισμένος. Ακόμη κι έτσι, η καριέρα του υπήρξε αξιοπρόσεκτη. Μπορεί να μην πανηγύρισε άλλη κατάκτηση πρωταθλήματος πέρα από εκείνη με την Κορίνθιανς το 2005, όταν μαζί με τον Χαβιέ Μασκεράνο είχαν συνθέσει ένα σπουδαίο δίδυμο στο κέντρο, αλλά ακόμη κι έτσι ήταν ένα υπολογίσιμο όνομα στα γήπεδα της Λατινικής Αμερικής.
Όλα αυτά μέχρι το 2016 όταν μετά από ένα σύντομο και μάλλον «αναιμικό» πέρασμα από την Βιτόρια, υπέγραψε στην Βάσκο Ντα Γκάμα…
Ακόμη ένας τραυματισμός στο γόνατο μπήκε για άλλη μια φορά τροχοπέδη στην καριέρα του. Αυτή τη φορά, όμως, έμελλε να σημάνει και το τέλος. Μόλις 48 ώρες μετά την επέμβαση, επέστρεψε στο χειρουργείο καθώς οι γιατροί διαπίστωσαν κάποιο λάθος… Και 4 μήνες αργότερα, αν και ο ίδιος έλεγε ότι δεν νιώθει απόλυτα έτοιμος, οι άνθρωποι της ομάδας του ζήτησαν να παίξει…
Αποτέλεσμα; Νέος τραυματισμός, νέο νυστέρι και ένας Μαρσέλο Μάτος στα πρόθυρα της κατάθλιψης… Αυτός ο Γολγοθάς τελικά κράτησε για τρία ολόκληρα χρόνια, με συνολικά πέντε χειρουργεία και ένα εξ αυτών να αφορά τραγικό ιατρικό λάθος που προκάλεσε μόλυνση από βακτήρια. Ο Βραζιλιάνος πέρασε μια τραγική περίοδο που κράτησε για πολύ καιρό και ουσιαστικά έβαλε τέλος στην καριέρα του, με τον ίδιο να μην μπορεί να πιστέψει την ανευθυνότητα των γιατρών αλλά και των υπευθύνων της ομάδας του.
Το μόνο που κατόρθωσε να κάνει όταν επέστρεψε ήταν να παίξει ένα τελευταίο ματς, πριν αποχωρήσει από την Βάσκο Ντα Γκάμα, με προορισμό αρχικά την Σάντα Κρουζ και στη συνέχεια τις Ντομ Μπόσκο και Μπανγκού, ομάδες από τις οποίες δεν θα πέρναγε καν από το μυαλό του να παίξει, εάν οι γιατροί δεν είχαν καταστρέψει την καριέρα του.